Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 21

Το "κατά δύναμιν" του Χρήστου Βακαλόπουλου

Όταν οι γονείς του Χρήστου Βακαλόπουλου τον ρώτησαν πως τα πήγε στα Μαθηματικά, τότε που έδινε εξετάσεις για το πανεπιστήμιο, εκείνος απάντησε με το ατάραχο ύφος του: «το κατά δύναμιν!». Η φράση αυτή παρέμεινε μνημειώδης και την θυμούνταν όσα χρόνια κι αν πέρασαν τόσο ο μεταποβιώσας πατέρας του όσο κι η μητέρα, η γλυκύτατη κυρία Ξένη, μέχρι και σήμερα. Σήμερα, λοιπόν, είκοσι χρόνια μετά το θάνατο του Χρήστο, όλοι ασχολούμαστε ακόμα με αυτό το «κατά δύναμιν» του Βακαλόπουλου, με την δύναμη των λόγων και των έργων του, με την δύναμη της ανάμνησης της ίδιας της ζωής του, της καταλητικής παρουσίας του. Με την δύναμη τωνγραπτών του, τωνκριτικών κειμένων του πρώτα-πρώτα, όπως αυτά συγκεντρώθηκαν σε τρεις τόμους, στην Δεύτερη Προβολή, κυρίως, που εκδόθηκε όσο ακόμη ο Χρήστος ζούσε, και που συγκέντρωσε τις πιο σημαντικές, ίσως, κινηματογραφικές κριτικές του, κείμενα για τις ταινίες του Βέντερς, του Αντονιόνι, του Δαμιανού και άλλων πολλών και σημαντικών κινηματογραφιστών, κείμενα για τον κινηματογράφο ως μέσο, ως εικόνα, ως βλέμμα, σε γλώσσα ιδιότυπη, κάτι σαν ένα ντοκυμαντέρ του λόγου, κι ύστερα στο Απο το Χάος στο Χαρτί και στην Ονειρική Υφή της Πραγματικότητας, σε επιμέλεια των Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλου και Κώστα Λιβιεράτου αντίστοιχα. Αλλά και με την δύναμη των λογοτεχνικών κειμένων του, της νεανικής Υπόθεση Μπέστ-Σέλλερ, ενός μυθιστορήματος γραμμένου κατά παραγγελίαν, μια σπουδή στην νεότητα την στιγμή ακριβώς που αυτή βιώνεται, ένας στοχασμός στη φιλία μεταξύ των ανδρών, στις σχέσεις αγοριών και κοριτσιών, στον τρόπο που χτίζονται τα όνειρα, στο άγχος της κουλτούρας, στην τάση να είσαι τα πάντα και, φευ, να μην κάνεις τίποτα, και, κατόπιν, των Πτυχιούχων, ενός μυθιστορήματος που αποτέλεσε, κατά κάποιο τρόπο, την συνέχεια του πρώτου, μια ιστορία με πλήθος αυτοβιογραφικά στοιχεία, για το τέλος των χρόνων της αθωότητας, για τον φόβο της μετάβασης στην παραγωγή, για την ωρίμανση της νεανικής σκέψης. Κι έπειτα, με την δύναμη των πιο ώριμων λογοτεχνικών κειμένων του, αυτών που δεν έχουν κομπάρσους τους Kinks, τους Beatles, τους Stones, ή ήρωες της λογοτεχνίας ή του σινεμά, όπως τα δυο προηγούμενα, αρχικά των Νέων Αθηναϊκών Ιστοριών του, ενός βιβλίου-δίσκου, με δέκα κείμενα σαν δέκα τραγούδια, δυο πλευρές, δυο όψεις, που μπορείς να τα διαβάσεις-ακούσεις στη σειρά ή/και ατάκτως, και που όσο τα διαβάζεις το «σουξέ» αλλάζει, τη μια σ΄αρέσει περισσότερο το ένα και την άλλη το άλλο, κι ύστερα όλα μαζί, όπως όλοι μας θυμόμαστε τους δίσκους, και, τέλος, φυσικά, της εξαιρετικής Γραμμής του Ορίζοντος, ενός βιβλίου-υποδείγματος ύφους, ενός μυθιστορήματος παρακολούθησης σκέψεων, διακριτικά και διακριτώς, μιας αναμέτρησης με τη ματαιότητα της ύπαρξης, μιας αναθεώρησης των συμβάντων της παιδικής ηλικίας, μιας «γλυκειάς καταστροφής», όπως θα έλεγε κι ο ίδιος ο Χρήστος. Και συνεχίζουμε, βεβαίως, να ασχολούμαστε με τη δύναμη των εικόνων του Χρήστου, των κινηματογραφικών εικόνων του, πρώτα των ταινιών μικρού μήκους, του Θεάτρου και των Βεραντών, αυτών που μας αποκαλύπτουν ευθύς εξ αρχής που το πήγαινε το πράγμα ο Βακαλόπουλος, την οπτική γωνία της πόλης απο ψηλά, σε στιγμές ιδιαίτερες, σε στιγμές καθημερινές κι ασήμαντες, που μπορούν, αν τις δεις, αν τις ζήσεις αλλιώς, να γίνουν όχι απλώς σημαντικές , αλλά καθοριστικές, και στη συνέχεια με τη δύναμη των εικόνων της Όλγας Ρόμπαρντς, μιας ταινίας που θυμίζει χολυγουντιανό μελόδραμα, αλλά δεν είναι, που θυμίζει, επίσης, γαλλικό φιλμ-νουάρ, αλλά πάλι δεν είναι, που θυμίζει, τέλος, κωμωδία του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, αλλά δεν είναι ουτ΄αυτό, κι είναι ίσως όλα αυτά μαζί και άλλα τόσα, μιας ταινίας σχεδόν «χειροποίητης», με τους φίλους του Χρήστου πρωταγωνιστές, καρατερίστες και κομπάρσους, να περιφέρονται στην Αθήνα και να προσπαθούν ν΄ανακαλύψουν το μυστήριο του θανάτου, ο καθένας απο τη δική του σκοπιά, το ίδιο το μυστήριο της ύπαρξης τους, δηλαδή, μιας ταινίας που «απαξιώθηκε» στα πρώτα χρόνια του «βίου» της αλλά, συν τω χρόνω, αρχίζει και παίρνει και παίρνει σιγά-σιγά και αυτή εξέχουσα θέση στον ελληνικό κινηματογραφικό στερέωμα, μια θέση που ασφαλώς της αξίζει. Κυριως, όμως, με τη δύναμη των εικόνων της τελευταίας δημιουργίας του Βακαλόπουλου, της ταινίας «Παρακαλώ, γυναίκες, μη κλάιτε», που έγραψε και σκηνοθέτησε μαζί με τον εξαιρετικό Σταύρο Τσιώλη, μιας ταινίας για την αέναη αθωότητα, για τη σχετικότητα και τον σκεπτικισμό, κι ακόμα για το «δύνασθαι άλλως», για το «ονειρεύεσθαι άλλως», για τη συνύπαρξη φαινομενικά αντίθετων πραγμάτων, όπως η Επιστήμη και η Ορθοδοξία, για το χθες και το σήμερα και, μαζί μ΄αυτά, για το αύριο, για το «πάμε γι΄άλλα», για τη δύναμη του «ανύπαρκτου» κύριου Χαραλαμπόπουλου, για τη σύγκρουση των δικαιωμάτων, και, τέλος, για το βάσανο της ενοχής και τη γλύκα της αμαρτίας.

Η δύναμη, λοιπόν, του Χρήστου Βακαλόπουλου, είκοσι χρόνια μετά, παραμένει αμείωτη. Όλοι εμείς που είτε τον γνωρίσαμε ειτε μάθαμε γι' αυτόν απο τρίτους ή απο τα έργα του, τον θυμόμαστε, τον μνημονεύουμε, ανατρέχουμε σ΄αυτόν με κάθε ευκαιρία, με κάθε αφορμή. Γράφτηκαν πολλά κι απο πολλούς για τον Βακαλόπουλο ολ΄αυτά τα χρόνια: απο το Γειά σου, Ασημάκη του Κωστή Παπαγιώργη εως το βιβλίο-αφιέρωμα του φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, κι απο τα αφιερώματα στο Αντί και στο Μανιφέστο εως τη σωρεία των σκόρπιων κειμένων στα μπλόγκς του διαδικτύου. Τούτο όμως το βιβλίο έχει κάτι που το κάνει ιδιαίτερο: περιέχει ένα κείμενο με τον τίτλο Τα Βιογραφικά του Χρήστου, ένα κείμενο που συνέγραψε ο πατέρας του Χρήστου, ο Γιώργος Βακαλόπουλος σε ύφος αφηγηματικό-λογοτεχνικό, λογοτέχνης κι ο ίδιος στα νεανικά του χρόνια (με το ψευδώνυμο Άλκης Μύρας, με το οποίο δημοσίευσε πολλά ποιήματα και πεζά σε διάφορα περιοδικά, απο τη Διάπλαση των Παίδων εως και την Νέα Εστία), κείμενο που γράφτηκε κατά προτροπή-παραγγελία του Κωστή Παπαγιώργη και δημοσιεύθηκε μερικώς και υπό τη μορφήν υποσημειώσεων στο Γειά σου, Ασημάκη, ένα κείμενο που μας παραχώρησε ευγενώς η κυρία Ξένη και που, αφού το διανθίσαμε με άλλα νέα και παλιά κείμενα (νέων και παλιών) γνωστών και φίλων του Χρήστου, αποφασίσαμε με τον Σωτήρη Κακίση και τον Βάσο Πτωχόπουλλο να το κάνουμε βιβλίο και να σας το παρουσιάσουμε. Το εξώφυλλο και τον τίτλο του βιβλίου εμπνεύστηκε ο Σωτήρης Κακίσης (και σας το εξηγεί στην προμετωπίδα και στον επίλογο), το οπισθόφυλλο είναι μια ιδιόγραφη αφιέρωση του Χρήστου στον Σωτήρη, πάνω στη Γραμμή του Ορίζοντος, ενώ τις φωτογραφίες στις οποίες δεν αναφέρονται οι φωτογράφοι μας τις παραχώρησε και πάλι η κυρία Ξένη, απο τα προσωπικά άλμπουμ του Χρήστου. Ευχαριστώ θερμώς όλους όσοι μας παραχώρησαν τα κείμενα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο αυτό και ιδίως τους Σταύρο Τσιώλη και Ευγένιο Αρανίτση, οι οποίοι έγραψαν ειδικώς για το παρόν βιβλίο. Τέλος, ευχαριστώ τον εκδότη Βάσο Πτωχόπουλλο, δίχως την ανιδιοτελή διάθεση του οποίου ίσως το βιβλίο τούτο να μην έπαιρνε τον δρόμο για το τυπογραφείο.
Το «κατά δύναμιν» του Χρήστου Βακαλόπουλου είναι αδιαμφισβήτητα μεγάλο, σπουδαίο και σημαντικό, η δε μνήμη του διαρκής και άσβεστη. Το ότι πέρασαν είκοσι χρόνια και κανείς δεν τον ξέχασε, αλλ΄αντιθέτως, αποκτά συνεχώς νέους θαυμαστές είναι στοιχείο αδιάσειστο. Για όλους όσοι τον γνωρίζουν μες απ΄το έργο του θα παραμένει πάντα ιδιαιτέρως σημαντικός, θα είναι για όλους αυτούς οτι είναι και για όλους εμάς που τον γνωρίσαμε: Ο Χρήστος Βακαλόπουλος!

Φώτης Μπατσίλας
Aπό το βιβλίο Χρήστος Βακαλόπουλος
(Εκδόσεις Αιγαίον, 2012)