Top menu

"Το αγόρι από το Μπούχενβαλντ", του Ρόμπι Γουέϊσμαν

Γράφει η Λεύκη Σαραντινού 

"Όποιος από εσάς  βγει ζωντανός από εδώ μέσα πρέπει να αφηγηθεί όσα έγιναν. Ο κόσμος πρέπει να θυμάται. Για να μην ξαναζήσει".

 Ό,τι κι αν έχουμε διαβάσει για το Ολοκαύτωμα, δεν υπάρχει περίπτωση το βιβλίο αυτό να μην μας συγκινήσει και να μην μας φέρει δάκρυα στα μάτια κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης. Πρόκειται για τη σπαρακτική αφήγηση ενός Πολωνοεβραίου, επιζώντα από το διαβόητο στρατόπεδο συγκέντρωσης, του Ραχμίλ - Ρόμεκ - Ρόμπι Γουέϊσμαν - Βάισμαν. Ραχμίλ ήταν το εβραϊκό του όνομα, το οποίο και εγκατέλειψε νωρίς θέλοντας να γλιτώσει από τη φρικτή μοίρα που περίμενε τον λαό του. Έτσι υιοθέτησε το πολωνικό Ρόμεκ και, πολύ αργότερα, όταν είχε την τύχη να επιζήσει και να μεταναστεύσει στον Καναδά το γύρισε στο αγλλικό Ρόμπι.

"Ονομάζομαι  117098", είπα στον Αμερικανό στρατιώτη που με ρώτησε πώς με λένε.

Αυτό ήμουν μονάχα για τρία ολόκληρα χρόνια.

Το 117098.

Με τρομοκρατούσε ακόμη και ένα λευκό λουλούδι. Ακόμη και η ελπίδα που γεννιόταν μέσα στη λάσπη.

Συμβόλιζε την ελευθερία, μα εγώ ήξερα μονάχα τη σκλαβιά"

Το παραπάνω απόσπασμα δείχνει ποιες ήταν οι μύχιες σκέψεις του Ρόμεκ όταν, στις 11 Απρίλίου του 1945 Αμερικανοί στρατιώτες απελευθέρωσαν το στρατόπεδο της φρίκης με το όνομα Μπούχενβαλντ στο οποίο είχε ζήσει τρία περίπου χρόνια. Μαζί με τον Ρόμπι υπήρχαν στο στρατόπεδο περισσότερα από χίλια ανήλικα εβραιόπουλα. Τα αγόρια αυτά ήταν, φυσικά, ορφανά τα περισσότερα και είχαν αντικρίσει το χειρότερο πρόσωπο της ζωής. Οι Σύμμαχοι θα μεταφέρουν τα 428 από αυτά, συμπεριλαμβανομένου του Ρόμεκ, σε ένα ίδρυμα επανένταξης στο Εκουί της Γαλλίας. Θεωρούσαν, όμως, ότι τα αγόρια αυτά δεν θα μπορούσαν ποτέ πια να ζήσουν μία φυσιολογική ζωή. Αυτή η πεποίθηση δεν ακουγόταν, φυσικά,  παράλογη τότε. Διότι, πώς μπορεί άραγε κάποιος να ξεχάσει την ανείπωτη φρίκη;

Τα αγόρια του  Μπούχενβαλντ όμως διέψευσαν όλες τις δυσοίωνες προβλέψεις για το μέλλον τους. Τα περισσότερα από αυτά κατάφεραν εν τέλει να κάνουν μία νέα αρχή και να συνεχίσουν κανονικά τη ζωή τους. Κάποια μάλιστα, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο συγγραφέας, έγιναν και επιτυχημένοι επιχειρηματίες.

"Γιατί τα ξέχασα όλα αυτά; ψιθύρισα προς το φωτεινό αστέρι, ελπίζοντας ότι θα μπορούσε να με ακούσει. "Γιατί ξέχασα το σπίτι μου;" 

Και τότε, μια σκέψη με συντάραξε. Τα αστέρια αυτά δεν είχαν πάψει ποτέ να λάμπουν. Έλαμπαν ακόμη και πάνω από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, σαν φάροι, για να μας δείχνουν τον δρόμο που έπρεπε να πάρουμε για να γυρίσουμε στο σπίτι.

"Τα αστέρια", είπα σιγανά. "Να κάτι που οι ναζί δεν μπόρεσαν να καταστρέψουν".

Διότι τελικά ο άνθρωπος μπορεί να αντέξει τα πάντα. Αλλά μπορεί και να θάψει βαθιά όσα τον πονούν και να κάνει μία νέα αρχή. Τα αγόρια από το Μπούχενβαλντ δεν είχαν άλλη επιλογή. Δεν διάλεξαν αυτά να κλειστούν στο γκέτο. Ούτε να αποχωριστούν από τους γονείς τους. Ούτε να ζήσουν όσα ήθελαν διακαώς να ξεχάσουν. Παρ' όλες τις δυσκολίες όμως διάλεξαν τη ζωή. Και τα κατάφεραν.

Αφορμή για να διηγηθεί ο Ρόμπι όσα είχε προσπαθήσει να λησμονήσει τα περισσότερα χρόνια της ενήλικης και "φυσιολογικής" ζωής τους, ήταν η είδηση σε ένα κανάλι του Καναδά -εκεί όπου είχε μεταναστεύσει μετά τον Πόλεμο-, ότι ένας καθηγητής σχολείου δίδασκε ότι το Ολοκαύτωμα δεν συνέβη ποτέ.

Έτσι ο Ρόμπι, μετά από πολλά χρόνια, αποφάσισε να ξαναγίνει Ρόμεκ και να τα διηγηθεί όλα. Τα ευτυχισμένα παιδικά του χρόνια στο Σκαρζίσκο - Καμιένα της Πολωνίας όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα στην πολυπληθή οικογένειά του. Την αβεβαιότητα που έζησε η οικογένειά του με την εισβολή των Γερμανών στην Πολωνία και τη φρίκη του γκέτο. Την υποχρεωτική εργασία του σε ένα εργοστάσιο οβίδων. Τον αποχωρισμό από την οικογένειά του και τον τριετή εγκλεισμό του στο Μπούχενβαλντ. Την απελευθέρωση, την αντάμωση με τη μοναδική αδελφή του, η οποία είχε επιζήσει του Ολοκαυτώματος και την προσπάθειά του να αρχίσει μια νέα ζωή στον Καναδά.

Αυτό το βιβλίο περιέχει την ιστορία του, όχι γραμμένη σε μία ευθεία γραμμική αφήγηση, αλλά από την απελευθέρωσή του και έπειτα, διανθισμένη όμως με όλες εκείνες τις αναμνήσεις που ήθελε διακαώς να λησμονήσει.

 "Το αγόρι από το Μπούχενβαλντ" δεν είναι μία μαρτυρία για την καθημερινότητα σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, παρ' όλο που περιέχει πολλές πληροφορίες για τη ζωή ενός Εβραίου κρατούμενου των ναζί.  "Το αγόρι από το Μπούχενβαλντ" είναι μία αληθινή μαρτυρία για την προσπάθεια που κατέβαλαν τα παιδιά που επέζησαν από το Ολοκαύτωμα και τις δυσκολίες που συνάντησαν στην προσπάθειά τους αυτή, να επανέλθουν στη ζωή μετά την καταιγίδα, την απώλεια των δικών τους, του σπιτιού τους και της πατρίδας τους.

Τα παιδιά αυτά τα κράτησε στη ζωή, κατά τη διάρκεια των δύσκολων χρόνων του εγκλεισμού τους, μονάχα η σκέψη των δικών τους και του σπιτιού τους. Όταν συνειδητοποίησαν, μετά την απελευθέρωσή τους ότι ο οικείος κόσμος των παιδικών τους χρόνων, τον οποίον ήξεραν πριν από τον Πόλεμο, είχε χαθεί πλέον οριστικά και αμετάκλητα, βίωσαν ένα ακόμη τεράστιο ψυχολογικό σοκ και ένιωσαν πως δεν είχαν πια κανέναν σκοπό στη ζωή τους. Το βιβλίο περιγράφει, μέσα από τη μαρτυρία του Ρόμπι με ακρίβεια και ενάργεια τις σκέψεις τους, τα συναισθήματά τους και τις απίστευτες ψυχολογικές δυσκολίες που αντιμετώπισαν κατά τη διάρκεια της επανένταξής τους στην αληθινή ζωή.

Η αφήγηση του Γουέϊσμαν είναι έντονα συναισθηματική - και πώς θα μπορούσε άλλωστε να μην είναι; - και αιχμαλωτίζει την προσοχή του αναγνώστη από την πρώτη σελίδα. Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί για το Ολοκαύτωμα που  αξίζει αλλά και πρέπει να διαβαστεί από όλους.