Top menu

Πλεγμένοι Κισσοί: Σημείωμα για το μυθιστόρημα της Μαρίας Γιαγιάννου "Το Μέλος Φάντασμα"

Γράφει ο Απόστολος Θηβαίος

Ο Ben Grasso ευθύνεται για το εξώφυλλο του καινούριου μυθιστορήματος της Μαρίας Γιαγιάννου. Αυτό το Σπίτι που Ανέρχεται αγγίζει μια άλλη σφαίρα, παρόμοια με εκείνη που ελαφροπατεί η Μαρία Γιαγιάννου. Θεατρικές παραστάσεις τόσο σε θέατρα του εσωτερικού όσο και στο εξωτερικό, έργα υπό μορφή αναλογίου στο Θέατρο Τέχνης και αλλού, μυθιστορήματα, πεζοποιήματα και αισθητικά δοκίμια συνθέτουν ένα έργο πλούσιο θεματικά. Συγγραφείς όπως αυτή του Μέλους ξαναφέρνουν στο προσκήνιο εκείνο το κορίτσι του Βερμέερ που διακόπτει την μουσική του κόσμου, που στρέφει τα νώτα της πέρα από την πραγματικότητα και μας αφοπλίζει με μια ιδέα, όλο ζωντάνια και πρωτοτυπία.

Και όμως αυτό Το Μέλος Φάντασμα που δανείζει τις λέξεις του στον τίτλο του καινούριου μυθιστορήματος της Γιαγιάννου φαντάζει ένα εγχείρημα επώδυνο και προσωπικό που αναδεικνύει σε ένα άλλο επίπεδο το εξαιρετικό μυθιστόρημα της Μαρίας, ρωγμή στον κανόνα του καιρού. Ανάμνηση και απουσία και ένας μακρινός εαυτός που όλα τα ομολογεί διαμορφώνουν τα πεδία εντός των οποίων ασκείται η μυθιστοριογραφία του Μέλους. Μια προσπάθεια να ζωντανέψει αυτό το παγιωμένο άθροισμα της μνήμης, να τι δίνει σάρκα και πνοή στο έργο της Μαρίας Γιαγιάννου. Πράγματα μιας άλλης εκλέπτυνσης παρελαύνουν από τις σελίδες του μυθιστορήματος που καταργεί κάθε αναμενόμενη φόρμα, θυσία στο όραμα της μνήμης, στα σώματα που την διασχίζουν. Νησιά και πολίχνες παλιές, άνθρωποι που λάμπουν τότε και τώρα στο δικό μας, μυστικό στερέωμα, ονόματα που πάψαμε να προφέρουμε, αντικείμενα που φανερώνουν έναν κάποιο δεσμό, ολότελα λησμονημένο σήμερα, μετατρέπονται στα σύμβολα αυτού του οδοιπορικού που αφορά τον καθένα μας προσωπικά.

Μια ιδέα έρωτα, γράφει πριν από χρόνια ο πρόωρα χαμένος Χρήστος Βακαλόπουλος, είναι εκείνο που προσφέρουν οι παλιές ιδέες. Ένα αντικείμενο υπεράσπισης γράφει ξανά στις σελίδες του περιοδικού Αντί, δίνοντας διέξοδο στην σχέση μας με το συντελεσμένο. Και όλα ετούτα με την απλή, την προφορική γλώσσα της ζωής που αρνείται κάθε επιτήδευση, που φωτίζει στον κατάλληλο βαθμό λάθη και γεγονότα. Μια πάλη ασίγαστη είναι ετούτη η διαμάχη με την ανάμνηση, μια αγωνία να βρεθούν ξανά ανάμεσά μας τα χαμένα πρόσωπα και οι δικές μας ιστορίες, άθροισμα στο μεγάλο βιβλίο που γράφεται εκεί έξω κάθε στιγμή. Ο θάνατός τους χίμαιρα που γλιστρά. Σκηνικά που κάποτε πέρασαν από τις ζωές μας απαρατήρητα, τώρα εφευρίσκουν από την αρχή την θέση τους μες στα χρόνια που αθροίζονται και ξαναγίνονται ό,τι ακριβώς ήταν κάποτε. Τα μυστικά τα ψιθυρίζουν οι καθρέφτες. Ετούτα τα στοιχειά που φαντάζουν σήμερα μάλλον όνειρο, χαρίζουν μια ιδέα περιεχομένου και βαθύτατης αγάπης στον μύστη που σκύβει πάνω από τα πράγματα και τις μορφές. Η μυθιστοριογραφία της Μαρίας Γιαγιάννου μας συντροφεύει σε έναν τόπο σπαρμένο με πράγματα παλιά, με υαλικά έτοιμα να πεθάνουν, όπως ακριβώς το τραγούδησε η αδικοχαμένη Λευκή Μολφέση προτού γίνει τ΄άστρο και η προσευχή. Εμπρός σε κάθε της μαρτυρία η Μαρία απευθύνει το βλέμμα ενός Ορφέα, ολότελα παραλογισμένου από την αίσθηση της στιγμής.

[…Κάθονταν γυμνοί/ κι αγκαλιασμένοι/ με πλεγμένα τα πόδια του/ και τις χούφτες τους/ γεμάτες κυπαρισσόμηλα/ γύρω τους/ πάνω στην ευτυχία τους ήταν πλεγμένος αυτός, ο κισσός. Αμέσως οι παλμοί της καρδιάς του αυξήθηκαν, τα μάγουλά του ζεστάθηκαν, οι μασχάλες του ίδρωσαν, άπλωσε τα χέρια του και άρχισε μανιακά να τραβάει τον κισσό από τα σώματά τους…]

(Το Μέλος Φάντασμα, Στον κισσό)

Το Μέλος Φάντασμα δεν ακολουθεί καμιά πεπατημένη, καμιά γνώριμη οδό. Το συνθέτουν σύντομοι μονόλογοι, μαρτυρίες, μικρά, θεατρικά μονόπρακτα βασισμένα σε παραβολές, μυθολογίες και συναλλαγές με τους εαυτούς μας. Αντίβαρο στην εποχή που γρήγορα αναχωρεί ανάμεσά μας, τα χρονικά της ζωής μας, ταπεινά εγκώμια, αποσπασματικά που χειροκροτούν στο πέρασμά τους. Υποθέσεις ταφής ξαναβρίσκουν το νόημά τους μες στην ανάκληση την στιγμή που ο πραγματικός χρόνος και ο συνηθισμένος λόγος κομματιάζονται. Εκείνο που χάνεται δίχως την παραμικρή ελπίδα της ανταπόδοσης ανέρχεται στις επιφάνειες. Κάτι σαν το σπίτι του εξωφύλλου που κάθε τόσο εγκαταλείπει το σχήμα του, μοιρασμένο σε άλλες εποχές, ενταγμένο μες στην σύνθεση και το σχήμα του κόσμου, εκεί που κατοικούν οι παλιές ιστορίες, τα ιερά και τα όσια και οι θολές μορφές. Οι δεξαμενές αυτού του αιρετικού μυθιστορήματος που έρχεται να ανανεώσει το είδος σε μια εποχή που το τελευταίο γυρεύει πια τους καινούριους χάρτες του δεν ήταν ποτέ νεκρές. Τις κατοίκησαν οι γονείς και η παιδική μας φωνή, ένα κιτρινισμένο καντράν. Πρόκειται για προθήκες με πράγματα που ανασύρει κανείς την πιο δύσκολη ώρα, μια υποψία θλιμμένης δόξας, λέξεων που μια φορά και έναν καιρό γράφτηκαν στο περιγιάλι της ζωής μας και που τώρα περιπλανώμενες μες στις κοιτίδες της ανάμνησης ψιθυρίζουν ένα τραγούδι ισάξιο της αιωνιότητας. Πράγματα που συντρίβουν την αληθινή μας ζωή έτσι όπως σταλάζουν μέσα από τους κόλπους της μνήμης.

Το Μέλος Φάντασμα αφορά έναν ολομόναχο ήρωα, ίσως τον πιο μόνο από όλους εκείνους που συνθέτουν το σύγχρονο δραματολόγιο. Κάτι δικό του έχει πια για πάντα χαθεί, ένα κομμάτι πατρίδας όπου κάποτε περιπλανήθηκε σαν ίσκιος. Μια πληγή σαν υπενθύμιση δοκιμάζει τόσο σκληρά το πνεύμα της ζωής του, φορτίζει το τραγικό της αίσθημα. Το Μέλος Φάντασμα δεσπόζει σε ολόκληρο το έργο της Μαρίας Γιαγιάννου, ένα βάρος ισάξιο της καρδιάς. Μια ανατομία της ίδιας της ύπαρξης δίχως υποκοριστικά ανασύρει μυρωδιές και βλέμματα και αγγίγματα που νόμιζες χαμένα. Κάπως έτσι ολόκληρη η μυθιστοριογραφία της Μαρίας Γιαγιάννου ανακτά την αίσθηση μιας τέταρτης διάστασης, ενός πλάνου εσωτερικού ή απλά μια αίσθησης μαγικής που ενεδρεύει μες στους κόλπους του σημερινού ρεαλισμού. Η φαντασία ανάπηρη σμίγει με την ανάμνηση και πίσω από το φέγγος της απώλειας και της λησμονιάς καραδοκεί ένας σοφός καιρός, μια βαθύτερη του κόσμου αίσθηση. Στις ανασκαφές του εαυτού μας, αποκαλύπτονται ρυθμοί και τόποι σύμβολα και ένας σωρός από ξενιτιά που δεσπόζει όταν ανάμεσα σε εμάς και τα πράγματα εισβάλλει η θάλασσα με τα χαρακτηριστικά μιας ακατόρθωτης απόστασης. Έτσι ιδωμένο αυτό Το Μέλος Φάντασμα από καθορίζει έναν ακίνητο ενεστώτα, φυσά έναν άνεμο που αγρυπνά εντός μας, ξεφυλλίζει σαν όνειρα τα εδάφια ενός ολοδικού μας, μυστικού βιβλίου ουρλιάζοντας την λέξη μνήμη σε άδεια χαρτιά, άδεια σπίτια. Αφήνει να ακουστούν οι κλίμακες, υιοθετεί την γλώσσα του ατομικού μύθου, ανάβει πρόσθιους φωτισμούς, φανερώνει ευρήματα των τάφων και πονάει σαν τον καιρό τραύματα παρόμοια, δικά μας. Φανερώνει αρχιτεκτονικές, σπίτια σαν ανθρώπους και κορμιά θεσμοθετημένα μες στο καθεστώς της πολλής αγάπης. Τα κλειδιά του μοιάζουν με ποιήματα που θα συναντήσεις διάσπαρτα στα πιο παράξενα μέρη.

[κάτι χάνεται στην απρόσκοπτη ροή της / κάτι βρίσκεται στα διάσπαρτα κενά της / η θεραπεία του καθρέφτη]
(τίτλοι των περιεχομένων θα πεις και
όμως δεν ήταν μονάχα τα γιοφύρια ποιητικά)

Το Μέλος Φάντασμα κάνει κομμάτια την μηχανική ώρα και για κάποιον άλλον χρόνο μιλά, ανασύροντας από το χώμα τις θαμμένες λάμπες που κάποτε κρύψαμε. Για τις ώρες τις δύσκολες, τις ώρες τις αβέβαιες όταν η εσωτερική επίπλωση καταρρέει και ο κισσός πλέκει τα χέρια, πλέκει τις αλήθειες, τα ψέματα πλέκει, και επιστρέφει. Θυμάται.