Top menu

Με τον Κωνσταντίνο Τσάβαλο στους ρυθμούς της "Ντοπαμίνης"

Μια σκοτεινή, βίαιη, σατιρική, αστεία και άκρως διασκεδαστική αποτύπωση της προ και μετά Ολυμπιακής Ελλάδας, ιδωμένης μέσα από ένα ζευγάρι μάτια πρησμένα από τα ναρκωτικά, τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια, είναι η Ντοπαμίνη του Κωνσταντίνου Τσάβαλου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Πρόκειται για το πρώτο μυθιστόρημα του δημοσιογράφου και συγγραφέα, ο οποίος μιλά στο Βακχικόν για τη δημιουργία του, την λογοτεχνία γενικότερα αλλά και τη μουσική που έχει ισχυρή παρουσία στις γραμμές της Ντοπαμίνης. 

Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου 

 

Η Ντοπαμίνη είναι το πρώτο σας μυθιστόρημα. Ποια ήταν η διαδρομή μέχρι την δημιουργία του;

Η προσωπική φιλοδοξία από μόνη της δεν αποτελεί, για μένα τουλάχιστον, ικανό κίνητρο προκειμένου να με κινητοποιήσει -ποτέ μου δεν υπήρξα οπαδός της αριστείας, ενώ την ίδια στιγμή απεχθάνομαι την έννοια της τελειομανίας. Όμως, πριν μια πενταετία, μιλώντας με έναν (λιγότερο) φίλο / (περισσότερο) γνωστό μου, όταν του είπα ότι έχω μια ιστορία κατά νου για ένα μυθιστόρημα, μού είπε μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι «όχι μόνο δεν θα καταφέρεις να το γράψεις, αλλά επίσης δεν θα βρεις και κανέναν να σου το εκδώσει». Αντί να προσβληθώ, όπως ίσως θα έπρεπε, το εξέλαβα ως πρόκληση και έβαλα στόχο να τον διαψεύσω, so here we are today.

Πώς εμπνευστήκατε τον κεντρικό σας ήρωα και με ποιες σκέψεις του προσδώσατε τα βασικά στοιχεία του χαρακτήρα του;

Δεν με ενδιαφέρει τόσο πολύ η έννοια του «ήρωα» ή της «ηρωίδας». Περισσότερο με ελκύει η έννοια του «αντιήρωα», δηλαδή του αρχετυπικά μικροπρεπούς, συχνά ανήθικου και εντέλει κοινωνικά δυσλειτουργικού ανθρώπου που καταλήγει τελικά να κάνει σπανίως το σωστό και συχνότερα το λάθος, αλλά τουλάχιστον το κάνει αυστηρά με τους δικούς του όρους και «υπογράφοντας ο ίδιος την καταστροφή του», όπως λέει και ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια. Οπότε ο πρωταγωνιστής της «Ντοπαμίνης» είναι στην πραγματικότητα ένα αμάλγαμα αντιηρώων τους οποίους έχω παρατηρήσει στη ζωή μου τα τελευταία χρόνια και με τον έναν ή τον άλλον τρόπο συνδέονται με εμένα, λειτουργώντας ενίοτε ως ο προσωπικός παραμορφωτικός (και σίγουρα επιμορφωτικός) μου καθρέπτης.

Με τον κεντρικό πρωταγωνιστή της Ντοπαμίνης μοιράζεστε κάποια χρονική ηλικιακά συνάφεια. Χρησιμοποιήσατε τον τρόπο που εσείς βιώσατε τα 00ς για να δομήσετε την ιστορία και τον χαρακτήρα;

Ασφαλώς. Βέβαια, και συνομιλώντας κατά την πορεία της συγγραφής του βιβλίου με πολλούς συνομηλίκους μου, παρατήρησα ότι όλοι μας είχαμε πάρα πολλές κοινές προσλαμβάνουσες και παρόμοια βιώματα από την προ- αλλά και μετά-Ολυμπιακή Ελλάδα και αυτά είναι που βρήκαν τον δρόμο τους μέσα στην «Ντοπαμίνη». Ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος είναι επίσης (ενδόμυχα και δίχως να το καταλαβαίνει ο ίδιος) οπαδός του ψυχιατρικού όρου «apperception», ο οποίος αφορά στην κατηγορηματικώς υποκειμενική ερμηνεία που δίνουμε σε «αντικειμενικές» (ήτοι, όπως τις αντιλαμβάνεται η πλειοψηφία των ανθρώπων) αντιλήψεις.

Η Ντοπαμίνη είναι ένα μυθιστόρημα με δικό του soundtrack! Πενήντα έξι τραγούδια αν μετρήθηκαν σωστά. Βρίσκουν μόνα τους τον τρόπο να ενταχθούν στη γραφή σας εξαιτίας της αγάπης σας για τη μουσική ή είναι κάτι που επιδιώκετε «σκηνοθετικά» και για να δώσετε συνέχεια στην ιστορία;

Η αγάπη μου για την μουσική είναι αδιαπραγμάτευτη ακόμη και (ή, μάλλον, ειδικά) τις ημέρες που βαριέμαι να ακούσω έστω και μια νότα από οτιδήποτε -γιατί υπάρχουν και αυτές οι ημέρες. Ως εκ τούτου, το κάθε τραγούδι στην αρχή του εκάστοτε κεφαλαίου ήταν μια ξεκάθαρη επιλογή μου, εξυπηρετώντας έναν συγκεκριμένο σκοπό, που δεν είναι άλλος από το να συνοδέψει τα διαδραματιζόμενα διαμέσου των στίχων του, με τα οποία συνδέεται άρρηκτα. Αυτό που ανακάλυψα γράφοντας την «Ντοπαμίνη» είναι ότι κάπου εκεί έξω υπάρχει ένα τραγούδι που είναι αφιερωμένο ακόμη και στην πιο σπάνια και εξειδικευμένη ανθυπο-κατάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης.

Ποια ήταν η ενασχόλησή σας με την λογοτεχνία έως την στιγμή που αποφασίσατε να γράψετε ο ίδιος; Τι σας άρεσε να διαβάζετε; Γράφατε πειραματικά λογοτεχνία ή ποίηση;

Εργάζομαι ως δημοσιογράφος που είναι ό,τι πιο κοντινό υπάρχει σε συγγραφέα. Ή τουλάχιστον, συνήθιζε να είναι. Γιατί η συγγραφή αποτελεί μια απίστευτα δημιουργική ενασχόληση/απασχόληση σε σχέση με την δημοσιογραφία, ιδίως στην Ελλάδα, που πλέον είναι εντελώς αποκομμένη από κάθε έννοια δημιουργικής γραφής. Και μετά τα 30 μου χρόνια ανακάλυψα την χαρά τόσο της συνεχούς, όσο και της διακεκομμένης ανάγνωσης. Διαβάζω ταυτόχρονα 4-5 διαφορετικά βιβλία μηνιαίως, ενώ περιμένουν άλλα τόσα στην ουρά προκειμένου να διαβαστούν, γιατί ως γνωστόν, η αγορά βιβλίων είναι ένα χόμπι εντελώς διαφορετικό από την ανάγνωσή τους.

Υπάρχουν συγγραφείς που ξεχωρίζετε ιδιαίτερα και ενδεχομένως σας έχουν επηρεάσει;

Για το κεντρικό πρόσωπο της «Ντοπαμίνης» βάσισα ισόποσα πολλά στοιχεία του πάνω στον Antoine Roquentin, τον πρωταγωνιστή της «Ναυτίας» του Σαρτρ και τον Meursault του «Ξένου» του Καμί -είναι οι λογοτεχνικοί μου «συνοδοιπόροι» και «συμβουλάτορες» μαζί τα τελευταία 20 χρόνια. Τρέφω επίσης αμέριστο σεβασμό στην μπουκοφσκική προσέγγιση της άτεχνα βαρετής καθημερινότητάς μας, την τρυφερή βιαιότητα της γραφής του Μπρετ Ιστον Ελις, την βίαιη τρυφερότητα των βιβλίων του Ιρβιν Γουέλς, τον σκληρό και αδυσώπητο κυνισμό του Ουελμπέκ και του ΝτεΛίλο, καθώς και την αστική παράνοια της γραφής του Τσακ Πάλανιουκ.

Νιώθετε ότι η δημοσιογραφική σας ιδιότητα έχει επηρεάσει τον τρόπο που γράψατε τη Ντοπαμίνη;

Δεν θα το έλεγα. Αυτό που με έχει επηρεάσει περισσότερο είναι η γαλλική έκφραση «l’esprit de l’escalier», «το πνεύμα/η εξυπνάδα της σκάλας», όταν δηλαδή δέχεσαι μια διαλεκτική επίθεση και σωπαίνεις, αλλά η αποστομωτική απάντησή σου σού έρχεται εκ των υστέρων και με καθυστέρηση, όταν πια φεύγεις, δηλαδή κατεβαίνεις την σκάλα, μεταφορικά μιλώντας. Μερικές φορές νιώθω ότι όλη μου η ζωή στοιχειώνεται από μια σειρά παταγωδώς καθυστερημένων απαντήσεων/αντιδράσεών μου απέναντι σε όλους και σε όλα.

Ετοιμάζετε κάτι άλλο συγγραφικά;

Η συγγραφή είναι σαν τα τατουάζ: αν «χτυπήσεις» το πρώτο, μετά δεν βλέπεις την ώρα να κάνεις το δεύτερο και το τρίτο. Οπότε, ναι, ήδη στο κεφάλι μου αρχίζει σιγά σιγά να μορφοποιείται το δεύτερό μου μυθιστόρημα. Ελπίζω σύντομα να απολυθώ από την δουλειά μου προκειμένου να ξεκινήσω να το δουλεύω.