Top menu

Μιλάμε με την Κία Φιλιππίδου για το "Κυκλαδικό νουάρ"

 

 

Τα Κυκλαδονήσια και τα αστέρια που καθρεφτίζονται στο νερό... "όταν το σκοτάδι γίνει κατάμαυρο, είναι το καλύτερο φόντο για τη λάμψη της διασκέδασης. Και ίσως φόντο για ένα έγκλημα που κανείς δεν φαντάζεται, κανείς δεν περιμένει", λέει στο περιοδικό Vakxikon.gr η συγγραφέας Κία Φιλιππίδου. Κι αυτό είναι είναι το φοντό στο οποιό διαδραματίζεται το τελευταίο μυθιστόρημά της Κυκλαδικό νουάρ που πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν. 

Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

 

Το μυθιστόρημά σας «Κυκλαδικό νουάρ» κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Βακχικόν. Πώς νιώθετε που το κρατάτε στα χέρια σας;

Συγκινημένη και κολακευμένη! Η αισθητική της έκδοσης αναδεικνύει το κείμενό μου και το εξώφυλλο θα μπορούσε να αποτελέσει μια εικαστική εξιστόρηση των σκοτεινών στιγμών του, που με κάποιο τρόπο, τελικά, φωτίζονται.

Ένα νουάρ λουσμένο στο φως των Κυκλάδων. Φως και σκοτάδι. Πώς προέκυψε αυτός ο ιδιαίτερος, ατμοσφαιρικός συνδυασμός;

Από τα ίδια τα Κυκλαδονήσια που το καλοκαίρι μεταλλάσσονται σε τόπους διακοπών, γεμάτα τουρίστες που αδημονούν να δύσει ο ήλιος και να αρχίσουν να ανατέλλουν τα λαμπιόνια των εστιατορίων, των μπαρ και των αστεριών που καθρεφτίζονται στο νερό. Όταν το σκοτάδι γίνει κατάμαυρο, είναι το καλύτερο φόντο για τη λάμψη της διασκέδασης. Και ίσως φόντο για ένα έγκλημα που κανείς δεν φαντάζεται, κανείς δεν περιμένει.

Είναι σχεδόν απίστευτο που ένα τόσο καλοκαιρινό και «ανοιχτό» βιβλίο γράφτηκε εν μέσω του μεγάλου «κλεισίματος» της πανδημίας. Πώς προέκυψε η έμπνευση της ιστορίας;

Το «κλείσιμο» της πανδημίας με έκανε να αναπολήσω τη σχετική ελευθερία του δεύτερου καλοκαιριού της. Τον Ιούλιο του 2021 απολαμβάναμε μια ελευθερία ελεγχόμενη από τα σελφ τεστ, τα ράπιντ και τα μοριακά. Είχαμε εμβολιαστεί, και άρα νοιώθαμε κάπως ασφαλείς, αλλά όχι εντελώς. Κάναμε διακοπές περίπου όπως πριν την πανδημία, αλλά συνειδητοποιώντας πόσο τυχεροί είμαστε που τις κάναμε. Όταν το χειμώνα οι δείκτες των κρουσμάτων ανέβηκαν και οι περιορισμοί έγιναν αυστηρότεροι, μειώνοντας τις επαφές με φίλους στο ελάχιστo, στράφηκα στις ωραίες αναμνήσεις μου από την Αντίπαρο και τη Νάξο και μου φώτισαν αυτό το γκρίζο που καθημερινά βίωνα. Παράλληλα ένοιωσα μεγάλη ανάγκη να επικοινωνήσω με όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους, και σκέφτηκα να τους παρασύρω σε μια περιπέτεια με μπλε θάλασσα, ήλιο, φεγγάρι, ποτάκια, μεζεδάκια, «καλούς» που δεν είναι σίγουρα καλοί, «κακούς» που δεν είναι εντελώς κακοί, άτυχους, τυχερούς, σπιτάκια άσπρα, φόνους, και κλεμμένες βάρκες.

Το «Κυκλαδικό Νουάρ» είναι το δεύτερο μυθιστόρημα σας αλλά το πρώτο αστυνομικό. Πώς και γιατί αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το είδος;

Δεν το αποφάσισα ακριβώς, αισθάνθηκα απλά την ανάγκη να γράψω ένα αστυνομικό. Υπήρξα φανατική αναγνώστρια του είδους, από το δημοτικό. Όταν γράφεις για μια ωραία στιγμή, για ένα τοπίο γεμάτο γαλήνη, περιγράφεις ανθρώπους όμορφους, ευτυχείς, ενώ ο αναγνώστης νιώθει ή ξέρει ότι απειλούνται, νοερά ενεργοποιείται. Ταυτίζεται με τον ήρωα που τελικά θα καταφέρει να αποτρέψει την απειλή, και αν δεν τα καταφέρει, θα φροντίσει να τιμωρηθούν αυτοί που την προκάλεσαν, έχοντας την αίσθηση ότι συμμετείχε στην κάθαρση που συντελέστηκε.

Τι πιστεύετε ότι κάνει ένα καλό μυθιστόρημα;

Κάνει καλό στον αναγνώστη. Τον γεμίζει συγκίνηση, και όσο περισσότερο το καταφέρνει, τόσο καλύτερο είναι. Τώρα αν με ρωτήσετε «τι πιστεύω ότι κάνει ένα μυθιστόρημα καλό», νομίζω ότι δεν υπάρχει συνταγή. Ίσως μόνο η υποταγή του συγγραφέα στην ιστορία, όπως προκύπτει κατά τη διάρκεια της δημιουργίας της, χωρίς προσκόλληση σε μανιέρες.

Έχετε επόμενα συγγραφικά σχέδια; Κάποια ιδέα που προσπαθεί να «δραπετεύσει» στο χαρτί;

Ναι έχω, αλλά δεν την αφήνω ακόμη να «δραπετεύσει».