"Όλες οι γάτες είναι όμορφες", του Έλσον Ζγκούρη

 

Γράφει η Ειρήνη Παραδεισανού 

Όλες οι γάτες είναι όμορφες (εκδόσεις Παράξενες Μέρες). Μια συλλογή ιστοριών, τις οποίες αφηγείται ένας άνθρωπος σε α’ πρόσωπο, χωρίς εκζήτηση, χωρίς ιδιαίτερα αφηγηματικά τερτίπια, αλλα με ένα υπόγειο πικρό χιούμορ, όπως θα μίλαγε σε έναν φίλο ή θα έγραφε σε μια σελίδα ημερολογίου. Κοινή συνισταμένη όλων των διηγημάτων η εμπειρία της μετανάστευσης. Χωρίς ωραιοποιήσεις ο Έλσον Ζγκούρη, στο πρώτο μέρος του βιβλίου, καταθέτει τα δικά του βιώματα και στο δεύτερο μέρος τα βιώματα συμπατριωτών του,γυναικών και ανδρών. Και μέσα από αυτά μιλά για όλα όσα βίωσαν οι Αλβανοί μετανάστες στη χώρα μας από τη δεκαετία του 90 και μετά.

«Αρχικά δεν ήθελα να πω όλα όσα έζησα και όσα σκεφτόμουν σε άνθρωπο, δεν ήθελα κανείς να τα διαβάσει, να μη διαβάσει κανένας τις σκέψεις μου. Το μόνο που ήθελα ήταν να τα βγάλω από μέσα μου». Μάς εξομολογείται ο ίδιος ο συγγραφέας στον πρόλογο του βιβλίου.

«Ο σκοπός των ιστοριών αυτών είναι να αφήσω ένα μήνυμα. Ένα μήνυμα πως σε αυτές τις παράξενες μέρες που ζούμε, οφείλουμε να μαθαίνουμε από το παρελθόν, ώστε να κάνουμε λίγο καλύτερο το μέλλον μας. Πολλές φορές αναρωτήθηκα στη ζωή μου πώς θα ήταν τα πράγματα, αν ήμουν άλλος, κάποιος άλλος κι όχι αυτός που είμαι. Όμως είναι κάποια πραγματα και ιδιότητες που δεν τις επιλέγεις, σε επιλέγουν.

Στην Ελλάδα ήμουν πάντα «ο Αλβανός». Όταν επισκεπτόμουν την Αλβανία, γινόμουν αυτόματα «ο Έλληνας» Σε τσακωμούς και στις δυο χώρες κολλούσαν στην αντίστοιχη λέξη το «βρωμο»…]»

Ο Έλσον Ζγκούρη καταφέρνει να μιλήσει μέσα από τις ιστορίες του για ζητήματα ταμπού, ζητήματα που πονάνε.

Ερωτήματα που τίθενται:

Αυτήν που κραυγάζει ότι όλοι είμαστε άνθρωποι φτιαγμένοι από τα ίδια υλικά και με την ίδια δίψα για αγάπη;

Ο Έλσον Ζγκούρη θέτει τα ερωτήματα με αφοπλιστική ειλικρίνεια και καθαρότητα. Ιδιαίτερα φαίνεται να τον απασχολεί το ζήτημα της γλώσσας. Προτάσσει ως προμετωπίδα στο βιβλίο του ένα ποίημα της Elona Beqiraj, συγκλονιστικό στη σπαρακτική του αλήθεια.

Μητέρα
Συγχώρα με
για όλες τις μέρες
που για την προφορά σου ντράπηκα.
Δεν είχα ιδέα
Ότι ήταν το μόνο
Που σου έμεινε από την πατρίδα σου

Ο Έλσον Ζγκούρη μιλάει για τα παιδιά που αναγκάζονται να αλλάξουν το όνομά τους, να αποκρύψουν την ίδια την ταυτότητά τους προκειμένου να κερδίσουν την αποδοχή των συνομηλίκων τους. Μιλάει για τον ρατσισμό που δέχτηκαν -παιδιά τα ίδια- από άλλα παιδιά, τον αποκλεισμό, τη λεκτική βία. Για την αυθαιρεσία της αστυνομίας. Για την αναλγησία ενός κρατικού μηχανισμού που συνθλίβει ονειρα ανθρώπων. Για τη στενοκεφαλιά ανδρών και γυναικών που ξεσπούν το ρατσιστικό μένος τους σε παιδιά μεταναστών, σε εργαζόμενους, σε ανθρώπους που έτυχε απλώς να γεννηθούν αλλού. Για τους έρωτες που κατέληξαν ανεκπλήρωτοι, για τις ευκαιρίες που χάθηκαν. Για την πίκρα και τη μοναξιά, την καταπίεση και τη στέρηση της αναπνοής. Για καταπιεσμένα συναισθήματα. Για το πείσμα και τον αγώνα για δικαιώματα που θα έπρεπε να είναι αυτονόητα.

Μιλάει όμως και για την άλλη όψη του νομίσματος. «Όταν η πλειοψηφία κινείται προς μια κατεύθυνση, θα συναντήσει και μια μειοψηφία ανθρώπων που κινούνται στην αντίθετη». Μιλάει για την πρώτη του δασκάλα σε ελληνικό σχολείο, την κ. Σοφία. σ.19 Μιλάει για τον Ινδιάνο, για τον Τσαγκάρη, για τον Κώστα και τους γονείς του. Μιλάει για όλους αυτούς που στάθηκαν άνθρωποι.

Εκεί επιλέγει να μείνει. Στην ουσία του ανθρώπου που υπερβαίνει γεωγραφικούς περιορισμούς και γεφυρώνει τις διαφορές.

Γι' αυτό και επιλέγει να δώσει αυτόν τον τίτλο στο βιβλίο του. Όλες οι γάτες είναι όμορφες. Ακόμη και η γάτα του αξιωματικού υπηρεσίας, ο οποίος έκρινε σκόπιμο να πάρει ένα παιδί 16 χρόνων στην ασφάλεια και να το αφήσει χωρίς νερό και φαγητό για έξι ώρες. «Είχε ένα καδρο σ. 53». 

Θα κλείσω το κείμενο αυτό με τα τελευταία λόγια του διηγήματος που κλείνει τη συλλογή με τον αποκαλυπτικό τίτλο «Παιδί δίχως πατρίδα». Σ.140

Exit mobile version