Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 20

Too weird to live, to rare to die - Δήμητρα Γκίτσα

Too weird to live, to rare to die 

«Είμαι ένα πλάσμα εφήμερο, αδύναμο, καμωμένο από λάσπη και ονείρατα. Μα μέσα μου νογώ να στροβιλίζονται. όλες οι δυνάμεις του σύμπαντος».


Βρέχει
Δεν ξέρω τι με ενοχλεί περισσότερο
Οι σταγόνες της βροχής που ανοίγουν χιλιάδες τρύπες στο μυαλό μου,
Ο χτύπος του ρολογιού,
-Παράξενο,
Πιο εκκωφαντικός απ’ ότι συνήθως-
Εσύ, παρών με την απουσία σου…

Θέλω να πιάσω τον χρόνο
Να τον γδάρω πάνω σε κάθε σπιθαμή του κορμιού μου
Να τον τεμαχίσω σε άπειρα κομμάτια ώσπου να χαθεί
Να γίνομαι λευκό χαρτί και να με μουτζουρώνεις απ’ άκρη σ’ άκρη.
Και ύστερα ξανά να κλείνω τις μαύρες τρύπες που ανοίγεις.

Και να στροβιλιζόμαστε σαν αιώνιοι ομόκεντροι κύκλοι.

It’ s a matter of time

Συνήθισα πλέον να έρχεσαι τα κυριακάτικα βράδια
Να μου δίνεις φευγαλέες ματιές,
Σιωπηλά χαμόγελα
και να αφήνεις αστερόσκονη στα μαλλιά μου.
Συνήθισα να χαϊδεύεις με ψιθύρους τα δάχτυλά μου
Και ύστερα να αγναντεύεις από το νοτιοδυτικό παράθυρο
κάποιο μοναχικό συννεφάκι στο βραδινό ουρανό.
Συνήθισα να φεύγεις κάθε φορά λίγο πριν με γνωρίσεις…

Γιατί το ξέρω, όπως και ‘συ άλλωστε
Είμαστε μόνοι…
Αλλά όταν σε αφήνω να μου κρατάς  το χέρι
καθώς με αποχαιρετάς στο σκαλοπατάκι της εξώπορτας
νιώθω πως μαθαίνω να περπατώ ξανά.
Ξέρεις, κανείς δεν έμαθε να περπατά μόνος.

O χορός της μοναχικής καρδιάς

Μεσημέρι Κυριακής
Ο ήλιος κρυμμένος πίσω από τα γκρι κτίρια
Άσχημη πόλη.
Πώς χωράνε τόσα άδεια βλέμματα;
Τόσα πρόσωπα με το ίδιο ματαιόδοξο μειδίαμα;
Χαμένα βήματα.
Αμήχανα βήματα
στον χορό της μοναχικής καρδιάς.
Πακιστανοί, shopping addicts, τουρίστες, Εσύ,
ο Άλλος, ανάμεσα στους άλλους σαν άλλος,
μα ποτέ για τον άλλον.
Μοναξιά…
Στα ξεθωριασμένα συνθήματα των τοίχων
Στα βρώμικα πεζοδρόμια
Στους συνωστισμένους δρόμους.
Το απόλυτο κενό κάτω απ’ τον βασανιστικό ουρανό.
Ψωνίζουμε και ψωνιζόμαστε
Καταναλώνουμε και μας καταναλώνουν,
παρακολουθούμε, λαμβάνουμε
Ικανοποιούμε το μηδέν
Μα πάνω απ’ όλα ζούμε…

Θυμάσαι;
Κάποτε μου είπες ότι θα αλλάζαμε τον κόσμο.
Κάποτε ξεκινήσαμε ν’ αλλάξουμε τον κόσμο.
Δεν τα καταφέραμε.
Ναυαγήσαμε στο μάταιο της ύπαρξης.
Τώρα προσπαθώ να μην αλλάξει ο κόσμος εμένα.
Και όμως, το ξέρω, αρκεί ξανά ένα όνειρο…
Για να αισθανθείς το νωχελικό τρεμούλιασμα της θάλασσας,
με οδηγό μια νότα να χαράξεις μια νέα ουτοπία.

…γιατί δεν υπάρχει τίποτα πιο ωραίο από την ηλιαχτίδα
που ξεπροβάλει από τα μάτια όσων αντικρίζουν την φρίκη,
και παρ’ όλα αυτά βρίσκουν την δύναμη να αντέχουν…

This is not another stupid love poem

Είναι κάτι στιγμές, απειροελάχιστες,
Που χωράνε μέσα τους όλο τον κόσμο…
όπως τα βλέμματα που συναντάς σε άσκοπες βόλτες
ή όπως εκείνες τις λευκές περιοχές στην μισοτελειωμένη ζωγραφιά
που μείνανε να λαχταράνε κάποιο κομμάτι ουρανού.
Και κάθε άδεια κούπα καφέ,
Και κάθε στροφή στον καθρέφτη,
Και κάθε ξέχειλο τασάκι
σου υπενθυμίζει την έλλειψη
γιατί γυρεύοντας ανεμώνες κρυφτήκαμε απ’ την ζωή.
Μα εκείνη μπαίνει κάθε βράδυ στο σπίτι σαν κλέφτης
Παίρνει ό,τι θέλει,
Βάφει ροζ τους λευκούς τοίχους
Βάζει τις ελπίδες σε φορμόλη
Και σε αφήνει ζωντανό…
Χαμένο στους υποθετικούς λόγους
να σκέφτεσαι πιθανότητες…

Και ‘συ;
Ποιες οι πιθανότητες να βρίσκεσαι κάπου εδώ έξω;
Ίσως αφηρημένος σε κάποιο στενό σκέφτεσαι κβαντικές μεταφυσικές
Ή σε κάποιο βρώμικο παγκάκι διαβάζεις Κέρουακ,
-μπορεί και Κορτάσαρ-
ή ίσως να ακροβατείς ξανά στην ευθεία που χωρίζει την θάλασσα από τον ουρανό
γράφοντας στίχους.

Περπατάμε παράλληλα
Καθώς μαθαίνω να ξεδιπλώνω σιγά σιγά την κλωστή σου.
Συγχώρεσέ με, φταίνε οι κοινές άσχημες συνήθειες.
Ίσως πάλι να φταίει απλά ο μουντός καιρός…

Σε 515 χλμ. επιστρέφω στην καθημερινότητά μου,
Και ‘συ στην δική σου…

...και όλα ξαναρχίζουν απ’ την αρχή…

H Δήμητρα Γκίτσα ζει στην Αθήνα.