Top menu

"Ακροβάτης σε μπλε τεντωμένο", του Έλενου Χαβάτζα [ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ]

 

ΑΚΡΟΒΑΤΗΣ ΣΕ ΜΠΛΕ ΤΕΝΤΩΜΕΝΟ
ελεγεία για μια γενιά

Δεν μπορείς πια ούτε να μου προσφέρεις
μια θλίψη ουσιαστική
κάτι έστω γόνιμα να με συντρίψει.
Μόνο μελαγχολία άνοστη
κι αυτή η αίσθηση ημι-ναυτίας
που μ’ έχεις συνηθίσει.
Πάνε πια τα φλεγόμενα στεφάνια
που κάποτε σαν τίγρη
έτρεχες να διασχίσεις
χωρίς απειλή μαστίγιου.
Πέρασαν κι οι τρανές ακροβασίες
πάνω στην κόψη αισθημάτων
όπου κάθε βήμα έπαιρνε διαστάσεις
τότε θανάτου ή ζωής.
Τώρα αυτό μόνο το διαρκές τρίκλισμα
σε μια πραγματικότητα επίπεδη
ο ίλιγγος διαρκώς του προβλεπόμενου.

Τέτοιος τώρα είναι ο ξέχειλος δίσκος
που μου προσφέρεται μπρος στα πόδια
τα κομμένα κεφάλια δεν παραμιλάνε πια βρίζοντας
αλλά μονάχα η πριγκίπισσα θα σκύψει πάλι
για να φιλήσει το στόμα της σήψης.

Άοσμες σχέσεις, γούστα μισοσηκωμένα
συλλογές αδιάφορες, γνωστά πασαλείμματα σε τελάρα
και μουτζούρες σε τοίχους
τα γρατζουνίσματα πάνω από την έρημο των ήχων
σκέρτσα με ύφος παράστασης
οι κριτικές, πιο ευφάνταστες από το έργο το ίδιο
κι οι ευαισθησίες ρηχές, σκληρότητα όχι ζώου
μα διαστροφής μανία.

Τα βαθιά βαθαίνουν κι άλλο
άρα τώρα φαίνεται ποιος μάθαινε κολύμπι
σε ποιον άρεσε ακόμα να πλατσουρίζει
κι ο ήλιος καρχαρίας που θα ‘ρθει να καθαρίσει
αυτό το σάπιο κήτος που ξέβρασε
της εποχής η τρικυμία.

Ήρεμη η αράχνη στήνει τον ιστό της
υπομονετικά στο τέλος αυτού του δρόμου
μέσα στην ανήμπορη συγκατάβαση μας.

Κι όμως, πέρα από τους λόφους

τα στάχυα λικνίζονται ακόμη κίτρινα
και άθικτα
κάτω από ουρανούς γαλάζιους.

 


 

ΚΑΠΟΤΕ ΘΑ ΠΟΥΝ:

Αλήθεια, τι φτηνό σκηνικό για έναν μάγο
ήταν αυτό
Φαντάσου, τί πλήξη που θα πότισε τα
κόκκαλα του
…τον καιρό των σαλτιμπάγκων, που άλλοι
αγαπήθηκαν όσο κανείς
με τις φάρσες, τις τραγωδίες, τα παράσημα
της βλακείας.

Κάποτε, κι αυτή η άγονη θητεία θα
τελειώσει
όμως, όχι πριν δούμε σαν το ξερόχορτο να θεριεύεις
η μόδα σου που θα ‘ρθει - γεμάτη μασκαρέματα
όπως όλες οι μόδες θα ξεφτίσει, αλλά πρώτα θα σαρώσει με βία.

Ως τότε, τι να τα κάνω τα τόσα μάτια της
ποίησης
τους αγγέλους που είναι πια βάρος για
τους ουρανούς
γέρνοντας το στρώμα μου

τα χείλη που δεν μπορούν να ψελλίσουν το ελάχιστο
ποίημα
ή τί καταλαβαίνεις πια λέγοντας ποίημα.. και άλλα τέτοια…

Και τώρα, η υγρασία των καιρών
προχώρησε στους τοίχους
τα σπίτια μεγάλωσαν κυνόδοντες
και κανένας πια δεν θέλει να τα κατοικεί
για πολύ
πώς λοιπόν ένα Σάββατο χρειάζεται διαρκώς
μια αργία, κάπως κανείς για να ξεφύγει

έτσι κι απόψε, καθένας κάτι κυνηγά
από κάτι ψάχνει να ξεφύγει
ασθμαίνοντας ανάμεσα σε λουλούδια ψεύτικα
σκαλίζοντας στάχτη που άλλο δεν μπορεί να
γίνει φωτιά

πολλά δεν έχει να ζηλέψει κανείς από μια τέτοια
νύχτα
ένα της νιαούρισμα όμως σου θυμίζει
πως κάπως κι εσύ πρέπει να φροντίσεις
για λίγη τέρψη επιούσια

ενώ φαντάζεσαι που κάποτε θα λεν:
Αλήθεια, τί σκηνικό φτηνό για έναν μάγο
ήταν αυτό
ή …τον καιρό των σαλτιμπάγκων, που άλλοι
αγαπήθηκαν όσο κανείς
με τις φάρσες, τις τραγωδίες, τα παράσημα
της βλακείας.

 


 

ΓΕΝΝΗΜΕΝΗ ΜΕ ΑΣΤΕΡΙ

Κοιμάται με μια θάλασσα μυστική
μαζί κι ένα φεγγάρι
σε αύξηση
απ’ το στάχυ των μαλλιών της
μπορείς τώρα να φτιάξεις
ένα καλοκαίρι όπως το ήθελες

φτερά από άλλους ουρανούς
σκαλώνουν πότε πότε σε κάποια μπούκλα της
στο δέρμα της φέρνουν ένα ρίγος αινιγματικό

έχει τη δύναμη χιλίων λεόντων καλά
φυλαγμένη
σ’ ένα από τα μικρά μπουκαλάκια της
φωτογραφίες που θα θυμίζουν στο μέλλον
την ισχύ ενός εκατόφυλλου ρόδου
στην ακμή του.

κάθε μύστης γυρεύει να καθρεφτιστεί
σε μια από τις λίμνες της έκστασης της
ή ο περαστικός, να κόψει
έστω έναν από τους καρπούς της.

 


Τα τρία ποιήματα προέρχονται από την ανέκδοτη ακόμη ποιητική συλλογή του Έλενου Χαβάτζα "Ακροβάτης σε μπλε τεντωμένο".