Top menu

"Αλήθειες που δεν σου είπα", της Κέλι Ρίμερ

Γράφει η Λεύκη Σαραντινού 

Όσο περισσότερο διαβάζει κανείς, νομίζω, αλλά και όσο μεγαλώνει, τόσο δυσκολότερα βρίσκει ένα ανάγνωσμα το οποίο πραγματικά θα τον συναρπάσει. Δεν μπορώ να πω με σιγουριά αν ο λόγος για τον οποίο με ενθουσίασε το βιβλίο "Αλήθειες που δεν σου είπα" της Κέλι Ρίμελ είναι το γεγονός ότι ανήκω στο γυναικείο φύλο, αυτό για το οποίο μπορώ να διαβεβαιώσω τους υποψήφιους αναγνώστες, πάντως, είναι ότι το συγκεκριμένο βιβλίο είναι ένα από τα καλύτερα που διάβασα τελευταία από άποψη θέματος, έντασης των συναισθημάτων που ένιωσα ως αναγνώστρια γυρνώντας τις σελίδες του, πλοκής, αλλά και αφηγηματικών τεχνικών.

Πρόκειται για ένα βιβλίο που μιλάει για ένα θέμα-ταμπού μέχρι πρόσφατα, αυτό της επιλόχειου κατάθλιψης, η οποία πλήττει  το 15% περίπου των γυναικών τους πρώτους μήνες μετά από τη γέννα. Αν κάτι τέτοιο είναι ήδη δύσκολο να το αντιμετωπίσουν οι γυναίκες σήμερα, πόσο χειρότερα, άραγε, να ήταν τα πράγματα για μία γυναίκα τη δεκαετία του '50, -χωρίς καμία ιατρική βοήθεια -ακόμη κι αν αυτή ζούσε στην προοδευτική Αμερική; Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμη και στις ΗΠΑ εκείνη την εποχή η άμβλωση ήταν έγκλημα και τιμωρούταν από τον νόμο, η αντισύλληψη σχεδόν άγνωστη και επιχειρούταν περιστασιακά μόνο με "διακεκομμένη επαφή", ενώ κανένας σύζυγος ή εργοδότης δεν δεχόταν να δουλεύει μία παντρεμένη γυναίκα με παιδιά. Ακόμη τότε, κανείς δεν ενημέρωνε τις νέες γυναίκες σχετικά με το πόσο πολύ θα άλλαζε η ζωή τους, αλλά και το σώμα τους δοκιμασίες όπως η εγκυμοσύνη, η γέννα, αλλά και η φροντίδα ενός νεογνού στο σπίτι.

Με όλα αυτά τα προβλήματα ήρθε αντιμέτωπη η Γκρέις, παντρεμένη γυναίκα με τέσσερα παιδιά πολύ κοντινά ηλικιακά μεταξύ τους και με οικονομικές δυσκολίες, στα τέλη της δεκαετίας του '50 στις ΗΠΑ.

 Η Γκρέις έπασχε από επιλόχειο κατάθλιψη και αδυνατούσε να ελέγξει τις εγκυμοσύνες της, που ερχόταν η μία πίσω από την άλλη. Από το ίδιο ακριβώς πρόβλημα υποφέρει και ένα από τα τέσσερα παιδιά της, η Μπεθ, στη σημερινή εποχή, η οποία γέννησε τον Νόα και προσπαθεί να καταλάβει τι ακριβώς δεν πηγαίνει καλά με αυτήν.

Τη Μπεθ και τα τρία αδέλφια της τα μεγάλωσε ο πατέρας τους, ο σύζυγος της Γκρέις με απίστευτη στοργή. Τώρα όμως βρίσκεται αντιμέτωπος με την άνοια, ο θάνατός του είναι κοντά, και η Μπεθ δυσκολεύεται να συμβιβαστεί με την επικείμενη απώλειά του. Ο πατέρας τους, όμως, φαίνεται πως κρύβει περίεργα μυστικά και ότι δεν ήταν πάντοτε ο τρυφερός και στοργικός πατέρας που θυμούνται τα τέσσερα παιδιά. Κι όταν η Μπεθ, που ξεκαθαρίζει τη σοφίτα του σπιτιού του πατέρα της, βρίσκει κάποια μυστηριώδη σημειώματα που ανήκουν στη μητέρα της, τη Γκρέις, τότε το καλά κρυμμένο μυστικό του πατέρα τους απειλεί να αλλάξει άρδην όσα τα τέσσερα παιδιά θεωρούσαν δεδομένα για την οικογένειά τους...

Η Ρίμελ σκιαγραφεί τους ανθρώπινους χαρακτήρες πολύ επιτυχημένα, ρίχνοντας το βάρος στην απεικόνιση του συναισθηματικού τους κόσμου, θυμίζοντάς μας τον τρόπο που η έτερη καταξιωμένη συγγραφέας Kristin Hannah το κάνει. 

Η αφήγηση κινείται ανάμεσα σε δύο χρονικούς άξονες: από την πρωτοπρόσωπη μαρτυρία της Μπεθ στο σήμερα, στην κατάθεση ψυχής της μητέρας της Γκρέις και την περιγραφή της δικής της ιστορίας το 1957 έως ότου οι δύο ιστορίες συναντιούνται.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι πρόκειται για ένα βιβλίο με πάνω από πεντακόσιες σελίδες, το οποίο όμως απορροφά, καθηλώνει, αλλά και συγκινεί τόσο πολύ τον αναγνώστη, που αν αυτός έχει χρόνο θα μπορέσει να το διαβάσει ακόμη και σε μία ημέρα!-εγώ χρειάστηκα μιάμιση μέρα για να είμαι ειλικρινής. Κι επειδή πραγματικά διαβάζω πολλά βιβλία και σπάνια ενθουσιάζομαι τόσο, ένα έχω μόνο να πω: απλά διαβάστε το και δεν θα χάσετε! Θα είναι ένα βιβλίο που θα το  θα το θυμάστε πάντοτε με αγάπη, όπως και τα τόσο έντονα και δυνατά συναισθήματα που σας προκάλεσε η ανάγνωσή του.