Top menu

Χρυσή Μαρούση: "Μου αρέσει να εστιάζω στις ανθρώπινες σχέσεις"

Συνέντευξη στον Νέστορα Πουλάκο

 

Συνομιλήσαμε με τη συγγραφέα Χρυσή Μαρούση με αφορμή την έκδοση του παιδικού της βιβλίου "Με νοιάζει, θέλω και μπορώ" (εκδόσεις Ownbook 2018).

 

«Με νοιάζει, θέλω και μπορώ» είναι ο τίτλος του δεύτερου σας βιβλίου. Μιλήστε μας για αυτό.
Το παραμύθι αφηγείται την ιστορία τριών πολύ φίλαυτων βασιλιάδων, του Δεμενοιάζει, του Δεθέλω και του Δεμπορώ, που σκορπούν γύρω τους την καταστροφή. Ο πρώτος στον ουρανό, ο δεύτερος στη θάλασσα κι ο τελευταίος στη γη. Η μητέρα Φύση καλεί τα τρία της παιδιά, τον Ουρανό, τη Θάλασσα και τη Γη κι από κοινού αποφασίζουν να δώσουν ένα καλό και πολύτιμο μάθημα στους τρεις βασιλείς. Κι εκεί αρχίζει η περιπέτειά μας. Πρόκειται για ένα οικολογικό παραμύθι που με απλό κι όμορφο τρόπο μεταφέρει στα παιδιά πολλά και σημαντικά μηνύματα. Τους μιλά για τα περιβαλλοντολογικά προβλήματα της σύγχρονης πραγματικότητας τίμια κι ανοιχτά, χωρίς ωραιοποιήσεις, αλλά ούτε και μελοδραματισμούς. Τονίζει την ευθύνη που ο καθένας μας έχει, παροτρύνει τους αναγνώστες του, μικρούς και μεγάλους, να μάθουν να μην την αποποιούνται, μα να την αναλαμβάνουν με λεβεντιά. Και το κυριότερο, τους τονίζει πως ο κάθε άνθρωπος διαθέτει μεγάλη δύναμη, πως ο κόσμος μας μπορεί να γίνει καλύτερος με την ατομική προσπάθεια και φιλοτιμία, πως αν ο κάθε άνθρωπος δουλέψει τον εαυτό του, μπορεί να καταφέρει τα πάντα. Είναι μια ιστορία που πάει κόντρα στη σύγχρονη νοοτροπία του «τι μπορώ να κάνω εγώ» και υποστηρίζει πως μπορούμε να κάνουμε απίστευτα πράγματα αρκεί να συνειδητοποιήσουμε τις ευθύνες, τα δικαιώματα, τις δυνάμεις και τις δυνατότητές μας. Αρκεί να μας νοιάζει και να θέλουμε και τότε θα δούμε πόσα πολλά μπορούμε.

 

Γράψατε μια ιστορία με οικολογικό μήνυμα. Τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με αυτή τη θεματική;
Η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν ξεκινώ να γράφω κάτι με τη λογική ότι τώρα θα μιλήσω για αυτό το συγκεκριμένο θέμα, ούτε με διάθεση να διδάξω κάτι ή να πω κάποια μεγάλη σοφία. Έχω την αίσθηση πως στην ουσία δεν την επιλέγω εγώ τη θεματική του κάθε μου βιβλίου, μα εκείνη εμένα. Κάποια βαθύτερη ανάγκη με οδηγεί σε αυτήν, ερήμην μου. Κάτι που μένει καιρό μέσα μου, μεστώνει και ζητά επιτακτικά να ειπωθεί. Έτσι λοιπόν συνέβη και στο «Με νοιάζει, θέλω και μπορώ». Επί χρόνια συγκέντρωνα στην ψυχή μου όλες τις πτυχές του περιβαλλοντολογικού ζητήματος, καθώς καθημερινά κι εγώ-όπως κάθε άνθρωπος της εποχής μας-έρχομαι αντιμέτωπη με τη θλιβερή πραγματικότητα της κάθε είδους καταστροφής του πλανήτη. Προβληματίζομαι, στεναχωριέμαι κι αναλογίζομαι το μερίδιο της συμμετοχής μου σε αυτήν. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια ήρθε, όπως ήταν επόμενο, η στιγμή που όλα αυτά, οι πληροφορίες, τα συναισθήματα, οι ανησυχίες, ξεχείλισαν και βρήκαν τρόπο να εκφραστούν.

 

Ποια είναι τα θέματα που σας απασχολούν τόσο ώστε να γράψετε για αυτά;
Κάθετι που απασχολεί τον άνθρωπο από την αρχή του κόσμου. Μου αρέσει ιδιαίτερα να εστιάζω στις ανθρώπινες σχέσεις, στο πόσο εύθραυστες και πόσο δυνατές καταφέρνουν να είναι την ίδια στιγμή, πόσο περίπλοκες, πόσο απλές, πόσο μοναδικές και ίδιες. Στις ψυχές και την απεραντοσύνη τους. Ή την στενότητά τους. Την εναλλαγή φωτός και σκοταδιού στις ζωές και τις ψυχές μας. Γράφω για ό,τι με πληγώνει, με θυμώνει, με γοητεύει, με διδάσκει, με εξυψώνει και με ποδοπατά. Για ό,τι αγαπώ κι ό,τι φοβάμαι.

 

Σας επηρεάζει στη συγγραφή η ελληνική κρίση;
Πιστεύω πως ναι, η κρίση επηρεάζει σημαντικά τον χώρο της συγγραφής και μάλιστα σε πολλαπλά επίπεδα. Δημιουργεί μέρα με τη μέρα μια νέα πραγματικότητα. Ο τρόπος έκδοσης ενός βιβλίου έχει αλλάξει τελείως. Τα κόστη. Οι απολαβές. Η στήριξη των εκδοτικών. Η ποιότητα πολλών εκδόσεων ως προς το υλικό τους. Οι ευκαιρίες σε νέους συγγραφείς να προσελκύσουν αξιοκρατικά το ενδιαφέρον των μεγάλων οίκων. Το επίπεδο των απαιτήσεων ενός σημαντικού μέρους του κοινού αλλά και των προθέσεων ενός αντίστοιχου διόλου αμελητέου ποσοστού συγγραφέων. Η δυνατότητα του αναγνωστικού κοινού να αποκτήσει τα βιβλία που επιθυμεί. Όλα έχουν μπει όπως είναι φυσικό σε νέες βάσεις λόγω της κρίσης. Άλλοτε λόγω της οικονομικής κι άλλοτε λόγω της πνευματικής, που την θεωρώ εξίσου σημαντική. Ίσως μάλιστα και περισσότερο. Προσωπικά και οι δύο με έχουν επηρεάσει και ως προς τη γραφή, όπως και πολλούς καλλιτέχνες της γενιάς μου, καθώς κατά κανόνα ο καλλιτέχνης διαμορφώνεται και εμπνέεται από το περιβάλλον του, την εποχή στην οποία ζει και τα προβλήματά της.

 

Το προηγούμενό σας βιβλίο ήταν μυθιστόρημα, αυτό παιδικό. Θα πειραματιστείτε και με άλλη είδη; Ποιο είναι αυτό που σας εκφράζει περισσότερο;
Η σχέση μου με το γράψιμο ξεκίνησε στην εφηβεία. Αρχικά και για πολλά χρόνια έγραφα αποκλειστικά και μόνο στίχους κι αυτό εξαιτίας της μεγάλης μου αγάπης για τη μουσική και το ελληνικό τραγούδι. Κάποια στιγμή άρχισα να καταγράφω σκέψεις και σκόρπιες ιδέες και κατέληξα με το «Κάθε λαβύρινθος κρύβει μια εξώπορτα» στα χέρια. Κάποια άλλη, μου προέκυψε το παραμύθι. Έχω σχεδόν τελειωμένα άλλα δύο. Έχω ξεκινήσει μια σειρά διηγημάτων. Σκαρώνω στίχους όποτε μου χτυπούν την πόρτα. Και γράφω ήδη εδώ και πολύ καιρό το επόμενό μου μυθιστόρημα. Η αλήθεια είναι πως μου γεννιούνται πολλές και διαφορετικές ιδέες παράλληλα και συχνά κάποιες από αυτές τις δουλεύω μαζί άσχετα από το λογοτεχνικό τους είδος. Δεν ξεχωρίζω κανένα, όλα τους τα αγαπώ το ίδιο δυνατά. Αν έπρεπε υποχρεωτικά να ασχοληθώ με ένα από αυτά και μόνο, με βαριά καρδιά θα επέλεγα τα μυθιστορήματα. Δεν αποκλείω στο μέλλον να βρει η ψυχή μου κι άλλους τρόπους έκφρασης.

 

Ποια είναι τα επόμενά σας σχέδια;
Αυτόν τον καιρό χαίρομαι να επικοινωνώ το παραμύθι μου με τον κόσμο. Προγραμματίζω μια σειρά από παρουσιάσεις του, ενώ ταυτόχρονα δουλεύω το δεύτερό μου μυθιστόρημα. Επίσης η φίλη κι εξαιρετική τραγουδίστρια Χαρούλα Πάπαρη έχει μελοποιήσει μοναδικά «Το τρένο», ένα ποίημα που περιλαμβάνεται στο λαβύρινθο και το ερμηνεύει πραγματικά μαγικά. Το παρουσιάσαμε πέρσι σε κάποιες από τις παρουσιάσεις του μυθιστορήματος σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και στα άμεσά μας σχέδια είναι η ηχογράφησή του.