Top menu

Πανόραμα Αναγνώσεων: 8 βιβλία [Προτάσεις & κριτικές]

De Profundis, μυθιστόρημα, Όσκαρ Ουάιλντ, μτφρ. Ανδρέας Παππάς, Εκδόσεις Σμίλη, 2012


Πάθος. Μίσος. Αγάπη. Τρεις διαφορετικές λέξεις. Τρία ετερόκλητα συναισθήματα που μπορούν να συνδεθούν μεταξύ τους, αλλά αναμφισβήτητα είναι ικανά να λειτουργούν και αυτόνομα. Και μην αναρωτηθείτε, «γευόμενοι» τις σελίδες της «εκ βαθέων» εξομολογητικής επιστολής του Όσκαρ Ουάιλντ προς τον εραστή του, πώς στην ευχή καταφέρνει να «παντρέψει» τα εν λόγω συναισθήματα ενώ ταυτόχρονα να μας δίνεται η αίσθηση πως είναι παντελώς «ξένα» μεταξύ τους.

Στην ουσία το De Profundis δεν υπήρξε ποτέ βιβλίο. Αντίθετα προέκυψε ως τέτοιο μέσα στο χρόνο. Όλο αυτό το αριστούργημα δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της διετούς φυλάκισής του Ουάιλντ, καταφέρνοντας μάλιστα κάτι το αδιανόητο. Να γράφει καθημερινά μόνο μια σελίδα, μια και δεν του επιτρεπόταν να έχει στην κατοχή του επιπλέον κενές κόλλες χαρτί. Ακόμα περισσότερες -ιστορικής φύσεως- πληροφορίες μας παραθέτει και ο μεταφραστής του βιβλίου Ανδρέας Παππάς στο εισαγωγικό του σημείωμα.

Το πάθος από μόνο του είναι ένα πολύ ισχυρό συναίσθημα. Όταν αυτό όμως έρχεται να υπερισχύσει της λογικής τότε ας είμαστε προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε και τις συνέπειες που θα ακολουθήσουν. Σε αυτή προφανώς τη διαδικασία φαίνεται να μην μπήκε ποτέ ο Ουάιλντ και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να οδηγηθεί στις φυλακές του Ρέντινγκ. Κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του στο συγκεκριμένο σωφρονιστικό ίδρυμα θαρρείς πως ξύπνησαν μέσα του η αυτοεκτίμηση και ο αυτοσεβασμός. Λέξεις οι οποίες θα πρέπει να του ήταν κάτι περισσότερο από άγνωστες μέχρι εκείνη τη χρονική στιγμή. Και όλο αυτό άλλαξε ως δια μαγείας ξυπνώντας απ’ το λήθαργο στον οποίο βρισκόταν.

Άρχισε να ξεσπαθώνει αλληλοκατηγορώντας πότε τον εαυτό του και πότε τον λόρδο Άλφρεντ Ντάγκλας για το κατάντημα που του προκάλεσε το πάθος του γι’ αυτόν αλλά και η εν γένει συνολική καταστροφή του (οικονομική και μη), απόρροια του μίσους που μπορεί να μας οδηγήσει το πάθος. Σπαρακτικές εξομολογήσεις που μας βάζουν σε μια διαδικασία να αναλογιστούμε: «πως μπορεί να είναι εφικτό κάποιος να δίνει απλόχερα τόσα συναισθήματα και στο αντίποδα να λαμβάνει ένα τίποτα. Το απόλυτο κενό». Φευ!

Το εκπληκτικό σε αυτό το βιβλίο είναι ότι ο Ουάιλντ δεν αρκείται μόνο στην επιδερμική καταγραφή των γεγονότων που τον οδήγησαν στην φυλακή. Δεν συμβιβάζεται στο να  μοιράσει απλά και μόνο τις ευθύνες του και έτσι η σεμνή αυτή τελετή να λάβει τέλος. Αυτό έλειπε. Με μια ολοκληρωτική κατάθεση ψυχής μας οδηγεί σε μονοπάτια αγάπης και πως αυτά πηγάζουν μέσα από τη «γνωριμία» του με τον Χριστό και τις συνθήκες φυλάκισής του.

Αγγίζει ευαίσθητα δεδομένα της κοινωνίας της εποχής. Είναι με απλά λόγια ένα βιβλίο σταθμός στη παγκόσμια λογοτεχνία που αξίζει να έχει περίοπτη θέση στη βιβλιοθήκη μας.

Νίκος Μπίνος

 

Ποιήματα που αγαπήσαμε, επιμέλεια: Γιώργος Μαρκόπουλος – Κωστής Νικολάκης, Εκδόσεις Εκάτη, 2009


Αυτή κι αν είναι μια έκδοση με ιστορική, λογοτεχνική και κοινωνική αξία. Όχι, δεν πρόκειται για μια ακόμη ποιητική ανθολογία, που εύκολα και γρήγορα κάποιος μπορεί να ισχυριστεί. Αλλά έχουμε να κάνουμε με μια συλλογή μνήμης, από καρδιάς σαν να λέμε, που επιμελήθηκαν με ζήλο και ιδιαίτερη φροντίδα ο διακεκριμένος ποιητής Γιώργος Μαρκόπουλος και ο εκδότης (και ποιητής) Κωστής Νικολάκης.

Άλλωστε από τον Καβάφη, μέσα από τον Σεφέρη και τον Μέσκο, μέχρι τον Βαρβέρη και τον Καραβασίλη, τι να ανθολογήσεις και για τι να πρωτομιλήσεις; Οι δυο φίλοι και εραστές της λογοτεχνίας αποφάσισαν αυτή την έκδοση, μια διαχρονική σε αξία και μέγεθος για την ελληνική ποίηση του 20ου αιώνα, αποτίνοντας ένα φόρο τιμής στις λογοτεχνικές βραδιές – συντροφιές – παρέες, που γαλουχήθηκαν μέσα στη χούντα και συνέχισαν μέχρι τις αρχές του 1980 (και εξακολουθούν ακόμη τρόπον τινά), στο εντευκτήριο των Εκδόσεων Εκάτη, στην πλατεία Βικτώριας.

Τότε, το 1972, με σύνθημα και σήμα τους το ποίημα Καφενείον Γρηγορίου Μπαγιώρη του Ασημάκη Πανσελήνου, συγκεντρώνονταν γνωστοί και άγνωστοι ποιητές στο υπόγειο βιβλιοπωλείο του Κωστή Νικολάκη (με παλιά και νέα λογοτεχνία, ή αλλιώς μπορεί κανείς να βρει τα πάντα εκεί) και διάβαζαν αγαπημένα τους ποιήματα και λατρεμένους τους ποιητές.

Όλη εκείνη η ατμόσφαιρα όπως και οι ποιητές που αγαπήθηκαν και διαβάστηκαν εν είδει αντίστασης, ως μιας μορφής αγώνα ενάντια στο όποιο καθεστώς και την καθημερινότητα, μαζεύτηκαν σ’ αυτή την όμορφη έκδοση που κυκλοφορεί εδώ και τέσσερα χρόνια από τις Εκδόσεις Εκάτη.

Νέστορας Πουλάκος

 

Ελληνικό ροκ, μελέτη, Μανώλης Νταλούκας, Εκδόσεις Άγκυρα, 2012


Ο Μανώλης Νταλούκας είναι δημοσιογράφος και έχει ασχοληθεί με τη μελέτη της νεανικής κουλτούρας. Στο βιβλίο αυτό μας μιλάει για μια περίοδο 45 χρόνων, από το 1945 έως το 1990, παρουσιάζοντας με γλαφυρότητα την ιστορία του ελληνικού ροκ, το οποίο χωρίζει σε έξι εποχές. Στην εποχή του χάους, εκείνη της παράγκας, την σκοτεινή εποχή, της χρυσής νεολαίας, της δικτατορίας και την ύστερη εποχή.

Η ιστορία του ροκ, «είναι είναι η ιστορία της θαυμάσιας νεανικής περιπέτειας που χάνεται στα βάθη των αιώνων», αναφέρει ο συγγραφέας στην εισαγωγή του βιβλίου του. Παραθέτει την ιστορία του ροκ μέσα από τις πράξεις και τα μάτια των νέων. Αναλύει σε μέγιστο βαθμό τη νεανική κουλτούρα της εκάστοτε εποχής και τον τρόπο που εκφράζονται οι νέοι. Είτε είναι ποίηση είτε ζωγραφική, γλυπτική, κινηματογράφος είτε είναι μουσική. Όλες αυτές τις τέχνες ονομάζει μορφές του ροκ διότι είναι μορφές τέχνης που εκφράζονταν οι νέοι πάντα με ροκ τρόπο.

Το βιβλίο είναι γεμάτο με σπάνιες φωτογραφίες, ποιήματα και ζωγραφιές που σπάνια έχουν δει τη δημοσιότητα και οφείλω να ομολογήσω ότι πρόκειται για μια πολλή μεγάλη βοήθεια για όλους τους αναγνώστες του βιβλίου διότι διαβάζοντάς το δεν χρειάζεται να κάνουν σκέψεις. Οι σκέψεις μας έχουν αποτυπωθεί στα σπάνια αυτά ντοκουμέντα που υπάρχουν στο βιβλίο.

Πρωταγωνιστές του ελληνικού ροκ είναι οι νέοι. Ξεχωρίζουν ο Σίμος Τσαπνίδης, από την εποχή της «ιπτάμενης παράγκας» μέχρι τα ταξίδια του ίδιου σε όλη την Ευρώπη και τις σπάνιες φωτογραφίες που μας άφησε, ο Δημήτρης Πουλικάκος που τον βρίσκουμε ως μπίτνικ στο Λονδίνο και μετέπειτα ως τον πρώτο που έφερε το LSD στην Ελλάδα αλλά και ως τον άνθρωπο που υπάρχει σε κάθε εποχή του ροκ φτάνοντας μέχρι και σήμερα.

Όμως, ο συγγραφέας δεν διστάζει να μιλήσει για όλους και για όλα. Από τον Νίκο Μαστοράκη και το ρόλο που έπαιξε στην εποχή της χρυσής νεολαίας και την εποχή της δικτατορίας βγάζοντας πολλά λεφτά εκμεταλλευόμενος καταστάσεις της περιόδου, αλλά και για τον Νικόλα Άσιμο μας παραθέτει πληροφορίες που γνωρίζουν πολύ λίγοι.

Εν κατακλείδι, το βιβλίο αυτό μας εμπλουτίζει με γνώσεις και περιστατικά που ελάχιστοι γνωρίζουν παραθέτοντας παράλληλα και το πολιτικό κλίμα που υπήρχε, καθώς το ροκ είναι συνυφασμένο με την πολιτική.

Με το βιβλίο αυτό «θα κατανοήσουμε καλύτερα αυτό που εμείς κάποτε βιώσαμε ή που βιώνουμε τώρα για πρώτη φορά στη ζωή μας. Το ροκ!» γράφει ο Μανώλης Νταλούκας.

Διονύσης Κούτρας

 

Γιάννης Μαρία Χένριξ, ποίηση, Σάκης Σερέφας, Εκδόσεις Ίκαρος, 2013


Κυκλοφόρησε η όγδοη ποιητική συλλογή του γνωστού και πολυβραβευμένου θεατρικού συγγραφέα και πεζογράφου Σάκη Σερέφα. Και το ιδιαίτερο με αυτό το βιβλίο είναι ότι δεν έχουμε να κάνουμε με μια ακόμη συλλογή ποιημάτων εσωτερικής καταγραφής της ψυχοσύνθεσης…

…αλλά πρωτίστως και με μια κοινωνική καταγραφή απρόσμενων θανάτων που συνέβησαν στη Θεσσαλονίκη το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα και καταγράφηκαν μέσα από το αστυνομικό ρεπορτάζ των σελίδων της εφημερίδας Μακεδονία. Ο Σερέφας παίρνει την είδηση του θανάτου και την αποτυπώνει σε ένα ποίημα μνήμης, ή αλλιώς σε ένα κείμενο – φόρο τιμής για τους ανθρώπους που χάθηκαν ξαφνικά και νωρίς.

Τα ποιήματα του Σερέφα είναι ύμνοι στη ζωή και ταυτόχρονα ένας καταγγελτικός αποτροπιασμός στον θάνατο. Έτσι, με αυτή την πρωτοβουλία του Θεσσαλονικιού λογοτέχνη η ποίηση παίρνει ρεπορταζιακές διαστάσεις και εκτείνεται πέρα από το καθημερινό και στη συλλογική καταγραφή της μνήμης για ανθρώπους, άγνωστους στο ευρύ κοινό, που δεν τα κατάφεραν καλά στη ζωή.

Νέστορας Πουλάκος

 

Γυάλινος χρόνος, μυθιστόρημα, Πασχαλία Τραυλού, Εκδόσεις Ψυχογιός, 2013


Το μυθιστόρημα της Πασχαλίας Τραυλού Γυάλινος χρόνος είναι ουσιαστικά η ιστορία μίας γυναίκας τους τελευταίους μήνες της ζωής της, τους οποίους παρακολουθεί ο αναγνώστης ταυτόχρονα με δώδεκα διηγήματα. Η ηρωίδα του βιβλίου, μέσα από τη συγγραφή των δώδεκα αυτών ιστοριών αναζητά την προσωπική της λύτρωση από όλα αυτά που στοίχειωσαν τη ζωή της και αναζητά μέσω της συγγραφής το δικό της προσωπικό τρόπο για να αντιπαρατεθεί απέναντι στον μεγαλύτερο φόβο της ανθρώπινης ύπαρξης, το θάνατο.

Είναι όμως ο θάνατος σαν γεγονός αυτό που φοβόμαστε ή μήπως ο χρόνος που απομένει στον καθένα από εμάς; Εκεί ίσως βρίσκεται το σημαντικότερο μήνυμα που περνάει το συγκεκριμένο βιβλίο καθώς ο χαρακτηρισμός «γυάλινος» που χρησιμοποιείται στον τίτλο θέλει να τονίσει το πόσο εύθραυστος είναι ο χρόνος και πόσο διαφορετική χροιά μπορεί να του προσδώσει ο καθένας από εμάς ανάλογα με τα προσωπικά του φίλτρα.

Πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι για ακόμα μια φορά ο έρωτας στην πιο τραγική του μορφή. Ο παράφορος έρωτας ο οποίος βρίσκεται σε μία συνεχή και αμείλικτη αναμέτρηση με το χρόνο. Οι δώδεκα ιστορίες. οι οποίες εκτυλίσσονται παράλληλα με την ιστορία της πρωταγωνίστριας αποτελούν εξαιρετικά δείγματα γραφής και κατά την άποψη μου θα μπορούσε η καθεμία από αυτές να αποτελέσει ένα ξεχωριστό αυτοτελές διήγημα το οποίο από τη μία μπορεί άνετα να «σταθεί» μόνο του αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύουν. η κάθε μία με το δικό της μοναδικό τρόπο. την ουσία της ιστορίας της κεντρικής ηρωίδας.

Αλεξία Νταμπίκη

 

Απόψε θα χιονίσει, θα το δεις…, νουβέλα, Δάφνη Μανούσου, Εκδόσεις Anubis, 2011


Όταν σε ώρες σιωπηρές συνεδριάζουν
οι λογισμοί και συγκαλώ τα περασμένα
αναστενάζω μ’ όσα χάθηκαν για μένα,
παλιά μου πάθη αγαπημένα που λιμνάζουν.
Βρύση τ’ αδάκρυτα κυλούν για κάποιο φίλο
στο αχρονολόγητο σκοτάδι του θανάτου,
άκυρο έρωτα καλώ με τ’ όνομα του,
κλαίω τον σπάταλο Καιρό και πάλι οφείλω.
Κι όλο λυπούμαι κάποια λύπη που ’χει εκλείψει,
πόνο τον πόνο μου ξανά εξιστορώ
την προγενέστερη που μ’ έθλιψε τη θλίψη,
που την πληρώνω κι όμως πάντα υστερώ.
Μα τότε η σκέψη μου γεμίζει από σένα,
κι όλα τα πάθη αναιρείς και τα χαμένα.
[William Shakespeare, 25 σονέτα,
μετάφραση Διονύσης Καψάλης, εκδ. Άγρα 2009]


Με το 30ο σονέτο του Σαίξπηρ ξεκινάει την πρώτη νουβέλα της η ηθοποιός Δάφνη Μανούσου και η ηρωίδα Ίλια Αξιώτη το μεγάλο ταξίδι της ως Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων της Αμερικής, αλλά και στον κόσμο του έρωτα, ιδωμένο μέσα από τα μάτια της νεανικής αθωότητας που εκπροσωπεί αυτό το βιβλίο. Χρόνια που με όλη την αφέλεια και την ανησυχία που τα περιβάλλει, δεν παύουν να είναι τα καλύτερα χρόνια της ζωής, μέσα στον απολογισμό που με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο μάς καλεί να προβούμε η ενηλικίωση.

Με τη νεανική δροσιά, στην οποία επιτυγχάνει να εισχωρήσει η συγγραφέας, όλες οι μικρές και μεγάλες επιτυχίες ή αποτυχίες μοιάζουν να γίνονται περιπέτεια. Η ηρωίδα θα βουτήξει γενναία στις προκλήσεις που συναντά, θα ενθουσιαστεί, θα κλάψει, θα συνεχίσει. Ο αυθόρμητος κοριτσίστικος ρομαντισμός της μετεφηβικής ηλικίας, που τη συνοδεύει στο μεγάλο ταξίδι της, θα της δώσει τη συναισθηματική στήριξη που τόσο χρειάζεται για να αντεπεξέλθει στη μοναξιά της μεγάλης πόλης και, χωρίς να αλλοιώσει στο ελάχιστο την αυθεντικότητά της, να επιστρέψει γεμάτη εμπειρίες, χρώματα και μυρωδιές, ανεξίτηλα χαραγμένα πλέον στη μνήμη της.

Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε 3 μέρη. Καθένα από αυτά συνοδεύεται από προτεινόμενη λίστα τραγουδιών, τραγούδια που ενέπνευσαν τη συγγραφέα, μελοποιώντας την ατμόσφαιρα που ρουφάει αμέσως τον αναγνώστη στην κατανόηση της συναισθηματικής παραζάλης της ηρωίδας, καθώς αυτή ανακαλύπτει για πρώτη φορά τη ζωή, με τις εκπλήξεις, τις αγωνίες της, τα σκιρτήματα της καρδιάς.

Στο Α΄ Μέρος έχουμε τον αποχωρισμό από την ασφάλεια και την οικογενειακή σταθερά, την οποία διαδέχεται η προσγείωση στη χιονισμένη Ν. Υόρκη και το αμερικανικό όνειρο. Η 19χρονη Ίλια θα φύγει κρατώντας στα χέρια της ανοιχτό το εισιτήριο της επιστροφής. Όμως δεν θα το χρησιμοποιήσει βάζοντάς το στα πόδια με τις πρώτες δυσκολίες που θα συναντήσει, την απαιτητική θεατρική σχολή όπου επέλεξε να φοιτήσει ή τα προβλήματα της άμεσης καθημερινής επαφής με την ξένη γλώσσα. Θα παλέψει με συντροφιά την ανάμνηση από τα πρώτα φιλιά και τη γεύση τους που άφησε πίσω της φεύγοντας, αλλά και με τα πρώτα δάκρυα που θα έρθουν γρήγορα να κυλήσουν. Θα αφεθεί στις μαγευτικές γωνιές της πόλης, θα κάνει τους πρώτους της φίλους, θα κρατήσει ζωντανή -παρά την απόσταση- τη σχέση της με τη μεγαλύτερη αδερφή της Αριάδνη, της οποίας και θα έχει αδιάκοπα την αμέριστη συμπαράσταση. Θα λατρέψει τα πρωινά muffins και τα pancakes του αμερικάνικου brunch και μέρα με τη μέρα θα μεγαλώσει, θα δυναμώσει. Κοιτάζοντας τις νύχτες απ’ τη βεράντα της το Empire State Building με τα μπλε ελεκτρίκ φώτα του, θα κάνει τα μεγάλα της σχέδια, καθώς θα γνωρίζει τον εαυτό της. Θα τιθασεύσει τους φόβους της και θα βάλει στα όνειρά της όριο μόνο τον ουρανό.

Το Β΄ Μέρος ξεκινάει αμέσως μετά με τη σχέση της Ίλια με το συμφοιτητή Νταν, σχέση που γρήγορα θα φέρει έναν εικονικό γάμο, συνθήκη ασφαλώς γνώριμη για όσους έχουν ζήσει την Αμερική. Ταυτόχρονα όμως, τον Σαίξπηρ και τον Τσέχωφ θα διαδεχθεί το αληθινό πάθος, καθώς μια άλλη απρόσμενη ερωτική φιλία θα έρθει να γεμίσει την ηρωίδα με πόθο και ενοχές. Εκεί θα ζήσει για πρώτη φορά την εσωτερική πάλη και το δίλημμα που δεν μπορούσε με όλο της το είναι να υποδυθεί στον πρώτο της μονόλογο ως Ιουλιέττα. Διχασμένη ανάμεσα στη φιλία και την αγάπη της για τον Νταν από τη μία και τα παράφορα συναισθήματά της για τον Αλμπέρτο από την άλλη, θα αγωνιά για την απόκτηση της πολυπόθητης πράσινης κάρτας της ενώ θα ενθουσιάζεται με τα e-mail του «παράνομου» έρωτα όπως τον έχει πλάσει η ίδια στη φαντασία της και τους γρήγορους ρυθμούς της νέας ζωής της. Θα φωτογραφίσει στιγμές ταξιδεύοντας μεταξύ Αθήνας και Ν. Υόρκης, από τα στενά σοκάκια των Εξαρχείων στη Γέφυρα του Μανχάτταν και πίσω ξανά. Όμως, όπως θα απομυθοποιήσει τον επίδοξο εραστή όταν της γυρίσει μια νύχτα την πλάτη, έτσι θα αποδομήσει σιγά σιγά και το μεγάλο όνειρο της Αμερικής, όπου ακόμα και για έναν εικονικό γάμο που αποφασίστηκε σε κορώνα ή γράμματα, της ζητήθηκε να υπογράψει προγαμιαίο συμβόλαιο.

Το Γ΄ και τελευταίο Μέρος ξεκινάει λίγο μετά τη βαθιά φωνή του Αλέξη που θα ταρακουνήσει την καρδιά της Ίλια οριστικά. Ο έρωτας θα συναντήσει εδώ την ενηλικίωση και τη συνειδητοποιημένη αγάπη και τότε θα δυσκολέψουν τα πράγματα όσο ποτέ, ιδίως μετά τη μόνιμη πια επιστροφή της Ίλια στην Αθήνα. Η ιστορία βέβαια δεν γίνεται σε κανένα σημείο της μελό, καθώς το απρόβλεπτο χιούμορ της συγγραφέα έρχεται να αποσυμφορήσει κάθε συναισθηματική ένταση στις πιο κρίσιμες κορυφώσεις της, όπως λ.χ. με τις παρεμβαλλόμενες σκηνές από την ιντερνετική γνωριμία με τον 45χρονο Κωστή, όπου με έναν διακριτικό κυνισμό περιγράφεται και η τόσο σύγχρονη πραγματικότητα των chat και του facebook, ενώ μαθαίνουμε και την «ορολογία» του drunk dialing, όπως δηλαδή λέμε μην οδηγείς μεθυσμένος… θα λέγαμε και μην στέλνεις sms και μην τηλεφωνείς μέσα στη νύχτα μετά τα 2-3 ποτά…

Ωστόσο, πλάι στην άμεση, ζωντανή και διασκεδαστική, γεμάτη καθημερινούς διαλόγους γλώσσα της συγγραφέα, μας βασανίζει μαζί με την ηρωίδα, μέχρι το τέλος, σαν τα μαθηματικά προβλήματα, όπως μας γράφει η ίδια, το ερώτημα γιατί χωρίζουν οι άνθρωποι και γιατί αγαπιούνται. «Πώς γίνεται να αγαπούσες κάποιον παλιά και να μην τον αγαπάς τώρα και μετά πάλι να τον αγαπάς…;»

Και πώς αλλιώς θα γράφονταν τα τραγούδια που ακούμε μαζί με το βιβλίο της Δάφνης Μανούσου; Και πώς αλλιώς δεν θα έχανε η Ίλια την ελπίδα της; Γιατί, αναλόγως και τον επίλογο που θα επιλέξει ο αναγνώστης, ποιος ξέρει, μπορεί και να χιονίσει ανά πάσα στιγμή.

Πόλυ Μαμακάκη

 

Σκιά είναι, ποίηση, Ελένη Δημητριάδου - Ευφραιμίδου, Εκδόσεις Αρμός, 2009


«Πάντα δυο λέξεις
δραπετεύουν από το ποίημα»


Δύο λέξεις πάντα ξεφεύγουν από τη ρότα της σκέψης ενόσω αυτή καταγράφεται στη ροή του ποιήματος. Δύο λέξεις που διατρέχουν όλη την ποιητική περιφέρεια της συλλογής, χλευάζουν τις γύρω λέξεις, αποδομούν την σύνθεσή τους στην χάρτινη αράδα, ολιγωρούν την ιδιότροπη συμπεριφορά του σύγχρονου ανθρώπου και γίνονται απόκοσμες, γίνονται σκληρές, γίνονται ανεπιθύμητες επειδή «υπερασπίζονται την αλήθεια… ίσως».

Δύο λέξεις τιτλοφορούν τη τελευταία ποιητική συλλογή της Ελένης Δημητριάδου-Ευφραιμίδου (6ης κατά σειρά) ΣΚΙΑ ΕΙΝΑΙ από τις εκδόσεις Αρμός. Τρεις ενότητες και 34 ποιήματα. Η αυλαία της κάθε ενότητας ανοίγει με το γνωμικό κάποιου αρχαίου έλληνα συγγραφέα/φιλοσόφου «Άνδρας χρυσάφι “έπιασε”, παράτησε το δίχτυ», «Και του σοφού η τέχνη δεμένη είναι στο κέρδος», «Από το φόβο η καρδιά γαλήνια δεν μένει». Στο ενδιάμεσο τα ποιήματα απλώνονται σε διάφορες θεματικές με κυρίαρχη αυτή της δύναμης του χρήματος και της διαστρέβλωσης που αυτό επιφέρει σε ατομικό αλλά κυρίως σε κοινωνικό επίπεδο.

«Ευρυδίκη,
καιρός να ανέβεις.
[…]
Πες κάτι και εσύ στις Εξουσίες,
πως το φως δεν ιδρύεται
με το χέρι στην τσέπη»


Έκδηλη είναι η προσπάθεια της ποιήτριας να τονίσει αυτό που βαθιά μέσα της την πονά. Και το κατορθώνει. Αποκαλύπτει την απληστία του ανθρώπου, την έμφυτη του ορμή να εξουσιάζει αλλά και την κατάρα του να εξουσιάζεται από τα χρήματα. «(Έχει πάρει τα επάνω της η αθλιότης / και διακονεί / παραπλανήσεις βαρύθυμες.)». Ο πολιτισμός αποδεικνύεται ανίσχυρος μπροστά στην εξέλιξη του είδους, αγκομαχεί μπροστά στις νέες διαδρομές, ο άνθρωπος μεταλλάσσεται ή εν τέλει αποδεικνύει αυτό που πάντοτε ήταν, δηλαδή επιρρεπής στο χρήμα, τον πλούτο, την ευκολία.

«Τώρα σκουριάζει ο ουρανός.
Οξειδωμένα είναι τα σύννεφα.
Τρέμουν οι μεντεσέδες τους
για τα καλά.


Με προσφυγή σε μυθικά πρόσωπα αλλά και μοντέρνες καταστάσεις, με γλώσσα ζωντανή και σφριγηλή εικονοκλασία η ποιήτρια οργώνει σιγά αλλά σταθερά το υλικό της και αποδίδει τους καρπούς των σκέψεών της με το καλύτερο ρεαλιστικό τρόπο. Το οξύμωρο του σχήματος είναι η δύναμη του χρήματος, δηλαδή η δύναμη μιας σκιάς που καταφέρνει να αποσκιάζει την φωτεινότητα του ανθρώπου και να τον αποχαυνώνει συναισθηματική και υπαρξιακά. Ευτυχώς υπάρχει ακόμη όμως μέσα στο ανθρώπινο το δυναμικό της αντοχής και του αισιόδοξου, υπάρχουν λέξεις που επιμένουν να υπερασπίζονται την αλήθεια.

Πάντα δυο λέξεις
δραπετεύουν από το ποίημα
[…]
Υπερασπίζονται την αλήθεια… Ίσως.»


Aναστασία Γκίτση

 

Επιστρέφω στο κύμα, ποίηση, Ανέστης Μελιδώνης, Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2012


Εξαρχής θα επισημάνω δύο πράγματα.

Πρώτον: Όποιος θέλει να μάθει ποιο είναι το πρόσωπο της αλήθειας που αντιπροσωπεύει η εποχή μας πρέπει να σκύψει μ’ ενδιαφέρον στην ποίηση του Α. Μελιδώνη. Γιατί αντιπροσωπεύει την ερήμωση που υπάρχει γύρω μας, και αρκετά μέσα μας σε σχέση με τα συναισθήματά μας. Οπότε ειδικά για τους νέους είναι πολύ δύσκολο να φέρουν στο φως, μια καινούρια ποιητική φλόγα που να ’χει λάμψη και άνθιση.

Ακόμη κι αν υπάρξει μία από τις εκρήξεις αυτές, και μάλιστα όσο φανταχτερές κι αν είναι, θα φαντάζει σαν μια προετοιμασία χωρίς μακριά συνέχεια, κι ας είναι δυνατή. Το να είναι καθαρά προσωπική δεν σημαίνει ενότητα συνόλου κι αυτό μειώνει το θάμπος και τη λάμψη της. Θα μας πει:

σελ 47. Δεν αντέχω να θυμίζω λέξεις / δεν πρέπει να ξεχνάω οράματα / δεν μπορώ να κρούω κινδύνους / αρκετά σώθηκαν μέχρι τώρα καρδιές / σήμερα ξέρουμε – ο έρωτας δε ζητάει τεκμήρια.

Και μια αλήθεια επίσης σημαντική για τις σχέσεις της εποχής μας:

σελ 46. Όρμησα να σε χαράξω / σύμβολο του έρωτα / να σε οδηγήσω / σε μονοπάτια πράσινα. / Καλύτερα έτσι / χωρίς ματωμένα σ’ αγαπώ / χωρίς αριθμημένες οπτασίες. / Γι’ αυτό θα σ’ αγαπώ.

Θα ‘λεγα πόσο θριαμβευτικά ξεπηδάει η αίσθηση τόσο του έρωτα όσο και της αγάπης. Πολύπαθες και οι δύο έννοιες και προβληματικές στον καιρό μας. Κάποτε ήταν συναθλητές, τώρα όσο κι αν προσπαθήσουν να πλατύνουν τόσο το αίσθημα όσο και η ιδέα της ολοκληρωμένης σχέσης δεν συνταιριάζονται ούτε νιώθεις εξαρχής τη συνοδεία μιας προσπάθειας ή μιας πρόσκαιρης παραδοχής.

Δεύτερη επισήμανση: Η ποιητική δύναμη κι η ορμή αξιοποιούνται όταν οι διαστάσεις είναι βιωμένες και φαντάζουν πρωτοφανείς καθώς σκαρφαλώνουν στον αποφθεγματικό ή τον γνωμικό λόγο, σαν να θέλουν να συναντήσουν τα ερείπια των αρχαίων μαντείων. Πολλά απ’ αυτά σου δίνουν την αίσθηση ότι χορεύουν τον πυρρίχιο χορό καθώς αγκαλιάζουν με πάθος και πάλι την αλήθεια:

σελ 21. Διασύρουμε τόση ομορφιά / στο πεζοδρόμιο της νιότης.

σελ 73. Μια θλίψη δε φτάνει / να σιγήσει τον πόθο.

σελ 65. Είμαστε στο χείλος του γκρεμού / αλλά κοιτάμε τη θάλασσα.

σελ 35. Αν το όμορφο είναι αυτό που βλέπω / καιρός να αντικαταστήσω τα μάτια μου.

σελ 23. Η ανάμνηση έδωσε πνοή στο σώμα / που κάποτε ήταν μνημείο.

Διαμορφώνει αδιάκοπα με μια δική του μέθοδο τις έννοιες και τις διαστάσεις που έχουν πάρει σήμερα. Η έκφρασή του κινείται μέσα σ’ ένα ποιητικό κλίμα που δεν μπορούν ούτε οι σύγχρονοι νέοι ν’ αντιληφθούν γιατί ζουν τα ζωτικά του κίνητρα και δεν είναι σε θέση να τ’ αξιολογήσουν. Πάντα η διαδοχική σειρά χρόνων κι εποχών ανεβάζει ή συγκρίνει την ποίηση στην πνευματική ζωή.

Θ’ αναφερθώ τέλος και στην ατομικότητα του Α. Μελιδώνη. Ναι μεν τα βιώματά του τον περιτριγυρίζουν, αλλά τους δίνει μια ευρύτερη διάσταση. Θέλει ή άθελά του καθιερώνει τη δική του επικράτεια και προσπαθεί να την ταιριάξει με τους νέους θεσμούς που ακόμα δεν έχουν τεκμηριωθεί. Είναι όμως αναγνωρήσιμοι. Η μαγική ηλικία της νιότης και της μεγάλης περιπέτειας μ’ ένα προορισμό που κάποτε θ’ αποτελέσει την εποχή της φιλολογικής νιότης, σαν ένα νέο ποιητικό ρεύμα.

Ευαγγελία Μισραχή
Λέσχη Ανάγνωσης Απριλίου


Στην έκδοση Κική Δημουλά: Χρονικογράφος του εφήμερου (Εκδόσεις Κέδρος, 2013), ο Κώστας Γ. Παπαγεωργίου συγκεντρώνει κείμενα του που έχει γράψει κατά καιρούς αλλά και καινούρια του, προσπαθώντας να ερμηνεύσει το φαινόμενο Δημουλά στην ελληνική ποίηση, που έχει ξεπεράσει χρόνια τώρα τα σύνορα μας και έχει γίνει παγκόσμιο.

*


Μια νουβέλα και πέντε διηγήματα μαζεύει στην έκδοση Αγαπημένε μου ψυχίατρε (Εκδόσεις Απόπειρα, 2012) η Καίτη Βασιλάκου. Με αυτό τον τρόπο, το βιβλίο αυτό αλληλοσυμπληρώνεται με την ομώνυμη ποιητική συλλογή που εκδόθηκε την ίδια στιγμή από τις Εκδόσεις Μανδραγόρας.

*


Το τάγμα της ελπίδας (Εκδόσεις Σύγχρονοι Ορίζοντες, 2011) τιτλοφορείται το νέο μυθιστόρημα -τρίτο στη σειρά- του συγγραφέα Νίκου Παργινού, που ζει πλέον μόνιμα στην Κέρκυρα.

*


Μου λείπουν οι νύχτες της γραφής / η αλήθεια των ματιών σου / η μουσική στα αυτιά μου. Στίχοι από την πρώτη ποιητική συλλογή της Ξένιας Κακάκη Μικροποιημάτων παζλ (Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2012) που αποτυπώνουν την αγωνία και την αισθαντικότητα της ίδιας της ζωής μες στη σκληρή καθημερινότητα μας.

*


Ένα απαραίτητο κομμάτι που συμπληρώνει τη βιβλιοθήκη μας αλλά και τη βιβλιογραφία μας είναι ο Τόμος Α' Επί πτερύγων βιβλίων (Εκδόσεις Σόκολη, 1995) του ποιητή Γιάννη Κουβαρά, ο οποίος έχει μαζέψει πολλά από τα κριτικά κείμενα του για βιβλία και ποιητές από τις εφημερίδες Καθημερινή, Μεσημβρινή, Αυγή, Εποχή, Πρώτη και τα περιοδικά Διαβάζω, Ομπρέλα, Γραφή κ.ά.