Top menu

Λάσα Μπουγάτζε: Σου συγχωρούν το ψέμα, αλλά ποτέ την αλήθεια

Πρώτη δημοσίευση στο Book Press

Επιβιβαζόμαστε με τον Lasha Bugadze στο Λογοτεχνία Εξπρές. Μια συζήτηση με τον Γεωργιανό συγγραφέα με αφορμή την πρώτη έκδοση βιβλίου του στα ελληνικά.

[...] Τι νομίζετε ότι μπορεί να συμβεί όταν Γερμανοί συγκεντρώνουν 100 αλλόγλωσσους συγγραφείς για έναν ολόκληρο μήνα, μέσα σε ένα τρένο που θα διασχίσει τη μισή Ευρώπη; Προσοχή, δεν είναι φαντασία! Είναι το Λογοτεχνία Εξπρές! 30 μέρες, 720 ώρες, 43.200 λεπτά, 2.592.000 δευτερόλεπτα ταξιδιού, βαθιά μέσα στη γεωγραφία και κρυφά μέσα στα ημερολόγια των άλλων. […]

Τι θα συνέβαινε αν γινόταν αύριο ένα τέτοιο ταξίδι; Πώς βιώνει ένας συγγραφέας τη λογοκρισία; Τι συμβαίνει στο προσκήνιο της σύγχρονης λογοτεχνίας; Μπορεί να τα καταφέρει τελικά ένας συγγραφέας από μία μικρή χώρα; Σε αυτές τις ερωτήσεις -και μάλιστα στα ελληνικά- δίνει εξαιρετικά ενδιαφέρουσες απαντήσεις ο Λάσα Μπουγάτζε, ένας από τους πιο δημοφιλείς σύγχρονους Γεωργιανούς συγγραφείς, με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του Λογοτεχνία Εξπρές στη χώρα μας από τις Εκδόσεις Βακχικόν.

Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

 

Το βιβλίο σας Λογοτεχνία Εξπρές είναι πλέον διαθέσιμο στα ελληνικά. Πώς νιώθετε που μπορείτε να επικοινωνήσετε αυτό το κομμάτι του έργου σας με το ελληνικό αναγνωστικό κοινό;

Είναι πολύ σημαντικό για μένα το γεγονός ότι το βιβλίο μεταφράστηκε στα ελληνικά. Θεωρώ την Ελλάδα την πνευματική μου πατρίδα - της χρωστάω πολλά από τότε που ήμουν παιδί. Η επαφή μου με αυτήν την χώρα και τον πολιτισμό της κάθε φορά με κάνει ευτυχισμένο. Η Ελλάδα για μένα συνδέεται με την αγάπη και ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματός μου είναι ερωτευμένος με μια Ελληνίδα, με μια Ελένη.

Τι αποτέλεσε την έμπνευση για τη συγγραφή του Λογοτεχνία Εξπρές;

Ένα πραγματικό γεγονός - το 2000 έκανα τον γύρο της Ευρώπης με ένα τρένο γεμάτο συγγραφείς και ποιητές από όλον τον κόσμο. Ήμουν 22 χρονών και θα μπορούσα να πω πως ήταν η πρώτη μου Οδύσσεια, στη διάρκεια της οποίας ανακάλυψα, όπως τον καινούργιο, άγνωστο ως τότε κόσμο, και την καινούργια, άγνωστη πλευρά του εαυτού μου. Μετά από χρόνια αποφάσισα να γράψω ένα μυθιστόρημα για τη λογοτεχνία και για τις φιλοδοξίες των συγγραφέων – συγγραφέων που μαζεύτηκαν σε ένα τρένο χωρίς καν έναν αναγνώστη.

Μπορεί τελικά να τα καταφέρει ένας συγγραφέας από μια μικρή χώρα που δεν ανήκει στους «γίγαντες με τη λογοτεχνική παράδοση»;

Παρεμπιπτόντως, το τελευταίο μου μυθιστόρημα λέγεται Μικρή χώρα - χώρα που γεωγραφικά βρίσκεται ανάμεσα σε ιστορικούς γίγαντες, χώρα που πάντα αντιμετώπιζε και συνεχίζει να αντιμετωπίζει υπαρξιακό κίνδυνο, που μας θυμίζει το παράδειγμα του Άμλετ - θα επιβιώσουμε ή όχι; Η γεωργιανή λογοτεχνία όπως και η χώρα μου βρίσκεται απέναντι στο ίδιο δίλημμα, γι’ αυτό είναι υποχρεωμένη να κάνει τα αδύνατα δυνατά για να είναι σημαντική, ενδιαφέρουσα και πρωτόγονη όπως η γλώσσα της, παρότι την μιλάνε μόλις 4 εκατομμύρια.

Τι πιστεύετε ότι θα συνέβαινε αν γινόταν αύριο ένα τέτοιο ταξίδι;

Από κάποια άποψη το ταξίδι αυτό συνεχίζεται. Ίσως τώρα να μην συμμετείχα σε μία τέτοια περιπέτεια, αλλά ήταν τόσο ζωντανές οι εντυπώσεις που, ποιος ξέρει, μπορεί να έπαιρνα και τώρα ένα εισιτήριο για ένα τέτοιο τρένο...

Τι σας ανησυχεί περισσότερο στην κατάσταση της σύγχρονης λογοτεχνίας;

Η παλιά ιδέα του Γκαίτε για την οικουμενικότητα της λογοτεχνίας είναι ακόμα ενεργή, έγκαιρη. Μια λογοτεχνία όπου δεν έχουν σημασία οι ηγεμονικές γλώσσες, όπου η επιτυχία της λογοτεχνίας δεν εξαρτάται από το μέγεθος της χώρας ή από τον αριθμό των ομιλούντων αυτήν την γλώσσα, όπου η καθοριστική παρόρμηση είναι η επιθυμία της ανακάλυψης. Το μεγαλύτερο πρόβλημα θεωρώ πως είναι η αυτό-επιβεβαίωση των μικρών λογοτεχνίων στο μεγάλο λογοτεχνικό σύμπαν. Αυτές οι «μικρές λογοτεχνίες» δεν ενδιαφέρουν κανένα. Σαν να είμαστε αντιμέτωποι με κάποιου είδους σνομπισμό, υπεροψία. Εκεί όπου υπάρχουν πολλά αγγλικά κείμενα, δείχνει σαν να είναι απίστευτο να υπάρχει ένα εξίσου ενδιαφέρον κείμενο στα γεωργιανά, ελληνικά ή ουκρανικά. Παρότι ο κόσμος σήμερα είναι πολύ «ανοιχτός», από την άποψη της λογοτεχνικής περιέργειας, τα σύνορα είναι πολύ στενά.

Έγινε προσπάθεια λογοκρισίας ενός βιβλίου σας. Πώς βιώνει ένας συγγραφέας κάτι τέτοιο;

Ακριβώς γι’ αυτό το επεισόδιο της ζωής μου έγραψα το μυθιστόρημα Μικρή χώρα, το οποίο εκδόθηκε και στα γερμανικά και θα εκδοθεί και σε άλλες χώρες. Σε αυτό το βιβλίο προσπαθώ να περιγράψω και να εξηγήσω τις απόπειρες λογοκρισίας που αντιμετώπιζα. Ο Πατριάρχης της Γεωργίας απαιτούσε να ζητήσω συγνώμη, οι ριζοσπαστικοί βουλευτές ήθελαν να με τιμωρήσουν, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης επίσης ήταν πολύ δραστήρια και ενεργά κι αυτό προκάλεσε μεγάλες αναταραχές στην κοινωνία. Η αιτία όλης αυτής της τρέλας ήταν ένα μικρό σατιρικό διήγημα για τις γεωργιανο-ρωσικές σχέσεις με αναφορά στο παράδειγμα του γάμου της Γεωργιανής Βασίλισσας του 13ου αιώνα, τώρα πλέον Αγίας Ταμάρας και του Ρώσου άρχοντα. Οι ακραίοι έλεγαν πως επιτέθηκα στην Αγία της χριστιανικής εκκλησίας. Βέβαια, η «θυμωμένη κοινωνία» δεν είχε διαβάσει καν το μοιραίο αυτό διήγημα, έλεγαν όμως επίμονα «δεν διάβασα, αλλά κατηγορώ». Πέρασαν περίπου 20 χρόνια, αλλά σήμερα πάλι συνεχίζει να είναι επίκαιρη τέτοιου είδους χειραγώγηση, το κυνήγι του αόρατου εχθρού, καταστολή όποιας κριτικής της ελευθερίας του λόγου. Ήταν καλό μάθημα για μένα -κατάλαβα πως ο κριτικός συγγραφέας στην πατρίδα του μπορεί να έχει πολλούς εχθρούς. Σου συγχωρούν το ψέμα, αλλά ποτέ την αλήθεια.

Ξεκινήσατε ως ζωγράφος και σκιτσογράφος. Πώς και γιατί ακολουθήσατε τη λογοτεχνική διαδρομή;

Μεγάλωσα στην οικογένεια ενός ζωγράφου και άρχισα να ζωγραφίζω όταν άρχισα και να μαθαίνω ανάγνωση. Τα παιδικά μου χρόνια ήταν τα τελευταία χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης, άρα είχα μπόλικο υλικό για σκιτσογραφίες. Το 2007 έγραψα ένα μυθιστόρημα, το Σκιτσογράφος το οποίο έχει τα δικά μου σκίτσα. Είναι τόσο παράλογη η ιστορική και πολιτική πραγματικότητα του σήμερα που μερικές φορές ακόμη και μια παρωδία δεν μπορεί να συγκριθεί με την επικρατούσα τρέλα, με την οποία έχει εμποτιστεί το παρόν μας.