Top menu

O Τούλιο Φορτζιαρίνι για τη νουβέλα του "Αμόκ": Λυπάμαι που το λέω αλλά τίποτα δεν έχει επινοηθεί

 

Η νουβέλα του Τούλιο Φορτζιαρίνι «Αμόκ -Μια λουξεμβουργιανή ιστορία αγάπης» κυκλοφορεί για πρώτη φορά στα ελληνικά, σε μετάφραση της Ιωάννας Καραμαλή, από τις εκδόσεις Βακχικόν. Ο Λουξεμβουργιανός συγγραφέας παραδίδει ένα έργο σε ωμή γλώσσα που μιλά για την αλήθεια.

Δουλεύοντας με παιδιά που μεγαλώνουν σε μη προνομιούχο περιβάλλον, ο Φορτζιαρίνι έχει βιώσει από κοντά όλα τα θέματα που πραγματεύεται στο βιβλίο του και όπως ο ίδιος αναφέρει «λυπάμαι που το λέω -τίποτα δεν έχει επινοηθεί». Το βιβλίο έχει λάβει το Βραβείο Λογοτεχνίας της ΕΕ (EUPL) 2013.

Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

*Πρώτη δημοσίευση στο Literature

 

Το βιβλίο σας «Αμόκ. Μία λουξεμβουργιανή ιστορία αγάπης» είναι πλέον διαθέσιμο στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Βακχικόν. Πώς νιώθετε που μπορείτε πλέον να επικοινωνήσετε αυτό το κομμάτι της δουλειάς σας με το ελληνικό αναγνωστικό κοινό;

Είναι υπέροχο συναίσθημα. Η λογοτεχνία εκφράζει ιδέες, ομορφιά… η γλώσσα δεν πρέπει να αποτελεί εμπόδιο σε αυτό. Τώρα αν το βιβλίο διαβαστεί από ελληνικό κοινό, θα ήθελα να ακούσω τι έχουν να πουν οι αναγνώστες για αυτό. Αυτό που αρέσει περισσότερο στους συγγραφείς είναι ερωτήσεις, παρατηρήσεις κ.λπ. εμπνευσμένες από το κείμενό τους.

Το βιβλίο σας κέρδισε το EUPL 2013. Πώς νιώθετε για αυτό;

Δεν το σκέφτηκα τόσο πολύ, το 2013. Με ξάφνιασε και φυσικά έμεινα πολύ ευχαριστημένος. Αυτό που είναι εξαιρετικό, είναι ότι αυτή η τιμή εξακολουθεί να έχει αποτελέσματα 10 χρόνια μετά. Το Αμόκ μεταφράστηκε σε 6 γλώσσες μέχρι στιγμής και προφανώς θα ακολουθήσουν κι άλλες. Και βοήθησε πολύ για την κινηματογραφική μεταφορά του φυσικά…

Γιατί γράψατε αυτή την συγκεκριμένη ιστορία και γιατί επιλέξατε έναν έφηβο για πρωταγωνιστή σας;

Είναι μια πολύ προσωπική ιστορία… όπως όλες μου οι ιστορίες στην πραγματικότητα. Εδώ και 15 χρόνια, είμαι δάσκαλος σε αυτή την «ειδική» τάξη που ασχολείται με εφήβους που αμφισβητούν το παραδοσιακό σχολικό σύστημα. Παλεύουν με τεράστια κοινωνικά ή/και ψυχολογικά προβλήματα και αρνούνται το σχολείο, αν και εξακολουθούν να υποχρεούνται να παρακολουθήσουν το σχολείο. Δεν έχουν ομάδα πίεσης, αλλά νομίζω ότι είναι σημαντικό να ακουστεί η φωνή τους.

Το βιβλίο σας μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία από την πλευρά σας, από την πλευρά του συγγραφέα;

Το θεωρώ δώρο, μια ευκαιρία να πω μια ιστορία με διαφορετικό τρόπο. Η συγγραφή του σεναρίου ήταν εκπληκτικά εύκολη για μένα, αν και δεν έχει πολλά κοινά με τη λογοτεχνική γραφή. Ίσως επειδή είμαι πολύ κολλημένος με τον κινηματογράφο, ίσως επειδή η γραφή μου είναι πολύ οπτική. Σε κάθε περίπτωση, μου έδωσε την ευκαιρία να έχω και άλλες συνεργασίες σε αυτόν τον τομέα δραστηριότητας.

Απομόνωση, παραμέληση, διαταραχές, βία. Πώς προσεγγίσατε τα θέματα που αντιμετωπίζετε στο βιβλίο σας και πώς δουλέψατε για την ανάπτυξη των βασικών σας χαρακτήρων;

Όπως είπα νωρίτερα, είμαι σε στενή επαφή με όλα αυτά τα θέματα κάθε μέρα. Η πρόκληση συνίστατο στην παρουσίασή με τρόπο που να αποφευχθούν οι συνήθεις παγίδες: ηδονοβλεψία, πατρονάρισμα, ηθικολογία, συγκατάβαση, θυματοποίηση κ.λπ. Όσο για τους χαρακτήρες, υπάρχουν όλοι. Ωστόσο, οι πράξεις τους προέρχονται από διαφορετικούς χρόνους και πρόσωπα, αλλά -και λυπάμαι που το λέω- τίποτα δεν έχει επινοηθεί.

Γράφετε στα γαλλικά και στα λουξεμβουργιανά. Μάλιστα, το «Αμόκ» είναι το πρώτο σας μυθιστόρημα στα λουξεμβουργιανά. Πώς διαφέρει αυτό για εσάς; Είχε κάποια σχέση αυτή η επιλογή με τη συγκεκριμένη ιστορία;

Ήταν πολύ δύσκολο να γράφω στα λουξεμβουργιανά γιατί δεν κατέχω όλη τη γραμματική και την ορθογραφία της γλώσσας. Άρχισα να γράφω την ιστορία στα γαλλικά, αλλά κατάλαβα αμέσως ότι δεν θα γινόταν. Έπρεπε να είναι η σκληρή και ωμή γλώσσα που χρησιμοποιούν αυτά τα παιδιά κάθε μέρα. Και αυτή ήταν λουξεμβουργιανή.

Γράφετε και διδάσκετε. Τι θα λέγατε ότι σας καθορίζει ως δάσκαλο και τι ως συγγραφέα;

Χμ… δεν μπορώ να το πω εγώ αυτό… Ίσως είναι ενσυναίσθηση. Η περιέργεια να μάθω τι συμβαίνει με τους ανθρώπους γύρω μου. Όταν μπαίνω σε ένα δωμάτιο (μια τάξη, ένα εστιατόριο…) παρατηρώ ανθρώπους, προσπαθώ να φανταστώ τις ιστορίες τους, ακούω τις συζητήσεις τους… ακόμα κι αν δεν το σκοπεύω. Και νομίζω ότι δεν υπάρχει «μικρή» ιστορία. Οι δάσκαλοι και οι συγγραφείς δεν ασχολούνται με νεκρό υλικό, ασχολούνται με τη ζωή.