Top menu

Δαβίδ ο Σασούνιος - Το Ακριτικό έπος των Αρμενίων

Γράφει ο Χρυσόστομος Περικλέους

Ο Γιώργος Μολέσκης, με ένα αίσθημα χρέους στην Αρμένισσα γυναίκα του και την πεθερά του (καταγωγή Βαν Μικρασίας, φυγή στη μετέπειτα Σοβιετική Αρμενία), οι οποίες αναγιώθηκαν με αυτά τα τραγούδια, ανέλαβε κι έφερε σε πέρας το επίμοχθο έργο της μετάφρασης αυτών των λαϊκών ασμάτων της Αρμενίας. Η μετάφραση στα ελληνικά, Δαβίδ ο Σασούνιος, Βακχικόν 2021, έγινε από ρωσική και αγγλική μετάφραση και με τη βοήθεια της γυναίκας του και της πεθεράς του όσο ζούσε. Η εμπεριστατωμένη εισαγωγή στο έργο δηλώνει σε βάθος μελέτη της ιστορίας των Αρμενίων καθώς και μια διεισδυτική συγκριτική ματιά στα καθ’ αυτό ποιητικά στοιχεία του έπους.

Πρόκειται για προφορικό λαϊκό έπος που, στην πορεία μακράς προφορικής ποιητικής παράδοσης, πέρασε από πλείστες παραλλαγές μέχρι που καταγράφηκε πρώτη φορά το 1873 και, σε μελετημένη φιλολογική έκδοση το 1939 στη σοβιετική Αρμενία. Τα επικά αυτά άσματα ιστορούν τους μακρούς αγώνες των Αρμενίων ενάντια στους Άραβες επιδρομείς την ίδια περίοδο που οι Άραβες έπλητταν με τις επιδρομές τους και τις ανατολικές μικρασιατικές περιοχές του Βυζαντίου (7ος-10ος αιώνας). Ωστόσο, το υπόβαθρο των αρμενικών ασμάτων αντλεί στοιχεία και από την προ-ισλαμική εποχή των Αράβων, ακόμα και από την προχριστιανική Αρμενία.

Τα τοπία των μαχών στα λαϊκά αυτά έπη βρίσκονται κυρίως στη δυσπρόσιτη ορεινή περιοχή του Σασούν της Αρμενίας την εποχή των αραβικών επιδρομών και οι επιδρομείς είναι ο Χαλίφης της Βαγδάτης ενίοτε και Άραβες πολέμαρχοι από το μακρινό Μισίρι (Μσιρ, Αίγυπτος). Τα μυθικά στοιχεία που περιβάλλουν τα επικά αυτά άσματα πάνε πίσω ως την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Η μάνα του γενάρχη των ηρώων Σανασάρ γκαστρώνεται με θεία χάρη από φλέβα νερού αφρισμένου που πέφτει από ορμητική πηγή κι ο Αχιλλέας έχει μάνα θεά. Το άλογο Τζιαλαλί, το Σπαθί-Αστραπή κι η πανοπλία του Σανασάρ δόθηκαν σ’ αυτόν με θαύμα από τον θεό όπως τα άλογα και τα όπλα του Αχιλλέα. Όπως η Καλυψώ κρατά τον Οδυσσέα επτά χρόνια στην Ωγυγία, έτσι και η Ισμίλ Χανούμ κρατά τον Μγκερ επτά χρόνια στο παλάτι της στο Μσιρ. Στην εφευρετικότητα της μάνας (δοσμένης στο παλάτι του Χαλίφη) να σώσει τα παιδιά της και τον εαυτό της από τον αποκεφαλισμό βρίσκεις δομικές ομοιότητες με τις Χίλιες και Μια Νύχτες. Τέλος, σε ό,τι αφορά στους άθλους των ηρώων, βρίσκεις πάμπολλα κοινά στοιχεία με τα ελληνικά (μαζί και τα κυπριακά) ακριτικά τραγούδια τα οποία, όπως και το αρμενικό έπος, αποτελούσαν σημαντικό μέρος του ιστορικού-ποιητικού αφηγήματος που αναγόταν στην ταραγμένη εκείνη εποχή. Πρόσθετο κοινό στοιχείο και στα τρία επικά έργα είναι η ιδιαίτερη έλξη που ασκεί η γυναικεία ομορφιά. Μένει ακόμα η γεύση από τα τόσο θαυμαστά λυρικά ιντερλούδια στο αρμένικο έπος, με αντικείμενο συνήθως την ερωτική έλξη αλλά και την ομορφιά τόπων και χρωμάτων, που αλαφραίνουν το βαρύ κλίμα των πολέμων και των σκοτωμών.

….

Κι από την πηγή εκείνη έτρεχε νερό,
Έτρεχε ως τον ποταμό κάτω.
Κι ήταν γλυκό το νερό, χαρά τριγύρω.
Είπε ο Σαναράρ: Όμορφα είναι εδώ, …
Εδώ θα κτίσουμε το σπίτι μας,
θα κτίσουμε παλάτι.
…..
Μπρός το παράθυρο βρέθηκε ο Δαβίδ
Τ’ άλογο προς τη Χαντούτ οδήγησε.
Τον βλέπει η Χαντούτ-χατούν
Της άρεσε,
Ένα μήλο έριξε, κι αυτός
Από το άλογο πάνω, στον αέρα το ’πιασε,
Γέλασε, με τον ήλιο χάρηκε
Κοίταξε, είδε τη χατούν
Οι μελωδοί την ύμνησαν μα τα μισά δεν είπαν
…..
Τη ζώνη μου σου έστειλα και το μαντήλι,
Σε κάλεσα να πέσεις μαζί μου στο κρεβάτι,
Γι’ αυτό σε κάλεσα […]
Είπε η Ισμίλ-χανούμ: Μγκερ!
Γυναίκα σου πρέπει να με πάρεις
Δική σου η χώρα μου να γίνει 

Το να μπορέσεις να αποδώσεις ένα έμμετρο επικό ποίημα σε άλλη γλώσσα, ιδιαίτερα μάλιστα μέσα από ενδιάμεσες μεταφράσεις, προϋποθέτει πολύμοχθη μελέτη και οξύ γλωσσικό αισθητήριο. Δεν θα μπορούσε ασφαλώς να δοθεί το ποιητικό έργο στο μέτρο του πρωτότυπου. Κατορθώνει όμως ο Γιώργος Μολέσκης, ποιητής ο ίδιος, να δώσει μια γλώσσα που ρέει χωρίς να δημιουργεί –εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις- την υποψία της μετάφρασης. Και η προσπάθειά του καταξιώνεται από την ποιότητα αυτού τούτου του έργου, το οποίο, ως γνήσιο λαϊκό έπος, κρατά τον αναγνώστη αδιάλειπτα προσηλωμένο ταξιδεύοντάς τον σε τόπους και χρόνους άγνωστους αλλά τόσο γνώριμους…