Top menu

Τι συμβαίνει στον "Συρτό στα τρία" της Ευαγγελίας Τάτση;

 

Γράφει ο Αντώνης Μπαλασόπουλος, Αναπληρωτής Καθηγητής Συγκριτικής Λογοτεχνίας, Πανεπιστήμιο Κύπρου

 

Τι συμβαίνει στον "Συρτό στα τρία" (ακακίες στη Σαβάνα, Βακχικόν 2020) της Ευαγγελίας Τάτση;

Πρόκειται για ένα ποίημα - φόρο τιμής στη φιγούρα του πατέρα: εξομολογητικό, προσωπικό, συγκρατημένα και δωρικά σπαρακτικό, γραμμένο στη γραμμή της παράδοσης της σημαντικής ηπειρώτικης ποίησης (Γκανάς, Ζαρκάδης, κ.α.).

Αλλά είναι επίσης ένα ποίημα για τον χορό του πατέρα.

Ο συρτός στα τρία είναι ένας απλός χορός. Τρία βήματα διαδέχονται το ένα το άλλο και κατόπιν το πόδι (το αριστερό) σηκώνεται (προς τα δεξιά)· κατόπιν σηκώνεται το δεξί (προς τα αριστερά). Πέντε βήματα συνολικά, όπως πέντε είναι συνολικά και οι στροφές του ποιήματος.

Οι τρεις πρώτες στροφές, τα πρώτα τρία βήματα του ποιήματος, είναι εξάστιχες και έχουν«στρωτή» ομοιοκαταληξία: αββααβ/αββααβ/ααβββγγ. Ωστόσο, όπως είναι ήδη σαφές, η τρίτη διαφοροποιεί τη δομή της ομοιοκαταληξίας. Το μορφικό αυτό σκόνταγμα θεματοποιείται στον πρώτο και δεύτερο στίχο της τρίτης στροφής, που δίνουν και το περικείμενο του τίτλου: «Δε μπόρεσε ποτέ του να χορέψει/συρτό στα τρία που τον είχε σαγηνέψει». 

Σαν τον πατέρα, λοιπόν, η ρίμα «σκοντάφτει» στην τρίτη στροφή, στο τρίτο βήμα, και από αυτό περνά στο τέταρτο βήμα, το μετέωρο:

«Κι όπως μιλούσε ήταν πια χρονών οχτώ». Ο πρώτος στίχος της τέταρτης στροφής είναι κυριολεκτικά μετέωρος: δεν υπάρχει ομοιοκαταληξία για αυτόν (το σχήμα εδώ είναι αββγγβ). Το ποίημα έχει εδώ πλήρως διακόψει τον «ομαλό» βηματισμό που προανήγγειλαν οι δύο πρώτες στροφές.

Γιατί;

Επειδή η τέταρτη στροφή περιέχει το αφήγημα του πατρικού τραύματος, το οποίο με τη σειρά του αποτελεί την ποιητική αιτιολόγηση του κλειστού, απόμακρου, θυμωμένου ακόμα («μια τελετή [ο χορός] για να χωρίσει απ' τον θυμό του») χαρακτήρα του πατέρα.

Όσο για το όνομα του τραύματος, κι αυτό επίσης ονομάζεται ρητά: «στα χέρια κοίταζε που σήκωναν τη μάνα [...] πήγε να κλάψει μα του δώσαν εντολή/δεν κλαιν τ’ αγόρια για να γίνουν δυνατοί». Πρόκειται λοιπόν για την απώλεια (της μητέρας) και την απαγόρευση του πένθους και του θρήνου στο νεαρό αγόρι. Ή αλλιώς, πρόκειται για το τίμημα με το οποίο εξαγοράζεται η παραδοσιακή«αρρενωπότητα», που έχει γίνει βραχνάς ψυχοσωματικός, παρεμποδίζοντας το σώμα, «κλειδώνοντάς» το και αποτρέποντάς το απ’ το να βιώσει την ελευθερία του χορού.

Στην πέμπτη και τελευταία στροφή ωστόσο έρχεται για την πατρική φιγούρα η λύτρωση: «λυτρωθείς/πατέρας, γιος και αιφνιδίως ευτυχής/μπροστά μου έδωσε, να που το βάσανό του/μαντήλι κράτησε να στήσουν τον χορό του». Ταυτόχρονα όμως έρχεται κι η αποκατάσταση της «ομαλότητας» στην ομοιοκαταληξία: αββααββ. Με άλλα λόγια, κλείνει ο κύκλος κι επιστρέφουμε πίσω στο πρώτο «βήμα» του χορού, αλλά με μια διαφορά: η τελευταία στροφή είναι επτάστιχη, έχει έναν στίχο παραπάνω.

Γιατί;

Ίσως επειδή εδώ η στιχουργική μορφή και η θεματική αλληγορία της (ο χορός), πρέπει να χωρίσουν δρόμους. Αν ο «χορός» του ποιήματος είναι, στην πραγματικότητα, η εργασία πάνω στο τραύμα, δεν μπορεί να είναι επίσης τέλεια κυκλικός. Κάτι έχει αλλάξει στη διαδικασία της εκτύλιξης του ποιήματος και κάτι έχει κερδηθεί: η συμμετρία αποκαθίσταται, ο «μετέωρος», χωρίς ζευγάρι στίχος εξαλείφεται ως ενδεχόμενο στην τελευταία στροφή. Κι όμως κάτι «περισσεύει» κυριολεκτικά σε σχέση με τα πρώτα στροφικά βήματα. Περισσεύει, ίσως, γιατί έχει διανυθεί μια απόσταση. Γιατί το ποίημα μοιάζει μεν με τον χορό, με τον «συρτό στα τρία», δεν είναι όμως ο χορός αλλά μια τεχνουργημένη και στοχαστική ανακατασκευή του. Γιατί η ποίηση είναι σκέψη - λανθάνουσα, υπόγεια, πιο γρήγορη ίσως από ό,τι η συνειδητή της πρόσληψη, αλλά σκέψη, με τα δικά της, ξέχωρα βήματα.