Top menu

Ιωάννα Διαμαντοπούλου: "Τα ποιήματά μου προκύπτουν"

Συνέντευξη στον Νέστορα Πουλάκο

Συνομιλήσαμε με την συγγραφέα Άννα Διαμαντοπούλου με αφορμή την έκδοση της νέας ποιητικής της συλλογής "Στρατός ξυπόλητων λέξεων" (εκδόσεις Βακχικόν 2017).

 

Σε α’ ενικό για τον «Στρατό ξυπόλητων λέξεων»
Είναι κάτι ποιήματα, τα πιο θαρραλέα, τα πιο έτοιμα να εκτεθούν. Κι αυτά δεν θέλησαν να περιμένουν στο συρτάρι. Γενικά σαν τύπος περιμένω αρκετά, όχι από δειλία αλλά από την επιθυμία μιας δεύτερης, ίσως και τρίτης ματιάς, από απόσταση. Δεν λέω ότι αυτό είναι καλό ή κακό αλλά σε μένα έτσι λειτουργεί. Αυτά τα ποιήματα έχουν αν και διαφορετικές γενεσιουργές αιτίες, που τα έκαναν να αναβλύσουν, κάποια κοινά χαρακτηριστικά. Κάτι μέσα τους διαταράσσει την κοινή ησυχία, κοιτάνε τον κόσμο με κάποια λύπη, με κάποια απογοήτευση για τις ασχήμιες που διαπιστώνουν, αλλά δεν μοιρολογούν. Είναι σκέψεις και λέξεις που συναντώνται για να δώσουν εικόνα. Στην προκειμένη περίπτωση μια εικόνα παγκοσμιοποιημένης, πτωχευσάσης πραγματικότητας, όπως εγώ τη βλέπω. Και φυσικά αμέσως μετά αναπολώ. Αναπολούν λοιπόν κι αυτά μαζί μου, βλέπουν όμως την πραγματικότητα, δεν αρνούνται να τη δουν. Και μετά τής ξεφεύγουν. Το σκάνε.

 

Η επιρροή της ελληνικής κρίσης
Η κρίση ήρθε στην ώρα της, ήταν το λογικό αποτέλεσμα μιας παράλογης διαδρομής. Ηρθε συνεπής λοιπόν σαν χρονικό προαναγγελθέντος θανάτου, μας βρήκε απροετοίμαστους στα ερωτήματα που έθεσε, ακόμα και στο τις πταίει, στο οποίο τα αντανακλαστικά μας ταχύτατα δρώντα μας οδηγούν εκτός των χωρικών μας υδάτων. Είναι πολυπρόσωπη, είναι οικονομική, είναι πνευματική, είναι λεκτική, κουβαλάει έλλειμμα ανθρωπιάς, έλλειψη φαντασίας. Δεν αφήνει κανέναν ανεπηρέαστο. Φυσικά οι άνθρωποι που ένιωσαν τις σκληρές συνέπειες στο πετσί τους δικαιούνται περισσότερο από όλους μας να ομιλούν. Συνήθως όμως αυτοί που πάσχουν περισσότερο ομιλούν λιγότερο και αυτό είναι μια ακόμα λυπηρή παρατήρηση. Αυτά λοιπόν ξεκίνησαν από νωρίς και σε πονάει να ψάχνεις τα σπέρματα τής κρίσης στο παρελθόν. Πονάει να ψάχνεις τα αίτια, πονάει και να τα βρίσκεις. Κάθε ευαίσθητος και σκεπτόμενος άνθρωπος επηρεάζεται άμεσα ή έμμεσα. Παντοιοτρόπως. Θα μπορούσα πολλά να πώ, για χρόνο που χάθηκε, για λέξεις που θάφτηκαν στην άνυδρη γη τής παγκοσμιοποίησης, για ταγούς που δεν έπραξαν ως όφειλαν. Ολα αυτά πονούν. Οι άθλιοι των Αθηνών, τα μάτια τους, τα βήματα τους. Η αξιοπρέπεια τής φτώχειας που συναντά όμως κανείς συχνά στα ευαίσθητα οικονομικά στρώματα με συγκινεί αφάνταστα. Τέτοιους ανθρώπους είχα την τιμή να γνωρίσω. Ποιήματα μου όπως οι Ακτήμονες ή τα αναφερόμενα στο μεταναστευτικό γεννήθηκαν μέσα σε σπηλιές αυτής τής Κρίσης.

 

Η σχέση με τη λογοτεχνία
Δεν ξέρω γιατί. Πάντα αγαπούσα την ποίηση ιδιαίτερα. Δεν πίεσα και δεν πιέζω ποτέ τον εαυτό μου να τελειώσω ένα βιβλίο που δεν με ταξιδεύει. Πολύ με πήρε μαζί του ο Σινόπουλος «γιατί έχουμε πολλές πληγές, γι’ αυτό το χέρι να ‘ναι καθαρό που θα περάσει επάνω…». Το θυμάμαι πάντα όπως και τον Μαξ, όπως και την συνάντηση με την Ορσα. Με αυτήν την τελευταία και με τον Κίμωνα Κλεάρχου τού Καβάφη, έδωσα εξετάσεις εντελώς απροετοίμαστη στο Θέατρο και ενώ φοιτούσα ακόμη στο Μαθηματικό. Δεν είχα καμία προετοιμασία, τα ποιήματα που αγαπούσα τα αποστήθιζα, τα έπαιρνα μαζί μου. Προμήθειες για το δρόμο. Οι αγάπες μου στην λογοτεχνία δεν γειτνιάζουν πάντα, είμαι πολυσυλλεκτικός τύπος. Φυσικά λατρεύω τον Καβάφη. Τον λάτρεψα από την αρχή και χωρίς σκέψη. Ενώ συνήθως σκέφτομαι και αισθάνομαι. Μαζί του αισθάνομαι μόνο. Αγαπώ Αναγνωστάκη, Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη, Κατσαρό, Σαχτούρη, Τίτo Πατρίκιο. Αγαπώ T.S. Eliot και Εzra Pound, αγαπώ Γερμανούς όπως Hans Magnus Entzensberger, που μου βγάζει πιο πολλή σκέψη, έξυπνη καυστικότητα και λιγότερο συναίσθημα. Αγαπώ Μπρεχτ, όχι σαν λάβαρο τής Αριστεράς, όχι γιατί θα όφειλα. Τον αγαπώ πιο πολύ για ευαίσθητα ποιήματά του, αναφερόμενα στο θάνατο τής μητέρας του, στην απουσία μετά ή στο κενό που άφησε μια φωτογραφία σε μια πολυκαιρισμένη ταπετσαρία, κατά την διάλυση ενός παλιού νοικοκυριού. Τη λύπη του για το πεπρωμένο τού άγνωστου εικονιζόμενου. Τα στρατευμένα του εκτός τής εποχής τους χάνουν τις διαστάσεις τους κατά κάποιον τρόπον, η οξυδέρκεια και η ευαισθησία τού ανδρός είναι πάντως απαράμιλλη. Αγαπώ ανάμεσα σε τόσους άλλους, τον λυπημένο Εβραίο φίλο τού Stefan Zweig, Joseph Roth, άνθρωπο στου οποίου την τέχνη τής γραφής απόλαυσα στην τεράστια αλληλογραφία του με τον Zweig, τον φίλο του, τον άλλον του εαυτό. Αδυναμία χαρακτήρα, δύναμη συναισθημάτων, η ζωή σκηνοθετούσε πάντα εις βάρος του, αυτός έγραφε όμως το σενάριο. Στα γράμματα στο φίλο του, υψηλής ευαισθησίας ακούγονται πίσω απ‘ τις λέξεις οι καμπάνες τής λύπης του. Να μην ξεχάσω τον αγαπημένο μου Γερμανοεβραίο ποιητή μεγαλωμένο στην Ανατολική Γερμανία, Thomas Brasch. Θα ήταν άδικο, γιατί τον λάτρεψα σε πολλά ποιήματα, πολλάκις αυτοβιογραφικά. Ανθρωπος τού πάθους και των παθών, έφυγε νωρίς, όχι πλήρης ημερών αλλά πλήρης συναισθήματος. Υποθέτω δεν θα χώραγε άλλο. Και ο κατάλογος δεν τελειώνει. Οτι αγαπώ, όσους αγαπώ, δεν τους έχω με σειρά προτεραιότητας στο μυαλό μου. Ποιητές και στιχουργούς, όπως ο Μιχάλης Γκανάς, με ευαισθησία αδιαπραγμάτευτη τόσο σε ποιήματα όσο και σε στίχους ή όπως στον αντίποδα ο Κώστας Τριπολίτης, με την αφοριστική του λογική κατοικημένη από ειρωνεία και ευαισθησία ταυτόχρονα... που αλληλοτρώγονται βεβαίως. Αγαπώ τον Ντοστογιέφσκι, αν και ώρες ώρες κουράζομαι από τις λεπτομερείς περιγραφές του. Σειρά προτεραιότητας δεν υπάρχει. Δόξα τω Θεώ υπάρχουν τόσο φιλικά για την ψυχή ποιήματα. Σχεδίες. Κατονόμασα ένα τυχαίο δείγμα μόνον. Την πρωτοκαθεδρία στην ψυχή μου την έχει τα τελευταία χρόνια ο T.S.Eliot.

Επόμενα συγγραφικά σχέδια
Συνήθως τα ποιήματά μου προκύπτουν, όσον αφορά την ποίηση συλλέγω ασυνείδητα τις περισσότερες φορές τα υλικά μου όπου τα βρω, άλλα τα χρησιμοποιώ άμεσα και άλλα μένουν μέσα μου για μεταγενέστερη χρήση. Θαυμάζω τους διηγηματογράφους και σαφώς τους μυθιστοριογράφους, που έχουν να πουν μια ιστορία με συγκεκριμένη δομή, να σεβαστούν ένα σχήμα. Εγώ λοιπόν υποκύπτω στον πειρασμό να το σκάω και να προσκυνώ κάθε φορά έναν άγνωστο Θεό. Σαν σχέδιο ή έστω σαν πρόκληση βλέπω να υποκύψω σε ένα σχήμα. Δύσκολο και απαιτεί ικανότητες που δεν ξέρω αν διαθέτω. Πολύ συχνά όταν αφηγούμαι εγκαταλείπω την κεντρική λεωφόρο γιατί κάτι μου θύμισε ένας παράδρομος. Είναι θέμα εξάσκησης ίσως. Ισως μπορώ να το κατακτήσω. Προς το παρόν πειραματίζομαι με κάτι τέτοιο… Ο καιρός θα δείξει. Σύντομα ελπίζω.