Top menu

"Να με λες Ελένη..." της Λένης Ζαχαρή -Κριτική Βιβλίου

Γράφει η Ευσταθία Δήμου

Η πρώτη ποιητική απόπειρα της Λένης Ζάχαρη, που κυκλοφορεί υπό τον τίτλο «Να με λες Ελένη…», μαρτυρεί μία ώριμη ποιητική φωνή και μία μακρά πορεία στο χώρο των γραμμάτων, γεγονός, άλλωστε, που αποδεικνύεται και από τον αριθμό των ποιημάτων που συναποτελούν την συλλογή και που φτάνει τα πενήντα τέσσερα, όλα ελευθερόστιχα. Ήδη, από τον τίτλο, ο αναγνώστης μπορεί να διαμορφώσει κάποιες προσδοκίες που εξακτινώνονται προς δύο κατευθύνεις. Η πρώτη αφορά και σχετίζεται με την αυτοαναφορικότητα των ποιημάτων, την αίσθηση δηλαδή ότι δημιουργία της ποιήτριας αποτελεί μια προσωπική κατάθεση, ενώ η δεύτερη, που αποτελεί προέκταση της πρώτης, προκύπτει από την επιθυμία της ποιήτριας να προσωπογραφήσει τον εαυτό της και να τον τοποθετήσει μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, ηθικό, αισθητικό, ψυχολογικό. Έτσι, η χρήση του αδύνατου τύπου της προσωπικής αντωνυμίας «με», σε συνδυασμό με το ουσιαστικό «Ελένη» που δεν χρησιμοποιείται ως όνομα, αλλά ως επίθετο, επέχοντας μάλιστα θέση κατηγορουμένου, διαμορφώνει ένα κλίμα στο οποίο κυριαρχεί το προσωπικό βίωμα, είτε πραγματικό, είτε φαντασιακό.

Οι προσδοκίες του αναγνώστη επιβεβαιώνονται, εν μέρει, στο πρώτο ποίημα της συλλογής με το οποίο πραγματοποιείται μία ταύτιση του ονόματος της ποιήτριας, Ελένη, με τη λέξη «έλεος», μια ταύτιση ηχητική και σημασιολογική ταυτόχρονα, σε ένα ποίημα με κεντρική του ηρωίδα τη γυναίκα που ανά τους αιώνες αποτέλεσε την έμπνευση και την αφορμή για λογοτεχνικές δημιουργίες. Τώρα μιλώ, τόσους αιώνες ξεδιαλέγω λέξεις/ να φτάσουν στους ορίζοντες!// Να με λες Ελένη ν’ ακούγεται Έλεος («Να με λες Ελένη ν’ ακούγεται Έλεος») Ωστόσο, μετά το πρώτο αυτό ποίημα της συλλογής και με εξαίρεση κάποια ακόμη που δεν κρύβουν τον αυτοαναφορικό τους χαρακτήρα, ο οποίος μάλιστα δηλώνεται ευθέως με τη χρήση του α΄ ενικού προσώπου, η πλειονότητα των ποιημάτων φαίνεται πως ξεφεύγει από το προσωπικό, το «εδώ» και το «τώρα» του ποιητικού υποκειμένου, και ανάγεται σε ένα επίπεδο υψηλότερο, με την ματιά της ποιήτριας να μετατρέπεται σε συμπαντική και να αγκαλιάζει τον κόσμο, αλλά και τον άνθρωπο ως ολότητα. Έτσι, ο τίτλος παρουσιάζεται εν μέρει παραπλανητικός, καθώς ανατρέπει την αρχική προσδοκία για μια ποίηση εσωστρεφή, αφού την πλειονότητα των ποιημάτων διαπερνά μία διάθεση εξωστρέφειας και μια τάση προς το «υψηλό» και το «καθολικό». Στενά συνυφασμένη με την τάση αυτή είναι και μία εξακτίνωση προς ζητήματα θεολογικά που εντοπίζει κανείς σε ορισμένα ποιήματα στα οποία η ποιήτρια αποπειράται να ανοίξει ένα δρόμο προς το θείο, ένα δρόμο επικοινωνίας και επαφής. Κρατώντας τα νήματα μιας προσευχής/ πορεύομαι ανάμεσα/ σε γράμματα και ώρες,/ αντικείμενα λαλίστατα, βιβλία,/ σιωπές ανθρώπων.// Μόνο ο Θεός μιλάει/ αναπάντεχα. («Μιας μέρας»)

Θεματικά τα ποιήματα της συλλογής εκκινούν από διάφορες αφετηρίες, γνωστές στην ποιητική δημιουργία διαχρονικά. Είναι ο χρόνος και οι ασύλληπτες διαστάσεις του, η μνήμη και η λήθη, η μοναξιά, ο έρωτας, ιδωμένος όχι μόνο ως συναίσθημα, αλλά και ως γενεσιουργός αιτία της ανθρώπινης ύπαρξης, η γυναικεία φύση και παρουσία, η τέχνη της ποίησης. Ο χειρισμός των θεμάτων αυτών άλλοτε γίνεται κατά τρόπο απόλυτα προσωπικό, η ποιήτρια δηλαδή ανατέμνει τη δική της ψυχοσύνθεση και ψυχολογία και καταθέτει την δικής της αλήθεια, την δική της πραγματικότητα, τον ίδιο της τον εαυτό μέσα στο ποίημα. Άγγιξέ με, να ραγίσει η βεβαιότητα/ να δεις πως γίνονται από ψηφίδες/ ολόκληρα τα όνειρα,/ να δεις πως γίνονται από στιγμές/ αιώνια τα θαύματα.// Μόνο Φόβο έχω στην παλάμη/ άγγιξέ με, να εκραγεί η απόγνωση. («Άγγιξέ με») Άλλοτε πάλι η προσέγγιση της ποιήτριας γίνεται κατά τρόπο περισσότερο απρόσωπο, ακριβώς για να μπορέσει να χωρέσει μέσα της τον άνθρωπο, ως έννοια, ως ιδέα, ως ύπαρξη. Βεβαίως υπάρχουν και οι περιπτώσεις ποιημάτων στα οποία η Ζάχαρη ακροβατεί εντέχνως ανάμεσα στις δύο αυτές τάσεις, διαμορφώνοντας ένα εκκρεμές που έχει στο ένα του άκρο το ατομικό και στο άλλο το παναθρώπινο. Ώρα δίσκεκτη κατά λάθος ουρανός γαλάζιος/ άκυρη άνοιξη.// Μην ταράζεις την ηρεμία των κυμάτων./ Πάνω σε κίτρινα τριαντάφυλλα/ σκορπισμένα στους αιώνες, χλωμά παιδιά./ Ελάχιστη είμαι στις παλάμες του θανάτου («Άκυρη Άνοιξη»)

Κοντά σε αυτές τις θεματικές πηγές που συνιστούν δεξαμενές από τις οποίες άντλησαν και εξακολουθούν να αντλούν οι ποιητές, η Ζάχαρη διαμορφώνει και μία κατηγορία ποιημάτων που αφορμώνται από γεγονότα επικαιρικά, με προεξάρχον το προσφυγικό ζήτημα, για το οποίο η ποιήτρια τεχνουργεί μία εικόνα που ακροβατεί ανάμεσα σε όσα προσλαμβάνει η όραση και σε όσα πλάθει η σκέψη. Περνάν τα χρόνια πότε απ’ τα Στενά/ και πότε απ’ τα Διόδια/ τώρα κομπολόι προσφύγων// Χάθηκε ο χρόνος στις κρύπτες. Αφήνει χώρο για την ύβρι./ Δεν ήξερα, δεν ήξερες/ ποια τύχη ασημάδευτη γράφτηκε αίμα/ στο ρίγος του Καλοκαιριού. («Τα μυστικά») Το προσφυγικό, βέβαια, δεν είναι η μόνη σκληρή πραγματικότητα που κινητοποιεί το αίσθημα και τη γραφίδα της ποιήτριας αλλά, γενικά, όλα εκείνα τα δεινά που έχουν κατακλύσει την ανθρωπότητα, όπως η φτώχεια, ο πόλεμος, η αρρώστια, η απώλεια, η θλίψη. Βλέπεις έχουμε κι εμείς θύματα, πρόσφυγες/ πολέμου ανοιχτού./ Απόψε, αύριο, πάντα, δεν ξέρω, στα παγκάκια, στις πλατείες, στους δρόμους,/ μαζεύουν οι οδοκαθαριστές/ σωρούς ολόκληρους βρεγμένες δυστυχίες. («Περιπολία»)

Χαρακτηριστικό είναι το τελευταίο ποίημα της συλλογής, «Προστακτική Παράκληση», το οποίο τελειώνει με τον ίδιο ακριβώς στίχο που κλείνει και το πρώτο ποίημα και που εκφράζει την επιθυμία της ποιήτριας να ταυτιστεί με τον «Έλεον», με το αίσθημα της συμπόνοιας και της συμπάθειας απέναντι σε όσους πάσχουν, με μία στάση αλτρουισμού, με μία κίνηση υπεράσπισης των απόκληρων της ζωής και, κυρίως, των θυμάτων του πολέμου. Από μέρα σε νύχτα γυρνώντας/ τις λέξεις ορθοτομώ με αγωνία για το παρόν/ που γεμίζει τον Σκάμανδρο κορμιά ματωμένα/ με την αδιαφορία στο θρόνο της. Αυτή ακριβώς η στάση, που προϋποθέτει τη συνειδητοποίηση του μεγέθους του προβλήματος αλλά και της προσωπικής ευθύνης, συνιστά και μια πρώτη κατάκτηση προς την πλευρά της λύτρωσης ή της κάθαρσης που, σαν έννοια, είναι στενά συνδεδεμένη με το «έλεος», όπως αποτυπώθηκε και στον ορισμό της τραγωδίας από τον Αριστοτέλη.

Η ποιητική συλλογή της Λένης Ζάχαρη εντάσσεται άριστα μέσα στην εποχή κατά την οποία δημιουργήθηκε, υπηρετώντας ταυτόχρονα το όραμα για την αλλαγή της, για τη μετάλλαξή της σε μία εποχή στην οποία θα βασιλεύει το δίκαιο και η ανθρωπιά και η αγάπη. «Δεν γεννηθήκαμε για να μισούμε, αλλά για ν’ αγαπάμε»// Ποιον;/ Ξέρω κι εγώ;/ Όλους! Παζάρια θα κάνουμε τώρα!/ Παζάρια κάνουν μονάχα οι Έμποροι/ Των λαών, των ανθρώπων, των ελπίδων. («Ήρωες») Η φιλοδοξία αυτή εξηγεί σε μεγάλο βαθμό το ύφος και το ήθος των ποιημάτων της συλλογής που συνδυάζει την καταδίκη της απανθρωπιάς, τον απολογισμό των πράξεων του ανθρώπου, την έκφραση της ελπίδας που παρουσιάζεται αλληλένδετη με την κραυγή αγωνίας για το τώρα και το μετά του κόσμου. Στη γωνιά του δρόμου ένα λεπρός/ πιο κει ένας τυφλός, παρά πέρα/ ένας παράλυτος, απέναντι ο Λάζαρος. («Άπτερος») Μία συλλογή υποσχετική ενός καλύτερου κόσμου, ενός καλύτερου αύριο, μία ποιητική φωνή που μετουσιώνει την Ποίηση σε Πράξη.