Top menu

Μαρία Αποστολάκου: "Το γράψιμο είναι εκτόνωση του νου και της καρδιάς"

Η Μαρία Αποστολάκου κάνει την πρώτη της συγγραφική εμφάνιση με τη νουβέλα Επί -θεμάτων, γευμάτων και αισθημάτων- κοινωνία που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν. Με αφορμή, λοιπόν, το πρώτο της βιβλίο μιλά στο περιοδικό Vakxikon.gr, για το πώς βρήκε τον δρόμο της συγγραφής και για το τι σημαίνει για εκείνη η λογοτεχνία και η επικοινωνία.

Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

 

Η νουβέλα σας «Επί -θεμάτων, γευμάτων και αισθημάτων- κοινωνία» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν είναι το πρώτο σας βιβλίο που εκδίδεται. Ποιο είναι το ταξίδι μέχρι τη δημιουργία του; Γράφατε πριν από αυτό;

Το γράψιμο ήταν πάντα για μένα εκτόνωση του νου και της καρδιάς. Δεν έγραφα οργανωμένα, αλλά αποτυπώνοντας στο χαρτί εικόνες, συναισθήματα, σκέψεις και συλλογισμούς κατάφερνα πάντοτε να βρίσκω την ισορροπία μου. Πολλά από τα «χαρτάκια» με αυτό το περιεχόμενο βρίσκονται μέσα σε αυτό το πρώτο μου βιβλίο, καθώς και πολλά από τα ποιήματα και τους στίχους μου, τα οποία γράφω από δεκαεπτά ετών.

Ποιο είναι το κεντρικό ζήτημα που πραγματεύεται το βιβλίο σας; Θα θέλατε να μοιραστείτε με τους αναγνώστες μερικά πράγματα για τη Μαρία, την ιστορία της οποίας θα διαβάσουμε;

Αρχικά να ξεκαθαρίσω, μιας και πολλοί φίλοι με ρωτούν, πως η Μαρία του βιβλίου δεν είμαι εγώ, πρόκειται για απλή συνωνυμία! Ίσως να υπάρχουν κάποια στοιχεία που μας συνδέουν, το ίδιο όμως συμβαίνει και με άλλους χαρακτήρες του βιβλίου. Κράτησα το όνομα «Μαρία», όπως το πρωτοάκουσα  σε μια συζήτηση, που αποτέλεσε το έναυσμα για να δημιουργηθεί αυτή η ιστορία.  Στο βιβλίο παρακολουθούμε κάποια βασικά σημεία της δικής της ζωής αλλά και των προσώπων που την περιβάλλουν, καθώς και την αλληλεπίδραση μεταξύ τους.

Πως προήλθε η έμπνευση γι' αυτήν την συγκεκριμένη ιστορία;

Περίπου δέκα χρόνια πριν καθόμουν μόνη στο μπαλκονάκι του λυρικού, παραδοσιακού σπιτιού ενός φίλου σ’ ένα χωριό νότια του Ρεθύμνου, απολαμβάνοντας  μια παγωμένη ρακή, όταν από κάτω στο σοκάκι άρχισε να συνομιλεί ένα ζευγάρι προχωρημένης ηλικίας, μ’ αυτή την ξεχωριστή ντοπιολαλιά και θέμα τον επικείμενο γάμο της κόρης τους, της Μαρίας. Δεν τους έβλεπα, μόνο τους άκουγα. Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι, είναι μερικές σελίδες μπροστά μου γεμάτες σημειώσεις και πολλές εικόνες στο μυαλό μου, που ζητούσαν να αποτυπωθούν. Σιγά σιγά γεννιόντουσαν στη σκέψη μου κι άλλοι χαρακτήρες με τις ιστορίες τους. Δεν είχα σκεφτεί τότε ότι θα μπορούσαν όλα αυτά να γίνουν βιβλίο. Κάθε καλοκαίρι όμως που ξανάπιανα το νήμα της ιστορίας -αφού τις άλλες εποχές το σχολειό κυριαρχούσε στο μυαλό μου- ερχόμουν πιο κοντά στην ιδέα να τη μοιραστώ με φίλους και σιγά σιγά, γιατί όχι, και με άλλους ανθρώπους.

Το ζήτημα της επικοινωνίας σας απασχολεί ιδιαίτερα. Πώς το διαπραγματεύεστε στο βιβλίο;

Η επικοινωνία με κάθε της μορφή θεωρώ πως είναι ζωτικής σημασίας, αρκεί να στοχεύει στο μοίρασμα της αλήθειας και της γνώσης και όχι στην παραπλάνηση. Ο κάθε χαρακτήρας στο βιβλίο επιλέγει τον δικό του τρόπο και τα δικά του μέσα για να επικοινωνεί. Υπάρχει επικοινωνία με τους ανθρώπους, με τη φύση, με τα ζώα, με τον εαυτό μας. Μπορεί να γίνει με λόγια, με γραπτά, με βλέμματα, με γεύσεις, με μουσική, με σιωπή. Μπορεί να είναι επαρκής, μπορεί και όχι.  Αυτά είναι κάποια στοιχεία που προσπαθούν να αναδειχτούν μέσα απ’ το βιβλίο. «Και να αδελφέ μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα κι απλά», λέει ο ποιητής. Μάθαμε άραγε; Τα πρόσωπα του βιβλίου νομίζω πως τα καταφέρνουν, τα περισσότερα τουλάχιστον. Είναι μια μάλλον αισιόδοξη προσέγγιση του θέματος.

Τι ρόλο παίζει η λογοτεχνία γενικότερα στη ζωή σας; Πειραματίζεστε με διάφορα είδη γραφής; Τι σας αρέσει να διαβάζετε;

Μου αρέσει πολύ να ταξιδεύω και η λογοτεχνία είναι ένα ατέλειωτο ταξίδι. Είναι το φάρμακο σε στρεσογόνες περιόδους και η ψυχαγωγία σε χαλαρές στιγμές. Είναι ένας από τους τρόπους επικοινωνίας μου με το σύμπαν. Βρίσκω συναρπαστικό το γεγονός ότι μέσω των πολύτιμων λέξεων έχουμε τη δυνατότητα να ερχόμαστε νοερά σε επαφή με όλο τον κόσμο. Ως αναγνώστρια θα έλεγα πως έχω ευρύ φάσμα σε λογοτεχνικά είδη. Ανάλογα με την εκάστοτε στιγμή μου, επιλέγω και τι θέλω να διαβάσω. Συχνά όμως επιστρέφω σε μια τυχαία σελίδα της «Ασκητικής» του Καζαντζάκη, σε κάποιο βιβλίο του Χρόνη Μίσσιου ή σε ένα ποίημα του Paul Celan.

Πώς νιώθετε τώρα που κρατάτε το πρώτο σας βιβλίο στα χέρια σας; Είστε κοντά στο να γράψετε ξανά;  Ίσως γράφετε ήδη;

Είναι απλά συγκινητικό! Μέχρι πριν λίγο καιρό έγραφα μόνο για προσωπική εκτόνωση, κάτι που δεν έχει αλλάξει, αλλά έχει πια κοινοποιηθεί. Αυτό μου δημιουργεί κάποια αμηχανία, η οποία όμως έχει αρχίσει να εξανεμίζεται από τις πρώτες αντιδράσεις φίλων και γνωστών. Θέλω να ευχαριστήσω μέσα απ’ την καρδιά μου τους ανθρώπους των εκδόσεων Βακχικόν, για την οικειότητα που με έκαναν να νιώσω καθώς και για το πολύ ωραίο αποτέλεσμα. Μακάρι αυτό το πρώτο μου βιβλίο να βρει τον δρόμο και για τις καρδιές  άλλων αναγνωστών, τους οποίους ευχαριστώ εκ των προτέρων. Τέλος, το καλό είναι πως, αφού οι χαρακτήρες αυτού του βιβλίου μου έφυγαν από μένα και κάνουν πια το δικό τους ταξίδι, έδωσαν χώρο στους νέους μου ήρωες, μιας και βρίσκομαι ήδη στην αποτύπωση της επόμενης ιστορίας μου, που αντί να την ξετυλίγω εγώ, μάλλον με οδηγεί εκείνη. Πρόκειται για κάτι πιο μυστηριώδες, το οποίο η αλήθεια είναι πως με έχει συνεπάρει…