Top menu

Φουέντε Οβεχούνα του Λόπε ντε Βέγα στο Εθνικό Θέατρο

 

Γράφει ο Κ.Γ. Βασιλείου 

Το θεατρικό λυρικό έργο του Λόπε ντε Βέγα, γραμμένο με στίχους, σε οκτασύλλαβο, ανέβηκε στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, τον χειμώνα του 2022, σε μια παράσταση σκηνοθετημένη με πρέπον δραματικό ύφος, άριστη επιστασία, πλήρη έλεγχο χώρου και χρόνου, γρήγορο ρυθμό ως όφειλε, με λαμπρή σκιαγράφηση χαρακτήρων, με έντονες συναρπαστικές σκηνές. Η παράσταση αποτελούσε πιστή μεταφορά ενός έργου γραμμένου πριν από τέσσερις αιώνες, ικανό όμως να επιβιώσει και να λειτουργήσει καθαρτικά στην εποχή μας.

Ο πολυγραφότατος Λόπε ντε Βέγα (1562-1635), έχοντας στο ενεργητικό του περί τα 1500 έργα (σωζόμενα υπέρ τα 400), ανήκει στον Siglo d’ oro (χρυσό αιώνα) της Ισπανικής λογοτεχνίας. Την ίδια εποχή αναδείχθηκαν εξέχοντες μάστορες της ποίησης και του θεάτρου, όπως ο Φρανθίσκο ντε Κεβέδο (1580-1645), ο Φερνάντο ντι Ερέρα (1534-1597), ο Φρέυ Λουίς ντε Λεόν (1527-1691), ο Ζουάν Μποσσάν Αλμαγάβερ (1490-1542), ο Ιωάννης του Σταυρού (1542-1591), ο Ίνκα Γκαρθιλάσο ντε λα Βέγκα (1539-1616), ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες (1561-1627) και ο Πέντρο Καλντερόν ντε λα Μπάρκα (1600-1681).

Το “Φουέντε Οβεχούνα” είχε διεθνή απήχηση· στην Ελλάδα παίχθηκε μεταξύ άλλων στο Ηρώδειο το 1990, στο Κ.Θ.Β.Ε. το 1977, και στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πατρών το 2017.

Τα γεγονότα του έργου στηρίζονται σε αληθινά γεγονότα που διαδραματίσθηκαν στην Ισπανία επί βασιλείας Φερδινάνδου/Ισαβέλλας, μετά την εκδίωξη των Αράβων (1492) από τη χώρα και αποτελούν επιτυχημένη διεκτραγώγηση της οικτρής κατάστασης των μη προνομιούχων τάξεων.

Ήταν η εποχή του ευτελισμού των γυναικών· όλοι τις θεωρούσαν υποδεέστερα όντα και τις υποτιμούσαν συνειδητά· τιμωρούνταν βαρύτερα απ’ ότι οι άντρες· δεν υπήρχε σεβασμός στη προσωπικότητά τους· η δύναμη των όπλων και η αποκλειστική συμμετοχή στους πολέμους των αντρών τούς έφερε σε πλεονεκτική θέση απέναντι στον γυναικείο πληθυσμό· το Mirad Fuente, τουτέστιν η αιώνια και ακατάβλητη σεξουαλικότητα και η εξ αυτής δικαιολογημένη επιθετικότητα σήμαινε την απαρχή ανορθόδοξων συμπεριφορών των αρρένων, που διέφευγαν κατά κανόνα από τις δαγκάνες του νόμου· βέβαια αυτή η ένταση δεν άφηνε ήσυχα τα πνεύματα εκατέρωθεν και ένα μαγικό υπόβαθρο έφερε τα πράγματα στα ακραία του όρια· οι γυναίκες, όμως, ήταν απλά όργανα ικανοποίησης των αντρικών ενστίκτων, παρ’ όλον ότι ο βαθμός έντασης των παθών ήταν ο ίδιος.

Θα μου επιτραπεί να σημειώσω ολίγα για το ius primae noctis (= δικαίωμα πρώτης νύχτας), σύμφωνα με το οποίο στον μεσαίωνα, ο φεουδάρχης μιας περιοχής διατηρούσε το προνόμιο, εν είδει φορολογίας, να κοιμάται την πρώτη νύχτα του γάμου με τη νύφη και όχι ο σύζυγός της· αν και μάλλον επρόκειτο περί μύθου, είναι ενδεικτικό της απόλυτης κυριαρχίας των ηγεμόνων στους υποτακτικούς χωρικούς της δικαιοδοσίας τους· είναι εμφανής η αναδιδόμενη τραγικότητα των συνειδήσεων και η αλλοίωση θρησκευτικών κανόνων· θα μπορούσε να λεχθεί ότι απαντάται και στις σύγχρονες κοινωνίες, όχι με την τότε βαρβαρότητα, αλλά με νεότερα τεχνάσματα καταρράκωσης των αδύναμων υπάρξεων· ο Λόπε ντε Βέγα αναδεικνύει ένα θλιβερό συμβάν σε βάρος της γυναικείας αξιοπρέπειας και λαμβάνει θέση στη διαχρονικότητα της βίας και της εκμετάλλευσης αθώων ψυχών.

Στο χωριό Φουέντε Οβεχούνα ο διοικητής Φερνάν Γκόμεθ Γουθμόν φέρεται με έπαρση στους υπηκόους του και στοχοποιεί την ωραία Λαουρένθια, θυγατέρα του Δημάρχου Εστεμπάν, την οποία απαγάγει την ημέρα του γαμήλιου εορτασμού με τον αγαπημένο της Φροντόζο· ακολούθησε βιασμός και αργότερα η Λαουρένθια οικτίρει τους ντόπιους και τον πατέρα της, διότι δεν της συμπαραστάθηκαν· ακολουθεί αναταραχή και οι άντρες αποφασίζουν να σκοτώσουν τον διοικητή· όμως η Λαουρένθια προτρέπει τις γυναίκες να φονεύσουν εκείνες τον βιαστή, γιατί επέδειξε απέναντι του ασθενούς φύλου ιταμή συμπεριφορά· τα θηλυκά του χωριού σκοτώνουν τον διοικητή και η ακολουθήσασα επίσημη ανάκριση συνάντησε σθεναρή αντίσταση και αρνητικό τείχος των κατοίκων· κανείς δεν πρόδωσε τους δράστες· οι βασιλείς Φερδινάνδος και Ισαβέλλα τελικά συγγωρούν την πράξη και οι χωρικοί τους υμνούν, αναμένοντες ένα σώφρονα ηγέτη στον τόπο τους.

Η λαϊκή εξέγερση γυναικών αποτυπώνει μια ιδιότυπη κατάσταση, που τις ήθελε υποχείρια των αντρών, όπως ήδη ελέχθη· Ο συγγραφέας βάζει στο στόμα της Λαουρένθιας την αναφορά, πως θα έλθει ξανά η εποχή των αμαζόνων/ που θαύμαζε παλιά ο κόσμος όλος, / και θα θαυμάζει στους αιώνες των αιώνων και την εμφανίζει να οικτίρει σκαιώς τους άντρες με τα λόγια υφάντρες, αδελφούλες, γυναικωτοί, δειλοί…και άλλα υποτιμητικά σχόλια.· επίσης η ίδια ηρωίδα εκφέρει τις μνημειώδεις φράσεις όποιος το θάρρος έχει οδηγό/ δεν έχει ανάγκη άλλον αρχηγό ή το σπαθί δεν έχει χάρη/ άμα μένει στο θηκάρι· παράλληλα ο υπηρέτης του Διοικητή Φλόρες συμπληρώνει, πως ένας λαός που τον έχουν προσβάλλει,/ όταν σηκώσει κεφάλι,/ πίσω ποτέ δεν θα γυρίσει/ αν δεν εκδικηθεί,/ αίμα αν δεν χύσει.

Οι βασιλείς μένουν στο απυρόβλητο, απονέμοντες δικαιοσύνη, σε αντίθεση με τα κατώτερα κρατικά όργανα· ο Λόπε ντε Βέγα προσεγγίζει με προσοχή τις σχέσεις των ευγενών ή των στρατιωτικών αξιωματούχων και των καταπιεζομένων χωρικών, που θεωρούν τους Ανώτατους Άρχοντες, προστάτες τους, διαθέτοντες θεία παραχώρηση για το ευαγές έργο τους. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι την εποχή, που γράφηκε το έργο, οι καλλιτέχνες και οι λογοτέχνες διαβίωναν περί τις βασιλικές αυλές.

Οι χαρακτήρες εκ μέρους του Λόπε ντε Βέγα φαίνεται πως έχουν γκροτέσκο ιδιότητες, τουτέστιν ότι είναι αφελείς αποτυπώσεις προσώπων, μη επεξεργασμένες επαρκώς, ενώ στην πραγματικότητα αναδεικνύουν την τρέχουσα ειλικρίνεια των χωρικών και την υποκρυπτόμενη τιμή που κατείχαν, παρ’ όλον ότι δεν ανήκαν σε τάξεις ευγενών. Οι υποκριτικοί κώδικες, κυρίως όμως το αεικίνητο και οι φολκλορικές εικόνες προσομοιάζουν με τις σκηνές της Commedia dell’ arte.

Οι νέες και νέοι της Φουέντε Οβεχούνα, ανά πέντε, συνομιλούν και τραγουδούν ελεύθερα και ξέγνοιαστα, θυμίζοντας τον Χορό του αρχαιοελληνικού θεάτρου, που σχολίαζε την επικαιρότητα και εισήγαγε έντεχνα στην υπόθεση του έργου.

Οι ηθοποιοί πειθάρχησαν στις σκηνοθετικές οδηγίες και εκπλήρωσαν ευόρκως την αποστολή τους· σημειώνω, ως αστοχία, την εμφάνιση Φενδινάρδου/Ισαβέλλας, υπό κωμικό προσωπείο, ενώ δεν αναφέρονται έτσι στο κείμενο του συγγραφέα και οράται ως προσπάθεια της σκηνοθέτου να ελαφρύνει τη βεβαρημένη ατμόσφαιρα λόγω της δολοφονίας· πάντως, οι δύο ηθοποιοί που υποδύθηκαν τους βασιλείς (Μπ. Γαλιατσάτος και Μ. Γεωργιάδου) ήταν έξοχοι· Ιδιαίτερη μνεία οφείλεται στη διακριτική και εύστοχη ζωντανή μουσική επένδυση του Λ. Βενιάδη και στους επί σκηνής μουσικούς (Γ. Μαστρογιάννη - βιολί, Ilya Algaer - κόντρα μπάσο, φλογέρα, τύμπανο, ηλεκτρικό μπάσο), όπως και στην σκηνογραφία της Ζ. Μολυβδά - Φαμέλη (ιδιαίτερα επιτυχή ήταν τα εναλλασσόμενα πάνελ), σε συνδυασμό με τους φωτισμούς του Σ. Μπιρμπίλη· η μετάφραση της Μ. Χατζηεμμανουήλ ήταν προσεκτική.

H παράσταση του Εθνικού θέάτρου ήταν επιτυχής μεταφορά απώτερων χρόνων της Ιβηρικής· η “Φουέντε Οβεχούνα”, ένα έργο του ύστερου μεσαίωνα, διατηρεί επικαιρότητα, άρα είναι κλασσικό και οδηγεί σε προβληματισμούς γύρω από τα θέματα που θίγει.