Top menu

Θ. Σούμας: "Χωρίς επίμονη δουλειά δεν γίνεσαι συγγραφέας"

Συνέντευξη στον Ιωσήφ Αρνές

Συνομιλήσαμε με τον συγγραφέα Θόδωρο Σούμα με αφορμή την κυκλοφορία της νουβέλας του "Το ημερολόγιο ενός αδέξιου εραστή" από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Τι είναι εκείνο που σας ωθεί να γράφετε;
Γράφω δύο ειδών βιβλία και κείμενα, α) για τον κινηματογράφο και β) πεζογραφήματα. Τα πεζογραφήματά μου αποτελούν καθαρά προσωπική έκφραση, εκδηλώνουν την ανάγκη μου να εκφράσω προσωπικές μου σκέψεις, συναισθήματα, ιδέες, εμπειρίες και πράγματα που έχω ακούσει ή δει και παρατηρήσει γύρω μου, σε φίλους μου, γνωστούς ή άλλους ανθρώπους. Έχουν δηλαδή σχέση με την παρατήρηση και τις κοινωνικές κι ανθρώπινες εμπειρίες, που νιώθω μια εσωτερική, αδήριτη ανάγκη να εκφράσω... Τα βιβλία και τα άρθρα μου για το σινεμά τα γράφω για να αποτυπώσω τις προτιμήσεις μου, τις αγάπες και επιλογές μου μεταξύ των κινηματογραφικών ταινιών και ρευμάτων, που αποτελούν ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου γιατί είμαι σινεφίλ από τα 15 μου, κριτικός κινηματογράφου από τα 25 μου, σπούδασα κινηματογράφο και παντρεύτηκα μια -πρώην- σκηνοθέτιδα. Το γράψιμο για τις ταινίες είναι ένας προσωπικός στοχασμός, μια πιο έμμεση έκφραση, περνά μέσα από τα φιλμ που μου αρέσουν.

Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για εσάς είναι να καταφέρετε να εκφράσετε τη σκέψη σας πάνω στο χαρτί;
Θα πω πως εκφράζω πλέον σχετικά εύκολα, με τον πολύ χρόνο ενασχόλησης και τη συσσωρευμένη εμπειρία, τις ιδέες μου για το σινεμά. Όμως αναφορικά με τη λογοτεχνία, η έκφραση των σκέψεων, των συναισθημάτων και των βιωμάτων μου γίνεται πολύ πιο δύσκολα και επίπονα... Στην αρχή θα γράψω τον σκελετό του αφηγήματος, περιλαμβάνοντας περιληπτικά τις σκηνές, τις ενότητες. Μετά αρχίζω να γράφω αναλυτικά, κανονικά, κάθε ενότητα και κεφάλαιο. Όταν τελειώσω τα διαβάζω και βρίσκω πως ...δεν μου αρέσουν. Ξαναρχίζω λοιπόν να τα γράφω διορθώνοντας... Αυτό γίνεται κοπιώδες. Έχω ήδη γράψει μια μεγάλη νουβέλα, αυτή που δημοσιεύτηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Βακχικόν, μια συλλογή διηγημάτων στις εκδόσεις Απόπειρα και ένα μυθιστόρημα που θα εκδοθεί προσεχώς. Τη νουβέλα την έγραψα πολλές φορές μέχρι να με ικανοποιήσει, η πρώτη της μορφή δεν μου άρεσε και γι' αυτό μπόρεσα αργότερα να την αναδομήσω, να την κάνω πολυπρόσωπη και δαιδαλώδη και να εισάγω μια αφήγηση με χρονικά άλματα πίσω-μπρος και χιουμοριστική διάσταση, ώστε να ικανοποιεί κι ευχαριστεί εμένα και τον αναγνώστη. Όλα αυτά με πολύ μόχθο... Να αναφέρω εδώ πως αρχικά είχα γράψει σενάρια για τις ταινίες μου, γιατί είχα σκηνοθετήσει τρία μικρομεσαίου μήκους φιλμ, αυτό με βοήθησε πολύ στο να περάσω από τις φιλμικές μυθοπλασίες στις πεζογραφικές μυθοπλασίες.

Ποιες οι επιρροές σας;
Οι επιρροές μου, όλες έμμεσες, είναι και λογοτεχνικές και κινηματογραφικές: Στις έμμεσες λογοτεχνικές επιρροές μου συγκαταλέγω συγγραφείς που αγάπησα και που έχουν θεματικές και προβληματικές που κάπως συγγενεύουν, λίγο-πολύ, με τις δικές μου. τον Πιερ Λουίς (“Η γυναίκα και το νευρόσπαστο), τον Ζορζ Μπατάιγ, τον Χένρι Μίλερ, τον Μπουκόφσκι, τον Μαζόχ, τον Φίλιπ Ροθ, τον Μισέλ Ουελμπέκ, τον Λακλό, τον Φλομπέρ της “Συναισθηματικής αγωγής” και τον Σταντάλ του “Περί έρωτος”, τον “Βέρθερο” του Γκαίτε, τον Σαντ, τον Καζανόβα, τον Μαριβώ, τον Σαντ, τον Μοράβια, και βέβαια τον Φρόιντ, γιατί υπάρχει πολλή ψυχανάλυση στα γραπτά μου. Στις κινηματογραφικές επιρροές στα πεζογραφήματα (και στα δοκιμιακά γραπτά μου) συγκαταλέγω τα φιλμ σκηνοθετών όπως ο Μπουνιουέλ, ο Ρομέρ, ο Όσιμα, ο φον Στέρνμπεργκ, ο Φελίνι, ο Φερέρι, ο Παζολίνι, ο Τρυφώ, ο Λιούμπιτς, ο Χ.Χοκς, ο Φριτς Λανγκ, ο Αλέξης Δαμιανός, κ.α. Όμως οφείλω να πω, προς αποκατάσταση της αλήθειας, πως όλες αυτές οι επιρροές ή αναφορές είναι πολύ έμμεσες στα λογοτεχνικά γραπτά μου, είναι διυλισμένες, φιλτραρισμένες, χωνεμένες και αφομοιωμένες· στην πραγματικότητα όλα αυτά τα ξεχνώ όταν γράφω, και γράφω όπως ακριβώς μου έρχεται· το ύφος, το στυλ και τα θέματα, το περιεχόμενο, βγαίνουν κατευθείαν από μέσα μου, το στυλ μου καθορίζεται από τους ήρωές μου, τα θέματά μου, ό,τι έχω ακούσει και μάθει, δηλαδή τις εμπειρίες μου, οι ήρωες εξελίσσονται και η εξέλιξή τους βαθμιαία αυτονομείται από εμένα. Ξεχνώ ό,τι έχω διαβάσει και όλα πηγάζουν άμεσα από μέσα μου και τους χαρακτήρες που έχω πλάσει.

Ποια θεματολογία κρατεί τον κυρίαρχο ρόλο στα έργα σας; Συναίσθημα ή λογική και γιατί;
Στα δύο λογοτεχνικά μου βιβλία η θεματολογία είναι ερωτολογική και ψυχολογική. Το ίδιο ισχύει για τρία-τέσσερα από τα έξη βιβλία για τον κινηματογράφο που έχω δημοσιεύσει. Στα λογοτεχνικά προσπαθώ να διατηρήσω μια ισορροπία μεταξύ συναισθήματος και λογικής. Έχω δυνατά συναισθήματα αλλά και έντονη λογική συγκρότηση σαν άνθρωπος, το θέμα είναι πως δεν μπορώ πάντα να τα εξισορροπήσω εύκολα, να τα συμφιλιώσω άνετα, στη ζωή ας πούμε. Φυσικά στα δοκιμιακά γραπτά μου προέχει η λογική.

Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο σας.
Η νουβέλα μου εξιστορεί τις ερωτικές δοκιμασίες, περιπέτειες και παθήματα ενός άτολμου και συνεσταλμένου άντρα, ενός αδέξιου ερωτύλου, που συνήθως αποτυχαίνει να κάνει δικές του και να κάνει σεξ με τις γυναίκες που έχει ερωτευτεί. Στο βιβλίο παρελαύνουν πολλές δελεαστικές γυναίκες, αγαπημένες του κεντρικού ήρωα Φάνη. Τα κεντρικά πρόσωπα είναι τρία, ο Φάνης, η Ηλέκτρα, δηλαδή ο μεγάλος, αποτυχημένος έρωτάς του, και ο κυνικός κι αμοραλιστής φίλος του Γιώργος. Η νουβέλα -που τη συνέλαβα ως ένα μικρό μυθιστόρημα- περιστρέφεται γύρω από τους ανεκπλήρωτους, ανέφικτους έρωτες, γύρω από την ερωτική αποστέρηση, την εξιδανίκευση των ερώτων και των γυναικών, τις σχέσεις και τις συγκρούσεις των δύο φύλων, και την αντίθεση σεξισμού και ρομαντισμού/εξιδανίκευσης, την αντίφαση ανάμεσα στον διάλογο των δύο φύλων και στο άμεσο σεξ, στον ιδεαλισμό και στον φαλλοκρατισμό.

Συγγραφέας γεννιέσαι ή γίνεσαι;
Πολλά στοιχεία μας, η ευφυΐα, η ευαισθησία και η έφεση προς τη δημιουργικότητα, μπορεί πιθανά να εγγράφονται στα γονίδιά μας, μα νομίζω πως χωρίς την καλλιέργειά τους, χωρίς το κατάλληλο περιβάλλον, χωρίς τη μόρφωση και την πολλή κι επίμονη δουλειά δεν γίνονται δημιουργικά πράγματα, δεν γίνεσαι καλλιτέχνης, συγγραφέας.

Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στον τομέα της λογοτεχνίας τι θα ήταν αυτό;
Αν και είμαι κριτικός, κριτικός σινεμά (έχω όμως γράψει και βιβλιοκριτικές), δεν νομίζω πως είναι δική μου δουλειά να αλλάξω πράγματα στον τομέα της λογοτεχνίας, ούτε καν της ελληνικής, ούτε οι δυνάμεις μου, οι γνώσεις μου και το εύρος της επιρροής μου το επιτρέπουν.

Όλο και περισσότεροι νέοι συγγραφείς εμφανίζονται στον ορίζοντα. Αν έπρεπε να συνομιλήσετε μαζί τους, τι ήταν αυτό που θα τονίζατε περισσότερο;
Να είναι ο εαυτός τους, να γράφουν αυτό που τους υπαγορεύει ο εσωτερικός εαυτός τους, όπως βγαίνει από μέσα τους, δηλαδή να μην υποκύπτουν στους εύκολους πειρασμούς και τα καλέσματα των εφήμερων μοδών και απαιτήσεων της κυρίαρχης (και καθοδηγούμενης) κοινής γνώμης και των κοινωνικών και πολιτικών “πρέπει”. Έχω την εντύπωση πως κάποια βιβλία π.χ. με ιστορικο-πολιτικά θέματα, γίνονται με την πίεση και τον τρόπο που ευνοούν οι συγκυριακές, κοινωνικοπολιτικές “απαιτήσεις”, οι οποίες είναι τεχνητές, με ιδεολογική σκοπιμότητα, που οι συγγραφείς καλούνται να ικανοποιήσουν για να έχουν αποδοχή και επιτυχία στον χώρο.

Έχετε επόμενα συγγραφικά σχέδια;
Η νουβέλα μου “Το ημερολόγιο ενός αδέξιου εραστή / άγονοι έρωτες” αποτελεί μέρος μιας τριλογίας, ουσιαστικά είναι το τρίτο μέρος της. Το πρώτο βιβλίο, ένα μυθιστόρημά μου με τίτλο “Τα αγόρια που πάντα έφευγαν” είναι ήδη τελειωμένο και θα εκδοθεί, έχει ως αντικείμενό του παιδιά κι εφήβους σε μια αθηναϊκή συνοικία. Γράφω τώρα το δεύτερο μυθιστόρημα κατά ηλικιακή και χρονολογική σειρά των ηρώων, που έχει θέμα τη συμμετοχή στην πολιτική δράση ενός νέου επί δικτατορίας, με τίτλο “Ο Προκόπης στην αριστερά”. Όμως αυτό θα εκδοθεί τελευταίο. Όπως καταλαβαίνετε, είναι αναγκαίο μα και αναπόφευκτο κάθε πεζογράφημα να βρίσκει το δικό του στυλ και ύφος γραφής, παραμερίζοντας και ξεχνώντας τις όποιες επιρροές, γιατί τα θέματα των τριών βιβλίων είναι διαφορετικά, 1ο) η εφηβική ηλικία, 2ο) η συμμετοχή ενός νέου στην πολιτική, και 3ο) οι έρωτες ενός 45άρη. Προσθέτω επίσης πως γράφω και ολοκληρώνω ένα ακόμη βιβλίο για το σινεμά, το έβδομό μου, με τίτλο “Φιλμική αισθητική, ρεύματα και δημιουργοί”. Σας ευχαριστώ πολύ.