Top menu

"Αυτόχειρ", του Νικολάου Έρντμαν στο Εθνικό Θέατρο

 

«Στις μέρες μας, ό,τι σκέπτεται ένας ζωντανός
μόνο ένας νεκρός μπορεί να το πει».

Γράφει ο Κ.Γ. Βασιλείου

 

Στο Εθνικό Θέατρο (αίθουσα Μ.Κοτοπούλη) ανέβηκε τον χειμώνα του 2022 το σατιρικό έργο του Ρώσου συγγραφέα Ν.Έρντμαν (1900-1970), «Αυτόχειρ», που γράφηκε το 1927, αλλά είδε το φώς της δημοσιότητας διεθνώς μετά από είκοσι χρόνια (!) και στην Ελλάδα πρωτοπαίχθηκε στο Θέατρο Βεάκη από τη Λαϊκή Σκηνή του Θεάτρου Τέχνης, το 1978, με πρωταγωνιστή τον Γιώργο Αρμένη.

Στη Ρωσία απαγορεύθηκε από το ολοκληρωτικό καθεστώς μιας δύσβατης εποχής, που διακατεχόταν από το ανεπιτυχές δόγμα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, ήτοι στην υποταγή όλων στο όραμα του μετασχηματισμού των ανθρωπίνων συνειδήσεων.

Ο «Αυτόχειρ» πρέπει να ειδωθεί σε συνδυασμό με την εποχή του, πλην η εσωτερική του αξία το κατέστησε διαχρονική αλληγορία, εύπεπτη στο ευρύ κοινό, και προσαρμοσμένη στα τρέχοντα αδιέξοδα, ήτοι στην πάλη ανάμεσα στα άτομα και στην εξουσία.

Ο άνεργος Σεμιόν αγανακτισμένος από την ανέχεια, απομακρύνεται από την οικογενειακή του στέγη και εκδηλώνει την πρόθεσή του να αυτοκτονήσει· εκρήγνυται, όπως κάθε απεγνωσμένος άνθρωπος, θεωρώντας πως μόνοι υπαίτιοι είναι οι άλλοι· η απουσία του ανησύχησε τους παροικούντες και η επικείμενη αυτοχειρία γίνεται αφορμή να κινητοποιηθούν οι εξέχοντες της κοινωνίας, ώστε να φέρουν την κατάσταση του αφελούς ήρωα στα μέτρα τους· ανάμεσα στις προθέσεις τους είναι και η γραπτή ομολογία του μελλοντικού αυτοκτόνου, που πρέπει να υπηρετεί τα συμφέροντα της εκκλησίας, των μικροεμπόρων, της νομενκλατούρας, του προλεταριάτου, ακόμη και των ποιητών· ο Σεμιόν σύρεται άβουλο όργανο των επιτήδειων, οι οποίοι μάλιστα οργανώνουν ακόμη και την επίσημη κηδεία του.

Ο ταπεινός λαϊκός ήρωας ζει στιγμές δόξας και κοινωνικής καταξίωσης· με τον θάνατό του οι συμπολίτες ζητωκραυγάζουν την αξιοσύνη και την τόλμη του· περιζήτητος από τους εκμεταλλευτές του συμβάντος ζει σε πελάγη ευτυχίας, που μόνον η αυτοκτονία θα του εξασφάλιζε· βέβαια όφειλε να αφήσει παρακαταθήκη στους επιγενόμενους να εξηγήσει τον λόγο της αυτοχειρίας· οι αναμένοντες κλειδοκράτορες των επί μέρους εξουσιών απαιτούσαν από τον μελλοντικό νεκρό να αποκαλύψει τους ενόχους· «δεν πάει έτσι. Τι πάει να πει "να μην κατηγορηθεί κανείς"; πρέπει να κατηγορήσεις και να ενοχοποιήσεις κάποιον· θέλεις να πυροβοληθείς; ωραία, άψογα, με τις υγείες σου, αλλά να το κάνεις παρακαλώ, στέλνοντας ένα μήνυμα»· ο ατυχής Σεμιόν βρίσκεται σε προφανές αδιέξοδο· όταν συνειδητοποιεί την τραγικότητα της πορείας του εξεγείρεται, αντιδρά «μπροστά στον θάνατο τι μπορεί να είναι πιο δικό σου, πιο αγαπητό από το χέρι σου, το πόδι σου, το κορμί σου»... «τι είναι η κοινωνία; μια φάμπρικα που βγάζει συνθήματα… τι κάθεσαι και μου λες για γενικό και ατομικό συμφέρον! άμα πουν σε κάποιον πως κηρύχθηκε πόλεμος, θα ρωτήσει με ποιον θα πολεμήσουμε; γιατί θα πολεμήσουμε; για ποια ιδανικά; Όχι, θα ρωτήσει: ποιες ηλικίες καλέσανε»«Εγώ σου μιλάω για έναν άνθρωπο ζωντανό, που πάνω απ’ όλα φοβάται το θάνατο».

Θραύσματα συνεχή, καθημερινά, πληγώνουν την ψυχή και μια αόρατη εξορία αναμένει την ύπαρξη· αιώνια μοναξιά κυριαρχεί στις συνειδήσεις και αιματηροί σπαραγμοί εκχύονται, εν είδει παραληρήματος, σε μυστηριώδεις δαιμονικές παλινωδίες· ο Σεμιόν είναι ο καθρέπτης όλων ημών· παρακμίας, φιλέρημος, ρομαντικός, ανώριμος, ενοχικός, απόκληρος, κερματισμένος, ουτοπικός, αυταπατώμενος, παλιάτσος, φοβισμένος, καταθλιπτικός, ακαμάτης, ηττημένος.

Το ελάχιστο στην υπηρεσία του μέγιστου· μέσα από τη φάρσα διοχετεύονται κρίσιμα μηνύματα· εμφανής η διαχρονικότητα· το χιούμορ και ο καυστικός σαρκασμός λειτουργούν ως ουσιώδη στοιχεία της υπόθεσης.

Η παράσταση του Εθνικού Θεάτρου είχε τη σφραγίδα του σκηνοθέτη Γιώργου Παπαγεωργίου, που κατάφερε να σχηματοποιήσει έναν εύγλωττο κλαυσιγέλωτα, ακολουθώντας εν πολλοίς πιστά το πνεύμα του Ρώσου δημιουργού· με ένα πειθαρχημένο σύνολο 17 ηθοποιών και 5 επί σκηνής μουσικών έφερε εις πέρας προς ικανοποίησιν του φιλοθεάμονος κοινού μια εξοντωτική σύγκρουση ανάμεσα στο ατομικό ένστικτο επιβίωσης ενός παρία και στους εκπροσώπους της γραφειοκρατίας· εκσυγχρόνισε ιδιοφυώς ένα έργο του 1927 και το μετέτρεψε σε διαμαρτυρία αδύναμων ατόμων, που εκτοπίζονται σε μοναχικότητα, μακριά από τις απαιτήσεις και τις εμμονές των εχόντων και κατεχόντων.

Βέβαια του συμπαραστάθηκε η σωστή και γλαφυρή μετάφραση του Κωστή Σκαλιόρα, τα κοστούμια και τα σκηνικά του Πάρη Μέλη ταιριασμένα απόλυτα με το ύφος του έργου, όπως και οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου.

Ο Μανώλης Μαυροματάκης, στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Σεμιόν, ήταν άψογος· τα χαρακτηριστικά του προσώπου του βοήθησαν στην ακριβή σκιαγράφηση ενός ταπεινού και απεγνωσμένου ήρωα· με περισσή δεξιοτεχνία απέδωσε έναν απαιτητικό ρόλο, χωρίς να ξεφύγει σε επίπεδο γκροτέσκο ή μανιέρας· το σαρδόνιο γέλιο του με το οποίο έκλεισε η παράσταση  είχε στοιχεία ικανού υποκριτή.

Η Αγορίτσα Οικονόμου, ως Μαρία Λουκιάνοβνα, σύζυγος του Σεμιόν, με προσεκτικές κινήσεις και άριστη άρθρωση, έδεσε με τα δρώμενα και προσέθεσε ιδιαίτερη λαμπρότητα στην αποτύπωση της γυναικείας παρουσίας. Το ίδιο ικανή αποδείχθηκε και η Ναταλία Τσαλίκη, ως Σεραφίμα Ιλίνιτσνα, πεθερά του Σεμιόν, υποδυόμενη μια χαριτωμένη ύπαρξη, που ξεχειλίζει από ερμηνευτική ικανότητα, χαριεντιζόμενη συνεχώς. Ο Μάκης Παπαδημητρίου, ως Αλεξάντρ Καλαμπούσκιν, που συμβούλευε τον Σεμιόν να μην αυτοκτονήσει, αλλά στη συνέχεια δωροδοκήθηκε από τους ιθύνοντες και άλλαξε ρότα· η τεχνική και η συνειδητή του αφέλεια ήταν υποδειγματική· ο Άγγελος Μπούρας, ως πατήρ Ίκλυι, ήταν απολαυστικός, αν και ολίγον υπερβολικός, ο Νίκος Καρδώνης, ως Αριστάρκ επέδειξε ικανότητες κλόουν, ο Κώστας Μπερικόπουλος (Βίκτορ Βικτόροβιτς) πέτυχε  ως καρικατούρα ποιητή, τα μέλη του χορωδιακού τρίο, Αντώνης Αντωνιάδης, Γιάννης Λατουσάκης, Νικόλας Ντούρος, ήταν ευχάριστη έκπληξη, με φωνητικά εύστοχα και αρμονικά. Όμως δεν πρέπει να παραλειφθούν και οι λοιποί επί σκηνής ηθοποιοί Εβίτα Αγαΐστη, Βάσω Καβαλιεράτου, Κλέαρχος Παπαγεωργίου, Φανή Παρλή, Χρήστος Πούλος -Ρένεσης, Χριστίνα Χειλά -Καμέλη, που συνετέλεσαν και αυτοί αποφασιστικά στην επιτυχία της παράστασης. Η μουσική επένδυση χάρισε πανδαισία στα δρώμενα, εκτελεσμένη από τους Αλέξανδρο Δανδουλάκη, Γιώργο Γούσο, Δημήτρη Κλωνή, Βασίλη Παπαγιωτόπουλο και Δημήτρη Τίγκα.

Ο «Αυτόχειρ» σατιρίζει την ιδέα του θανάτου και την κατάθλιψη ως αιτία της αυτοκτονίας· μέμφεται τους μικροεξουσιαστές· λοιδορεί τα χαμηλόβαθμα κομματικά στελέχη· με επιτηδευμένη διόγκωση συμπεριφορών μέχρι ευτελισμού, παράγει ικανή ευχαρίστηση· η ακατανίκητη δεσποτεία των γραφειοκρατών έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τους αθώους μουζίκους· η στυγνή κερδοσκοπία επάνω σε έναν απελπισμένο πολίτη, μόνο από στυγνούς αξιωματούχους μπορεί αν υλοποιηθεί· τρίζουν οι κοινωνικοί αρμοί, όταν ο ταπεινός ήρωας αναφωνεί ότι: «θέλω να μην πεινάω, αλλά το περισσότερο διψάω για ζωή», επανερχόμενος στην κανονικότητα, λησμονώντας την πρόθεση να δώσει τέλος στη ζωή του· η αναρχούμενη απορρύθμιση της κοινωνικής ειρήνης οδηγεί αναπόφευκτα σε διαρκή τριβή και σε καθολική συντριβή· ο ανθρωπάκος, ως πρόβατον επί σφαγήν, είναι το μοναχικό άτομο, που περιφέρεται ανάμεσα στους πυλώνες της υποκρισίας και της εκμετάλλευσης.

Η  commediadell’ arte, παρούσα σηματοδοτεί υποδορίως τη θεματική εξέλιξη και προσδίδει στα επεισόδια περισσή ευφροσύνη, μετατρέποντας ένα δράμα σε κωμωδία.

Ο «Αυτόχειρ» είναι μια ελεγεία του Ν. Έρντμαν όπου διακρίνονται Αριστοφάνειες εκλάμψεις της σύγχρονης πραγματικότητας, η υποκρισία των εξεχόντων, η τελική κάθαρση, ο σαρκασμός, η χαοτική καταβύθιση του ατόμου στη μέγγενη του συστήματος, η ψευδαίσθηση ως ελπίδα, η απελπισία ως αντικίνητρο επιβίωσης, οι υποκριτικές επικήδειεςοιμωγές, η δεινότητα του λόγου και της κίνησης, η διάθλαση του Γκόγκολ, οι ευδιάκριτες φιγούρες της ματαιότητας, η φλογερή μυθοπλασία της αθωότητας, η αδιέξοδη πάλη των αδύναμων, η υποχθόνια ποδηγέτηση των πλήθων, η καταρράκωση της αγνότητας, η αφέλεια ως παράγων νοητικών παραμορφώσεων, ο ευτελισμός των νομάδων, ο μηδενισμός των αξιών, ο θρίαμβος του ευτράπελου, η ευφάνταστη εξιδανίκευση του μηδενός, ο νικητήριος κότινος του θεάτρου.

Ο Γιώργος Παπαγεωργίου αναμόχλευσε επωφελώς ένα έργο εκατό περίπου ετών, το διάνθισε με ποικίλα υφολογικά ευρήματα και απέδωσε στο κοινό μια εξαιρετική τσιρκολάνικη παράσταση.