Top menu

"Μολύβι για τα μάτια" του Τάσου Ψάρρη -Κριτική Βιβλίου

Γράφει ο Στέφανος Φύσκιλης

Το Μολύβι για τα μάτια είναι ένα εξαιρετικό λογοτεχνικό εγχείρημα που κινείται έξω από τα συνηθισμένα πρότυπα της πεζογραφίας. Από την αρχή καταλαβαίνει κανείς ότι πρόκειται για μια γραφή ξεχωριστή και αυτόνομη. Ο συγγραφέας συμπυκνώνει στις σελίδες του έναν αέρα σκληρότητας και ματαιότητας. Παρουσιάζει κάποιες σκηνές που μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο ιδιαίτερες, εντούτοις μετατρέπονται από την πρώτη παράγραφο σε πρωτόγνωρες καταστάσεις, σε πρωτοφανή περιστατικά της καθημερινότητας. Oι ήρωες του βιβλίου ζουν σε έναν κόσμο διαφορετικό και ταυτόχρονα ίδιο με τον δικό μας. Αυτό είναι ένα δύσκολο εγχείρημα, και χρειάζεται μεγάλη ικανότητα για να το φέρει εις πέρας ένας συγγραφέας.

Ο Τάσος Ψάρρης προσδίδει στην πρόζα του έναν στοιχείο διαστρέβλωσης και αντίφασης, ενδυναμώνοντας έτσι την επενέργεια των διηγημάτων σε όσους τα διαβάσουν. Οι ήρωες πορεύονται από την πρώτη στιγμή με ένα είδος τυφλής αισιοδοξίας, πηγαίνουν στο άγνωστο με βάρκα στην ελπίδα. Η ελπίδα όμως γρήγορα σβήνει και καταλήγουν απελπισμένοι και εγκλωβισμένοι. Οι ήρωες διακατέχονται από μια παράξενη ύπνωση. Βλέπουν τον κόσμο με μισόκλειστα μάτια, και αυτό τους επιτρέπει να αποτολμούν συνέχεια προσπάθειες, που ωστόσο μένουν μισές. Γιατί γρήγορα συνειδητοποιούν ότι κυνηγούν χίμαιρες. Πολλές φορές δεν προλαβαίνουν καν να πηδήξουν από το πλοίο πριν βυθιστεί. Χάνονται μαζί με τις προσδοκίες τους. Ο συγγραφέας μας λέει ότι κάθε προσπάθεια είναι καταδικασμένη σε αποτυχία από τη στιγμή που πραγματοποιείται μέσα σε ένα προκαθορισμένο πλαίσιο με ασφυκτικές προϋποθέσεις. Επομένως, η ζωή δεν μπορεί παρά να είναι φρικτή. «…Η πραγματικότητα διέπεται από ένα αδυσώπητο καθεστώς ατέλειας που κάνει ακόμα και τα πιο όμορφα πράγματα να φαίνονται αποκρουστικά» λέει ο αφηγητής στο διήγημα με τίτλο Η γλαδιόλα. Επίσης, στο διήγημα με τίτλο Τα δανεικά σώματα της αγάπης, διαβάζουμε: «πάντα είμαστε δυστυχισμένοι, ακόμα κι όταν είμαστε ευτυχισμένοι». Ο συγγραφέας μας λέει επίσης ότι όλοι είμαστε υπό προθεσμία σε αυτό τον κόσμο, κανείς δεν μπορεί να κάνει το βήμα παραπάνω ή να ξεγελάσει τη μοίρα. «Όλα θαμμένα στη σκόνη» διαβάζουμε στο διήγημα με τίτλο Ο άνθρωπος του Έκτορα. «Πόσο οδυνηρά αμετάκλητα μου φαίνονται όλα!» λέει ο αφηγητής στο διήγημα με τίτλο Χώμα.

Οι ήρωες του βιβλίου προσπαθούν να αντιπαρέλθουν το ασφυκτικό πλαίσιο της ζωής καταφεύγοντας σε απλά πράγματα και πρόσωπα που εκ πρώτης όψεως δεν έχουν καμία σημασία. Λουλούδια, γλυκά, βούτυρο, χαρτοπετσέτες, γραφομηχανή, φωτογραφίες, φέρετρο, καλάθι, γάτα, ψαράς. Επίσης, το παράθυρο του νοσοκομείου στο διήγημα Η γλαδιόλα και το ποτάμι στο διήγημα Πεταλούδα. Κατά την άποψή μου, αυτά τα στοιχεία έχουν συμβολική λειτουργία. Για παράδειγμα, πίσω από τον τίτλο του διηγήματος Πεταλούδα διαφαίνεται η ιδέα της μεταμόρφωσης. Στο διήγημα Γλαδιόλα, το ομώνυμο λουλούδι έχει μεγάλη δύναμη στα μάτια ενός στρατιώτη. Είναι το μέσο που χρησιμοποιεί για να ξορκίσει τη μάστιγα του πολέμου. Με τη σύμφωνη γνώμη των γονιών του. Είναι μια οικογενειακή υπόθεση. Πιστεύω ότι αυτό που υποδηλώνεται εδώ είναι ότι τα πιο άγρια και δύσκολα πράγματα αντιμετωπίζονται μόνο με αγνότητα και γνησιότητα. Αν αντιμετωπίζονται. Ο ήρωας της ιστορίας εξευμενίζει τον προδιαγραμμένο θάνατό του στο πεδίο του πολέμου με ένα λουλούδι, και έτσι αισθάνεται ότι η ζωή τελικά μπορεί και να μην είναι τελείως έξω από τον έλεγχό του. Είναι σαν να πηγαίνει ένα λουλούδι στον τάφο του. Οι γονείς του πενθούν ντυμένοι στα μαύρα. Είναι εκπληκτικό αυτό που κάνει ο συγγραφέας. Αντιστρέφει τον χρόνο φέρνοντας στο παρόν ένα τετελεσμένο γεγονός που δεν περιγράφεται στην ιστορία αλλά υπονοείται, μεταθέτοντας το αφηγηματικό παρόν στο μέλλον. Ο πρωταγωνιστής μοιάζει με πνεύμα από το μέλλον. Η συμβολική δύναμη του λουλουδιού είναι πολύ μεγάλη.

Ο συγγραφέας ακροβατεί με αριστοτεχνικό τρόπο ανάμεσα στην αθωότητα και τον όλεθρο. Ανάμεσα σε αυτά τα δύο υπάρχει η ψευδαίσθηση. Ο ήρωας της Γλαδιόλας, του διηγήματος που κατά την άποψή μου είναι το πλέον αντιπροσωπευτικό του βιβλίου, ζει σε ένα ψέμα γαλήνης μέχρι να τον τραβήξει ξανά η πραγματικότητα στη δίνη της. Μια παρόμοια αντιστοιχία υπάρχει στο διήγημα Πεταλούδα, όπου ο ήρωας ξέρει κατά βάθος ότι δεν πρόκειται να φτάσει εκεί που θέλει, αλλά προτιμάει μια ηρωική έξοδο παρά μια ζωή μέσα στη δειλία και την αδράνεια. Υπάρχουν ακόμα ήρωες, μας λέει ο συγγραφέας, αλλά είναι πολύ λίγοι και οι περισσότεροι δεν το ξέρουν. Γιατί ο κατεστημένος τρόπος ζωής αφαιρεί από τις πράξεις μας κάθε ηρωικό στοιχείο. Και έτσι μένει μόνο μια ενοχή.

Ο συγγραφέας έχει βάλει όλη του την τέχνη για να αποδώσει τις ιδέες που τον προβληματίζουν. Φαντασία, βάθος, σαφήνεια, πειστικότητα, ακρίβεια, συνοχή, είναι μερικά από τα συστατικά του βιβλίου. Ο συγγραφέας περιγράφει λεπτομερώς τις σκηνές και τον ψυχικό κόσμο των ηρώων ζωντανεύοντας έτσι την πλοκή και σφυρηλατώντας την ταυτότητα των χαρακτήρων. Ο εσωτερικός μονόλογος στο διήγημα με τίτλο Δεν έχεις τίποτα προσδίδει ένα εξομολογητικό τόνο προσφέροντας δραματικότητα και οικειότητα. Ο ήρωας ταυτίζεται με τον αναγνώστη, γίνεται ένας από εμάς. Οι σκηνές, οι εικόνες και οι μορφές χτυπούν κατευθείαν στο στομάχι. Οι ίδιες οι λέξεις και οι προτάσεις είναι εικόνες που διεγείρουν τις αισθήσεις. Μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι όλες σχεδόν οι ιστορίες έχουν μια αντισυμβατική εξέλιξη, καταλήγουν έξω από τα φυσιολογικά όρια, γεγονός που τις κάνει συναρπαστικές. Αυτό για μένα είναι ένα από τα δυνατά χαρτιά του βιβλίου. Για παράδειγμα, στο διήγημα με τίτλο Ταξίδι εδώ, ο ομοδιηγητικός αφηγητής, ίσως το alter ego του συγγραφέα, εκτοπίζεται χωρίς να το καταλάβει εκτός πορείας και οδηγείται σε μια πρωτόγνωρη κατάσταση απέναντι στην οποία στέκεται σαν αμέτοχος θεατής. Εδώ πρόκειται για αποκάλυψη, για φανέρωμα του καινούργιου, αυτού για το οποίο πρέπει να είμαστε πάντα ανοικτοί και προετοιμασμένοι. Ο άνθρωπος όμως, λέει ο συγγραφέας, συμμετέχει σε ό,τι ζει απουσιάζοντας ουσιαστικά από αυτό. Ζει ασυναίσθητα. Και φυσικά δεν επιλέγει αυτό που ζει. Στο διήγημα αυτό υπάρχει το παρακάτω χαρακτηριστικό κομμάτι όπου συμπυκνώνονται πολλές από τις ιδέες που υποκρύπτονται στο βιβλίο: «Είναι ο τρόμος τού απολύτου, του τίποτα που ωθεί και εξυψώνει, της χρονικής αποδόμησης, της σύμπτυξης του χθες, του τώρα και του αύριο σε μια στιγμιαία ανακατάληψη της ζωής. Μια τέτοια κατάσταση είναι ο απώτερος σκοπός της τέχνης. Επιζητώ εδώ και χρόνια στο έργο μου αυτό το εν ζωή πάγωμα του χρόνου, και το βρίσκω τώρα εδώ, έξω από τα βιβλία, στο τέλος των ορίων αυτού του σαθρού ανάγλυφου που ονομάζεται πόλη, στο σημείο όπου καταλήγουν οι οχετοί της ανθρώπινης δράσης. Ναι, φαίνεται να επιβεβαιώνονται τελικά όλοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η πραγματικότητα ξεπερνάει την τέχνη ακριβώς επειδή προέρχεται από το καλύτερο τμήμα της: σαρξ εκ της βέλτιστης σαρκός του Αδάμ η τέχνη, πλασμένη την έκτη μέρα, μαζί με τη γυναίκα, που είναι εφάμιλλή της, και άρα τέχνη και αυτή».

Και στα άλλα διηγήματα η εξέλιξη ακολουθεί μια τρελή πορεία. Για παράδειγμα, στα διηγήματα με τίτλο Τα δανεικά σώματα της αγάπης και Οκτώ μήνες. Σε αυτά τα δύο διηγήματα, τα στοιχεία της δράσης και του μυστηρίου συμπλέκονται αριστοτεχνικά με τις υπαρξιακές καταθέσεις και τον δοκιμιακό λόγο. Σε γενικές γραμμές, η πρόθεση του Τάσου Ψάρρη είναι να αναπαραστήσει την ιλιγγιώδη ταχύτητα του μυαλού και τις συνεχείς του μεταπτώσεις. Οι διαφορετικές αφηγηματικές φωνές από διήγημα σε διήγημα βοηθούν επί τούτου. Στο διήγημα Μολύβι για τα μάτια αυτή η προσπάθεια επιτυγχάνεται σε διπλό επίπεδο: και στην πλοκή και στο ύφος. Στο τέλος νομίζει κανείς ότι δεν έχει καταλάβει τίποτα. Ωστόσο, αμέσως τον διαπερνά μια παράξενη αίσθηση επίγνωσης, μια σιγουριά. Συνειδητοποιεί τελικά ότι το νόημα της ιστορίας έχει μικρότερη σημασία από τον τρόπο που εκτυλίσσεται η ιστορία κι από την ψυχοσύνθεση των προσώπων που συμμετέχουν σε αυτήν.

Το εφήμερο της ευτυχίας, τα ψυχικά αδιέξοδα και η μοναξιά είναι πανταχού παρόντα. «Ο Αχιλλέας ένιωθε ασφυξία. Κοίταξε έντρομος το παράθυρο. Δεν υπήρχε ήλιος, είχε δίκιο ο μονόχειρας. Ίσως γι’ αυτό είμαστε μόνοι…» λέει ο συγγραφέας στη Γλαδιόλα. Αυτό είναι το σκληρό πρόσωπο της ζωής. Ο πόλεμος είναι παντού γύρω μας και το μόνο που μπορούμε να περιμένουμε είναι σύντομες εκεχειρίες.