Top menu

Γνωριμία με την Έλενα Γιοβανάκη και τον Δρόμο με τα χίλια χρώματα

Πιστεύουμε πως βαδίζουμε σε διαφορετικά μονοπάτια, που δεν διασταυρώνονται πουθενά. Όμως, κάνουμε λάθος. Στον ίδιο δρόμο βρισκόμαστε όλοι, που είναι φτιαγμένος από χίλια χρώματα κι ανάμεσά τους αναζητάμε με αγωνία το δικό μας. Έτσι συνεχίζουμε ανενόχλητοι, δεν βλέπουμε πού πάμε, σχεδόν ξεχνάμε πού μας οδηγεί.

Η Έλενα Γιοβανάκη γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πειραιά. Σπούδασε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, και έχει παρακολουθήσει σεμινάρια Δημιουργικής Γραφής. Ασχολείται παράλληλα με τη ζωγραφική και την εικονογράφηση. Μας συστήνεται με αφορμή το πρώτο της βιβλίο, το μυθιστόρημα Ο δρόμος με τα χίλια χρώματα που κυκλοφορει από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

 

Ο Δρόμος με τα χίλια χρώματα είναι το πρώτο σας βιβλίο. Πώς ήταν αυτός ο λογοτεχνικός δρόμος για εσάς;

Ο δρόμος αυτός ξεκίνησε έπειτα από μια μακρά περίοδο προσωπικής μου αποχής από τη γραφή ως μια απλή άσκηση, μια ιστορία που δε θα ξεπερνούσε σε έκταση ένα μεγάλο διήγημα και χωρίς μεγάλες φιλοδοξίες από μέρους μου. Σχεδόν από όταν ξεκίνησα να τη δουλεύω, ωστόσο, η ίδια η ιστορία έδειξε να παίρνει αποφάσεις για την τύχη της ερήμην μου. Πήρε τη μορφή και την έκταση που ήθελε, είχε απαιτήσεις, δεν με άφηνε σε ησυχία κάθε φορά που έλεγα να τα παρατήσω. Να σημειώσω ότι όλα αυτά δεν τα λέω με λογοτεχνική διάθεση, είναι στ’ αλήθεια ο τρόπος με τον οποίο βίωσα αυτήν την πορεία. Γράφτηκε, διαβάστηκε και διορθώθηκε πολλές φορές, με ξυπνούσε στον ύπνο, με αποσπούσε οποιαδήποτε στιγμή ζητώντας σημασία, ώσπου τελικά έφτασε στην τελική της μορφή και ξεκίνησε τον δικό της δρόμο.

Πώς πλέκονται το πραγματικό με το φανταστικό στο μυθιστόρημά σας;

Η ιστορία κινείται σε δύο επίπεδα, ένα ρεαλιστικό -με ήρωες καθημερινούς ανθρώπους- και ένα φανταστικό- με μάγους, βασιλιάδες και πριγκίπισσες. Τα δύο αυτά επίπεδα συναποτελούν μία ενιαία ιστορία, με κοινή θεματική και παράλληλη εξέλιξη και όρια δυσδιάκριτα κάποιες φορές μεταξύ του πραγματικού και του φανταστικού. Η σύζευξη αυτή προκύπτει από την προσωπική μου πεποίθηση ότι η σαφής διάκριση μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας είναι πέρα για πέρα ουτοπική, όταν η πραγματικότητα μπολιάζεται μονίμως από τη φαντασία και η φαντασία τρέφεται ασταμάτητα από την πραγματικότητα. Μιλάμε για έννοιες που βαδίζουν και στη ζωή μας παράλληλα και δεν είναι καθόλου αντιφατικές, όπως καμιά φορά νομίζουμε.  

Αν προσπαθήσετε να μπείτε στο μυαλό του αναγνώστη, τι πιστεύετε ότι θα τον απασχολήσει διαβάζοντας τον Δρόμο με τα χίλια χρώματα;

Νομίζω πως θα τον απασχολήσουν τα ερωτήματα που με απασχόλησαν κι εμένα καθώς έγραφα. Πρόκειται για μια ιστορία με θέμα τη ματαιοδοξία. Από μόνη της είναι μια λέξη που βάζει σε σκέψεις. Πώς γεννιέται, ποια είναι η φύση της και ποια η σχέση της με όσα επιθυμούμε κι αναζητάμε; Μήπως καθετί που αναζητάμε είναι μια μορφή ματαιοδοξίας ή υπάρχουν επιθυμίες αυθεντικές και ανεπηρέαστες; Και, τελικά, είναι η ματαιοδοξία ένα εμπόδιο στον δρόμο μας, ένα παραστράτημα από την κανονική πορεία ή μήπως είναι αυτό που μας βοηθά να προχωράμε;

Πότε και πώς αρχίσατε να γράφετε;

Ξεκίνησα την επαφή μου με τη γραφή από παιδί. Ήταν ανέκαθεν η μόνη ενασχόληση με την οποία ένιωθα καθαρή έμπνευση και δημιουργία, αυτό που ήθελα να κάνω για πάντα και από τις μεγαλύτερες σταθερές στη ζωή μου. Στην πραγματικότητα, αυτό που με συναρπάζει όσο τίποτε άλλο είναι να πλάθω ιστορίες. Όταν ήμουν παιδί, θυμάμαι, δεν έμπαινα καν  στον κόπο να καταγράψω τις ιστορίες που σκεφτόμουν, μου αρκούσε που τις έπλαθα στον νου μου και τις άφηνα, έπειτα, στην άκρη. Μεγαλώνοντας, ανακάλυψα πως είναι ακόμα πιο συναρπαστική η αίσθηση ότι μια απλή ιδέα, όταν καταγράφεται και ολοκληρώνεται, γίνεται μια αυθύπαρκτη οντότητα. Και, βέβαια, ανακάλυψα την -ασύγκριτη- αίσθηση της «συνομιλίας» που δίνει η συν-γραφή, η μεταφυσική σχεδόν μετάβαση μέσα από αυτά που γράφουμε και μέσα από αυτά που διαβάζουμε σ’ έναν τόπο επαφής και επικοινωνίας που είναι για μένα από τους πιο ουσιαστικούς.

Αν έπρεπε να μας μιλήσετε για σας… λογοτεχνικά; Τι σας αρέσει να διαβάζετε/ή τι άλλο γράφετε;

Αγαπώ τη λογοτεχνία και ιδιαίτερα τις μεγάλες φόρμες, γιατί μου επιτρέπουν να «χαθώ» για μεγάλο χρονικό διάστημα στον κόσμο τους. Μου αρέσει η λογοτεχνία φαντασίας και οι ιστορίες που μπλέκουν το φανταστικό με το πραγματικό, τα βιβλία που μου συστήνουν διαφορετικούς τρόπους ζωής, άλλες εποχές και εμπειρίες που δεν έχω την ευκαιρία να βιώσω. Μου αρέσουν, επίσης, οι ιστορίες που μιλούν για μεγάλα πράγματα με τρόπο αβίαστο και ανάλαφρο, όπως μιλάμε για τον καιρό ή για το τι θα  φάμε το μεσημέρι. Πέρα από την απόλαυση ή την ξεχωριστή εμπειρία, όμως, πάντα αναζητώ τη γνωριμία και την επαφή με τον άνθρωπο που κρύβεται πίσω από τις λέξεις, γι’ αυτό αγαπώ τα γραπτά εκείνα στα οποία αφήνει με ευθύτητα και ειλικρίνεια το αποτύπωμά του. Στα βιβλία που αγαπώ θα επανέλθω μία και δύο και περισσότερες φορές. Κάθε φορά θα ανακαλύψω κάτι νέο και κάτι άλλο θα έχουν να μου πουν. Τα βιβλία ωριμάζουν και μετατοπίζονται στον χρόνο με τον ίδιο τρόπο που εμείς μεγαλώνουμε κι ας δίνουν την εντύπωση πως στέκουν αναλλοίωτα στο πέρασμά του.

Έχετε επόμενα συγγραφικά σχέδια;

Τώρα που O Δρόμος με τα χίλια χρώματα ξεκινά το δικό του ταξίδι, είναι ώρα να πάρουν σάρκα και οστά όλες αυτές οι ιστορίες που τόσο καιρό έρχονταν στον νου μου και τις καταχώνιαζα στο «συρτάρι» για αργότερα. Έχω μια ιδέα σε πρώιμη, ακόμα, μορφή με την οποία θα ήθελα να ασχοληθώ και ανυπομονώ να ξεκινήσω να τη δουλεύω.