Top menu

"Πικρός εξωγήινος" του Σπ. Βρεττού -Προδημοσίευση

Πικρός εξωγήινος, νουβέλα, Σπύρος Βρεττός, εκδόσεις Βακχικόν 2018

 

Η γνωστή καθηγήτρια της γεωλογίας, Άλκηστις Θεοδότου, κοίταξε με προσοχή την εξασθενημένη παρουσία του γερο-ψαρά, που στεκόταν αμήχανος μπροστά της σχεδόν ωσάν ένα σκέλεθρο, που για αιώνες είχεν αντιπαλέψει τη θάλασσα και τη στεριά. Τα χέρια του έπεφταν άτονα στα πλευρά του και η αναπνοή του έβγαινε τόσο αργή κι αδύναμη, παρά το ζωηρό, δυνατό μαΐστρο. «Είναι στ’ αλήθεια σα να συμβαίνει κάτι, σάμπως κι αυτό το νερό της θάλασσας να ’χει τώρα περισσότερη ενέργεια, ως να θέλει βιαστικά ν’ ανυψωθεί. Δεν ακούγεται όμως βουή ή παφλασμός…»

«Τίποτα δεν ακούγεται», είπε ο γερο-ψαράς• και προσπάθησε ν’ αγναντέψει, με την εξασθενημένη ματιά του, όσο μπορούσε πιο μακριά, το αχανές του πελάγους. «Θα γίνει άηχα! Θα γίνει έτσι ακριβώς μέρα ή νύχτα, μα κανένας δε θ’ ακούσει τον ήχο… Θα γίνει άηχα».

Κι η καθηγήτρια της γεωλογίας ξαφνιάστηκε από κείνη τη λέξη, «άηχα», και πολύ θα ’θελε μια διευκρίνιση, αν το άηχα σημαίνει ότι οι άνθρωποι δεν είναι σε θέση ν’ ακούσουν κανέναν προειδοποιητικό ήχο έξω από τους κάθε είδους θορύβους που τους ονομάζουν μουσική, αλλά τίποτα δε ρώτησε, γιατί ακριβώς εκείνη τη στιγμή, από το μονοπάτι της πλαγιάς του θαμνώδους λόφου, πρόσεξε το παράδοξο πλάσμα να κατηφορίζει αργά και να ’ρχεται προς το μέρος τους. Από τον ώμο του κρεμόταν μόνο ένας συνηθισμένος ταξιδιωτικός σάκος.

Επρόκειτο σίγουρα για ένα ανθρώπινο πλάσμα. Για έναν άντρα ηλικίας ακαθόριστης, θα μπορούσε να τον εκλάβεις και ως
νέο αλλά και ως γέροντα! Φαινόταν σαν σε χαμένο κόσμο. Αλλά μόνο ως τη στιγμή που η ματιά του, μ’ ένα περίεργο μαγνητισμό, καρφώθηκε πρώτα στα μάτια της γυναίκας κι ύστερα στα μάτια του γερο-ψαρά. Κι αυτό κράτησε μόλις ελάχιστα δευτερόλεπτα κι ύστερα το πρόσωπό του ήταν ως να φωτίζεται και ως ο ίδιος να ισορροπεί εντελώς σ’ έναν καινούργιο κόσμο. «Γνωρίζεις» είπε με καθαρή φωνή και σωστή προφορά, καθώς απευθυνόταν πρώτα στη γυναίκα. «Γνωρίζεις! Αλλ’ ό,τι γνωρίζεις είναι το απειροελάχιστο της γνώσης που θα έπρεπε να έχεις». Και κοιτώντας προς τον έκπληκτο γερο-ψαρά, ξανάπε μ’ ένα είδος θαυμασμού στο ανέκφραστο, αλλά που ως να φωτιζόταν από ένα παράδοξο φως, πρόσωπό του. «Ανθεκτικός!... Στον ελάχιστο χρόνο που για σας είναι χρόνος πολύς, ανθεκτικός απεριόριστα!»