Top menu

"Της αλός νεύμα", της Κωνσταντίας Σκανδάλου

 

Γράφει η Θεοδώρα Καραγεώργου - Βάρδια

Η αινιγματική και μυθολογικής όψης γυναικεία μορφή του εξωφύλλου, και ο τίτλος του έργου, υπήρξαν για μένα τα καθολικά ερεθίσματα για να ανοίξω βιαστικά το βιβλίο.

Η άλς, ο γιαλός, ο πόντος, το πέλαγος μας νεύει για ταξίδιπραγματικό ή φανταστικό, σώματος η πνεύματος. Μας καλεί στη δροσιά της, να μας ανεμίσει στα μαϊστράλια της αδέσμευτης φύσης, του ανοιχτού ορίζοντα. Με το σαγηνευτικό της κέλευσμα μας οδηγεί στην απέναντι ακτή, που από μακριά μοιάζει όμορφη και διαφορετική, ξεχωριστή και πολλά υποσχόμενη.

Αιώνες τώρα ο άνθρωπος υπακούοντας στα νεύματά της αφέθηκε στον κυματισμό της και ανοίχθηκε σε κόσμους άλλους. Άλλωστε δομικό στοιχείο του παγκόσμιου πολιτισμού υπήρξαν αυτοί οι δρόμοι των κυμάτων που ένωναν διαφορετικότητες, έγιναν γέφυρες λαών και που πολλές φορές βάφτηκαν κόκκινα με το αίμα αθώων θυμάτων εξαιτίας νων αδηφάγων.

Θεωρώ το έργο αντιπολεμικό. Κάθετι πολέμιο, εχθρικό δηλαδή προς την ανθρώπινη φύση και αξιοπρέπεια, ιδεολογίες, νοοτροπίες, κλισέ κοινωνικά,πολιτιστικά, πολιτισμικά που δεσμεύουν, ταλαιπωρούν, περιθωριοποιούν, αποκλείουν, ταπεινώνουν και υποβιβάζουν  τον άνθρωπο γίνονται αντικείμενο συλλογισμού, αναλογισμού και διαλογισμού, συζήτησης και αναζήτησης.

«Τότε τα κορίτσια ήμασταν δούλες στο πατρικό μας και όταν μας παντρεύανε, έπρεπε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας και να φροντίσουμε την οικογένεια του άνδρα μας. Που να πήγαινα;»

Ο μύθος, υποβοηθούμενος από τη «λέξη» και τη «διάνοια» περιβάλλει και προβάλλει την ιστορία, την πραγματικότητα, που στην περίπτωσή μας είναι η  μετανάστευση.

Ήρωες και γεγονότα τοποθετούνται στα τελευταία 60 χρόνια, χωρίς να δίνεται έμφαση στο χρονικό περίγραμμα, αφού πρόκειται για ένα φαινόμενο-πρόβλημα που αφορά στον άνθρωπο σε όλα τα πλάτη και μήκη του πλανήτη μας από εμφανίσεώς του επί της γης. Και καθώς η ανάγνωση προχωρά το μυαλό καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να σταματήσει σε πρόσωπα και γεγονότα που έχει μπροστά του, γιατί αυτά τα ίδια το καλούν να καλπάσει σε όμοια η παρόμοια όλου του εύρους του προβλήματος και σε χώρο και σε χρόνο.

Γι' αυτό και οι τόποι που διαδραματίζονται τα γεγονότα του μυθιστορήματος, τωρινά και παρελθόντα, δεν κατονομάζονται, απλώς μέσα από συμβολισμούς και φωτογραφικές περιγραφές ταυτίζονται με: την Ευφοροχώρα, με τις ακμάζουσες δηλαδή βιομηχανικές χώρες κυρίως της κεντρικής Ευρώπης, που αποτέλεσαν κέντρα υποδοχής επιθυμητών αλλοδαπών την αρχαία Ιωνία, τη Μικρασία, τόπος με πολύ μεγάλη προσφορά προσφυγιάς στο βωμό τυχοδιωκτικών και αλληλοσπαρακτικών οραμάτων, όπως αυτή του 22, και φυσικά την  Ελλάδα.

Όλο το κείμενο διατρέχει μια ευεργετική για το πνεύμα και την ψυχή μας αναφορά στις ρίζες, την πατρίδα. Πολύ συχνά η συγγραφέας βρίσκει αφορμές και ερείσματα για να προβάλλει και τη σύγχρονη Ελλάδα, αλλά και την ελληνική αρχαιότητα, την ιστορία, τις παραδόσεις τα ήθη και έθιμα του γενέθλιου τόπου μας, που είναι και ο τόπος καταγωγής  Εκείνων.

«Ο διασκελισμός του Ασπροποτάμου από τον ήρωα είχε εξάψει τη φαντασία των παιδιών και ήθελαν να δουν το σημείο.»

Εκεί απ’ όπου ξεκίνησαν, εκεί που τελικά επιχείρησαν και δημιούργησαν, καταθέτοντας  τους κόπους της ξενιτιάς, και δικαιώνοντας έτσι εν μέρει την απόφαση να ξενιτευτούν.

Το σφιχταγκάλιασμα γνώσεων, εμπειριών, βιωμάτων, φαντασίας και μνήμης της συγγραφέως δεν επιτρέπουν κανενός είδους ρήγμα στη δομή του έργου, η οποία στέκεται στέρεη και δυνατή, μέσα από συνειρμούς και συνδυαστική σκέψη. Σε επιλεγμένα με αριστοτεχνικό τρόπο σημεία, γίνεται βουτιά στο κοντινό αλλά και πολύ μακρινό παρελθόν, αναπτύσσοντας έτσι μια πολυεπίπεδη σε χρόνο και τόπο αφήγηση που παρέχει στους αναγνώστες τη γνώση και για τους ήρωες αλλά και τις συνθήκες που προκαλούν και διαμορφώνουν τη μετανάστευση.

Δυνατές μεταφορές και εικόνες που δίνονται με την τέχνη της σμίλης, δημιουργούν ένα ανάγλυφο όρασης, ακοής, γεύσης και όσφρησης, ψυχικής, αισθηματικής και σωματικής παρουσίας. Χρώματα φωτεινά και άλλοτε σκούρα και μουντά περιγράφουν την καθημερινότητα των ηρώων. Κι ακόμα, με την κινηματογραφική απόδοση έντονων συναισθηματικών σκηνών μας κάνει  αυτόπτες και αυτήκοους μάρτυρες, της «επιβεβλημένης» αναχώρησης, του πολέμου, της προσφυγιάς, του ναυαγίου, του γλυκού νόστου, του προσκυνήματος στο σπίτι της μητέρας,  που μια φωτογραφία γάμου περίμενε πολλά χρονιά μια αγκαλιά για να δραπετεύσει από τη μοναξιά και την ερήμωση.

Οι λέξεις ξένος, φερτός, επιθυμητός, αλλοδαπός, γηγενής, ντόπιος, ξενιτιά, πατρίδα, νέα πατρίδα κυριαρχούν νοηματικά και λειτουργούν ως στύλος στο γαϊτανάκι κοινωνικών και διαπροσωπικών σχέσεων, οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων και πρακτικών.

«Ήταν η εποχή που ισχυρά κράτη έκαναν διακρατικές συμφωνίες, ζητώντας εργατικό δυναμικό για χρονικό διάστημα με ημερομηνία λήξης. Τόσο όσο χρειάζονταν. Οικονομική μετανάστευση με τον άνθρωπο να αντιμετωπίζεται ως προϊόν που λήγει και το πετάς».

Το έντονο ψυχογράφημα των ηρώων που μιλούν με τις πράξεις τους και ανάγονται σε προσωπικότητες καλές ή κακές, αποδεκτές ή μη, συνεργάσιμες ή ανελαστικές και οι έντονες συναισθηματικές τους μεταπτώσεις με φυσικό τρόπο περνούν και στον αναγνώστη, προκαλώντας έτσι το έλεος και το φόβο της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, αφού  το μυθιστόρημαδιαπραγματεύεται τη ζωή προσώπων τραγικών.

Η ενσυναίσθηση κυριαρχεί στην ψυχική και συναισθηματική εμπλοκή του αναγνώστη με τα βιώματα, τη μοίρα, και τα παθήματα των ηρώων.

Καθένας μας θα αναγνωρίσει στις σελίδες του έργου πρόσωπα συγγενικά, φιλικά, του τώρα, του χθες και θα αναριγήσει από θύμησες και ιστορίες που συνοδεύουν τον δικό τους μετακινούμενο. Θα νιώσει με όλες του τις αισθήσεις τα διλλήματα  και τα αδιέξοδά του, την σκληρή σύγκρουση  νου και ψυχής, που διαχέεται αβασάνιστα, το παράπονό του, τη νοσταλγία του, τη συντριβή που τον γονατίζει για να πάρει δύναμη και να ξανασηκωθεί.

«…σκεφτόταν ότι η ευχή των γονιών του είναι το καλύτερο εφόδιο... Κοίταξε τα αποτυπώματα των δακτύλων του στο τζάμι. Ένιωσε αυτοεκτίμηση, πήρε δύναμη, γέμισε αυτοπεποίθηση… Θα τα καταφέρω… δεν αφήνω κανένα περιθώριο αποτυχίας!»

Η εκ φύσεως ευγένεια, οι κοινωνικές ανησυχίες και η καλοπροαίρετη σκέψη της Κωνσταντίας, σε συνδυασμό με το αμετακίνητο βλέμμα της στα υψηλά ιδανικά, η διεισδυτική ματιά στην ανθρώπινη φύση, η δύναμη του ήρεμου λόγου, και η γοητεία της κόσμιας έκφρασης αποτελούν τον θεμέλιο λίθο του ύφους και της γλώσσας του κειμένου.

Πουθενά δεν επιτρέπει, τη γυμνή ασχήμια ούτε καν λεκτικά, ακόμα και στις περιπτώσεις που ο άνθρωπος πονά, ευτελίζεται και ματώνει.

«Έπεφταν τα κτήρια, έμεναν οι μνήμες. Το χτύπημα γκρέμισε και τα όνειρα του ζευγαριού. Διαμπερές το τραύμα στο σπίτι της αλλά και στην  καρδιά της, τραύμα που την έσπρωξε στου λογισμού τα πλάτη και τα βάθη.»

Το μυθιστόρημα στοχεύει στη λογική και συναισθηματική ευφυία του αναγνώστη δηλώνει η συγγραφέας. Οι λαοί παγιδεύονται σε εθνικιστική εσωστρέφεια, εγκλωβίζονται σε στεγανά, που υποδεικνύονται ως η μόνη διασφάλιση του βίου τους, κόβοντας έτσι τους δίαυλους επικοινωνίας.  Ο εθνικός φόβος καταντά φοβία προς τον ξένο. «Όχι σπουδές και έρωτες με ξένους» συμβουλεύει το οικογενειακό περιβάλλον των Φίλων.

«Προσπάθησε με τα χείλη της να ψελλίσει κάτι, αλλά οι χορδές αρνήθηκαν πεισματικά. Ίσως και να ήταν ασέλγεια στον πλούτο της σιωπής δύο ψυχών που χρόνια τώρα γνώριζαν το εσωτερικό τους είναι.»

Η μεγαλύτερη δύναμη είναι η ανάγκη έγραψε ο Ευριπίδης. Σε μια εποχή λοιπόν που ο άνθρωπος γίνεται ακόλουθος, της παραπληροφόρησης της κενότητας, του φανατισμού, της βίας και του λανθασμένου εγωισμού, η Κωνσταντία σ αυτή την ανάγκη των ανθρώπων εστιάζει, ανάγκη που γίνεται  προσδοκία, προσμονή και απαιτείουσιαστικές λύσεις και όχι αμετροεπείς συζητήσεις.

Στους στοχασμούς  και στη θετική δράση  γηγενών και φερτών  υφέρπει η διαμαρτυρία έναντι της  απάθειας, της αδιαφορίας και της αποστασιοποίησης.

Η συγγραφέας στοχεύει στη λογική ανάγνωση, καθώς η σύνθεση στοιχείων είναι απαιτητική. Ο αναγνώστης καλείται να χρησιμοποιεί τις νοητικές του ικανότητες και τα δεδομένα, να υποθέτει, να  προβληματίζεται, να συσχετίζει, να επιχειρηματολογεί με συνδυασμούς, να καταχωρίζει πληροφορίες, να συμπληρώνει το πάζλ.

Τον καλεί να σταθεί αντιμέτωπος με τις προκλήσεις της εποχής μας, να αξιολογήσει τη στάση του μέσα από ετερόκλιτες συμπεριφορές που επηρεάζονται από την κουλτούρα και τα κοινωνικοπολιτιστικά περιβάλλοντα του καθενός, ώστε να προσλάβει τα μηνύματα του βιβλίου και να διδαχθεί συναισθηματικά, να κρίνει, να αυτοκριθεί.

Το μήνυμα του μυθιστορήματος είναι αισιόδοξο. Οι«ξένοι», οι «φερτοί» προοδεύουν με τη βοήθεια ανοικτών κοινωνιών. Τα παιδιά των επιθυμητών αλλοδαπών θέτουν στόχους, έχουν όνειρα, αγωνίζονται για την πραγμάτωση, καταφέρνουν την υλοποίησηκι εκεί αβίαστα ξεπροβάλλει η ελπίδα. Ως πολίτης του κόσμου η συγγραφέας, με πνεύμα ανήσυχο, ασίγαστο, προβάλλει παντού το εφικτό και όχι το ακατόρθωτο.  Με σταθερή προσήλωση στα σύγχρονα προβλήματα, διατείνεται με τη γραφή της πως δεν κυνηγάμε  χίμαιρες, αλλά όπως και τότε στην Καρία, έτσι και σήμερα το  πολύμορφο ζήτημα της  μετακίνησης λαών μπορεί να δαμαστεί. Πώς;

Πάνω απ' όλα με την ανθρωπιστική παιδεία που ανοίγει το δρόμο της Ελευθερίας,  δρόμος που οδηγεί σε νέους ορίζοντες, ειρηνικούς, φωτεινούς, δημιουργικούς, ώστε να γίνεται εφικτή η απομυθοποίηση του φόβου έναντι του ξένου, και ακολούθως με κριτική σκέψη, εσωτερικό διάλογο, υπομονή και επιμονή, αποφασιστικότητα, βούληση, ανοχή, κατανόηση και αποδοχή της διαφορετικότητας σε όλα τα επίπεδα και από όλους τους εμπλεκόμενους. Απαραίτητη καταδεικνύεται επίσης η ευπροσάρμοστη συμπεριφορά με αξιοποίηση του πολυπολιτισμικού πλούτου για μια γόνιμη διαπολιτισμική αλληλεπίδραση, όταν μάλιστα αμφότερες οι πλευρές κάνουν βήματα προσέγγισης, ένταξης και ενσωμάτωσης.

Γι' αυτό και η συγγραφέας προβάλλει εκτός των άλλων τη σημασία, την ανακουφιστική και δημιουργική δύναμη του εθελοντισμού.

Της αλός νεύμα: Ένα έργο, μία σκέψη, μία ιδέα, αυτή της ανθρώπινης αξίας. Μήνυμα αντίδρασης στη μισαλλοδοξία και στον ρατσισμό,  νεύμα για κοινωνική ισότητα, και δικαιοσύνη. Σήμερα που οι ροές ακόντων και εκόντων μετακινούμενων έχουν εδραιωθεί, όπως σημειώνει στο οπισθόφυλλο η συγγραφέας, οι κοινωνίες πλέον δεν κυλούν παραδοσιακά, έρχονται ανατροπές και απαιτείται σεβασμός.

Προκρούστιες αναπηρίες ψυχών και ονείρων δεν έχουν χώρο, δεν πρέπει να έχουν χώρο στη ζωή μας.

Κι ας κρατήσουμε ως επίλογοτα λόγια του Φίλου.

Εσύ, Εγώ, ο Αδελφός, ο Φίλος, Εμείς, το Παρελθόν, το Παρόν, ατενίζουμε ευθαρσώς προς το «ΝΕΟΝ».