Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 39

Εξ αφορμής. “αποπροσανατολισμένος πόνος” - Στήλη της Αναστασίας Γκίτση

photo © Αγγελική Λάλου

Ο πύργος χτίστηκε πριν χρόνια, για την ακρίβεια το 1420 από τον Erich von Pommern για να ξαναχτιστεί το 1584 από τον βασιλιά Friedrich II, για να καταστραφεί ολοσχερώς το 1629 από τη μεγάλη πυρκαγιά και για να ανοικοδομηθεί εκ νέου από τον Christian IV. Ο πύργος χτίστηκε και γκρεμίστηκε φορές πολλές. Το δέντρο στο διπλανό του δάσος μόνο μία. Δεν βρήκες τίποτα καλύτερο ωστόσο να μου φέρεις ως ενθύμιο από τη Δανία παρά έναν πίνακα του κάστρου του Kronborg, ενώ λίγο πιο δίπλα στην πόλη Helsingør τα τουριστικά μαγαζιά σφύζουν από ζωή και μικροσουβενίρ που θα κοσμούσαν περίφημα το ψυγείο του μοντέρνου σπιτιού μου.

“Αλλά ξέφυγα από το θέμα μου. Αναφερόμουν
στο δέντρο του δάσους που η ανάμνησή του
θροΐζει μέσ’ στ’ αυτιά μου, αλίμονο, αλίμονο”

“Εξαιρετική ικανότητα να ξεφεύγει από το θέμα που συζητάμε στην τάξη”. Ο καθηγητής των κειμένων ενώ μιλούσε είχε το βλέμμα πάνω μου – που, αν και κρατούσα το χέρι της μητέρας, ονειρευόμουν ήδη την παλάμη του πατέρα που ξεφλούδιζε τα κάστανα στο τζάκι. Ένα μείγμα οίκτου και απορίας για το μέλλον φέγγιζε πίσω από την ίριδα των ματιών του και τη στιγμή που εγώ έβλεπα μόλις να διαμορφώνεται το πρώτο ουράνιο τόξο κάπου εκεί στο δάσος, λίγα μόνο χιλιόμετρα από την αμμούδα της βαλτικής θάλασσας, η μητέρα μου έσφιγγε το χέρι τόσο δυνατά που έλεγα πως τα κόκαλα της παλάμης μου θρυψαλίζονταν σε χιλιάδες κομματάκια συμπαγούς πάγου που θα κατέληγαν κάποια στιγμή στο ποτήρι ενός Βραζιλιάνου νεαρού στη μαγευτική Copacabana. Ή, πάλι, πως γίνονταν μικρά μικρά αιχμηρά αγκαθάκια κόκκινης τριανταφυλλιάς σε κάποιο περιβόλι ενός αυθαίρετου σπιτιού στην Καλλικράτεια της Χαλκιδικής, που μετά τον θάνατο των γονιών κάποιο αγόρι ή κάποιο κορίτσι, κάποιος γαμπρός ή κάποια νύφη –καμία σημασία το γένος– θα άφηνε να ξεραθεί στον καλοκαιρινό καύσωνα της Ελλάδας.

“Ένα περιβόλι
σπογγώδες από δω που κοιτώ
κι εντός να περιπλανιέται
μια νεανική μορφή
τη βλέπεις τώρα, τώρα δεν τη βλέπεις.
Η αβεβαιότητα του γένους
βασανιστικά σιγοτρώει τον εμπιστευτικό μου εαυτό.”

Ξέφυγα πάλι από το θέμα, όπως ξέφευγε κι η νονά μου η κυρά Σοφία – γνωστή μοδίστρα στην πιάτσα αλλά και στα σαλόνια των αριστοκρατισσών Καλαμαριάς και προαστίων. Η νονά, λοιπόν, που απ’ όλα περισσότερο της άρεσε η μεταποίηση των βραδινών φορεμάτων και ενόσω το στρίφωμα της ροκάνιζε τον χρόνο έπιανε συνομιλία με την περσόνα του βραδινού φορέματος, και να σου τότε οι δεξιώσεις σε πολυτελή κέντρα, και να σου οι πληροφορίες για τα ξένα κρεβάτια, και να σου την συνέπαιρνε τόσο η συνομιλία που τρυπούσε αραιά και πού τον αντίχειρα με την καρφίτσα. Τότε άφηνε στον καναπέ το φόρεμα και κοιτούσε έξω από το παράθυρο του σπιτιού, στο στενό της οδού Αριστομένους, κοιτούσε ένα δέντρο σε κάποιο δάσος κάποιας χώρας με πολλές φωτοσκιάσεις στον χάρτη της και στις παλάμες των κατοίκων της.

“Στη φωτοσκίαση του χαρακτήρα μου
θα βρεις μια σκιά ποιητή
και μια σκιά ηθοποιού.
Οι λέξεις, οι στάσεις,
ξεγελούν την απελπισία μου.
Τα πάντα είναι ένα με το τίποτα.”

Να το πάλι, ξέφυγα από το θέμα, δεν θα ολοκληρώσω ποτέ πώς θρόιζαν τα φύλλα του δέντρου και ποια λέξη μου ψιθύρισαν οι ρίζες του όταν άτσαλα σκόνταψα πάνω τους

“Μες το μυαλό μου
ζει κάποιος
που ποτέ δεν θυμάμαι.
Αυτός ο κάποιος σπατάλησε
μια ολόκληρη μνήμη
για να βρει τη λέξη που θα τον λυτρώσει.”

τί σημασία έχει εξάλλου μια μόνο λέξη μεταξύ άλλων

“όμως εγώ επιζητώ έναν πόνο από καρφίτσα.”

 

Σημείωση
Οι πλάγιοι στίχοι ανήκουν στον ποιητή Γιάννη Γκούμα.