Γρίφος
Υπνοβατεί
σκαρί εφήμερο
καραδοκεί
στον κίνδυνο
ισορροπεί
ακίνδυνο
επιμένει
μα χτυπά
σωπαίνει
μα μιλά
αυθαιρετεί
επίμονο
στα λάθη
στα σωστά
κλαίει αλύπητο
πέφτει
πηδά
ακροπατεί
στην άβυσσο
λυσσά
και μαίνεται
τη νύχτα
ορέγεται
τη μέρα
τυφλά
μιαν άρρητη
χαρά.
Νήπιες μνήμες
[…] ἐλπίδες […] ἐλαφρά ὄνειρα βρέφους […]
Α. Κάλβος, Ἠ Βρεττανική Μοῦσα, κα'
α'
Τη νύχτα αυτή στο μπαλκονάκι
μικρό το χέρι απλώνει
στη βελόνα.
Τα βλέφαρα θα κλείσουν σε λιγάκι
κι η μέρα θα ορθώσει σαν κολώνα.
β'
Έπιασε στα χέρια του το φως
και διέλαμψε σα μουσική
η ολόγιομη γαλήνη.
Όπως τότε που μίκρυνα
στα χέρια του πατέρα μου.
Το τραγούδι του ήλιου ακούγοντας.
Εκείνη την ώρα
που νείρεται
ν’ ακουμπά
τις νήπιες μνήμες.
Το καλοκαίρι
Δεν με απασχολεί το καλοκαίρι.
Απλώς κουβαλώ τον βράχο μου.
Με το δεξί στον ώμο βαλμένο και δεξιά στη λεκάνη.
Τον αφήνω να κοιμηθεί ήσυχος
πριν τον πετάξω
μια και καλή
στη θάλασσα,
όπου κολυμπά
η κάθε εποχή.