Top menu

Παάτα Σαμούγκια: Γραφώ για να συναντήσω στη γλώσσα τον εαυτό μου

 

Ο Παάτα Σαμούγκια έγινε γνωστός σε ένα ευρύ κύκλο αναγνωστών χάρη στο βιβλίο του Anti-Tqaosani (ένα λογοπαίγνιο επί του διάσημου μεσαιωνικού επικού γεωργιανού ποιήματος Ο ιππότης με δέρμα τίγρη). Το βιβλίο προκάλεσε πολλές αντιδράσεις καθώς τολμούσε να αμφισβητήσει το πιο σημαντικό λογοτεχνικό κείμενο της χώρας. Όλα τα βιβλία που ακολούθησαν απέσπασαν θετικές κριτικές καθιστώντας τον Παάτα Σαμούγκια διακεκριμένη προσωπικότητα της γεωργιανής ποίησης. Είναι πολυβραβευμένος και ο πρώτος σύγχρονος ποιητής στη Γεωργία που κέρδισε δύο φορές το λογοτεχνικό βραβείο SABA για την καλύτερη συλλογή ποιημάτων (Ακάθιστος, Σχιζοκοινωνία).

Με αφορμή την κυκλοφορία του ποιητικού του βιβλίου Σχιζοκοινωνία που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Βακχικόν αλλά και την παρουσία του στην Ελλάδα στο πλαίσιο της φετινής Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης, ο Παάτα Σαμούγκια μίλησε για το έργο του, την ποίηση και την ουσία της.

Πρώτη δημοσίευση της συνέντευξης στο Book Press.

Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου 

 

Το ποιητικό σας βιβλίο «Σχιζοκοινωνία» είναι πλέον διαθέσιμο στα ελληνικά από τις εκδόσεις Βακχικόν. Πώς νιώθετε που επικοινωνείτε αυτό το κομμάτι του έργου σας με το ελληνικό αναγνωστικό κοινό;

Μέχρι τώρα δεν είχα επαφή με το ελληνικό κοινό, ωστόσο, γνωρίζω καλά την ελληνική λογοτεχνία, την αγαπώ και της χρωστάω. Κατά συνέπεια, έρχομαι στην Ελλάδα που θεωρώ τον μεγαλόψυχο δανειστή μου, στον οποίον μάλιστα άργησα να ξεπληρώσω το χρέος μου, αλλά ποτέ δεν παραπονέθηκε γι' αυτό. Είμαι σίγουρος ότι και οι σύγχρονοι Έλληνες αγαπάνε την ποίηση και κυρίως τη σύγχρονη ποίηση. Τα ποιήματα είναι διπλοί πράκτορες: μεταφέρουν την ιστορία του συγγραφέα στον αναγνώστη, αλλά μεταφέρουν επίσης και τις ιστορίες, τα συναισθήματα, αλλά και τις εντυπώσεις του αναγνώστη στον συγγραφέα. Άρα εγώ και το ελληνικό κοινό γνωρίζουμε ήδη κάποια πράγματα ο ένας για τον άλλον. Αλλά θα τα κρατήσουμε μυστικά.

Σας έχουν αποκαλέσει προκλητικό, αιρετικό. Κάποιοι κατέστρεψαν ακόμη και βιβλία σας. Κατόπιν βραβευτήκατε ξανά και ξανά. Ποιες είναι οι σκέψεις σας πάνω σε αυτό;

Μου αρέσει που προκαλώ μια ρωγμή στη γραπτή-υπολογισμένη ρουτίνα, ενώ όταν γράφω δεν έχω ούτε τον χρόνο ούτε την επιθυμία να το σκεφτώ. Όταν κάποιοι με απείλησαν ότι θα με σκοτώσουν, και η Εκκλησία ανακοίνωσε ανάθεμα στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, η φίλη μου αναστατώθηκε πολύ και μου είπε ότι πρέπει να σταματήσουμε αυτή την τρέλα, ότι βρίσκομαι σε μια πολύ επικίνδυνη φάση. Εγώ της απάντησα: Γιατί να σταματήσουμε; Αυτοί οι άνθρωποι γράφουν τη συγγραφική μου βιογραφία με τα ίδια τους τα χέρια. Ας τη γράφουν. Ακόμα και τώρα έτσι σκέφτομαι, ωστόσο, όλα αυτά είναι παροδικά. Στόχος μου δεν είναι να αναλώνομαι για να προκαλέσω την αντίδραση των άλλων, στόχος μου είναι να γράφω σύγχρονη ποίηση, εμφατικά σύγχρονη, η οποία θα μπορέσει να αναστατώσει την καρδιά του σύγχρονου ανθρώπου. Νομίζω ότι τελικά και οι δυο πλευρές καταλαβαίνουν σωστά τα κείμενά μου - και αυτοί που με αποκαλούν ανήθικο και εκείνοι που είναι θαυμαστές μου. Απλώς, ένα μέρος του κόσμου έχει άλλες προσδοκίες από την ποίηση, έχουν συνηθίσει η ποίηση να πρέπει να επιβεβαιώνει τις αισθητικές και ηθικές τους προσδοκίες, αυτές οι προσδοκίες έχουν γεμίσει από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια με παραδοσιακή -και στις περισσότερες περιπτώσεις, χωρίς να έχει να προσφέρει κάτι- ποίηση.

Είστε ένας «κατά συρροή» ποιητής, λέτε. Δεν σας αρέσει η ερώτηση γιατί γράφετε ποίηση. Θα μπορούσα να ρωτήσω τι δίνετε στην ποίηση και τι παίρνετε από αυτή; Πώς νιώθετε όταν γράφετε ποίηση;

Ναι, δεν μου αρέσει αλλά θα σας απαντήσω. Πιο πάνω σας έχω απαντήσει για το στόχο μου, τώρα θα σας πω και για την αίτια. Το μόνο πάθος που με κάνει να γράφω είναι για να καταλάβω ποιος είμαι. Έτσι απλά. Δεν γραφώ μόνο για αυτοθεραπεία, γραφώ για να συναντήσω στην γλώσσα τον εαυτό μου και να τον αναγνωρίσω. Είναι υπερβολικό; Ναι, είναι. Αλλά αυτή είναι η μόνη αλήθεια για τη συγγραφική μου διαδικασία.

Νιώθετε ποτέ περισσότερο φιλόσοφος παρά ποιητής;

Παίζω με επιστημονικούς όρους και ιδέες για να εκφράσω ένα ρομαντικό ιδανικό και να μπορώ να περιγράψω την κρίση στην οποία βρίσκεται ο σύγχρονος κόσμος και ο σύγχρονος άνθρωπος. Αυτή είναι και η διαδικασία της φιλοσοφίας, το παιχνίδι με όρους και ιδέες, αλλά το αποτέλεσμα είναι κάτι διαφορετικό. Η φιλοσοφία αναζητά απαντήσεις και, ως επί το πλείστον, τις αποκαλύπτει. Έχω την πεποίθηση ότι η λογοτεχνία δεν φανερώνει τις απαντήσεις, γεννάει τα ερωτήματα. Η απάντηση μπορεί να βρίσκεται στον αναγνώστη, ο οποίος τα ερωτήματα που γεννιούνται από την ποίηση τα στηρίζει σε συναισθήματα. Υπό αυτή την έννοια, δεν είμαι φιλόσοφος, αν και δεν έχω τίποτα εναντίον αυτών που πιστεύουν κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, μου είναι ευχάριστο.

Η ποίησή σας είναι χωρίς αμφιβολία σύγχρονη. Νιώθετε, ωστόσο, ότι ζούμε σε παρανοϊκές εποχές ή οι εποχές ήταν έτσι πάντα και γι’ αυτό η καλή ποίηση είναι πάντα σχετική;

Για να καταλάβουμε αν η ποίηση είναι σχετική πρέπει πρώτα να μάθουμε ποιος είναι ο ποιητής. Η απάντηση μου είναι: Κανένας. «Ο κανένας» του Οδυσσέα που πρέπει να ξεγλιστρήσει από τον Κύκλωπα του χρόνου, από τους καθιερωμένους κανόνες και τις τάσεις της αγοράς, και να κρυφτεί πίσω από το κοπάδι των προβάτων, φόβους και κόμπλεξ, για να γλιτώσει. Αλλά σε αντίθεση με τον Οδυσσέα, ο ποιητής δεν μπορεί ποτέ να βρει την ησυχία του, δεν μπορεί να επιβιώσει, και σε αυτή την μη επιβίωση βλέπω την καταδικασμένη και όμορφη αποστολή της ποίησης. Από την άλλη, ένας καλός ποιητής μπορεί να τυπώσει ένα λευκό φύλλο χαρτιού και να το «χαρακτηρίσει» ποίηση, όπως ο Μαρσέλ Ντυσάν όρισε το ουρητήριο ως ένα από τα βασικά τεχνουργήματα της τέχνης, και γιατί να εμποδίσουμε αυτήν την υπέροχη διαδικασία; Αυτή είναι η δικτατορία του συγγραφέα, η αντίθετη ιδέα που προέκυψε τη δεκαετία του ’70 όταν εισήχθη η θεωρία του Ρολάν Μπαρτ για το θάνατο του συγγραφέα. Ο Μπαρτ θεωρεί ότι η πίστη του συγγραφέα στη εξουσία είναι μια αταβιστική χειρονομία, κάτι που κατά τη γνώμη μου δεν είναι ακριβώς έτσι. Στην πραγματικότητα, αυτή η αναμφίβολα όμορφη ιδέα στην πράξη πραγματοποιήθηκε με ακριβώς αντίθετο τρόπο - δεν πέθανε ο συγγραφέας, αλλά ο αναγνώστης και εμείς είμαστε τώρα μάρτυρες αυτής της ατελείωτης θανάτωσης. Το κυριότερο είναι ότι ο Μπαρτ, όπως όλοι οι αξιοπρεπείς φιλόσοφοι, έχει μισό δίκιο - δηλαδή όταν διαβάζουμε βγάζουμε νόημα από το κείμενο, αλλά ταυτόχρονα βάζουμε το νόημα στο κείμενο καθώς το αντιλαμβανόμαστε από τη μια ή την άλλη οπτική γωνία. Εκατό άνθρωποι θα διαβάσουν τον Ευριπίδη και θα προκύψουν εκατό αντικρουόμενα συναισθήματα, αλλά, κατά την άποψή μου, αυτά τα εκατό συναισθήματα είναι από πριν ενσωματωμένα στο κείμενο από τον συγγραφέα. Εγώ έτσι πιστεύω και αν πίστευα κάτι διαφορετικό δεν θα έγραφα. Κατά συνέπεια, πιστεύω ότι η καλή ποίηση μπορεί να είναι αποτελεσματική ακόμα και σε αυτή την παρανοϊκή εποχή, μπορεί να έχει νόημα, λίγο επικίνδυνος όρος, αλλά έστω.

Θα μπορούσατε να μιλήσετε γι’ αυτό που κατά τη γνώμη σας είναι το σημαντικότερο πράγμα που έχετε καταλάβει για τη ζωή μέσα από μερικούς στίχους σας;

Δυστυχώς δεν γνωρίζω πολλά πράγματα για την ζωή.

Νομίζετε ότι χρειαζόμαστε περισσότερη ποίηση σήμερα;

Νομίζω ότι ήταν πέρυσι όταν ο φιλόσοφος Νόαμ Τσόμσκι έγραψε μια φράση του Χάουαρντ Ζιν στο Twitter: «Αυτοί έχουν όπλα, εμείς έχουμε ποιητές. Επομένως, εμείς θα νικήσουμε». Δεν θα μπορούσα να τοποθετήσω ένα τόσο βαρύ φορτίο στην ποίηση, αλλά πιστεύω σε ένα πράγμα: Σε αντίθεση με τις οργανωμένες θρησκείες και τις τακτικές ιδεολογίες, η ποίηση προσφέρει έναν ευγενικό διάλογο για τα λάθη και τις ήττες μας, κάτι που αποτελεί προϋπόθεση για να είσαι άνθρωπος. Αν πάλι θέλουμε να μείνουμε άνθρωποι, η ποίηση μπορεί να μας βοηθήσει έστω και λίγο πάνω σε αυτό.