Top menu

Η μπαλάντα της βροχής και των οραμάτων

Γράφει ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης

Είναι ευρέως αποδεκτό, αν και δεν υπάρχουν μεγάλες, αξιόπιστες  και τεκμηριωμένες μελέτες στον ελλαδικό χώρο, ότι παράγεται ποιητικό έργο περισσότερο απ’ ότι μπορεί ή θέλει να καταναλώσει ο αναγνώστης στη χώρα μας. Ίσως η μεγαλύτερη μάζα των αναγνωστών να στρέφεται παραδοσιακά προς τους ξένους αλλά και Έλληνες, κλασσικούς ή εγνωσμένης αξίας ή προβολής από τα σχετικά μέσα επικοινωνίας, αλλά παρ’ όλα αυτά υπάρχουν καιπολλοί άλλοι οι οποίοι δεν παύουν να παράγουν αξιόλογη ποίηση. Οι τελευταίοι προφανώς είναι γνωστοί και πιθανόν δραστηριοποιούνται στα γνώριμά τους εδάφη, αλλά με την πάροδο του χρόνου, αργά και σταδιακά, σεμνά και χωρίς κομπασμούς και υπεροπτικές συμπεριφορές, έρχονται στην επιφάνεια και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό.

Η Αναστασία  Μήτσου, είναι μια χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση, από εκείνες τις ταλαντούχες και αξιόλογες  που αναμφίβολα υπάρχουν στα λογοτεχνικά δρώμενα του τόπου μας. Η παρούσα ποιητική δουλειά της (Μπαλάντα της βροχής), είναι η τέταρτη, μετά από τις ‘Μάσκες’ (Γαβριηλίδης, 2013), ‘Του ανέμου τα σείστρα’ (Γαβριηλίδης, 2015), και τις ‘Ανάσες της γης’ (Εκδόσεις Πασχέντη, Αγρίνιο, 2020). Σημειωτέον ότι μεσολάβησε και η συλλογή με νουβέλες και διηγήματα ‘Πικρά καπνά-πικρή νιότη’ (2020), που εκδόθηκε  επίσης στο Αγρίνιο από τις Εκδόσεις Πασχέντη. Στο τέλος της παρούσας συλλογής και στο ποίημα ‘Η αξιοπιστία των μύθων’, μας εξομολογείται για την βαθύτερη αιτία που την ώθησε για να ασχοληθεί με την ποίηση. Γράφει λοιπόν η ποιήτρια,

Δεν είμαι της απελπισιάς παιδί,
της θλίψης είμαι που την Ποίηση γυρεύει
της πίστης πως της πέτρας η καρδιά θ’ ανθήσει
όταν ανάστασης σεισμός στα δύο ανοίξει
τα φυλλοκάρδια της,
όταν μπαλάντα της βροχής με νότες μνήμης στέρξει
τη δίψα της.

Και ίσως είναι από τις λίγες φορές που κάνει λόγο για εκείνη την 'Μπαλάντα της Βροχής',   την οποία βέβαια μαςυπενθυμίζει και στο δεύτερο, ένα  μακρύ ποίημα της ποιητικής συλλογής (Στην κόψη του αναστοχασμού), όπου μας αποκαλύπτει βαθύτερες προσωπικές αγωνίες όσον αφορά την σύνθεση των στίχων των ποιημάτων της, και μάλιστα πηγαίνοντας πίσω στο χρόνο, στα πρώτα εφηβικά χρόνια, εκείνη την περίεργη και πολλά υποσχόμενη εποχή που τη βρήκε η ποίηση ή την βρήκε η ίδια, δεν έχει άλλωστε και καμιά ξεχωριστή σημασία σε τελική ανάλυση, το ένα από το άλλο, και κατά κοινή φυσικά ομολογία:

Νύχτες στο νου μου έκλωθε η μούσα
ανάπαιστους, ιάμβους και μελωδισμούς
«Μπαλάντα της Βροχής»-πως να συνθέσω-λαχταρούσα
μα πάντα καταιγίδες έφερνε η αυγή.

...

Στου αναστοχασμού την κόψη, χρόνους μετά,
όσα με ράγισαν, με πόνεσαν και με στοιχειώσαν
κι όσα με άγριο μέλι-κοριτσάκι ακόμα-με γιατρέψαν
το ’δεσα κομποσκοίνι, το κρυφοφόρεσα... 

Η μαλακή εκείνη βροχή, που τόσο επιθυμούσε να πέσει η ποιήτρια, δίκην ανακούφισης  πάνω στις εξόδους των ξέχειλων από κουρασμένη ζωή ανθρώπων προς τους ήσυχους δρομίσκους  της αποδημίας προς τη Δύση, ωσάν να ήθελε να ρίξει έστω μια τελευταία θεραπευτική δόση από βάλσαμο στις μακροχρονίως πονεμένες καρδιές τους (Θάνατοι μεγαλόψυχοι το μέλι της ζωής συλλέγουν/ζωές μικρόψυχες σε ξέχειλα λαγήνια το αποθηκεύουν), αλλά ταυτόχρονα και σηματοδοτώντας τις επιθυμίες και τις ελπίδες όλων των άλλων που βρίσκονται ακόμα πίσω προσπαθώντας να θεραπεύσουν τις ατομικές τους ή τις σοβαρές κοινωνικές πληγές στον περίγυρό τους, αλλά και μακρύτερα! Κι έτσι, αργά-αργά μας ξετυλίγει το ολόκληρο το πλέγμα των αδικιών που εμφιλοχωρούν διαχρονικά στον κόσμο μας, τον πόνο, την ελπίδα, τα όνειρα  και το θάνατο πολλών, για τα τείχη των ποιητών, των υπάκουων  και των βολεμένων, καθώς, «…Πολιτισμός και Ανάπτυξη υψώνονταν/πάνω από ματωμένα σάβανα σφαγμένων/λαών «κατώτερων» και «απολίτιστων»

Είναι προφανές ότι η Αναστασία Μήτσου, φέρνει με  έντονο τρόπο στο προσκήνιο το επίμαχο ζήτημα του μεταναστευτικού,  τους μετακινούμενους σε άλλα μήκη και πλάτη, αναγκασμένους από τις περιρρέουσες συνθήκες και μη, κάνοντας μάλιστα μνεία και του τελευταίων επεισοδίων στις εσχατιές του ελληνικού χώρου στον ποταμό Έβρο όπου τον Μάρτιο του 2020, όπως λέει, «…η απειλή απεσοβήθη» από εκείνο το ανθρωπομάνι. Κι ακόμα αναφέρεται στις θρησκευτικές διενέξεις των λαών  και ειδικότερα στο Μπεσλάν της  Βόρειας Οσετίας, στο Χαλέπι της Συρίας, και αλλαχού, από τη δική της πάντοτε  οπτική γωνία και με τη βοήθεια της δικής της συναισθηματικήςανησυχίας. Στα «Καταφύγια», αποκαλύπτει έναν άλλο κόσμο, πλημμυρισμένο από ναούς, τζαμιά, παγόδες και παλάτια, αρχιτεκτονικές δομές μέσα στις οποίες θρονιάστηκαν τόσοι και τόσοι θεοί, «… Δίας, Χριστός, Βούδας, Αλλάχ/θεοί μεγάλοι και μικροί, στο μπόι του ο καθένας…», καταλήγοντας,

…Κι ήταν και τούτο το υπόγειο έγκλημα:
ως όπλο του «διαίρει και βασίλευε» να καταχωρηθεί
των θεών η βασιλεία
στης απληστείας το άβατο οπλοστάσιο.

Προβληματισμοί, αγωνίες, όνειρα, πικρές αλήθειες, αξίες, ιδανικά, όλα πάνε κι έρχονται συνεχώς και αναδύονται  μέσα στους στίχους των τριανταπέντε ποιημάτων της συλλογής, πολλά από τα οποία είναι πολυσέλιδα. Η ποίηση είναι προφανές ότι χρησιμοποιείται από τηνΑναστασία  Μήτσου,  ως αντίδοτο στη φθορά του χρόνουκαι στην αλλοτρίωση του ατόμου.  Ως ασπίδα, λοιπόν, στην αναγκαστική, αναπόφευκτη και αταλάντευτη πορεία του ανθρώπου προς το επέκεινα, ως καταλύτης στις σχέσεις των ανθρώπων, γκρεμίζοντας τα όποια  πολυποίκιλα τείχη που ορθώθηκαν ανάμεσα στους ανθρώπους, με την ελπίδα όπως μας αφήνει να κατανοήσουμε με  ξεκάθαρο τρόπο, πως «…Δεν είν’ ο φόβος του θανάτου που μας τιμωρεί-μονάχα./Είναι της νιότης η αξόδευτη ορμή-που μας τυράννησε/και γίναμε ταριχευτές ονείρων».

Σε κάθε ποίημα, σε κάθε ενότητα βρίσκονται άφθονοι υπαινιγμοί για μια ζωή λεηλατημένη με ευθύνη των ίδιων των πρωταγωνιστών, των χρυσαφένιων σπόρων της ζωής, οι μέρες του χειμώνα που έμειναν ανεκμετάλλευτες, τα ταξίδια που δεν έγιναν, τα στάχια που ενώ μεγάλωσαν με αγάπη είχαν προσημειωθεί «…για ξένο πουγκί…», τη λήθη κάποιων δυσάρεστων παραμέτρων και οδυνηρών λεπτομερειών του βίου μας, αφού, «…Ξεπλένεται του ανθρώπου το αίμα, τι θαρρείς/κι ούτε ν’ απορείς γιατί/ξεχνιούνται τόσο γρήγορα οι ρημαγμένοι». Ο υπομονετικός αναγνώστης θα έρθει σε επαφή με τις ανθρώπινες αγωνίες και αλήθειες, την επιβολή της εξουσίας σ’ αυτόν, τα όνειρα και τις ελπίδες του,  τους φόβους και τις αναστολές του να προχωρήσει μπροστά και να γκρεμίζει τα όποια τείχη που τον περιβάλλουν και φυσικά τις διαφορετικές ιδέες και ιδεολογίες. Μια πραγματικά αξιόλογη ποιητική συλλογή μιας ενδιαφέρουσας ποιήτριας από εκείνες που μας έχουν προσφέρει τον τελευταίο καιρό οι πάντα φιλόξενες, πολλά υποσχόμενες  και λίαν ενδιαφέρουσες εκδόσεις Βακχικόν.