Top menu

Κατερίνα Κουρή: Την ύβρη του καιρού την νιώθουμε στο πετσί μας

 

"Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά και ικανοποίηση για έναν δημιουργό να κρατάει στα χέρια υλοποιημένο το έργο του. Για δύο, κύρια, λόγους: Πρώτα, γιατί σαρκώθηκε η ιδέα του στο χαρτί κι έγινε πραγματικότητακι ύστερα, γιατί ήρθε η ώρα να την κοινωνήσει, να την μοιραστεί με τον κόσμο. Καμιά ιδέα δεν έχει αξία, αν δεν την μοιραστείς με τους άλλους". Η Κατερίνα Κουρή μιλάει στο περιοδικό Vakxikon.gr για το μυθιστόρημά της Η Ύβρις είναι της Νύχτας που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν. 

 

Το μυθιστόρημά σας "Η Ύβρις είναι της Νύχτας" κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Βακχικόν. Πώς νιώθετε που το κρατάτε στα χέρια σας;

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά και ικανοποίηση για έναν δημιουργό να κρατάει στα χέρια υλοποιημένο το έργο του. Για δύο, κύρια, λόγους: Πρώτα, γιατί σαρκώθηκε η ιδέα του στο χαρτί κι έγινε πραγματικότητακι ύστερα, γιατί ήρθε η ώρα να την κοινωνήσει, να την μοιραστεί με τον κόσμο. Καμιά ιδέα δεν έχει αξία, αν δεν την μοιραστείς με τους άλλους. Ο Μαλαρμέ έλεγε πως ο Κόσμος έγινε για να καταλήξει σε ένα βιβλίο.  Κι εδώ… πρόκειται για Μυθιστόρημα – ένα είδος εξαιρετικά απαιτητικό. Το Μυθιστόρημα μπορεί να αποτελέσει, δυνάμει, ένα πεδίο μεγάλης διανοητικής σύνθεσης. Μπορεί να δημιουργήσει ένα σύμπαν, καθώς έχει και τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει, με ειδικό τρόπο, πολλά είδη λογοτεχνίας, συγχρόνως. Ο ρόλος του είναι μοναδικός κι αναντικατάστατος στην εξερεύνηση της ανθρώπινης Ύπαρξης. Κι όπως όλη η Λογοτεχνία,μακύριααυτό το είδος της τέχνης του Λόγου, είναι μια πολυεπίπεδη εμπειρία  - σημαντικήγια την ψυχική μας ζωή και αποτελεί μέρος της. Και δεν είναι μόνον η ιδέα, το θέμα, που ο μυθιστοριογράφος πρέπει να επιλέξει και ν’ απαγκιστρώσει απ’ ένα χαοτικό πλήθος ιδεών. Οφείλει να του δώσει μορφή, να το κάνει Κόσμο – ένα κόσμο με Ν ό η μα. Η γραφή, για την σύνθεσή του, είναι ένας επώδυνος, πολύχρονος, μόχθος. Η εργώδης διαδικασία του, φορές εξαντλεί τον δημιουργό του. Δεν του παίρνει μόνο απ’ το πνεύμα, από τη ψυχή, αλλά κι από το ίδιο του το σώμα, ακινητώντας το -ώρες, μέρες, νύχτες, χρόνια- σε μια  έντονη διανοητική προσπάθεια και την αναζήτηση λέξης και φόρμας. Κι αν ο Καβάφης μας ισχυριζόταν πως η ποίηση «λεληθότως δημιουργεί», ο Βλαντιμίρ Χόλαν, ο σημαντικός Τσέχος ποιητής, συμπλήρωνε πως, «από το σκαρίφημα στο έργο, η διαδρομή γίνεται στα γόνατα». Πέρα από την ιδέα το θέμα, την δημιουργία ολοζώντανων δραματικών προσώπων και αποκαλυπτικών καταστάσεων, η γραφή καθαυτή, το εργώδες, που αναφέρει ο Τσίρκας -σημαίνει χρόνο και διανοητικό μόχθο. Ασχολούμαι, εδώ και χρόνια, αποκλειστικά με το Μυθιστόρημα. Γράφω μεγάλα, πολυσέλιδα, μυθιστορήματα. Και η προσπάθεια έγκειται στο να καταφέρεις να αποκαλύπτουν διαφορετικές όψεις της ανθρώπινης ύπαρξης. Να ρίχνουν άπλετο φως στο βίωμα των ανθρώπων, να διερευνούν πως επηρεάζεται η ύπαρξη από τη συγκυρία, ιστορική ή άλλη, ή ακόμα κι από μια φανταστική συνθήκη. Να έχουν διαχρονικό ενδιαφέρον. Να προσφέρονται για πολλαπλές αναγνώσεις. Μου παίρνει καιρό η γραφή τους. Γύρω στα τρία και μισό με τέσσερα χρόνια το κάθε ένα. Φορές και πολύ περισσότερο, γιατί η ζωή παίζεται ανάμεσα. Γι’ αυτό γράφω συνέχεια, μα δεν εκδίδω πάντα, αν δεν νιώσω πως ήρθε η ώρα για το καθένα να το κάνω. Ενώ είχα έτοιμη, σχεδόν, δουλειά, πρόταξα το μυθιστόρημα: « Η Ύβρις είναι της Νύχτας», που είναι και η τελευταία, μέχρις στιγμής, γιατί πιστεύω πως η ανθρώπινη Ύπαρξη, όπως και η Ύπαρξη του Κόσμου, σήμερα, σ’ αυτούς τους υβριστικούς καιρούς, πλήττεται με ιδιαίτερα σκληρό τρόπο, και πως η αληθινή Λογοτεχνία, που ασχολείται με το Ουσιώδες, έχει μια προσωπική και κοινωνική, επαναστατική και μεταμορφωτική ικανότητα. Ναι. Πραγματικά, έχω, ιδιαίτερα, μεγάλη χαρά, που κρατώ το βιβλίο στα χέρια μου. Χαίρομαι που ο εκδοτικός οίκος Βακχικόν, στον οποίο απευθύνθηκα - ένας οίκος νέων, φιλόδοξων, δραστήριων ανθρώπων, που, μαζί με άλλους, ήρθαν να ταράξουν τα, από καιρό - για πολλούς και διάφορους λόγους- λιμνάζοντα νερά στον ελληνικό  εκδοτικό χώρο, αγκάλιασε με εμπιστοσύνη το θέμα και υλοποίησε την ιδέα μου με τον πιο λιτό και καλαίσθητο τρόπο. Εύχομαι το μυθιστόρημα αυτό να έχει κάτι σημαντικό να πει στον σημερινό άνθρωπο για τους καιρούς που ζούμε και να αγαπηθεί γι’ αυτόν τον λόγο. Στην Ελλάδα έχουμε κουλτούρα ποίησης και διηγήματος, παρά μυθιστορήματος. Σήμερα, με τα νέα δεδομένα της λειτουργίας του Κόσμου, τις νέες συνθήκες, τα θέματα μα και τααδιέξοδα, μοιάζουν κοινά, όπωςκοινές είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε ως υπάρξεις. Το Μυθιστόρημα περισσότερο από ποτέ έχει λόγο ύπαρξης. Η Ελληνική Λογοτεχνία με την τεράστια δύναμη της πολυσήμαντης γλώσσας της και το Μυθιστόρημα με την δύναμη της φαντασίας, της σκέψης και του στοχασμού, μπορούν σήμερα να βρουν την θέση που τους αξίζει στον κόσμο.

 

Δύο παράλληλες ιστορίες. Η ιστορία των πρωταγωνιστριών κι η Ιστορία της χώρας. Και η Ύβρις. Διπλή επίσης. Θα μας μιλήσετε γι’ αυτήν αφού αποτελεί την πεμπτουσία του βιβλίου σας;

Δεν είναι δυο, μα περισσότερες οι παράλληλες ιστορίες. Είναι η Μικρή Ιστορία των ηρωίδων, όπως και ενός εκάστου από το Μεγάλο Πλήθος που βάλλεται από την Ύβρη αυτών των καιρών, μα κι η Μεγάλη Ιστορία του Κόσμου, της Ευρώπης και της χώρας μας. Το μυθιστόρημα γίνεται ένας πανοραμικός καθρέφτης, για όλα τα σημαντικά θέματα που εντάθηκαν τα τελευταία χρόνια (κρίση αξιών, οικονομική κρίση, μεταναστευτικό κ.α) και η συντριβή των δυνατοτήτων που αντιμετωπίζει σήμερα η ύπαρξη μας και ο Κόσμος μας από αφηνιασμένες και αφιονισμένες για Δύναμη και Χρήμα, εξουσίες. Αυτή είναι η Ύβρις του καιρού. Το ξεπέρασμα του ορίου, του μέτρου, η αδιαφορία για κάθε τι το ανθρώπινο. Το μυθιστόρημα Η Ύβρις είναι της Νύχτας ήθελε να φωτίσει το φαινόμενο της που πυροδοτεί  τόσο το χάος του "έξω κόσμου", όσο και του κόσμου μας "εντός". Για τον Ελληνικό Κόσμο, την αρχαία Ελλάδα, η Ύβρις, η υβριστική συμπεριφορά, αυτή η «ακραία διατάραξη της αρμονίας του μέτρου, της δικαιοσύνης», κατά τον Αριστοτέλη, συνιστούσε μια πράξη βίας καταστροφική - ένα έγκλημα. Έδειχνε ασέβεια προς το Θείο και τους νόμους της Πόλης - κάτι ταυτόσημο, για τους Έλληνες. Κατά τον Ηράκλειτο: «χρειάζεται να σβήνει κανείς πιότερο την Ύβρη, παρά την πυρκαγιά». Ο υβριστής καταδικαζόταν σε μεγάλη ποινή μα κι από τους θεούς. Ενεργοποιείτο ένας ολόκληρος συμπαντικός μηχανισμός. Ο υβριστής  εισερχόταν σε έναν κύκλο αναπότρεπτο, μέχρις ότου η Θεία Δίκη να του αποδώσει την τιμωρία της. Η ύβρις υπήρχε πάντα. Τί το καινούργιο, θα ρωτήσετε.Το διαφορετικό στην εποχή μας και τον χειροπόδαρα δεμένο, παγκοσμιοποιημένο κόσμο μας, είναι πως ο άνθρωπος (οι χώρες, ο Κόσμος), σήμερα, δεν έρχεται αντιμέτωπος με έναν άλλο άνθρωπο  υβριστή, αλλά με συστήματα εξουσίας, με διαδικασίες απρόσωπες και άχρονες, που έχουν μετατραπεί σε ένα παντοδύναμο μηχανισμό που παράγει και εξαπολύει ύβρη. Η σημερινή Ύβρις καταφέρνει να ακυρώνει τις ανθρώπινες δυνατότητες, ναφονεύει το ανθρώπινο Είναι. Η μέθη της εξουσίας, η Απληστία των λίγων, η ανάγκη για Δύναμη και χρήμα, στην εποχή μας, έχουν μετατραπεί σε αρρώστια, αδιαφορία για κάθε τι το ανθρώπινο. Μέσα από τις πρακτικές μιας, αδίστακτης, συστημικής λογικής μεγιστοποίησης του κέρδους, αποτελούν μηχανισμούς καταστροφής, όχι μόνο για δημοκρατικούς θεσμούς, δεσμούς και κοινωνίες ολόκληρες, αλλά και τον Άνθρωπο, τον Κόσμο και τον Πολιτισμό, όπως τον γνωρίζουμε.

 

Από πού προήλθε αυτή η ιστορία; Ποια ήταν η πηγή της έμπνευσης της;

Μα, φυσικά από την σημερινή ιστορική συγκυρία και τον τρόπο που την βιώνουμε. Η Ύβρις, ως φαινόμενο, και η φονική πρακτική των μηχανισμών που ανέφερα, αλώνιζε ήδη πολύ καιρό στον κατατρεγμένο κόσμο μας. Όταν τα λογής - λογής μνημόνια, όμως, αφορούσαν χώρες του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου, δεν έδινε κανείς και πολύ σημασία γιατί το κακό έμοιαζε να είναι μακριά- πολύ μακριά. Όταν άγγιξε σαν πυρκαγιά την «καλή» μας Δύση και την Ευρώπη, με την μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και την ύφεση που επακολούθησε, πήραμε όλοι -κι εμείς ως Ευρώπη- μια γερή γεύση. Μα ήταν η Ελλάδα που χτυπήθηκε, ενοχοποιήθηκε με τον πιο επαίσχυντο τρόπο, πιο πολύ απ’ όλες τις χώρες, για πολύ συγκεκριμένους λόγους. Υπέστη όλες τις συμφορές. Η σημερινή εξουσία της Ευρώπης, της έδειξε το πιο άγριο πρόσωπο της ύβρης και ευθύνεται γι’ αυτό. Η Ελλάδα έγινε πείραμα και πειραματόζωο σε αυτό το δοκιμαστήριο των οικονομικο-πολιτικών παιχνιδιών. Μα πέρα απ’ αυτό, η εξόντωση της ύπαρξής της, ως μιας ενεργούς πνευματικής και πολιτιστικής οντότητας, η υποτέλειά της ως χώρας, του λαού της κι ενός εκάστου των κατοίκων της, είχε δρομολογηθεί. Η τροποποίηση του ρόλου της στον χάρτη, η αρπαγή του πλούτου της, η υποθήκευση του μέλλοντός της. Πώς; Οι τρόποι να κάνεις μια χώρα, ένα λαό και ιδιαίτερα έναν Έλληνα πολίτη, υποτελή, είναι δυο. Χτύπημα στην αξιοπρέπεια, στην δυνατότητα να ζήσει με αξιοπρέπεια, και η ακύρωση της δυνατότητάς του να σκέφτεται, να στοχάζεται και να πράττει ελεύθερα. Υπάρχουν πολλά μέσα να το καταφέρεις αυτό. Μα εδώ στο μυθιστόρημα η Ιστορία, καθαυτή, ανεξάρτητα από τις απόψεις του καθενός (και τις δικές μου), οφείλει να γίνεται κατανοητή και να αναλύεται ως υπαρξιακή κατάσταση. Ποια, λοιπόν, η πηγή της έμπνευσής μου; Μα τα βιώματα μας. Τα προσωπικά και του διπλανού μας, της χώρας μας. Την ύβρη του καιρού την νιώθουμε ακόμα στο πετσί μας. Βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρον να πλησιάσω και να περιγράψω το σημερινό φαινόμενο της Ύβρης, ως συνθήκης, που μοιάζει όχι μόνο ν’ ακυρώνει, αλλά και να φονεύει τις υπάρξεις μας υπό την έννοια των δυνατοτήτων μας ως ανθρώπων, ως χώρας, ως Ευρώπης, ως Κόσμου.

Η ιστορία του βιβλίου μετουσιώνει ιστορικά γεγονότα και τον τρόπο που αυτά μας οδήγησαν στο πολιτικο-κοινωνικό σήμερα. Γεγονότα που έχετε κι εσείς βιώσει. Εμπεριέχει αυτοβιογραφικά στοιχεία με κάποιον τρόπο το μυθιστόρημα σας;

 

Κοιτάχτε. Αξίζει να επισημάνω κάτι σημαντικό. Σας μιλώ ως μυθιστοριογράφος, εδώ-όχι ως ιστορικός αναλυτής. Το Μυθιστόρημα πάντα έχει να κάνει με την Μικρή Ιστορία των ανθρώπων. Θέλει να ρίξει άπλετο φως στο βίωμα τους, για να μην ξεχάσουν το Είναι τους. Το Μυθιστόρημα ασχολείται με την Ύπαρξη, παρά με την πραγματικότητα. Δεν είναι μέσα στον ρόλο του να μιλήσει για την Ιστορία, την Οικονομία, την Πολιτική. Φυσικά, αν το θέμα του το επιβάλλει γίνεται κι αυτό εκ των πραγμάτων. Είναι τότε, όχι μόνον το σκηνικό μα και η βασική συνθήκη για να πλησιάσεις την υπαρξιακή κατάσταση των ηρώων και να δείξεις πως αυτή επηρεάζεται από την ιστορική συγκυρία. Το Μυθιστόρημα έχει ως ρόλο την εξερεύνηση της ύπαρξης. Μέλημα του να αποκαλύψει νέες όψεις της ύπαρξης ή να φανερώσει ενδεχόμενες δυνατότητες της. Η Μεγάλη Ιστορία χρησιμοποιείται  κι εδώ με την μεγαλύτερη δυνατή οικονομία, ίσα για να υποστηρίξει το θέμα, που είναι η Ύβρις των καιρών, με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου. Πως αυτή, κάτω από την σημερινή ιστορική συγκυρία, επηρεάζει τις ζωές, την ύπαρξη των ηρωίδων, (αν και για διαφορετικούς λόγους την κάθε μια), των ανθρώπων, της χώρας, της Ευρώπης όσο και του Κόσμου, αν προσλάβουμε αυτές τις οντότητες ως υπάρξεις, ως πρόσωπα. Υπάρξη, είναι το τεράστιο πεδίο των ανθρώπινων δυνατοτήτων. Εδώ δεν κάνουμε ιστοριογράφηση, ούτε πολιτική  και κοινωνική ανάλυση. Απλά χρησιμοποιούμε αυτή την ιστορική συγκυρία και την εγγράφουμε για να αποκαλύψουμε πως επιδρά πάνω στην ανθρώπινη Ύπαρξη. Εμπεριέχει βιωματικά στοιχεία, όχι αυτοβιογραφικά στοιχεία. Ένας συγγραφέας μπορεί να το κάνει αυτό με την δική του φωνή, αν το θελήσει, με κάποιο άλλο είδος λογοτεχνίας. Ο μυθιστοριογράφος οφείλει να ομιλεί με την φωνή του κόσμου, με τη φωνή των ηρώων του. Φυσικά, αν δεν έχει αληθινά βιώματα και πραγματεύεται πράγματα που δεν γνωρίζει καλά,  η λογοτεχνία του θα τον προδώσει. Θα φτιάξει μια άψυχη κατασκευή, στηριγμένος μόνο στην εξυπνάδα του. Σίγουρα, όμως, δεν θα μιλήσει μέσα απ’ αυτόν η υπερπροσωπική σοφία του Μυθιστορήματος.

 

Τί ρόλο έχει παίξει η λογοτεχνία (αλλά και η συγγραφή) στη ζωή σας; Και τί ρόλο πιστεύετε ότι μπορεί να παίξει στον κόσμο σήμερα;

Ένα μεγάλο μέρος αυτού που με ρωτάτε, το απαντάει στο μυθιστόρημα μου η συγγραφέας Δανάη, η ηρωίδα μου, με μεγαλύτερη ασφαλώς δραματοποίηση. Η λογοτεχνία έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη ζωή μου. Σε αυτό που είμαι σήμερα. Γράφω από τα εφτά μου χρόνια, έχω διαβάσει απίστευτα πολύ- και υποθέτω αρκετά βαθιά- μέσα στα χρόνια, εξερευνώντας πολλά πεδία γνώσης, όχι μόνο Λογοτεχνίας, Ποίησης, Φιλοσοφίας και Ψυχανάλυσης. Το βασικό πάντα είναι πως όλα αυτά τα μετουσιώνεις σε ένα είδος σοφίας, ώστε να  βρίσκεσαι διαρκώς σε επαφή με «την καρδιά» των πραγμάτων, να είσαι ζωντανός στο εδώ και τώρα και να είσαι σε θέση να ακούς ευκρινώς «τη βοή των πλησιαζόντων γεγονότων», που αναφέρει ο μεγάλος μας Καβάφης. Είναι ασύλληπτες οι δυνατότητες της Λογοτεχνίας γιατί αποτελούν βασικό μέρος της ψυχικής μας ζωής. Αν η Λογοτεχνία σταθεί στο Ουσιώδες και στις απίστευτες δυνατότητες της, έχει πραγματικά τεράστιες μεταμορφωτικές δυνατότητες. Γι’ αυτό και οφείλει, πράγματι, να μην απεμπολεί τις ευθύνες της για προσωπική και κοινωνική μεταμόρφωση. Αλλάζοντας την ιστορία μας συνειδητά από τη θέση του παρόντος, αλλάζουμε το παρελθόν και το μέλλον μας. Σήμερα που μοιάζουν όλα να έχουν κυριαρχηθεί από προκατασκευασμένες εικόνες, οι επαναστατικές δυνάμεις της φαντασίας που κινητοποιεί μέσα μας το διάβασμα ενός αληθινού βιβλίου λογοτεχνίας και ιδιαίτερα το μυθιστόρημα, έχει να παίξει τεράστιο ρόλο. Η Λογοτεχνία είναι το μόνο μας όπλο και ο μόνος δρόμος ελευθερίας.

 

Έχετε επόμενα συγγραφικά σχέδια;

 

Ασφαλώς και έχω. Και μάλιστα άμεσα. Πρώτα πρώτα θα ήθελα να επανεκδόσω, από τις εκδόσεις Βακχικόν τώρα, ένα σημαντικό για μένα μυθιστόρημα που είχα εκδόσει πριν πολλά χρόνια με τις εκδόσεις Λιβάνη, και είχε πάει εξαιρετικά καλά. το: «Ο Κάτοικος του Καθρέφτη». Είναι μια saga, ένα μυθιστόρημα διαχρονικό, με τα μεγάλα υπαρξιακά θέματα, όπως τον έρωτα, τον θάνατο, με τον Εαυτό, το φαίνεσθαι και το Είναι. Προσφέρεται και αυτό για πολλές αναγνώσεις. Αλλά πέρα από την Μικρή Ιστορία, τα δραματικά του πρόσωπα, έχει πρωταγωνιστή την μυθική ύπαρξη της Κέρκυρας μέσα στους καιρούς και πως ο τόπος, η ατμόσφαιρα, ο Άγιος της, η ιδιαίτερη Ιστορία και η Μυθολογία της, επηρεάζουν, ως σήμερα,σαν τον κλειδούχο των τραίνων την ιδιοσυγκρασία των κατοίκων της και ανθρώπινή τους μοίρα. Είμαι σίγουρη πως πέρα από τον όμορφο και δυνατό του απόηχο έχει, ακόμα, πολλά να δώσει. Θα ακολουθήσουν -πάντα συν Θεώ- τρία ακόμα μυθιστορήματα, κόποι πολλών χρόνων, που βρίσκονται, για την ώρα, στο επίπεδο της δικής μου σχολαστικής επιμέλειας. Ευχαριστώ θερμά το περιοδικό Βακχικόν για τις καίριες ερωτήσεις.