Top menu

Ιχνευτές του Σοφοκλή από τον Μιχαήλ Μαρμαρινό

photo © Thomas Daskalakis

Γράφει ο Κ. Γ. Βασιλείου

Στις 23/24/25-7-2021 διδάχθηκε στο αρχαίο θέατρο Επιδαύρου το σατυρικό δράμα του Σοφοκλή "Ιχνευτές" από τον Μ. Μαρμαρινό, με τους Χάρη Φραγκούλη, Σταμάτη Κραουνάκη, Αμαλία Μουτούση, Steve Katona και έναν δεκαμελή Χορό.

Ήταν μια παράσταση, που έπρεπε να υπερβεί ένα μισοκατεστραμμένο κείμενο και την συμπλήρωση του από νεότερους δημιουργούς· άρα η επαναφορά στην ορχήστρα του θεάτρου πάσχει, όσον αφορά την ακρίβεια σε σχέση με την αρχική γραφή.

Οι στίχοι αυτού του έργου ανακαλύφθηκαν εν σπαράγματι το 1907 στην Οξύρρυγχο της Αιγύπτου και εκδόθηκαν το 1912: θεωρείται ότι οι ευρεθέντες 393 στίχοι αποτελούν το μισό της όλης δημιουργίας, με συνέπεια το χαμένο υπόλοιπο του ποιήματος να αναπλάθεται φανταστικά, τουτέστιν αυθαίρετα.

Το σωζόμενο Σοφόκλειο κείμενο σταματά, εκεί που η Κυλλήνη εκθειάζει και καλύπτει τον Ερμή· το υπόλοιπο τμήμα είναι διασκευή, στηριζόμενη εν πολλοίς στον Ομηρικό Ύμνο στον Ερμή. Ο ποιητής Tony Harrison επιχείρησε να διεισδύσει στον θρύλο, που αναδίδει αυτό το ημιτελές σατυρικό δράμα.

Οι “Ιχνευτές" είχαν ανέβει το 1991, με επιμέλεια και σκηνοθεσία του Γ. Χατζηδάκη, το 2010, με διασκευή Γ.Ανδρεάδη και σκηνοθεσία Δ.Αβδελιώτη, όπως και το 1988, σε χορογραφία της Ζ.Νικολούδη, με μουσική Θ.Αντωνίου. Μεταφράσεις επιχείρησαν οι Δ.Σάρρος (1932), ο Εμ. Δαυίδ (1933), Π.Μαρκάκης (1942), Κ.Χωρεάνθης (1990) και Γ.Ανδρεάδης (2009).

Η μετάφραση του Εμ.Δαυίδ, βασίζεται στην έκδοση του P.Masqueray (1924) και για την ανασύσταση του μη διασωθέντος τμήματος στην εργασία του C.Rubert (1913). Άρα ευλόγως η παράσταση της Επιδαύρου διέπεται από πολλά στοιχεία πρωτότυπα, όχι πάντως του Σοφοκλή. Εισάγεται η ομοιοκαταληξία προς ανακούφισιν των ακροατών, παρέμβαση αμφιλεγόμενη.

Το θέμα των Ιχνευτών έχει ως εξής: Ο θεός Απόλλων αναζητά εναγωνίως τα κλεμμένα βόδια του και προσφέρει μάλιστα αμοιβή σε όποιον τα βρει ένα χρυσό στεφάνι και την ελευθερία στους ευρέτες· ο Σιληνός μαζί με τους γιους του επιδίδονται σε έρευνες και ακούν κάποιον δαιμονικό ήχο προερχόμενο από τη σπηλιά της νύμφης Κυλλήνης, η οποία αντιδρά, δεν επιτρέπει την είσοδο ξένων στο άντρο της, όπου περιθάλπει τον θεό Ερμή, ηλικίας μόλις έξι ημερών· στην επιμονή των Σατύρων τους ενημερώνει πως ο Ερμής επινόησε τη λύρα, από το καύκαλο μιας χελώνας· εν τω μεταξύ ο Ερμής τραγουδά με συνοδεία λύρας, οι σάτυροι εκστασιάζονται, αλλά καταλαβαίνουν ποιός είναι ο κλέφτης των βοδιών του Απόλλωνα, διότι ένα τμήμα της λύρας προέρχεται από τομάρι βοδιού. Ειδοποιούν τον Απόλλωνα, ο οποίος εμφανίζεται και απαιτεί να έλθει μπροστά του ο Ερμής· εκείνος ομολογεί την πράξη του και τραγουδά με τη λύρα του, την οποία χαρίζει στον Απόλλωνα, για να τον κατευνάσει· ο Απόλλων θαυμάζει το άσμα, αγκαλιάζεται με τον Ερμή, που άλλωστε είναι αδέλφια, τέκνα του Δία.

Τα σατυρικά δράματα εντάσσονταν στο μέσον, μεταξύ της τραγωδίας και της κωμωδίας· συνήθως αποτελούσαν το τέταρτο μέρος και συμπλήρωναν την σχετική τετραλογία με τις προηγούμενες τρεις τραγωδίες· είναι ατυχία, που δεν ανευρέθησαν μαζί με τους "Ιχνευτές" και τα αντίστοιχα θεατρικά έργα· πάντως οι "Ιχνευτές" έχουν μια αυτοτέλεια νοηματική, αφού ασχολούνται με την εφεύρεση εντός μουσικού οργάνου, της λύρας, γεγονός σημαίνον μια πολιτιστική πρόοδο στην ανθρώπινη ζωή και ειδικότερα εξημερώνει τα ένστικτα και μετατάσσει τον άνθρωπο σε νοήμον θεϊκό δημιούργημα. Η ιδέα του Σοφοκλή να ασχοληθεί με τη λύρα, πιθανόν να οφείλεται στο ότι ήταν άριστος κιθαριστής, μελοποιός, ορχηστής και τραγουδιστής· λέγεται πως στην "Θαμύρα" εκτελούσε ο ίδιος τη λύρα ή την προσομοιάζουσα με λύρα κιθάρα. Αυτό ακριβώς συνεπάγεται ότι ο ποιητής είχε κατά νουν την εφεύρεση της λύρας και το διαπραγματεύεται· αυτό το εξέχον σημείο οφείλουν οι νεότεροι να αναδείξουν.

Στη συνέχεια θα περιγραφούν τα πρόσωπα του έργου και οι υποκριτές που ανέλαβαν να υποδυθούν τους κατά τον ποιητή συντελεστές του μύθου:

Ι.- Ο Απόλλων, θεός του φωτός και της ομορφιάς, μουσηγέτης, αειγενέτης, εκατήβολος, χρυσοκόμης, μοιραγέτης, κουροτρόφος, αλεξίκακος (Ορφικός ύμνος: "Έλθε, μάκαρ παιαν, Τιτυοκτονε, Φοίβε, Λυκωρέα..."), γιός, άρα διάδοχος του αρχηγέτη των Ολυμπίων μεγαλοδύναμου Δία, αναζητεί το κοπάδι του, κατά προφανή ειρωνεία δεδομένου του ιδιόκτητου Μαντείου των Δελφών, όπου προλέγονταν τα πάντα· τα έπαθλα που υπόσχεται στον Σιληνό, ήτοι ένα χρυσό στεφάνι και κυρίως την πολυπόθητη ελευθερία, συνιστούν αρκετά προχωρημένη αντίληψη για την εποχή συγγραφής του έργου.
Κατά συνέπειαν, ο σκηνοθέτης αστόχησε παρουσιάζοντας έναν τέτοιο επιφανή θεό να σύρεται κατά γης, ως ένας τιποτένιος, ευτελής άντρας (ακόμη και με μαγιό!), χωρίς ιδιαίτερο κύρος· η μόνη σκηνή που ο θεός αναλαμβάνει τον υψηλό ρόλο του είναι η συνάντηση και η συμφιλίωση με τον αδελφό του Ερμή· ο ηθοποιός Χάρης Φραγκούλης άψογος στον άχαρο ρόλο που καταδικάστηκε, επέδειξε εμφανές ταλέντο, άνεση λόγου και σωματική ευλυγισία (τον είχαμε απολαύσει στη "Λούλου" του Φρ. Βέντεκιντ, στο Ίδρυμα Μ.Κακογιάννη, το 2019).

ΙΙ.- Ο Σιληνός, γιος του Πάνα και μιας Νύμφης συνήθως παριστάνεται άσχημος, κοιλαράς, οινόφλυξ, όμως παράλληλα πανούργος και σοφός, συμβουλάτορας του Οδυσσέα και του Διόνυσου· είναι μια θεότητα έκφυλη που περιδιαβαίνει στα δάση και επιδεικνύει ασύδοτη συμπεριφορά, εκτός κανόνων· είναι πατέρας των σατύρων, που τους καθοδηγεί και τους ελέγχει.

Στο ερώτημα για ποιό λόγο επελέγη ο μη ηθοποιός, μουσικός συνθέτης Σταμάτης Κραουνάκης, η πιθανή απάντηση είναι το υπερμεγέθες δέμας του και η ευχέρειά του στον περιπαικτικό λόγο· ίσως να εισπράχθηκε ως μορφολογική προσομοίωση με εκείνη του μέθυσου. Σε γενικές γραμμές στάθηκε αξιοπρεπώς, αν και υπήρχαν κενά στην σκηνική του λειτουργικότητα, όπως τούτο συνέβη με την άνευ λόγου απόσυρσή του από την ορχήστρα, όπως και η βρώση γιαουρτιού (οποία αισχύνη!), κατά την συμφιλίωση των δύο αδελφών Ερμή και Απόλλωνα. Πάντως, σε γενικές γραμμές, παρ' όλον ότι έχει χάσει μέρος από την ικμάδα του, ο Στ. Κραουνάκης βαθμολογείται με θετικό πρόσημο. Επειδή όμως ο καθένας στο είδος του πορεύεται, καλό θα ήταν να περιοριστεί στη μουσική.

ΙΙΙ.- Η νύμφη Κυλλήνη, κατά το κείμενο, ήταν πιστή θεματοφύλακας του θείου βρέφους, με ενεργό υπεράσπιση της αποστολής της, με κραταιό λόγο, άρτια φωνητική καλλιέργεια, κατά διαστήματα δονούμενη, είχε ρόλο βοηθητικό, πλην ουσιώδη, στο σοφόκλειο δράμα.
Η Αμαλία Μουτούση, όμως, δεν εκμεταλλεύθηκε τις ικανότητές της δεόντως, παρασυρμένη από ανορθόδοξες, αντισυμβατικές, χωρίς έμπνευση οδηγίες· ίσως έφταιξε η κάλυψη του προσώπου της από το νυφικό (;) πέπλο, που της φόρεσαν· ίσως συνετέλεσε στην αποτυχία το ιδιότυπο αφελές βάδισμά της με μικρά βήματα, κατά ανεξήγητη σύλληψη, μη συμβαδίζουσα όμως με το κείμενο του ποιητή· πάντως απετέλεσε γεγονός, πως δεν είχε φυσικότητα στη σκηνική της παρουσία· έπεσε και αυτή θύμα ενός δήθεν πρωτοτύπου μεταμοντέρνου (;) εγχειρήματος, με στόχο την μεταποίηση προς το σύγχρονο ενός αρχαίου δράματος.

IV.- Ο Ερμής, ένα αφανές πρόσωπο της υπόθεσης, που δεν έχει ενεργό παρουσία, τουλάχιστον μέχρις εκεί που φτάνει το διασωθέν κείμενο της Οξυρρύγχου, εμφανίζεται, κατά τη σκηνοθετική έμπνευση, ως θεϊκή υπερβατική φιγούρα, για να συνδράμει θετικά στην ολοκλήρωση των δρώμενων· θα υπεστήριζε κάποιος εραστής του κλασσικού θεάτρου, πως έπαιξε ρόλο από μηχανής θεού, με την λυτρωτική του επίλυση ενός αδιεξόδου, αφού η ταυτότητά του απολέσθηκε στα έγκατα της φιλόξενης Αιγυπτιακής γης, τότε ο εκάστοτε σκηνοθέτης πράττει, κατά το δοκούν, προς επίρρωσιν της σκηνικής παρουσίας του· ο Μ. Μαρμαρινός σε αυτό το σημείο επέτυχε· δεν άφησε αμφιβολία περί της θεόθεν καταγωγής του βρέφους, με τη χρήση της φωνής ενός τενόρου και της φυσικής καλλονής του· ο Steve Catona, ήταν μια συναρπαστική νεανική υπερφυσική περσόνα, που κατακυρίευσε την Ορχήστρα και διέσωσε την στενότητα ιδεών και κινήσεων, όπου είχε περιέλθει η παράσταση. Ο εντυπωσιακός εναγκαλισμός του με τον όμαιμο Απόλλωνα έδωσε ένα ελπιδοφόρο μήνυμα στους θεατές και ανακούφισε τις ψυχές τους.

V.- Ο Χορός, με υπερβάλλουσα επιμονή στην προσπάθεια να ανεύρει τα ζώα του θεού, στάθηκε επάξια και ήταν πειστικός επί τα ίχνη των ποδαριών των κλαπέντων, αλλά και της αναδιδόμενης μυρουδιάς από τα περιττώματά τους· εκτός από την πρώτη περίοδο της παράστασης, που δεν είχε την απαραίτητη σκηνική οικονομία, συνέβαλλε αποφασιστικά στην ομαλή ροή της υπόθεσης και ανέβασε αισθητά το κύρος του παιζόμενου δράματος· πειθήνια όργανα του πατέρα τους επιδόθηκαν στο ερευνητικό έργο, υποψιασμένοι από το δέρμα του μοσχαριού, που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της λύρας, και έφθασαν στην τελική ανεύρεση του κοπαδιού. Τα μέλη του χορού επιτέλεσαν το καθήκον τους με επιμέλεια και πειθαρχία.

Η Λύρα, όμως, αυτό το θριαμβεύον πολιτιστικό γεγονός, τουτέστιν η θεϊκή αποκάλυψη, και βέβαια το ουσιώδες του ημιτελούς θεατρικού έργου, έλειπε καταφανώς από την παράσταση· στη θέση ενός επιβλητικού μουσικού οργάνου, που θα κυριαρχούσε στο κοίλον του Επιδαύρειου Ναού και θα εισήγαγε τους θεατές στη δέουσα μυσταγωγία, εμφανίστηκαν μουσικά όργανα μη έχοντα σχέση με την εκτέλεση δια των χειρών μουσικού έργου επί των χορδών της Λύρας, παραγομένου ενός ήχου, παρόμοιου με εκείνου της κιθάρας· ο Willamowitz μάλιστα θεωρούσε ότι πιθανόν στους “Ιχνευτές” να έπαιζε ο ίδιος ο Σοφοκλής κιθάρα ή λύρα· άρα το βάρος της παράστασης έπρεπε να δοθεί στη λύρα· απουσίασε η γενεσιουργός φύτρα του ίδιου του ανθρώπινου πολιτισμού, ήτοι ένα όργανο μητρικό της μουσικής εξέλιξης, αλλά και αποφασιστικός κατευναστικός παράγοντας της οργής του Απόλλωνα για την κλοπή του κοπαδιού του.

Συμπερασματικά, η θεατρική απόδοση των Ιχνευτών, ενώ είχε θετικά σημεία, δεν ακολούθησε πιστά το εξαγόμενο από το έργο νόημα. Ο Μ. Μαρμαρινός, που μας έχει προσφέρει ικανά δείγματα του ταλέντου του, νομίζω ότι δεν προσέθεσε στο ενεργητικό του ικανή βαθμολογία, με τη σκηνική απόδοση του Σοφόκλειου σατυρικού δράματος.