Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 22

Τσαρλς Μπουκόφσκι: Τέσσερα ποιήματα [Μέρος Γ']

Μεταφράζει η Κατερίνα Καντσού
- διαβάστε το α' & το β' μέρος -

 

Τέλεια σιωπή

Όλα αυτά τα φλεγόμενα
μάτια
όλες αυτές οι γλυκές
συνεννοήσεις
όλη αυτή
η μάσκαρα
όλα αυτά
τα σκουλαρίκια

όλα αυτά τα ζεστά
κορμιά

τώρα θα πάνε
κάπου αλλού.

Συνειδητοποιώ
ότι
μπορεί
και να χάνω
την
τελευταία μου
ευκαιρία

βγάζοντας
το τηλέφωνο
απ' την πρίζα.

Τώρα
τηλεφωνώ
μόνο
απ' έξω
για ένα ασθενοφόρο,
την πυροσβεστική
ή την αστυνομία.

Βρίσκομαι πάλι
εκεί
που βρισκόμουν
χρόνια πριν:
Δε θέλω ν' ακούσω
μια ανθρώπινη φωνή
να μου πει τα καλά νέα.

Το έχω
εκτός πρίζας.

Το για ποιον
χτυπά ή καμπάνα
δεν είναι για μένα

Ας είναι
για σένα.

Καθώς ο Βούδας χαμογελάει

Οι κυρίες με μπλε και πράσινα και κόκκινα,
οι κυρίες με όλα τους τα χρώματα,
κάνουν κύκλους.

*

Δεν υπάρχει τίποτα
που να συγκρίνεται
με την αλαζονεία
ενός αρχάριου συγγραφέα
εκτός και αν πρόκειται
για την έπαρση
ενός επιτυχημένου.

*

Ο θυμός δεν είναι
παρά μια μάσκα
που δεν καλύπτει
τίποτα.

*

Την κοιτάζω
καθώς κάθεται στο μπαρ

είναι το καλύτερο
θέαμα:

σιωπηλή, ακτινοβολούσα,
πουθενά.

*

Ο ίδιος ήλιος
ανάκατος και αλεσμένος
να χορεύει με κατεύθυνση
προς ό,τι έχει απομείνει
από το μυαλό σου.

*

Συνεχίζω να αναλογίζομαι
τον αστάθμητο παράγοντα.
Ο Αδάμ και η Εύα χωρίς αφαλούς;
Και αν ναι, γιατί;

*

Μερικές φορές
τα μικρά παιδιά
ξυπνάνε ουρλιάζοντας
καθώς κάτι
πηδάει προς το μέρος τους,
κάτι που δεν είχαν ξαναδεί
ποτέ πριν.

*

Αν μπορούμε να γελάμε, καλώς.
Κι αν πρέπει να κλαίμε, ας κλαίμε.

*

Το ένα καλοκαίρι
διαδέχθηκε το άλλο
ο ένας ψύλλος πήδηξε τον άλλο
καθώς οι γονείς μου
ετοιμάστηκαν για έναν
πρόωρο τάφο.

*

Το ράδιο των 3 π.μ.
τραγουδάει
καθώς ένα σμήνος
από μικροσκοπικά
πετούμενα έντομα
έρχονται βιαστικά
δίπλα μου
να μου κρατήσουν
συντροφιά.

*

Καθώς οι κύκνοι κάνουν κύκλους
οι πραγματικά καταδικασμένοι
είναι οι πραγματικά ταλαντούχοι,
καθώς οι κύκνοι κάνουν κύκλους
οι πραγματικά ταλαντούχοι
είναι οι πραγματικά καταδικασμένοι,
καθώς οι κύκνοι κάνουν κύκλους.

*

Είναι πιο εύκολο
να γράψεις μια συμφωνία
από το ν' αγαπάς και να σέβεσαι
τον γείτονά σου.

*

Με κατεβασμένο
το κεφάλι
κάθομαι δίπλα στο τζάκι
κοιτώντας τα παπούτσια μου
καθώς η σύζυγος μου λέει
πόσο καλά φαίνομαι.

*

Ο καθένας θα μπορούσε
να είναι ιδιοφυία στα 25.
Στα 50, χρειάζεται μια κάποια
προσπάθεια.

*

Σκέφτομαι τον Λι Πω
τόσους αιώνες πριν
να πίνει το κρασί του
να γράφει τα ποιήματά του
μετά να τους βάζει φωτιά
και να τα στέλνει να επιπλεύσουν
στο ποτάμι
καθώς ο αυτοκράτορας
έκλαψε.

*

Ανάβω άλλο ένα τσιγάρο
και περιμένω υπομονετικά
την κυρα τύχη
να έρθει.

*

Πρέπει απλά να ξεφορτωθούμε
όλους αυτούς τους φτωχούς
ανθρώπους
που τρώνε πίτσα
και πηγαίνουν σε αγώνες
μπέιζμπολ.

*

Πυροβόλησα τη γάτα
έκλεψα ένα λεξικό Γουέμπστερ
κι έφαγα ένα πράσινο μήλο.

*

Ο ίδιος ήλιος
ανάκατος κι αλεσμένος
να χορεύει με κατεύθυνση
προς ό,τι έχει απομείνει
από το μυαλό σου.

*

Ω, Θεέ μου
όλος αυτός ο ανόητος
μπλε ουρανός.

*

Παίρνω αυτή την ευερέθιστη
καρδιά μου
και την πετάω μακριά
όσο πιο πολύ μέσα στο σκοτάδι
μπορώ
και γελάω.

*
Είμαι
σαν έντομο
σαν σκύλος
σαν λουλούδι.

Το μαχαίρι
κόβει τον ήλιο.
Το πιάτο σπάει.
Η γάτα χασμουριέται.

*

Ο κάποτε νέος
ήρωας
μεγάλωσε
καθώς ο Βούδας
χαμογελάει.

Κατευθυνόμενος προς την ηλικία των 73

Ναι, είναι αλήθεια -ωριμάζω.
τον παλιό καιρό
για να περάσεις απ' το δωμάτιό μου
έπρεπε να περπατήσεις γύρω και ανάμεσα
από άδεια μπουκάλια.
τώρα, αφού τα αδειάσω
τα σωρεύω προσεκτικά
σε χαρτοκιβώτια.
είμαι καλός πολίτης τώρα,
μαζεύω τα μπουκάλια
για να τα δώσω για ανακύκλωση
στην πόλη του Λος Άντζελες.
και δεν έχω δει το εσωτερικό
μιας μεθυσμένης δεξαμενής
για δέκα ολόκληρα χρόνια.
(Κλειδώνω την πόρτα όταν πίνω
και προκαλώ μόνο σε μένα
τη ζημιά.)
βαρετό, έτσι δεν είναι;
αλλά δεν είναι και τόσο κακό,
ακούγοντας Μάλερ
καθώς οι τοίχοι χορεύουν.
ως ερημίτης, είναι αρκετό
για μένα.
έτσι τώρα, επιστρέφω τους δρόμους
πάνω σε σένα,
μάγκα.

Ξιφολόγχες στο φως των κεριών

Καθώς τα πουλιά σε καταριούνται
και καθώς οι φυλακές αδειάζουν
τους μισούς νεκρούς τους
στη μετάξινη σου ποδιά,
βλέπω τις λεπτές τρίχες ενός αρουραίου
να εξερευνούν το γεμάτο μπουκάλια
αποθαρρημένο μου πάτωμα;
παχύς, παχύς, αυτός ο σερνόμενος άγγελος
και εκεί είναι ένα βιβλίο του Ρεμπώ
και αγνοεί το βιβλίο του Ρεμπώ
καθώς σωματίδια από το ρολόι
κολλάνε μέσα στο μικρό μου μυαλό
σαν βέλη που δουλεύουν πάνω σε
παλιά τραύματα
και χριστέ μου, δεν μπορώ να τα
τραβήξω έξω.

Μπορείς να πάρεις μια πεταλούδα
και να της σκίσεις τα φτερά,
μπορείς να πάρεις αυτό το δωμάτιο
και να του βάλεις φωτιά,
μπορείς να πάρεις τα κόκκαλα μου
και να τα βάψεις πράσινα
και να τα κρεμάσεις έξω στο παράθυρο
σαν να είναι γράμματα από την Ισπανία
αλλά
εγώ θα τρέχω για χρόνια μέσα στο διάδρομο
της γρανιτένιας σου καρδιάς
και τότε,
μαζί σου,
όχι χέρι-χέρι, αλλά εξίσου
μετανοιωμένοι και φτωχοί και λυπημένοι,
με όλες τις νίκες και τις ήττες
ασφαλείς στο παρελθόν,
θα είμαστε
σαν ξιφολόγχες στο φως των κεριών
με τις φωνές ν' ακούγονται,
τώρα από πίσω;
βλέπω ακούω είμαι βλέπω ακούω είμαι ήμουν ήμουν
Είμαι ακόμη αυτή τη στιγμή
αυτή είναι η στιγμή της πεταλούδας
που κοιτάζει μέσα στο στρογγυλό
βαθύ μάτι ενός άδειου μπουκαλιού
η σκιά που κινείται στον άνεμο
σαν χέρι
κάποτε εδώ
και τώρα εξαφανισμένη.

Σκέφτομαι σκέφτομαι
αλλά όχι πάρα πολύ
και παίρνω αυτό το χαρτί από
τη γραφομηχανή
καθώς κλωτσάω τον αρουραίο
που παραμένει άπραγος δίπλα μου.