Top menu

Με την Αναστασία Μήτσου λέμε την "Μπαλάντα της βροχής"

 

Όμως...
ξεπλένεται του ανθρώπου το αίμα, τι θαρρείς...
αστράγγιστο το καταπίνει η γη
- πλύματ’ αθώων στης απληστίας τα θέμελα.

“Eίναι η παραγκωνισμένη μνήμη της θυσίας και ο αναγκεμένος άνθρωπος που τόσο δυσκολεύεται σ’ αυτόν τον τραυματισμένο κόσμο να βρει διέξοδο ανάτασης”. Αυτό κρύβεται στους στίχους των ποιημάτων που βρίσκονται στις σελίδες της «Μπαλάντας της βροχής». Η Αναστασία Μήτσου επιστρέφει με την τέταρτη ποιητική συλλογή της που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν και με αυτή την αφορμή μιλά στο περιοδικό Vakxikon.gr για λέξεις, στίχους, συνθήματα και καμβάδες.

Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

 

Η ποιητική συλλογή σας «Η μπαλάντα της βροχής» μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν. Πότε γράφτηκαν τα ποιήματα που την απαρτίζουν και τι τα «δένει»;

Τα ποιήματα της συλλογής γράφτηκαν σε διαφορετικούς χρόνους. Το δηλώνουν και κάποιες χρονολογίες σε κάποια από αυτά, όπως το 2003 στο ποίημα «Παράπλευρη απώλεια», το 2011 στο ποίημα «στο εξοχικό...», το 2018 στο «Ο σκύλος του βασιλιά», το 2020 στο ποίημα «Χελίν Μπολέκ», μέχρι και πρόσφατα όπως το ποίημα «Παν-δημίες». Επιλέχτηκαν από αρκετά που γράφτηκαν αυτό το μεγάλο διάστημα, γιατί τα δένει ένα νήμα, το νήμα του αίματος, θα έλεγα, από τις χαίνουσες πληγές του κόσμου που προκάλεσαν οι πόλεμοι, η προσφυγιά, η δύναμη του ισχυρού, η ολιγωρία των ανθρώπων που σιγά- σιγά μεταμορφώνεται σε αδήριτη ανάγκη, υποταγή και χειραγώγηση... Τα δένει το νήμα του αίματος της θυσίας ανθρώπων που, είτε ως αθώα θύματα, είτε ως αναλωμένοι στον αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο, λησμονήθηκαν γρήγορα ή, το χειρότερο, αποσιωπήθηκαν. Τα δένει το νήμα του φόβου που κρατάει τους ανθρώπους μέσα σε «συρματοπλέγματα». Τα δένει τέλος η ελπίδα: άμποτε, μια «μπαλάντα βροχής» να στέρξει τον πόνο του πληγωμένου κόσμου και με τις τρυφερές νότες - σταγόνες της να τον γλυκάνει, να στέρξει τη δίψα του για δικαίωση τόσων θυσιών... Δεν είναι τυχαίο το ότι η «μπαλάντα της βροχής», ως έκφραση και σημαίνον, υπάρχει στην αρχή και στο τέλος της συλλογής.

Έχετε εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές. Τι σημαίνει κάθε μία για εσάς; Τι ήταν αυτό που θέλατε να επικοινωνήσετε με την ποίησή σας μέσα από κάθε βιβλίο;

Η πρώτη  με τον τίτλο «Μάσκες», θα ομολογήσω ότι για μένα σημαίνει μια κάποια «ασύνειδη» τόλμη, μπορεί και θράσος, αλλά και μια αθώα ορμή που συνήθως, στη νεαρή μας ηλικία, εκφράζεται ως διαμαρτυρία. Κάνω αυτή την εξομολόγηση, όχι γιατί κάνω κάποια εκ των υστέρων αναθεώρηση -το αντίθετο, μου αρέσουν πιο πολύ τώρα αυτά τα ποιήματα και τα εκτιμώ περισσότερο-, αλλά γιατί καταστάλαξα τώρα πια ότι πριν αποφασίσουμε να «εκθέσουμε» αυτόν το θησαυρό που λέγεται «Λέξεις», πρέπει να έχουμε συναίσθηση της ευθύνης αυτής της «έκθεσης». Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η Ποίηση είναι το Ιερό του ναού που λέγεται Λογοτεχνία. Επίσης σημαίνει για μένα το πρώτο ξεγύμνωμα της ψυχής μου, μιας και τα ποιήματα αυτής της συλλογής γράφτηκαν στα φοιτητικά μου και στα μετέπειτα πρώτα χρόνια της ωριμότητάς μου, άσχετα αν εκδόθηκαν πολύ αργότερα. Εκείνο που θέλησα να επικοινωνήσω με τις «Μάσκες» ήταν η παγίδευση της ζωής σε μια καθημερινότητα, άλλοτε ανούσια, άλλοτε προσποιητά όμορφη, άλλοτε μάταια ονειροπολούσα, κι άλλοτε ασθμαίνουσα να προλάβει όσα άλλοι αποφάσισαν γι’ αυτόν που τη ζει. Ακόμη, η παγίδευση του πάθους από τη μάσκα της λογικής ή, μάλλον, της εκλογίκευσης που πασχίζει να επιβάλει σ’ όλα η κάθε εποχή. Η δεύτερη συλλογή με τον τίτλο «Του ανέμου τα σείστρα», σημαίνει για μένα: στοχασμό, εξομολόγηση, διαλογισμό μπροστά στης Φύσης τα θαύματα - διδάγματα, αναστοχασμό πάνω στο μερίδιο ευθύνης του καθενός μας που την κάναμε ακούσια συμμέτοχο στα εγκλήματά μας απέναντι στον ίδιο τον άνθρωπο και τη ζωή. Αυτό το υπέροχο Διδασκαλείο της Φύσης ήθελα έμμεσα να επικοινωνήσω και τη χαμένη Ομορφιά -εσωτερική και εξωτερική- που πολλές φορές ο άνθρωπος δεν ξέρει πού να την ψάξει. Η τρίτη με τον τίτλο «Ανάσες της γης μου», σημαίνει παιδικά και εφηβικά βιώματα: όλα σχετίζονται με τη γενέθλια γη και τους ανθρώπους που την πότισαν με τον ιδρώτα τους, τη διαμόρφωσαν με τις αντοχές τους και την ανέστησαν με τις ανάσες τους. Είναι ένα επαναλαμβανόμενο «ορκίζομαι» σε όσα αγιογραφήθηκαν με το υνί, το σουβλί φυτέματος, το τσαπί του καπνοφύτη, και σε όσα η φύση με τα τερτίπια της αγιογράφησε στης μέρας του και στης νύχτας του το κάδρο. Αυτή την ιερουργία θέλησα να επικοινωνήσω στους ευαίσθητους και τρυφερούς αφουγκραζόμενους αυτή την τόσο σκληρή και συνάμα γενναιόδωρη γη. Για την τέταρτη συλλογή, εκφράστηκα ήδη στην πρώτη μου απάντηση. Εκείνο που ήθελα να επικοινωνήσω με τις ποιητικές συνθέσεις αυτής της συλλογής, είναι η παραγκωνισμένη μνήμη της θυσίας και ο αναγκεμένος άνθρωπος που τόσο δυσκολεύεται σ’ αυτόν τον τραυματισμένο κόσμο να βρει διέξοδο ανάτασης.

Αν έπρεπε να επιλέξετε μόνο ένα ποίημα από την «μπαλάντα της βροχής» ποιο θα ήταν αυτό και για ποιο λόγο;

Θα επέλεγα το «Με τα μάτια της ψυχής». Δεν ξέρω ακριβώς γιατί... Μάλλον γιατί αυτή την ποιητική σύνθεση τη νιώθω σαν καντήλι στο εικόνισμα κάποιων αγαπημένων προσώπων ή εκείνων που με δίδαξαν με τη θυσία τους την αλφάβητο της ανάτασης, και που «έφυγαν» κουβαλώντας ως το τέλος με αξιοπρέπεια και διακριτικότητα το φορτίο της κούρασής τους, την ευθύνη της θυσίας τους και τη σιωπή των ιερών αγωνιών τους....

«ποίηση-σύνθημα από λαρύγγια τανυσμένα». Νιώθετε ότι η ποίηση θα μπορούσε να γίνει το σύνθημa που μας λείπει;

Δε νομίζω ότι η ποίηση μπορεί να γίνει σύνθημα, όπως τουλάχιστον το εννοούμε στην καθομιλούμενη, και... δεν πρέπει να γίνει, αν και εννοώ με ποιο πνεύμα το ρωτάτε. Θα πω όμως τούτο: και βέβαια η ποίηση δεν μπορεί να απομακρυνθεί από τα μεγάλα πανανθρώπινα και αιώνια θέματα όπως του Θανάτου, του Έρωτα, της Ομορφιάς, δεν μπορεί όμως και να περιφρονήσει όσα προσδιορίζουν ή υπονομεύουν της ζωής το ύψιστο αγαθό. Ο νομπελίστας Ιρλανδός ποιητής Σέιμους Χήνυ «ομολογεί» την πίστη του στην ικανότητα της Ποίησης να χτίζει χώρους φαντασίας σαν φωλιές όπου θά ‘ρθουν οι πραγματικότητες να κατοικήσουν. Αλλά και «ο ποιητής» Πιέρ Πάολο Παζολίνι, στο ποίημά του «Το σώμα στη μάχη» λέει: «...Το μόνο που θά ‘θελα είναι να ζήσω/ Για να είμαι ποιητής/ Γιατί η ζωή εκφράζεται με τα πεπραγμένα της./ Θά ‘θελα με παραδείγματα να εκφραστώ./... / Επειδή είμαι ποιητής, θα είμαι ποιητής πραγμάτων/ οι δράσεις της ζωής θα κοινοποιηθούν./ Και αυτές θα είναι η ποίησις...». Αν είναι λοιπόν να αδράξει η Ποίηση με την αφή των Λέξεών της τα «πεπραγμένα της ζωής», τον τύπο των ήλων που την σταυρώνουν αδιάκοπα, κι αν είναι να καταδείξει τις πληγές του κόσμου (μιας και δεν μπορεί ούτε προβλήματα να λύσει, ούτε πληγές να γιάνει) και να ευαισθητοποιήσει τους ανθρώπους σχετικά με όσα τον ασχημαίνουν και τον καταβαραθρώνουν, ας γίνει ποίημα - σύνθημα, τραγούδι - σύνθημα, ωδή - σύνθημα, θρήνος - σύνθημα, μοιρολόι - σύνθημα. ΟΈλιοτ έγραψε στο κουαρτέτο του «Little Gidding»: «Every poem an epitaph...» (Κάθε ποίημα ένας επιτάφιος). Γιατί λοιπόν όχι και σύνθημα που θα το πλέξει ο οίστρος της ποίησης και η αγωνία της για τη χαρά του κόσμου;

Κάποιες φορές μεταφέρετε ποιήματά σας σε καμβά. Πώς είναι αυτή η διαδικασία; Έχετε κάνει ποτέ το αντίθετο; Να μεταφέρετε ζωγραφική σας σε στίχους;

Δεν είναι διαδικασία, σε ό,τι αφορά στο πρώτο ερώτημα. Είναι μια αυθόρμητη αντίδραση: ένα ποίημα που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ (κάποια επιμένουν να μην μάς κάνουν τη χάρη) μετουσιώνεται ξαφνικά σε χρώματα ανάλογων αποχρώσεων που ελευθερώνουν το συναίσθημα ή την ανησυχία με άτακτες πινελιές ή ακαθόριστα σχήματα. Πιο συνηθισμένη μού είναι η δεύτερη περίπτωση, δηλαδή να γεννηθεί ένα ποίημα με αφορμή έναν πίνακα ζωγραφικής: στη συλλογή «Του ανέμου τα σείστρα» υπάρχουν δύο ποιήματα που γεννήθηκαν μ’ αυτή τη διαδικασία. Είναι τα: «Σε αίθουσα αναμονής» και «Ολιγαρκής επιθυμία».

Δουλεύετε πάνω σε κάτι καινούργιο αυτή την περίοδο;

Ναι, και δεν είναι κάτι που γράφεται τώρα. Δουλεύω πάνω σε μια συλλογή που είναι σχεδόν έτοιμη από άποψη περιεχομένου και οργάνωσής του. Το νήμα που δένει αυτά τα ποιήματα είναι η ίδια η Ποίηση και ο Έρωτας. Καταλαβαίνετε..., πάντα κάτι μάς ζητάει να το προσέξουμε περισσότερο: μια λέξη, ένα ρήμα, ένας τίτλος, ένας στίχος, μπορεί και ένα ολόκληρο ποίημα. Ποτέ δεν βιάζομαι... Αφήνω τα ποιήματα «να κοιμηθούν» για ένα διάστημα (συνήθως μεγάλο), τα ξανακοιτάζω, κι όταν αποφασίσω να τα εκθέσω, ξανά το ίδιο και το ίδιο. Το κάθε ποίημα «στέκει στις ρίζες του» μόνο όταν επαληθεύει την αληθινή, τη βαθιά ζωή, σε κάθε μας διαφορετική διάθεση...