Top menu

"Στη/Μέση", του Γιασμίν Φρέλιχ [ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ]

 

ΠΟΙΗΠΟΛΙΤΙΚΗ

 

Σε έναν κώνο φωτός, προσοχή.

Εκείνη.

«…μια νέα, κακή ποίηση». Και ένα γέλιο.

σκίσε με
κάνε λίγο χώρο
για σένα

Ξέρεις ποια λέξη βρίσκω ενδιαφέρουσα;

σκίσε με στη μέση

Ποια απ’ όλες;
Την ευγένεια. Είναι ευγενής (επειδή του αρέσω), είναι συγγενής. Θέλω να πω ότι δεν έχει καν σημασία πώς συμπεριφέρεται, δεν αφορά καν αυτόν… Βλέπεις; Ευγένεια. Έχουμε συγγένεια. Αν τον βρίσκω ευγενικό, είναι δίπλα μου, κοντά σε μένα, φτιάχνουμε μια συγγενική σχέση.

Σκίσε με στη μέση. Έλα, βάλε την πένσα μεταξύ των πλευρών μου.

«Ή, ξέρεις τι; Τι θα έλεγες αν…»

Ψαλίδι! Με το ψαλίδι στη μέση, πάνω από πενήντα, ναι, ξέρεις, φάσεις της σελήνης

«…γιατί τα βαρέθηκα όλα αυτά, τα ξέρεις ήδη απέξω όλα
αυτά, έτσι δεν είναι; Θερμό, αληθινά θερμό, χειροκρότημα. Είναι προφανές ότι την αγαπούν.

Δεν μπορώ να δω τίποτα, γιατί φύτεψα τη ματιά μου μέσα
σε κάποιον άλλον
τώρα περιμένω αυτό που θα φυτρώσει

Κάποιοι έχουν έρθει από μακριά, πολύ μακριά για να τη δουν. Η Ζόια είναι διάσημη. Όλοι την ξέρουν. Όταν τα πράγματα είναι δύσκολα («ξέρεις πόσο δύσκολα, πόσο πραγματικά, πραγματικά, πραγματικά δύσκολα είναι τα πράγματα, για τόσο πολλούς ανθρώπους;») τη διαβάζουν. Οι λέξεις της δεν λειτουργούν σαν λέξεις, οι λέξεις της είναι μέρος της φύσης, φυτρώνουν στη γη, στα δέντρα, τις έχει περιμαζέψει από τα ρυάκια, τις έχει μαδήσει απ’ τον ουρανό. Οι λέξεις της είναι βρώσιμες. Πραγματικά είναι. Πλούσιες σε θερμίδες. Σε παχαίνουν.

Στεγνώνω, όλη τραχιά και βρόμικη, ανάμεσα στις ρωγμές του τοίχου

«Όχι, αλήθεια τώρα πες μου, λειτουργεί αυτό για κανέναν;» Μια ζωηρή αντίδραση, δάχτυλα ανάμεσα στα χείλη τους, τσιρίζουν μέσα απ’ τα σάλια. Εδώ και μέρες μικρά αυτοκίνητα έχουν αρχίσει να συρρέουν στο Μπρούκλιν, άνθρωποι κατασκηνώνουν έξω, επειδή εκείνη είπε ότι προτίθεται να διαβάσει, αφού την εκλιπαρούσαν, την εκλιπαρούσαν ευγενικά, σταμάτησε να αντιστέκεται και είπε ότι θα διάβαζε. Να ακούσεις τη Ζόια! Ζωντανά! Τις φωνητικές της χορδές και τη φωνή της και το πώς τα πνευμόνια της γεμίζουν αέρα, και την παλλόμενη καρδιά της εκεί ακριβώς, ακριβώς μπροστά σου, μπορείς, αν προσπαθήσεις, αν πραγματικά προσπαθήσεις, μπορείς να τη νιώσεις! Την καρδιά της! Ουάου! Και ήρθαν, μα τον Θεό, αν τους έβλεπες, οι ψυχές τους έχουν κρυολογήσει, έχουν γελοία κουρέματα, και όλοι τους είναι κάπως

σκίσε με στη μέση, αλλιώς δεν μπορώ να αναπνεύσω!

στεναχωρημένοι. Ανασαίνουν ζεστά. Η βία τούς είναι άγνωστη. Ποιος ξέρει από πού ξεφύτρωσαν όλοι αυτοί, και μάλιστα τόσο νέοι. Τελικά οι γονείς τους τους απογοήτευσαν για άλλη μια φορά. Οι γονείς τους τόσο πολύ φοβήθηκαν ότι δεν μπορούν να φοβηθούν, που θέλουν να είναι ανοιχτοί στους άλλους, και να μην το βάζουν στα πόδια. Θα αποτελέσουν θύματα εγκλημάτων επειδή οι γονείς τους δεν ήθελαν καν να σκεφτούν αυτά τα εγκλήματα. Μια ολόκληρη γενιά που είναι και πάλι ανοιχτή στο να δεχτεί τα χαστούκια αγνώστων, επιτέλους!

«Εμπιστευτείτε τους πάντες! Γίνετε σκυλιά, κουτάβια, αφελή κουτάβια και σκάψτε με τα μικρές σας πατούσες, και πιέστε το φίμωτρο σας πάνω τους και συμπεριφερθείτε με αθωότητα, εννοώ, ότι είσαστε αθώοι, είσαστε όλοι εντελώς αθώοι, βασικά, μικρές μουσουδίτσες, να είστε ο εαυτός σας!»

Αφοσιωμένοι, ευγενικοί, ανεκτικοί και φιλικοί. Όμως η πλάτη δεν ξεχνά. Περάεργα κοπίδια.
/
Στο ξεκίνημα του εικοστού αιώνα, ο χώρος αυτός ανήκε σε ένα εργοστάσιο καρφιών. Μετά τη Μαύρη Πέμπτη (το κραχ του χρηματιστηρίου στις 24 Οκτωβρίου 1929), το εργοστάσιο πτώχευσε. Πεντακόσιοι είκοσι τρεις άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους. Τη δεκαετία του 1930 το τοπικό παράρτημα του Στρατού Σωτηρίας (μια προτεσταντική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1865 στο Ηνωμένο Βασίλειο από τον Γουίλιαμ και την Κάθριν Μπουθ) είχε την έδρα του εδώ. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ο χώρος μετατράπηκε σε εργοστάσιο σφαιρών. Εξήντα εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά τον πόλεμο, όταν η ζήτηση για σφαίρες μειώθηκε, ο χώρος έγινε καταφύγιο ζώων. Τα ζώα έτυχαν σκληρής μεταχείρισης. Το 1975 ο νεαρός ακτιβιστής Άλεξ Πατσέκο (που 5 χρόνια αργότερα θα ίδρυε την ΠΕΤΑ) εισέβαλε στο καταφύγιο και, χρησιμοποιώντας μια φωτογραφική μηχανή Leica flex (των 35mm, μονοοπτική ρεφλέξ), φωτογράφισε τις απαράδεκτες συνθήκες. Έστειλε τις φωτογραφίες στη συντακτική ομάδα του Village Voice. Οι μονόχρωμες εκτυπώσεις προκάλεσαν θυελλώδη κύματα. Το καταφύγιο έκλεισε. Οι τοπικές αρχές αγόρασαν τον χώρο και τον νοίκιασαν σε ομάδες καλλιτεχνών που αντλούσαν συναισθηματική δύναμη από το παρελθόν του. Εκεί σύχναζαν η Άνι Λίμποβιτζ, ο Άντι Γουόρχολ, ο Τζιλ Σκοτ-Χίρον, ο Ζαν Μισέλ Μπασκιά. Στο αποκορύφωμα της επιδημίας του κρακ (στα τέλη της δεκαετίας του ’80) καταλήφθηκε από εμπόρους ναρκωτικών. Όταν η αγορά κρακ μειώθηκε (για λόγους που δεν έχουν ακόμη εξηγηθεί πλήρως η αγορά οπιούχων κατέρρευσε ξαφνικά), ο χώρος παραδόθηκε ολοκληρωτικά σε πρεζόνια. Η κοινωνική λειτουργός Έντνα Γουέλκερ ερχόταν εδώ (οι τοξικομανείς τo αποκαλούσαν χαϊδευτικά «Το εστιατόριο του διαβόλου») για είκοσι πέντε ολόκληρα χρόνια, βοηθώντας τους δυστυχείς και καταγράφοντας τις παρατηρήσεις της σε ένα ημερολόγιο. Όταν ένας πελάτης που υπέφερε από στέρηση τη μαχαίρωσε μέχρι θανάτου, ο γιος της επιμελήθηκε τα ημερολόγιά της και τα δημοσίευσε σε βιβλίο. Η αστυνομία απώθησε τους τοξικομανείς, οι τοπικές αρχές γέμισαν την είσοδο με τσιμέντο. Έκτοτε ο χώρος έχει ερημώσει.

Ο διοργανωτής του φεστιβάλ Ποιηπολιτικής, Μαξ Αντορκιούζε (το όνομα αποτελεί προϊόν επινόησης), ο οποίος νοίκιασε τον χώρο, είχε οραματιστεί όλα τα παραπάνω και τα τύπωσε στην πίσω όψη των φυλλαδίων. Η Ζόια είναι το αστέρι του και η παρουσία της θα εξασφαλίσει την παρουσία των αναρχο-διανοούμενων της πόλης της Νέας Υόρκης, όλων των ψαγμένων, αληθινών, κουλ, έτοιμων για όλα ανθρώπων που έχει να προσφέρει η πόλη. Ανυπομονεί.

 


 

Απόσπασμα από το κεφάλαιο "ΠΟΙΗΠΟΛΙΤΙΚΗ" του βραβευμένου -με Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUPL) 2016- μυθιστορήματος του Σλοβένου συγγραφέα Γιασμίν Μπ. Φρέλιχ Στη/Μέση | Μετάφραση: Μαριάννα Αβούρη | Εκδόσεις Βακχικόν - Vakxikon Publications.