Top menu

"Ο θάνατος του συλλέκτη" του Π. Κωνσταντόπουλου -Προδημοσίευση

O θάνατος του συλλέκτη, μυθιστόρημα, Παναγιώτης Κωνσταντόπουλος, εκδόσεις Βακχικόν 2018

Είναι πρωί, 21η Μαΐου και μια ευδαιμονία ξαφνικά με κυριεύει· στιγμιαία όσο και ακατανόητη. Τα σπασμένα κεραμίδια του απέναντι ερειπωμένου εργοστασίου η βροχή τα βάφει πιο κόκκινα -παραδόξως. Ένας άντρας με στολή παραλλαγής, στρατιωτική κουκούλα και αθλητικά παπούτσια περπατάει ατάραχος συνοδεύοντας τον μαύρο σκύλο του, την ίδια στιγμή που
ένα ασημένιο αυτοκίνητο σταματά και μια βιαστική γυναίκα με έντονο κίτρινο μαντήλι δεμένο στον λαιμό της βγαίνει και τρέχει στη διπλανή καφετέρια. Δε χαιρετιούνται, αφού αδιαφορούν ο ένας για τον άλλον. Κοιτάζω στο βάθος προς την Πάρνηθα, αλλά δεν μπορώ να τη διακρίνω. Ένα γκρίζο όριο μ’ εμποδίζει. Δε μ’ εμποδίζει, όμως, να φανταστώ τις μυστηριώδεις σπηλιές της, τα δάση της καθώς τα μουσκεύει η βροχή και τους μαύρους κορμούς των πεύκων να γυαλίζουν. Σ’ ένα απόκρημνο μέρος όλων αυτών των δασών, κρυμμένη στην πυκνή βλάστηση, μια νέα γυναίκα είναι ξαπλωμένη μπρούμυτα. Φοράει πορτοκαλί κοντό καλοκαιρινό φόρεμα, που τώρα κολλάει πάνω στο σώμα της βρεγμένο. Το πρόσωπό της έχει μία ανεξιχνίαστη και σοβαρή έκφραση χωρίς κάποιο ιδιαίτερο συναίσθημα, ίσως γιατί παρήλθε αμετάκλητα γι’ αυτήν ο καιρός των συναισθημάτων. Τα μαλλιά της δεν αναδεύονται με τον αέρα και τα μάτια της -γκρίζα και πράσινα- κοιτούν ακίνητα και προσηλωμένα στο χώμα εμπρός της. Σε λίγο περίεργα ζωύφια θα την πλησιάσουν με την έξαψη του εξερευνητή. Αυτή, όμως, δε θα τα βλέπει, κι είναι κρίμα. Αλλά ούτε κι εγώ τη βλέπω από εδώ που κάθομαι. Μόνο τη βροχή ακούω. Και τον ρόχθο των οχημάτων που περνούν με ταχύτητα. Και κάποια παιδιά που τρέχουν γελώντας. Και το τηλέφωνο που χτυπάει απροειδοποίητα, όπως όλες οι κακές ειδήσεις -ιδίως αυτές που αναγγέλλουν έναν θάνατο· τον θάνατο ενός φίλου, του Μανόλη Χ. του συλλέκτη.

Κάποιος Σκανδιναβός συγγραφέας έχει γράψει πως οι μόνες ιστορίες που αξίζουν σήμερα είναι αυτές που περιέχουν
έρωτα και φόνο -αν κι έτσι ήταν ανέκαθεν, ξεκινώντας από τον Οιδίποδα τύραννο.

Η δική μου πάντως τα έχει και τα δύο.