Top menu

"Ο γιατρός της τιμής του" στο θέατρο "Πόρτα"

© Patroklos Skafidas

Γράφει ο Κ.Γ. Βασιλείου

Στο θέατρο «Πόρτα» ανέβηκε για πρώτη φορά στην χώρα μας το έργο του Iσπανού Πέδρο Καντερόν ντε λα Μπάρκα (1600-1681) “O γιατρός της τιμής του” (el medico de su honra, 1635), σε σκηνοθεσία του Θωμά Μοσχόπουλου. Πρόκειται για διεισδυτική απεικόνιση των κοινωνικών συνθηκών της ιβηρικής πριν από οκτώ περίπου αιώνες, τότε που βασιλιάς της Καστίλλης ήταν ο Πέδρο ο Α’ (1350-1369)· σε μια επίσκεψή του στην Σεβίλλη και έξω από τα τείχη της ο αδελφός του Ενρίκε είχε ένα ατύχημα και κείτονταν αναίσθητος στην εξοχή· εκεί όταν συνήλθε συναντήθηκε αναπάντεχα με μια παλιά του ερωμένη, την Δόνια Μενθία, που είχε εν τω μεταξύ παντρευτεί έναν άρχοντα της πόλης, τον Γκουτιέρε Αλφόνσο ντε Σολίς. Ο σύζυγος υποψιάσθηκε τη γυναίκα του για μοιχεία και εκτυλίχθηκε ένα δράμα, με κυρίαρχη τη ζήλεια  και εν τέλει την θανάτωση της Μενθίας, για την οποία ο δράστης σύζυγος δεν τιμωρήθηκε.

Ο  δραματουργός Πέδρο Καλντερόν ντε λα Μπάρκα θεωρείται εξέχων θεατρικός συγγραφέας και περιλαμβάνεται στους δημιουργούς του siglo de oro. Έγραψε 120 δράματα, 80 autos sacramentales (θρησκευτικού περιεχομένου) και 25 λοιπά έργα. Ένα από τα πλέον γνωστά έργα του είναι το la vida es sueno (η ζωή είναι όνειρο), που σκηνοθέτησε ο Θ. Μοσχόπουλος στο θέατρο «Αμόρε» το 2003 και στο θέατρο «Πόρτα» το 2004. Αυτός ο εμπνευσμένος δημιουργός συνέθεσε χαρακτήρες αντιπροσωπευτικούς, που διακατέχονται από ανθρώπινες αδυναμίες και έντονα πάθη· εν τω μεταξύ κυρίαρχο ρόλο παίζει η ειμαρμένη, που αντιπαρατίθεται με την ελεύθερη βούληση, αιώνιο ζητούμενο της ματαιοδοξίας των θνητών. Ο Σιγισμούνδος, ένας από τους ήρωές του στο la vida es sueno διερωτάται: «τι είναι η ζωή; μια φρενίτιδα./ τι είναι η ζωή; μια ψευδαίσθηση,/ μια σκιά, μια φαντασία,/ και το μεγαλύτερο καλό είναι λίγο;/ γιατί όλη η ζωή είναι ένα όνειρο,/ και τα όνειρα είναι μόνο όνειρα».

Τα έργα του διέπονται από προσεκτική διηγηματική μορφή, από πολύχρωμες ηθογραφίες, έντονους συμβολισμούς, μέσα σε ερεβώδες περιβάλλον· οι ποιητικές εκφάνσεις των διαλόγων αποτελούν σημαίνον πλεονέκτημα της γραφής του· αναμειγνύει χιουμοριστικά εφευρήματα με φιλοσοφικά αποστάγματα, κατά έξοχο τρόπο· μια αδιόρατη λυρικότητα διατρέχει τα έργα του, η οποία ωθεί σε επωφελείς μεταφορές και συγκρουσιακή αυτονομία· η γυναικεία φύση είναι αδύναμη και πειθαρχείται σκληρά από τους ηθικούς κανόνες (η μοιραία, αλλά αθώα Δόνια Μενθία δηλώνει, ότι «να συγκρατώ τα πάθη μου, μοναδικό μου πάθος»).

Ο Θ. Μοσχόπουλος συνέθεσε μια αξιέπαινη μετάφραση του «ο γιατρός της τιμής του», η οποία διέπεται από ποιητική ευδία· η ενασχόλησή του αυτή βοήθησε στην σκηνοθετική επιτυχία, όπου έθεσε ευεργετική χείρα στη δόμηση ενός διαχρονικού δράματος· συνδρομή αποφασιστική έδωσαν οι μετέχοντες στην παράσταση ηθοποιοί, που απέδωσαν με ιδεώδη εκφορά λόγου την κελαρυστή τρέχουσα ποιητική γλώσσα του Ίβηρα δημιουργού και του Έλληνα ακολούθου του.

Η σκηνική οικονομία, που επιτεύχθηκε, ήταν σοβαρό πλεονέκτημα, που άσκησε θετική επίδραση στους φιλοθεάμονες· οι κυρτές κατασκευές που μετατρέπονταν από τους ίδιους τους ηθοποιούς σε διάφορους χώρους, ήταν άκρως επιτυχημένες και πρωτότυπες· ιδιαίτερη αναφορά οφείλεται στα κοστούμια των ηθοποιών, που μετέφεραν στην εποχή της συγγραφής του έργου, ήτοι υπό κλασσική μορφή, αρκετά στολισμένα, προς εμφαντική χρονική επεξήγηση· οι μάσκες είχαν και αυτές εξέχουσα θέση, αφού αφαιρέθηκαν μέσω αυτών οι τύποι, που εκπροσωπούν τα ανθρώπινα πρόσωπα· με αυτή τη μέθοδο αποστασιοποιήθηκαν οι ήρωες και τη θέση τους πήραν προσωπεία άκρως αλληγορικά, λειτουργούντα ως αναπαραστάσεις φανταστικές, ήτοι ως παραμορφωτικοί καθρέπτες, αλλοιώνοντες τα πραγματικά γεγονότα· με αυτήν τη μέθοδο αναδύθηκε μια ακαταγώνιστη αισθητική, εκτός των τρεχόντων αντιλήψεων, που μετέδωσε στους θεατές εμφανή ικανοποίηση και λειτούργησε κατά την αριστοτελική κάθαρση· επιπλέον ο μύθος, ως βαρύνον απαιτούμενο της δράσης, οδήγησε σε πεδία πέραν των ορατών, όπου ο ψυχισμός διατηρεί πρωτεύουσα θέση. Δεν πρέπει να παραβλεφθεί το επικρατούν στη σκηνή μαύρο χρώμα, από τα ενδύματα, τις μάσκες, τα λιτά έπιπλα, και γενικά όλο το σκηνικό· ο σκηνογράφος Βασίλης Παπατσαρούχας, που φρόντισε και τα κοστούμια θέλησε να δώσει με έμφαση τον μεσαιωνικό σκοταδισμό του 14ου αιώνα, όταν οι κοινωνίες δεν είχαν απαλλαγεί από προκαταλήψεις, δεισιδαιμονίες και στρεβλωτικές θρησκευτικές απαγορεύσεις· ο ίδιος πρόσθεσε έντονους χρωματισμούς στα πρόσωπα των ηθοποιών για να δημιουργηθεί η αίσθηση της τραγικότητας και της ιλαροτραγωδίας των συμβαινόντων Είχε βέβαια την πολύτιμη συνδρομή του Αυγουστίνου Κούμουλου (και ηθοποιού) στη διδασκαλία της κίνησης και του Νίκου Βλασόπουλου, που επιμελήθηκε τους φωτισμούς με επιτυχία.

Τα κινούμενα σώματα, ομοιάζοντα με θλιβερές σκιές, συμβόλιζαν μια decadence, ήτοι μια παρακμιακή πραγματικότητα, όπου η ανθρώπινη μοίρα έπαιρνε τιμωρητική μορφή, εν είδει εισαγωγής στον κόσμο του επέκεινα· με το Μπαρόκ να δίνει το στίγμα του μεγαλοπρεπούς σε διαστάσεις φοβικές· το οπτικό πεδίο των ακόλουθων βυθιζόταν σε φαντασιακά ενεργήματα· κραδασμοί απανωτοί έθελγαν το υποσυνείδητο και η θάλλουσα σκηνή χάραζε στον νου αυτόνομα ποιητικά μονοπάτια· χωρίς ίχνος λεκτικών υπερβολών ή φραστικών απρεπειών η παράσταση χαρακτηρίσθηκε, ως καταγγελία των ηθών και λίβελλος κατά των ατομικών παθών· η βία, ο θάνατος, η κόλαση πρωτοστατούν προς διδαχήν και όχι προς εντυπωσιασμόν· ενστικτώδεις απογειώσεις λάμπρυναν τον διάκοσμο της σκηνής και την τεχνουργημένη σκηνοθεσία· το υπερβολικό, οι διαρρήξεις του χώρου, οι συγκρούσεις, οι οδύνες, οι κραυγές προφέρονταν αφειδώς και υπέρκειντο της διανοίας των ανυποψίαστων· τα “δράματα τιμής”, ήτοι οι ανδροκρατικές μεσαιωνικές υπερβολές, όπου οι γυναίκες θεωρούνταν υποδεέστερα όντα, σατιρίζονταν ευφυώς, υπενθυμίζοντας σύγχρονα κατάλοιπά τους· οι άνδρες απολάμβαναν ασυλίας, επικαλούμενοι έντονες υποψίες ηθικής παρεκτροπής των νομίμων συντρόφων τους, υπερασπιζόμενοι τον εαυτό τους για τον φόνο που διέπρατταν, ικανού επιχειρήματος για την αθώωσή τους, όπως ήδη αναφέρθηκε· τα θηλυκά δημιουργήματα προσομοιάζονταν με πράγματα, χωρίς ισοτιμία· ο αναφερθείς κειμενικός συμβολισμός διανθιζόταν από άφθονη δόση εικονισμού, κυρίως όμως με υπερρεαλιστικά αποστάγματα, ήτοι ανορθόδοξες ενδυμασίες και κομμώσεις που ο υποφώσκων λογικός μηχανισμός τους συνετέλεσε στην ολοκληρωμένη αποτύπωση των σημαινομένων· συστρατεύθηκε γλωσσικός μεταφραστικός μηχανισμός, ελευθερωτής της διαχεόμενης θλίψης, που υπηρετούσε εξέχουσα φόρμα και διέχεε ιδιοφυώς τη γλώσσα του συγγραφικού μηνύματος· οι συνειρμοί, ακόμη και ως παραληρήματα, συσπείρωναν τα κειμενικά εφευρήματα, χάριν της νοηματικής συνοχής· μια φιλοπαίγμων αδιόρατη ειρωνεία, όχι σε σημείο σαρκασμού, χωρίς ρωγμές, προσέθετε στη δραματικότητα του θέματος ένα είδος σκοπούμενης αντιφατικότητας· η ευαίσθητη σκηνοθετική πυξίδα εισήγαγε κατά διαστήματα μια νεφελοκοκκυγία, όπου οι υποκριτές φτερούγιζαν σε ουράνια πεδία, αέρινα, ως άναρχοι χορευτές· ο ρυθμός ή άλλως οι κυματισμοί του συνοδού ποιητικού λόγου ακολουθούσε, πιστός υπηρέτης, το παράλογο, που διείπε τα μεσαιωνικά δρώμενα· αναλωμένες ανθρώπινες υπάρξεις, άρα ταπεινοί πεισιθάνατοι χαμαιλέοντες, αναζητούν διέξοδο στη γλωσσική έκφραση για να αναζωπυρώνονταν οι ελπίδες· ο εξέχων Τόμας Ντύλαν συλλογίζεται πως “φωτιά να βάζεις μες τις λέξεις/ να τις πυροδοτείς/ και αυτές με κρότο και θεό μαζί/ να εκρήγνυνται στο αχανές”· είναι η ελεγεία της υπέρβασης· εν τω μεταξύ ανακύπτει ένα αξεδιάλυτο μυστήριο: ποιο πρόσωπο του δράματος θα επιλεγόταν ως κορυφαίο του “γιατρού της τιμής”; Η αθώα Δόμνα Μενθία, ομοίωμα της τραγικής Αντιγόνης ή ο παθιασμένος σύζυγος Γκουτιέρε Αλφόνσο ντες Σολίς, μετεμψύχωση του διαθέτοντος εξουσία Κρέοντα του μύθου;

Τα μέλη του επταμελούς θιάσου έπαιξαν με αξιοσύνη και περισσή δεξιοτεχνία· δεν υπέπεσαν σε σφάλματα και επέδειξαν αξιοσημείωτη ευταξία.

Η Αμαλία Καβάλη (Δόμνα Μενθία) πραγματοποίησε λαμπρή παρουσία με εύστοχες κινήσεις,  φυσική τραγικότητα του ρόλου της, κυρίως όμως με παραστατική ευφράδεια του ποιητικού  λόγου.

Ο Γιώργος Παπαπαύλου (Γκουτιέρε Αλφόνσο ντε Σολίς) απέδωσε με χαρακτηριστική άνεση τον ζηλότυπο σύζυγο, που μόνον ο θάνατος της υποτιθέμενης μοιχού συντρόφου του θα τον ικανοποιούσε.

Ο Μελαχροινός Βελέντζας (Ενρίκε) με αληθοφάνεια και πειστικότητα διατήρησε τη μορφή του αρσενικού, όταν αναζωπυρώνεται το ενδιαφέρον για την παλιά ερωμένη του.

Ο Παύλος Παυλίδης (Κοκίν), ως γελωτοποιός του βασιλιά, ήταν θαυμάσιος, αποδίδοντας με περιεκτική μέθοδο το υποκριτικό του ταλέντο, ελαφρύνοντας την ατμόσφαιρα.

Οι Φώτης Στρατηγός (Λουντοβίκο), Αυγουστίνος Κούμουλος (Δον Ντιέγκο), Ελένη Δάφνη (Δόνια Λεονόρ/Χαθίντα) και Στέργιος Ιωάννου (Δον Πέδρο/Δον Αρία) ανέδειξαν ικανότητες, πειθαρχεία στις σκηνοθετικές οδηγίες και σε πολλές περιπτώσεις έμοιαζαν με πρωταγωνιστές της σκηνής.         

Για τους συντελεστές του θεάματος ακουγόταν από τον κομπέρ, στην έναρξη της παράστασης: “Εμείς εδώ επάνω στη σκηνή πάντοτε ακροβατούμε/ τι είναι η αλήθεια άραγε;/ Το θέατρο τι είναι;·"

“O γιατρός της τιμής” φιλοξενήθηκε στο θέατρο “Πόρτα”, υπό τη μαγική μπαγκέτα του σκηνοθέτη Θ. Μοσχόπουλου, που μας έκανε γνωστό ένα έργο του ύστερου μεσαίωνα και χωρίς να θίξει τη ραχοκοκαλιά του διοχέτευσε μηνύματα, που παραδόξως ταιριάζουν στα σύγχρονα προβλήματα.