Top menu

Ποιήματα 2009-2017, Ασημίνας Ξηρογιάννη: Η ποίηση και το υποκείμενο

Γράφει ο Γρηγόρης Τεχλεμετζής

Το παρόν βιβλίο (Ποιήματα 2009-2017, εκδόσεις Βακχικόν) είναι μια συγκεντρωτική συλλογή επιλεγμένων ποιημάτων της Ασημίνας Ξηρoγιάννη από την ίδια, από πέντε βιβλία που εκδόθηκαν το διάστημα 2009-2017. Έτσι μας δίνεται η δυνατότητα να εντοπίσουμε τα γενικά χαρακτηριστικά της ποίησής της, αλλά και τη σταδιακή εξέλιξή τους στο χρόνο.

Η γραφή της είναι καθ’ ολοκληρία ενδιάθετη. Οι ψυχικές διαθέσεις είναι η εκκίνησή της, αλλά και διαποτίζουν και όλο το ποίημα, οδηγώντας στην προσωπική αποτύπωση. Από αυτή την «υποκειμενικότητα» κατευθύνεται, μέσω της γενίκευσης, σε πιο καθολικές νοηματικές έννοιες, δίνοντας τους το κατάλληλο εύρος για να λειτουργήσουν, είτε ως ταύτιση με τον αναγνώστη, είτε ως συλλογισμός που άπτεται των δικών του βιωμάτων ή σκέψεων. Αυτή η διαδικασία συναντάται στη λογοτεχνία, αλλά εδώ η προσωπική ψυχολογία είναι ένα έντονο και συχνά παθιασμένο καθολικό στοιχείο και αποτυπώνει την εκούσια ή ακούσια τεχνική της ποιήτριας.

Τα συναισθήματα που νιώθει είναι σαρωτικά, για αυτό καθορίζουν και τόσο απόλυτα το λογοτέχνημα. Η ποίησή της είναι γραμμένη εν θερμώ και ορίζεται άμεσα από το τι αισθάνεται το «εγώ». Έτσι κάποτε διακρίνεται μια έντονη τραγικότητα, καθώς ψηλαφεί περασμένες πληγές και λάθη, ενώ αλλού φαίνεται εγκλωβισμένη σε καταστάσεις. Δεν ξεπέφτει όμως ποτέ στο μελό, καθώς διατηρεί το μέτρο.

Το υποκείμενο μοιάζει να ψάχνει την αυτοσυνειδησία διαμέσου της ποιητικής έκφρασης. Τα συναισθήματα πιστοποιούνται και κατονομάζονται, η πορεία της ζωής του κρίνεται και εξετάζονται ερωτικές ή άλλες σχέσεις του με τους άλλους. Ακόμα και στην ποιητική συλλογή Εποχή μου είναι η ποίηση, που υπάρχει κάποια διαφοροποίηση, παρατηρούμε το υποκείμενο να προσπαθεί να τοποθετηθεί στην κοινωνία και να πάρει θέση σε σχέση με τα προβλήματα αυτής, εσωτερικοποιώντας τα ενδιάθετα.

Νομίζω όμως ότι παρουσιάζεται αρκετά «στιβαρό», παρ’ όλη την κάποτε αμφιθυμία του, ή την αβεβαιότητα σε σχέση με τις επιλογές του και τις επιθυμίες του. Δεν διαπιστώνω υποσυνείδητες εξάρσεις. Η σύγκρουση είναι μεταξύ εξωτερικών καταστάσεων ή της αδυναμίας εκπλήρωσης των επιθυμιών του με αυτό. Αφήνεται να παρασυρθεί στα συναισθήματά του και στην έμπνευση, αποφεύγοντας στρεβλώσεις και υπερβολές, αλλά σουρεαλιστικά στοιχεία δεν εντοπίζονται. Αποδίδεται έτσι μια ποίηση πρωτίστως συναισθηματική, διατηρώντας όμως τον «μίτο» του λογικού ελέγχου.

Ο διχασμός και η συμφιλίωση του με τον υποσυνείδητο εαυτό του θίγεται δηλωτικά στο ποίημα «Ο λύκος μου» (σ.127). Κάνοντας ποίημα τον ανεξέλεγκτο λύκο της ψυχής της, αγγίζοντας τον ψυχικά, τελικά τον εξημερώνει. Περιγράφεται έτσι μια ψυχική διεργασία που τελείται διαμέσου της ποιήσεως. Υπάρχει ένας διχασμός του «εγώ» με το «αυτό», της συνείδησης με το υποσυνείδητο, τα οποία συμφιλιώνει η τέχνη, ενώ περιγράφεται και μια προσπάθεια αυτοσυνειδησίας. Μιλώντας για τον λύκο του υποσυνείδητού της μας λέει:

Γιατί δεν μ’ αφήνεις να σε κάνω ποίημα;
Να σε κλειδώσω καλά με τις λέξεις μη μου φύγεις
Ν’ αγγίξω μέσα σου ό,τι ανέγγιχτο υπάρχει
Να σε διαβάσω σαν χίμαιρα
Να σε εξημερώσω

Διατρέχοντας τώρα τις συλλογές μπορούμε να αποτυπώσουμε με τον παρακάτω τρόπο την πορεία του υποκειμένου.

Στις δυο πρώτες συλλογές, Η προφητεία του ανέμου (2009) και Πληγές (2011), επικρατούν ερωτικά θέματα και καθορίζεται με προσωπικούς ψυχολογικούς όρους. Επιδιώκεται η ατομική αυτοπραγμάτωση και αναζητιέται η ευτυχία μέσα από τις εμπειρίες. Το παρελθόν και οι μνήμες επανέρχονται διαρκώς και αξιολογούνται σε σχέση με την κατάσταση του παρόντος.

Αντιθέτως, στο Εποχή μου είναι η ποίηση (2016) υπάρχει μια μεταστροφή. Ο κοινωνικός παράγοντας και οι οικονομικές κυρίως συνθήκες καθορίζουν τη στάση του. Η συλλογή έχει γραφτεί στην εποχή της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας και αυτό είναι το σαρωτικό και καθοριστικό στοιχείο: «Οι καιροί μας σπρώχνουν/ […] Δεν παλεύεται η πραγματικότητα/ με όμορφα συνδυασμένους τρόπους/ και έντεχνη αθωότητα» («Ενδοσκόπηση, σ.76). Μας λέει αλλού: «Η γλώσσα σου έγινε/ σκληρή και τραχιά./ Δεν μιλάς για έρωτα πια» (σ.80).

Διττά είναι τα συναισθήματα αυτής της συλλογής. Από τη μια η θλίψη και η αναζήτηση της παρηγοριάς (π.χ. «Το θέμα είναι να παρηγορηθούμε κάπως», σ.81) και από την άλλη σφίγγει τα δόντια για να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα και καταλαμβάνεται από αγωνιστική διάθεση (π.χ. «Κάθε τοίχος κι ένα σύνθημα/ Αυτή είναι η ποίηση που διαθέτουμε σήμερα», σ.84).

Στις επόμενες δυο συλλογές, Λίγη φθορά για γούρι (2017) και 23 μέρες (2015), επανέρχονται τα ερωτικά θέματα, αλλά παρουσιάζονται και άλλα, ποικίλων ενδιαφερόντων, όπως αυτό για την κόρη της την Αριάδνη (σ.115) ή για την ποιητική τέχνη (π.χ. «Νέα ποιητική», σ.87). Ο κοινωνικός παράγοντας όμως υποχωρεί.

Η πλειοψηφία των ποιημάτων της Ξηρογιάννη είναι για τον έρωτα ή την ποιητική λειτουργία και την επιρροή του ενός στο άλλο. Τελικά η ποίησή της είναι ερωτική και ο έρωτάς της ποιητικός.

Έρωτας και ποίηση ανατέμνονται διαρκώς στο βιβλίο. Το ένα τροφοδοτεί το άλλο και αλληλοσυμπληρώνονται, καθώς πορεύονται μαζί πλάθοντας τη ζωή του ποιητικού υποκειμένου. Από τη μια ο έρωτας, σαν εσωτερική διαδρομή, προσφέρει την πρώτη ύλη των ποιημάτων και από την άλλη τα ποιήματα είναι ένας τρόπος να βιώσει τον έρωτα, ακόμα και σε ύστερο χρόνο και τροποποιημένο, ως παρουσία ή έλλειψη.

Οι σύγχρονοι θεωρητικοί της λογοτεχνίας έχουν επισημάνει τον επιτελεστικό χαρακτήρα της λογοτεχνίας. Παραθέτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:

«[…] η λογοτεχνία δεν είναι κάποιες επιπόλαιες ψευδοδηλώσεις αλλά συγκατατάσσεται μεταξύ εκείνων των πράξεων της γλώσσας που μετασχηματίζουν τον κόσμο, ανελκύοντας στην ύπαρξη τα πράγματα που κατονομάζουν»

(Λογοτεχνική θεωρία, μια συνοπτική εισαγωγή/ Jonathan Culler/ Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2016)

Εδώ η «αφήγηση» του έρωτα είναι άμεσα επιτελεστική στο ποιητικό υποκείμενο, μέσω της επαναληπτικότητας της ταύτισής του με την ίδια την εκφώνησή του. Δηλαδή υπάρχει μια αμφίδρομη σχέση επιρροής ποιήσεως και υποκειμένου.

Παραθέτω ένα χαρακτηριστικό ποίημα (σ.111) στο οποίο φαίνεται καθαρά αυτή η σχέση:

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ

Στο όνομα του έρωτα με επινόησες
Σε επινόησα και γώ.
Ταυτόχρονα όμως,
επινοήσαμε και τους εαυτούς μας.
Και πώς να διαχειριστούμε τώρα
τα πολλαπλά μας είδωλα;
Πώς να συμφιλιώσουμε τα κενά μας;
Λίμνη παγωμένη θυμίζει πια η ποίησή μας.
Που απορεί με μας τους γελοίους
πώς τα καταφέραμε έτσι,
ώστε ποτέ να μη συναντήσουμε τις άκρες μας.

Το ατελέσφορο του πράγματος στους τελευταίους στίχους αφήνει ανοιχτή την υπό διαμόρφωση διαδικασία.

Η ποίηση είναι η ίδια ένα δρων υποκείμενο που επεμβαίνει στον έρωτα των δημιουργών της και ο έρωτας ως προκατασκευασμένη έννοια τους διαπλάθει. Αλλά η προκατασκευασμένη αυτή έννοια σχηματοποιείται και εν μέρει καθορίζεται από την ίδια την ποιητική δημιουργία. Και μόνο η εκφώνηση «έρωτας», ως προκαθορισμένη έννοια ατομική ή κοινωνική, επηρεάζει τη στάση του υποκειμένου. Τα στερεότυπα ή τα πρότυπα που δημιουργούνται, ακόμα και από την ίδια την έκφραση της τέχνης, ατομικοποιούνται και γίνονται «δι’ αυτό». Το αποτέλεσμα είναι η ζωή και η ποιητική της Ξηρογιάννη, στην περίπτωσή μας.

Αυτή είναι η εξέταση υπό μια συγκεκριμένη γωνία θεώρησης, που ελπίζω όμως ότι αποκαλύπτει κάποιες κομβικές ποιότητες του βιβλίου, διεισδύοντας λίγο περισσότερο στην έννοια της αυτοαναφορικότητας.

Χαρακτηριστικός είναι ο ρόλος του πόνου στα ποίηματά της. Η παθιασμένη επανάληψη του «κόκκινου πόνου» στο ποίημα «Ένα τραγούδι» (σ.136) σκιαγραφεί ολόκληρη την ποιητική της. Η νοσταλγία, οι πληγές, οι ματαιωμένες επιθυμίες, τα άπιαστα όνειρα, το θλιβερό παρόν, το παρελθόν που χάθηκε, οι φόβοι για τις ματαιώσεις του μέλλοντος, το άπιαστο ιδανικό του έρωτα, όλα είναι πηγές έντονου και παθιασμένου κόκκινου πόνου, που γίνεται ποίηση μηδενίζοντας την καταμέτρηση του χρόνου, καθώς τον ενοποιεί («Η ώρα της ποίησης», σ.134). Ο πόνος είναι ένα ακόμα σημείο της αυτοαναφορικότητας της ποιήτριας. Δεν είναι τυχαίο που μια ολόκληρη ποιητική συλλογή της την ονομάζει Πληγές.

Ας κλείσω εδώ, ελπίζοντας ότι κατέγραψα τα βασικά στοιχεία του θέματός μου. Μια επόμενη εργασία ίσως θα ήταν μια αναλυτική ιχνηλάτηση των στοιχείων ανά ποίημα, κάτι όμως που δεν είναι στις προθέσεις του πονήματός.