Top menu

"Οι 32 ώρες της Θεάς" του Νίκου Τακόλα -Κριτική Βιβλίου

Γράφει η Μαγδαληνή Θωμά

Στο βιβλίο αυτό του Νίκου Τακόλα, η Ιστορία αναμετριέται με τη λογοτεχνική αφήγηση. Στη σκιά του Α' παγκοσμίου πολέμου, όπως πληροφορεί και ο υπότιτλος, αναπτύσσεται μία ερωτική σχέση. Χρόνος της Ιστορίας και ιστορική αφήγηση, ερωτική ιστορία με λογοτεχνική ματιά, λογοτεχνία που ερευνά στην Ιστορία το ρεαλιστικό της υπόβαθρο και Ιστορία που ανταμώνει με τα σύμβολα της λογοτεχνίας, το κράμα της γραφής τα συμπεριλαμβάνει όλα: περιγραφή γεγονότων, λυρικές αναζητήσεις, κωμικές διαπραγματεύσεις, αναλύσεις της πραγματικότητας, κατατοπιστικοί διάλογοι, επεξηγηματικοί μονόλογοι, ημερολογιακές σημειώσεις. Η τριτοπρόσωπη αφήγηση παραχωρεί τη θέση της ενίοτε στην μαρτυρία του πρώτου προσώπου, η ανάλυση του στοχασμού συμπορεύεται με τη δράση.

Η Θεσσαλονίκη της εποχής ανοίγει τα φτερά της: το ιστορικό της παλίμψηστο φιλοτεχνεί μια τοιχογραφία αισθημάτων και καταστάσεων, ορίζει μια ανθρωπογεωγραφία. Ένα χαρμάνι από φυλές και θρησκείες, μια δυναμική συνύπαρξη πολιτισμών που διασταυρώνονται μέσα από τους ήρωες και αντιπαραθέτονται, κρατώντας ως βάση πάντα έναν κοινό παρονομαστή: τον άνθρωπο και την αγωνία του. Στην πολεμική ιαχή πάνω ή την ερωτική κραυγή του.

Καφέ-Σαντάν και καμπαρέ, βυζαντινές εκκλησίες και πορνεία, στενοσόκακα του Κάστρου και γωνιές της Άνω Πόλης, προβλήτες θορυβώδεις του λιμανιού, μέσα από το φίλτρο του χρόνου αποκτούν όλα τη σημασία μιας ανεπίστρεφτης ζωής, ενός ιερού ξοδέματος. Να είναι ο εμπόλεμος τουρισμός της εποχής που προτάσσει την τύρβη και τη χαρά της ζωής ενάντια στον όλεθρο και την καταστροφή της μάχης; Καθώς μεταφέρεται η δράση μακριά από τα χαρακώματα της πρώτης γραμμής στις ακατάστατες συνοικίες της πόλης, το ξέφτι του πολέμου βρίσκει την αντιστικτική του αναλογία στον ελεύθερο έρωτα, το πιοτό και την απεγνωσμένη διασκέδαση. Η βράση της ζωής, η αποθέωση της λαγνείας, όπου η σάρκα ανακαλύπτει την αθανασία της, η χαρά του γλεντιού και της γιορτής γίνονται, έτσι, τρόποι αντίστασης στον περιβαλλόμενο θάνατο και η Θεσσαλονίκη μεταμορφώνεται σε περίφραχτη πόλη ελευθερίας.

Και τι καλύτερο αντίδοτο στον πόλεμο από τον έρωτα; Στην έχθρα από την αγάπη; Εκτός και αν ο έρωτας έχει μέσα του κάτι από πόλεμο, κάτι από την προαιώνια αντιπαλότητα των στοιχείων, αν έχει μια δόση από Ηράκλειτο ή από εκείνο τον ατάραχο στοχασμό των Ιώνων. Ή πάλι μπορεί ο έρωτας να είναι το τέλος μιας μάχης τόσο ουσιαστικής, όσο και ακατάληπτης, όπου αναμετριώνται η ζωή με τον θάνατο στην άκρη μιας επιθυμίας που υποκύπτει.

Όπως και να 'χει, ο έρωτας γίνεται η τροφή της δράσης στο βιβλίο αυτό, το πλαίσιο και το περιεχόμενό της. Γύρω από αυτόν περιστρέφεται το γαϊτανάκι της πλοκής, αυτός κυριαρχεί στον ορίζοντα προσδοκιών του αναγνώστη, για να δικαιωθεί στο τέλος μέσα από την ανατροπή των δεδομένων και την άρση των τελικών εμποδίων. Ο έρωτας και η ψίχα του: το κορμί που τον διαφεντεύει. Ή το εξιδανικευτικό του περίβλημα: ο εγκεφαλικός έρωτας σε μια ιδεαλιστική ανάπτυξη επάνω, που βρίσκει το ισόβαρό του στη λυρική έκφραση της γραφής. Όπου και να κοιτάξεις, ένας ανάλογος δυισμός εμποτίζει τα πάντα, τροφοδοτεί τον προβληματισμό και εμπνέει τη δράση.

Στα πορνεία και στα κακόφημα μαγαζιά, ο έρωτας διασκεδάζει το σαρκίο του, σα να θέλει να το σώσει από τον όλεθρο και τον θάνατο που το περιβάλλει, ή να θέλει να το παρηγορήσει για τον χαμό που καταφθάνει. Η εμβληματική φιγούρα του κυρ-Γιώργη του ηλεκτρολόγου, που αναβοσβήνει το φως στον ρυθμό της ερωτικής πράξης μέσα σ' ένα πορνείο, δεν αφήνει και πολλές αμφιβολίες για τις προθέσεις του. Ο έρωτας εδώ γίνεται ανάλαφρος, παιγνιώδης και αστείος. Το ψωμοτύρι της ζωής, η παρηγοριά του βροτού, η ανάσχεση του πένθους. Η αναβολή του αναπότρεπτου. Μήπως υπάρχει καλύτερο στοιχείο αθανασίας από το εφήμερο της σάρκας που εξανίσταται; Τι άλλο να επιθυμήσουν όλοι αυτοί οι επιστρατευμένοι; Τι περισσότερο να ελπίσουν από μια τελευταία στιγμή που καθυστερεί τον αφανισμό της στην πλησμονή μέσα της ζωής; Τέτοιες ώρες ο θρήνος περισσεύει. Και η ζωή παλεύει να κυριαρχήσει με όλα της τα μέσα.

Στη βράση, λοιπόν, της ζωής μέσα στα μπαρ και τα καφέ-σαντάν της εποχής, αποθεώνεται η λαγνεία και η τρυφή. Έχουμε να κάνουμε εδώ, με μια αφήγηση χαράς και ελευθερίας. Μέσο ελευθερίας και σκοπός μαζί ο “ελεύθερος έρωτας” αγιάζει με τον τρόπο του τα μέσα. Ο προβληματισμός, έτσι, κρατάει πάντα κάτι από την αρχή της γιορτής, το πρώτο της ξάφνιασμα και την έκρηξή της. Δεν ασχολείται, λόγου χάρη, με την κοινωνική παθογένεια, δεν μεταφέρει τέτοια βάρη και σκοτούρες -όχι τουλάχιστον την ώρα της διασκέδασης και της γιορτής. Ο αφρός των ημερών ποτίζει την επιφάνεια, όσο και το βάθος των πραγμάτων, ενώ ο έρωτας του κορμιού, βιώνεται και εκφράζεται δίχως ενοχή. Καμιά τιμωρία δεν φέρνει η απόλαυση.

Ο έρωτας του κορμιού είναι έτσι• αλλά τι γίνεται με τον έρωτα του μυαλού; Μπορεί ένας τέτοιος έρωτας να οδηγήσει στον αφανισμό και την απώλεια; Είναι δυνατό να προσανατολίσει τους πιστούς του στον όλεθρο του ίδιου τους του εαυτού; Να που δεν είναι ο πόλεμος μόνος φταίχτης. Το βιβλίο κλείνει με την αφήγηση της πυρκαγιάς της Θεσσαλονίκης, το ιστορικό γεγονός που εξατομικεύεται μέσα από το προσωπικό δράμα, στα πλαίσια της αφηγηματικής δράσης. Λίγες αμφιβολίες αφήνει για την κατάληξή του ή μάλλον, η αμφιβολία επιβεβαιώνεται κάπου εκεί, στο τέλος.

Στο τέλος, που πυκνώνει η δράση και εντατικοποιείται ο ρυθμός, η περιγραφή των τόπων και των ανθρώπων, τα αφηγηματικά πορτρέτα υποχωρούν μπροστά στην ίντριγκα της πλοκής. Το καινούργιο στοιχείο της πυρκαγιάς, ως σκηνικό και ως σύμβολο προετοιμάζει για την κάθαρση που έρχεται, τη λύση που καταφθάνει. Είναι μια λύση αδιαπραγμάτευτη, ασυμβίβαστη με τους όρους της λογικής που επικοινωνεί με μια υπερβατική θεώρηση πραγμάτων. Το βλέμμα αυτό, που απογειώνει (στην κυριολεξία!) την πράξη της ηρωίδας, απομακρύνει την αφήγηση από το ρεαλιστικό της πλαίσιο και της προσδίδει ένα στοιχείο παραμυθιακό. Κι έτσι το ιστορικό πλαίσιο υποχωρεί για να εμπλουτιστεί με μύθο, καθώς η ιστορία ανακατεύεται με τον μύθο, πλάθοντας τον τελικό της μύθευμα.

Αν το βιβλίο αυτό διαβαστεί από το τέλος προς την αρχή του, θα προκύψει ενδεχομένως μια ιστορία διαφορετική, με τα ίδια χαρακτηριστικά βεβαίως, αλλά με άλλη σημασία. Η φύση του πολέμου θα διαφοροποιηθεί και θα ευδοκιμήσει μια άλλη φύση -μια μεταφυσική. Είναι μια μεταφυσική που συνάδει με την εξιδανίκευση του έρωτα και του θανάτου στους λυρικούς τόνους της λογοτεχνίας του φανταστικού. Έτσι, «Οι 32 ώρες της Θεάς», που μετρούν τη διάρκεια της καταστροφικής πυρκαγιάς στη Θεσσαλονίκη, βρίσκουν την αντιστοιχία τους στη «θεά» ηρωίδα που αποκαθηλώνεται, περνώντας σε μια διάσταση αθανασίας. Όπως η εποχή και η πόλη. Μέσα στα ερείπια του θανάτου και μέσα από την καταστροφή θα αναδειχτεί το ελεύθερο πνεύμα.