Top menu

Μιλάμε με τον Γιάννη Δεμίρη για "Σκοτεινά θαύματα"

 

 

"Το πρώτο μου βιβλίο λειτουργεί ως ένας πολιορκητικός κριός κατά της μουντής πραγματικότητας. Όπως ακριβώς η πρωταγωνίστρια μου αφήνει την βαρετή ζωή της πίσω της για να διεκδικήσει την ζωή της στο πουθενά, έτσι κι εγώ χρησιμοποιώ το έργο μου για να ανακαλύψω την καλλιτεχνική μου “περσόνα”". Ο Γιάννης Δεμίρης παραδίδει στο αναγνωστικό κοινό το πρώτο του μυθιστόρημα Σκοτεινά θαύματα και με αυτή την αφορμή μιλάμε μαζί του στο περιοδικό Vakxikon.gr για το βιβλίο του και τη λογοτεχνία. 

 

«Σκοτεινά θαύματα». Το πρώτο σας βιβλίο μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν. Τι σηματοδοτεί για εσάς; Πώς νιώθετε που το κρατάτε στα χέρια σας;

Το πρώτο μου βιβλίο λειτουργεί ως ένας πολιορκητικός κριός κατά της μουντής πραγματικότητας. Όπως ακριβώς η πρωταγωνίστρια μου αφήνει την βαρετή ζωή της πίσω της για να διεκδικήσει την ζωή της στο πουθενά, έτσι κι εγώ χρησιμοποιώ το έργο μου για να ανακαλύψω την καλλιτεχνική μου “περσόνα”. Όπως συμβαίνει και στα πρώτα βήματα ενός ταξιδιού, υπάρχει πάντα φόβος, αγωνία, αλλά και ενθουσιασμός για το πρόκειται να συναντήσω στο δρόμο μου! Ελπίζω ο κόσμος να το αγκαλιάσει και να δει ένα κομμάτι του εαυτού του στην ιστορία μου.

 

Θα μας μεταφέρετε στη Γκίλσια; Το χωρο-χρόνο της ιστορίας σας;

Η Γκίλσια είναι μια φανταστική κωμόπολη στη μέση του πουθενά. Για να την βρει κανείς θα πρέπει να χάσει τον δρόμο του -όπως ακριβώς και οι χαρακτήρες μου είναι χαμένοι στα προβλήματά τους και τις εμμονές τους. Το κύριο πρόβλημα με την Γκίλσια, είναι πως η Θεά των κατοίκων είναι απούσα, οπότε η πόλη έχει μετατραπεί σε ένα καθαρτήριο, μια έρημο που τίποτα δεν ευδοκιμεί. Νομίζω πως αυτό είναι και ένα χαρακτηριστικό της εποχής μας. Μας λείπει κάτι, αλλά δεν μπορούμε προσδιορίσουμε ακριβώς τι είναι. Η ιστορία μου έχει μοντέρνα χαρακτηριστικά, αλλά και πολλές μυθικές/παραμυθικές συμβάσεις.

 

Ένα μυθιστόρημα φαντασίας. Τι σας ελκύει στο είδος;

Στο λογοτεχνικό είδος της φαντασίας ένας συγγραφέας μπορεί να δημιουργήσει τους δικούς του κανόνες χωρίς να είναι ιστορικά ακριβής, κάτι που συμβαίνει με τα πιο ρεαλιστικά μυθιστορήματα. Σε κάθε περίπτωση, ως συγγραφέας στόχευα στην απόδοση “φολκλόρ” στοιχείων που λαμβάνουν χώρα έξω από την πόλη, εκεί όπου η τεχνολογία δεν έχει κάνει πλύση εγκεφάλου στους ανθρώπους.

 

Πώς εμπνευστήκατε αυτή την ιστορία και πώς δουλέψατε για την δημιουργία της;

Όπως ανέφερα και παραπάνω, η Γκίλσια βρίσκεται σε μαρασμό γιατί λείπει η άρχουσα Θεά της. Η ιστορία της “έρημης χώρας” που χρειάζεται ένα πνευματικό κέντρο για να αναζωογονηθεί υπάρχει παντού στη μυθολογία/λογοτεχνία/ποίηση, όπως ο μύθος του βασιλιά Αρθούρου ή η “Άγονη Γη”, το ποίημα του Τ.Σ.Έλιοτ. Με βάση αυτή την ιδέα δημιούργησα την πρωταγωνίστρια μου, την Ελπινόη, που βρίσκει το δικό της πνευματικό κέντρο μέσα από την ενασχόλησή της με την ζωγραφική, αφήνοντας πίσω την βαρετή ζωή της.

 

Πώς πήρατε το δρόμο της συγγραφής;

Έχω ολοκληρώσει το μεταπτυχιακό στη δημιουργική γραφή μερικά χρόνια πριν και πάντα είχα ιδέες για μια ιστορία που θα ήταν μεγαλύτερη σε όγκο από τις συνηθισμένες, μικρές ασκήσεις που μας έβαζαν στη σχολή. Ακόμα και πιο πριν, -στη σχολή κινηματογράφου που επίσης τελείωσα, έπρεπε να γράφω μικρές ιστορίες στο μάθημα του σεναρίου. Θα έλεγα, συμπερασματικά, πως η συγγραφή ήταν πάντα κομμάτι της ζωής μου.

 

Πώς νιώθετε που παραδίδετε το πρώτο σας βιβλίο στους αναγνώστες και ποιες είναι οι σκέψεις σας όταν σκέφτεστε κάποιον να διαβάζει το βιβλίο σας;

Ως συγγραφέας που κάνει τα πρώτα του βήματα, νιώθω μεγάλο κέρδος στο να συνομιλήσω με απλούς ανθρώπους που διάβασαν το βιβλίο μου, να δω τι είναι αυτό που τους ενθουσίασε και τι θα μπορούσα να κάνω καλύτερα την επόμενη φορά. Η μεγαλύτερη προσωπική μου κατάκτηση  θα ήταν να θέσω κάποιους προβληματισμούς στον αναγνώστη για αυτό που λείπει από την εποχή μας και τον τρόπο με τον οποίο ενδεχομένως θα μπορούσαμε να το κερδίσουμε πίσω.