Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 6

#2 Αθηνά Χατζή : "Ας γίνει διάλογος περί των βασικών δομών των κοινωνιών"

του Νέστορα Ι. Πουλάκου

Πόσα κότσια θέλει, άραγε, για να τα βάλεις με τη ναυαρχίδα της ανθρώπινης κοινωνίας; Την αρχή των πάντων, θετικών και αρνητικών; Τη «μήτρα» παραγωγής ανθρώπων, το «σχολείο» διαμόρφωσης συμπεριφοράς, τη «σπηλιά» καταφυγής και το «καταφύγιο» περισυλλογής, εν ολίγοις τη «μηχανή» στελέχωσης των κοινωνιών από καταβολής του κόσμου; Η οικογένεια. Η αγία οικογένεια. Στις αγκάλες της περικλείονται τα πάθη, τα λάθη και τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής. Στα χέρια της κρατιέται η τύχη της ανθρωπότητας. Από όποια πλευρά και να το δείτε. Το μυθιστόρημα «La Sagrada Familia» κυκλοφόρησε τους πρώτους μήνες του 2009 από τις Εκδόσεις Ψυχογιός για να «διασκεδάσει» τους ανθρώπους κοιτάζοντας τα βάσανα μιας ζωής. Έτσι από γούστο, χρησιμοποιώντας την αργκό του περιθωρίου. Κι η συγγραφέας του, η δυναμική δασκάλα τέχνης και ανθρωπό-αρχαιολογίας Αθηνά Χατζή, προτάσσει τα στήθη της για να δεχθεί τα μαχαιρώματα των συνανθρώπων της, αφού έχει την τόλμη να καταδείξει τα τρίσβαθα των πράξεών τους. Μιλώντας στο «Βακχικόν» αποκάλυψε, συμπάσχοντας αδιακρίτως, τ’ απροκάλυπτα.

Εκ της (συμπασχούσης) περισυλλογής

Περιγράφεις μια οικογένεια ως «αγία μητέρα» που αγκαλιάζει τα «παιδιά» της και τα οδηγεί μέχρι εκεί που θέλει εκείνη ή μια οικογένεια ως εκτροφείο «αγίων» έτοιμων να βγουν στην κοινωνία και να την κατασπαράξουν;
Το βιβλίο μου αναφέρεται σε μία οικογένεια κατεξοχήν δυσλειτουργική: οι ήρωές μου - μέλη της οικογένειας αυτής δεν είναι άγιοι, δεν είναι τέρατα, δεν κατασπαράσσουν ο ένας τον άλλον, σπαράσσονται από τις ενοχές οι γονείς, την έλλειψη αγάπης τα παιδιά και μεγαλώνουν, αποχωρώντας ένας-ένας, αναχωρώντας ορισμένοι, όχι για να ενταχθούν στην κοινωνία, αλλά για να βρουν το χώρο που νιώθουν ότι τους ανήκει δικαιωματικά, το χώρο που στερήθηκαν σε μία οικογένεια κενή συναισθήματος.

Τι σε ώθησε να διηγηθείς τ’ αρνητικά τεκταινόμενα που καίνε τις κλειστές κοινωνίες μας δεκαετίες τώρα;
Η κεντρική ιδέα ήταν ένα κοριτσάκι εγκλωβισμένο, χωρίς φωνή, χωρίς ακροατήριο, έτσι «γεννήθηκε» η Λένα. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, το κίνητρό μου ήταν η ιδέα ότι συντηρούνται δομές προβληματικές στις κλειστές κοινωνίες για πολλά χρόνια επί τη βάσει της έξωθεν καλής μαρτυρίας. Οι οικογένειες είναι άγιες για τον περίγυρο, ακόμη κι όταν όλοι γνωρίζουν ότι η εικόνα αυτή παρασάγγας απέχει από την πραγματικότητα. Η φράση «τα εν οίκω μη εν δήμω» συντηρεί θηρία και διαιωνίζει δυσλειτουργίες, εξ ου και η Λένα, όταν αποφασίζει να μιλήσει πια, δε διαχωρίζει το ιδιωτικό πρόσωπο από το δημόσιο προσωπείο, μιλάει ευθαρσώς και με αθυροστομία ενίοτε στους πάντες για τα πάντα.  

Θεωρείς ότι με το λογοτεχνικό «ξεμπρόστιασμα» μια συνηθισμένης οικογένειας της μικρομεσαίας τάξης συμβάλεις στον ατέρμονο διάλογο των γενεών για την αλλαγή της εικόνας τούτου του κόσμου;
Θα ήθελα να αποτελέσει αφορμή αναστοχασμού αναφορικά με την ευθύνη του καθενός μας. Η οικογένεια στηρίζει, προσφέρει, πιέζει, καταπιέζει, και σπανίως, όταν είναι ιδιαίτερα χαρισματικά τα μέλη της, ελευθερώνει. Ναι, η λογοτεχνία, και η τέχνη γενικότερα οφείλει να συμμετέχει στο διάλογο περί των βασικών δομών των κοινωνιών και του πολιτισμού μας. Αν είναι μικρό κομμάτι αυτής της διαδικασίας και το βιβλίο μου, τότε θα είμαι ευτυχής ως προς τις λογοτεχνικές μου προθέσεις και το αποτέλεσμα.

Το «La Sagrada Familia» θ’ αγγίξει τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας; Θα τον ενοχλήσει; Θα δει εαυτόν ή συγγενές περιβάλλον εντός της ιστορίας;
Υπάρχουν δύο τινά : ή θα αναγνωρίσει οικείες καταστάσεις και προπάντων οικείο υποκείμενο συναίσθημα αυτών των καταστάσεων, ή θα αποστασιοποιηθεί με βάση το αξίωμα «ουφ, ευτυχώς δε συμβαίνει σε μένα» και θα σταθεί στην ψυχαγωγική πλευρά της ανάγνωσης.

Εκ του (αδιάκριτου) πιεστηρίου

Πόσο «λαϊκή» είναι η λογοτεχνία σου;
Θεωρώ ψευδεπίφαση τη διάκριση μεταξύ λαϊκής και ελίτ λογοτεχνίας. Το μυθιστόρημα εξ ορισμού δεν είναι επιστημονική πραγματεία, συνεπώς εξαρχής φιλοδοξεί να απευθυνθεί σε ένα όσο το δυνατόν ευρύτερο κοινό. Η μόνη διάκριση που αναγνωρίζω και κατ’ εμέ η τομή είναι σαφής και αδιαμφισβήτητη είναι μεταξύ λογοτεχνίας και παραλογοτεχνίας και ευτυχώ να ανήκω στην πρώτη κατηγορία.

Η γλώσσα σπαράζουσα λογοτεχνική, με διάθεση ειρωνική, στάζει αφ’ υψηλού στάση κριτή της κατάστασης. Έγινες κτήμα των ηρώων σου, ένιωσες τον πόνο τους ή τους ιερό-εξέτασες στα πλαίσια της δίνης τους;
Η γλώσσα είναι το εργαλείο του λογοτέχνη, οφείλει λοιπόν να υπερβαίνει τη συμβατική χρήση της και να επινοεί, να παιδεύεται και να παιδεύει τον αναγνώστη χωρίς να υποπίπτει στην κατηγορία του διδακτισμού. Τους ήρωές μου δεν τους συμπονώ, συμπάσχω μαζί τους, με την έννοια του πάσχοντος ανθρώπου, βρίσκω αίτια για τις πράξεις τους, όχι δικαιολογίες, τους φτάνω μέχρι ένα σημείο και μετά τους αποχαιρετώ να επωμιστούν τις συνέπειες των δράσεών τους. Δεν τους κρίνω αφ’ υψηλού, ενίοτε είναι σαρκαστική η στάση μου απέναντί τους, αλλά περισσότερο ως αυτοσαρκασμός λειτουργεί για τα ανθρώπινα πάθη και λάθη, παρά ως μομφή και ψόγος για τους ήρωές μου.

Πόση αυτοβιογραφία κρύβουν οι χαρακτήρες σου;
Το συναίσθημα είναι αυτοβιογραφικό, οι επιμέρους περιστάσεις και καταστάσεις, όχι. Δεν θεωρώ αναγκαίο να έχει ζήσει ο συγγραφέας όσα αφηγείται, θεωρώ απαραίτητο να έχει αισθανθεί και να μπορεί να συναισθάνεται το βάθος και την ένταση του συναισθήματος που περιγράφει κάθε φορά. Στο «La Sagrada Familia» τα τοπία είναι τα τοπία της παιδικής μου ηλικίας, αυτό ναι είναι στοιχείο αυτοβιογραφικό, τα λοιπά είναι αφορμές για σχόλιο επί του θεσμού της οικογένειας και τις αστοχίες των ανθρώπων, ακόμη κι όταν ξεκινούν με τις καλύτερες των  προθέσεων.

Εντέλει, γράφοντας την «ελεγεία» της «αγίας οικογένειας» αποτυπώνεις το μέγεθος της «σαπουνόφουσκας» των ημερών μας;
Αποτυπώνω όσα με απασχολούν. Στην «Ελεγεία της Σαπουνόφουσκας» με απασχολούσε ο άνθρωπος ως μονάδα, ο σύγχρονος αστός - νομάς, η μεταμοντέρνα οικογένεια των φίλων που ήρθε να αντικαταστήσει την αποσαθρωμένη παραδοσιακή αγία οικογένεια. Στο «La Sagrada Familia» με απασχολεί ο άνθρωπος ως μέλος της ομάδας, της κατεξοχήν ομάδας, της οικογένειας, που τον προστατεύει και τον εκθέτει βορά «στη δίνη του άγριου κόσμου» ταυτόχρονα.

Η Αθηνά Χατζή γεννήθηκε το 1975 στο Θέρμο Αιτωλίας. Σπούδασε αρχαιολογία και ιστορία της τέχνης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, καθώς και αρχαιολογία και ανθρωπολογία στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ των ΗΠΑ, του οποίου αναγορεύθηκε διδάκτωρ το 2004. Διδάσκει ανθρωπολογία στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών, αρχαιολογία στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και ιστορία της τέχνης στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου. Κατά περίσταση, μεταφράζει κείμενα κυρίως των κοινωνικών επιστημών, γράφει, διαβάζει και διασχίζει τον Ατλαντικό κατά το δοκούν. Το 2005 έκδωσε το μυθιστόρημα «Η Ελεγεία της Σαπουνόφουσκας» (Εκδ. Ψυχογιός).