Top menu

10 ανέκδοτα ποιήματα σε πρώτη δημοσίευση

photo © Στράτος Προύσαλης

ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΠΟΙΗΤΡΙΕΣ

Μαρία Νταλλή - Ενός λεπτού σιγή

Στο γαλάζιο τ’ ουρανού
και στης θάλασσας το κύμα,
στις ψυχές του μακελειού
και στην άδικη τη μοίρα,

καταθέτω ένα στεφάνι,
με σημαία τις τουλίπες
καθώς ζητάω χάρη
απ’ του Θεού τις εικασίες.

Διαμάντι ματωμένο
άλλο δε θα ζητιανέψω.
Πόσοι στερούνται το νερό
κι εγώ σωρό το έχω!

Πολέμα για τα ιδανικά,
αλλά όχι με τα όπλα,
κανείς θεός δε θέλησε,
νεκρούς να κλαίει η χώρα.

Ειρήνη αδέρφια να ‘χουμε,
όλα τα χρώματα είν’ ωραία.
Μόνο ενωμένοι οι ήπειροι,
δίνουνε νόημα στη σφαίρα.

Αλλιώς γιατί την έχουμε,
γιατί μαθαίνουμε γεωγραφία;
Πάντως όχι για να καταστρέφουμε
των αλλονών τη λεία.

Σεβάσου τη θρησκεία μου,
σεβάσου τ’ όραμά μου.
Το Διάταγμα των Μεδιολάνων,
μειδίασε τον κόσμο τον επάνω.

Ενός λεπτού σιγή λοιπόν,
στα θύματα όλου του κόσμου,
για ότι κι αν πεθάνανε,
κλαίει μέχρι και το κόκαλό μου.

Καλό παράδεισο λοιπόν,
και συγχωρεμένοι να ΄ναι,
αν δε προλάβανε να μετανιώσουνε
δε φταίνε που άλλοι κοινωνάνε.
(δε φταίνε γι’ αυτά που διακυβεύονται,
απ’ όσους κρυφά μας κυβερνάνε)         .

**

Βασιλική Ράπτη - Η νέα άφιξη

Κοπάδια στην ακμή τους.
Συλλέγω καυσόξυλα
μπαίνω μέσα στα ρούχα σου.
Οι σκέψεις μου οι γεμάτες από σένα ατελείωτες.
στριφογυρίζουν μέσα μου ακτινοβόλες.
Η θέα της μορφής σου ακόρεστη
σκοτεινή και βαθειά, γλυκόπικρη
επιστρέφει επιτέλους.

**

Νικολέτα Κουτή

Δώσε μου εκείνο
το μίτο
προς το δρόμο
της επιστροφής
ξεχάστηκα
με σώμα
ζώου
και μόνο το
ύδωρ της μνημοσύνης
τρέχοντας
πλάι μου
με έκανε να πιάσω
την κλωστή
προς τη ζωή

**

Κωνσταντίνα Πορφυρού - Πίσω από τις κλειστές πόρτες

Μυρίζει κλεισούρα, μούχλα κι ιδρώτα.
Κι ο ήχος μιας τηλεόρασης ξεχασμένης ανοιχτής
-ποιος ξέρει πόσες μέρες-,
συνοδεύει εμφατικά,
σα σάλπισμα μεταποκαλυπτικό,
τις σκέψεις που γρατζουνάνε το μυαλό μου.
Μαθαίνω να ζω στη θέρμη μιας αποπνικτικής ασφάλειας,
καθώς η ψύχρα του έξω κόσμου,
κάπως δεν μου ταίριαξε.

Καθώς απογοητεύτηκα,
και καθώς έλαβα τις προσφορές μου πίσω
υπό μορφή ταπεινώσεων κι αδιαφορίας.
Και όσο πιο πολλούς ανθρώπους γνώριζα,
τόσο πιο πολύ συνειδητοποιούσα πως
επέλεξα ένα δρόμο
χωρίς συνεπιβάτες.

Οδηγός, συνοδηγός και πίσω κάθισμα,
εγώ παντού.
Κλειδώνω πόρτες.
Εξασφαλίζομαι.

**

Σοφία Καραλάκου

Έμεινες πίσω,
το παρελθόν σε κράτησε κοντά του.
Δεν άφησε να σε γνωρίσει το παρόν,
το μέλλον.
Άσχημα όμορφη η απουσίαα σου,
τα χέρια μου άδεια
ο πόνος γεμάτος
μα οι αναμνήσεις κενές.
Δεν τις χρωμάτισε κανείς
δεν τις έζησε κανείς,
είσαι ότι άκουσα
ότι δεν έζησα
την εικόνα σου προσπάθησα να φτιάξω
ότι δεν άγγιξα
ότι είδα

αλλά ξέχασα.

ΑΝΔΡΕΣ ΠΟΙΗΤΕΣ

Δημήτρης Α. Δημητριάδης

Με το πλέον επίσημο χέρι

Τόσο αίμα
τόση λάμψη
κι άγρια χαρά
πού πήγαν;

Άλλα έφεραν οι ερεβώδεις θύελλες
την επομένη των λευκών μας νυκτών
λαμπιόνια πολύχρωμα
άκληρες χοροεσπερίδες.

Η Ιστορία ξαναγράφτηκε κατά το δοκούν
με το πλέον επίσημο χέρι.

**

Παναγής Αντωνόπουλος

Στερνώρα, μου (ε)μήνυσε
η αγάπη, πως με θέλει!
Στερνοχρονιά ο έρωτας
ζήτησε να με δει!
Μα ’γω που (ε)φοβήθηκα  
τις προσφοράς τα τέλη
τους είπα• αναμάρτητος
θα μείνω στη ζωή!

Μου έγνεψε το όνειρο  
πως θέλει να μου ντύσει
το έρμο κι ακατοίκητο
μαύρο μου θυμικό!
Και ’γω το παρακάλεσα  
ήσυχο να μ’ αφήσει!
Το αστέρι μου πια έσβησε
από τον ουρανό!

Παράκληση μου έστειλε
για να με συναντήσει
κάπου στ’ αστέρια η χαρά
η προπατορική!
Μα ’γω την (ε)φοβήθηκα  
μήπως και μου ζητήσει  
να πάρω άλλη μια  φορά
στα χέρια τη ζωή!

Στερνή φορά αρνήθηκα
να σιγοτραγουδήσω
τις μαγεμένες κι όμορφες
του Βάκχου τις ωδές!
Ο προορισμός μου τέλειωσε
πρέπει να  κοινωνήσω
της μοναξιάς μου τις πικρές
ματιών σταλαγματιές!

**

Ε. Μύρων - Στο κέντρο της πόλης

Διασχίζω την έρημό της, μονάχος
περπατώ πάνω στην καυτή άμμο
- καμιά φορά βουλιάζοντας για λίγο -
αλλά συνεχίζω την αναζήτηση μιας όασης,
πίνοντας νέρο φειδωλά απ' το παγούρι
που έχω στη ζώνη κρεμασμένο.
Ξέρω ότι προτού προλάβω
έστω να δω αυτή την όαση από μακρυά
- τα τρεχούμενα νερά της
τα ολόδροσα δέντρα της
τη γαλήνη της υγρασίας της -
το παγούρι μου
θα 'χει αδειάσει.
Παρόλα αυτά συνεχίζω
στις υψηλές θερμοκρασίες
προσέχοντας ιδιαίτερα
να μη βουλιάξω στην άμμο
αυτής της μεταμφιεσμένης ερήμου.

**

Κ. Νικολακόπουλος - Παραφράζοντας τον Τριπολίτη

Τρέξιμο, σπάσιμο νεύρων, χάσιμο χρόνου.
Αμφιταλάντευση. Αγάπη πολλή.
Γραφικοί μέχρι εκεί που δεν πάει,
ηδονιστές του πόνου.
Ρεαλιστές μιας επώδυνης αισιοδοξίας,
ταριχευτές ονείρων για τις επόμενες γενιές,
μήπως με πρόπλασμα το τώρα;

Μα τι στα λέω τώρα αυτά,
εσένα δε σε νοιάζουν.
Δεν ταιριάζουν με το ρομαντισμό σου.

**

Αλέξανδρος Κουκ - Αθανασία

Αέρας φυσά.
Μες στην καρδιά του κενταύρου,
Λυσσομανά η νιότη μας.
Με κάποιον γέρο Χείρωνα πορεύθηκα στον δρόμο της ορμής μου
Και κάπου μες στις βουνίσιες κορυφές
Τραγούδησα την νύμφη και τον έρωτα.
Καλπάζοντας -θυμάμαι- στα βήματα της λήθης μας,
Είδαμε τα λόγια και το πνεύμα μας
Να σκίζονται στις ράχες των κυμάτων, και δεν μας ένοιαζε:
Μες στην καρδιά του κενταύρου
Λυσσομανούσε η νιότη μας.
Εκεί που σμίγει το βουνό με την αρμύρα,
Εκεί τα λόγια μείνανε. Εκεί θρηνούν τα όνειρα την μοναξιά τους.
Τι πειράζει που δεν γυρίσαμε ποτέ;
Η μνήμη μας φυλάχθηκε στους πνεύμονες του αέρα
Και το τραγούδι μας χαράχθηκε στις οπλές των κενταύρων.
Όσο καλπάζουν οι μύθοι που αγαπήσαμε,
Ποτέ δεν θα χαθούμε.