Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 33

Το αγρόκτημα - Κώστας Γραμματικόπουλος

photo © Αλέξιος Μάινας

Αφιερωμένο στη μνήμη του αλησμόνητου συμμαθητή μου Γιώργου Βασιλειάδη

Κουλουριάστηκε με μια ξεφτισμένη βρώμικη κουβέρτα στην άκρη του κρεβατιού.

Το κρύο ήταν τσουχτερό και η υγρασία του τσάκιζε τα κόκκαλα. Ο ουρανός δεν είχε αστέρια και η νύχτα απλώθηκε σαν δίχτυ βαριά και μαυροφόρα. Τον πονούσε αφόρητα το στομάχι από μια γαστρορραγία που τον ταλαιπωρούσε τον τελευταίο καιρό.
Έκλεισε για λίγο τα μάτια.
«Απλώθηκε μπροστά του ένα καταπράσινο λιβάδι γεμάτο παπαρούνες και στη μέση βρισκόταν ένα αγρόκτημα. Είχε ένα μεγάλο φράχτη και ένα στάβλο με ζώα. Μέσα στο σπίτι σε ένα από τα δωμάτια ακούγονταν δύο παιδικές φωνούλες και από την κουζίνα έβγαιναν υπέροχες μυρωδιές.
Μια γυναίκα μαγείρευε.
Ο άντρας μπήκε στο δωμάτιο και έπαιξε με τα παιδιά. Τα τρανταχτά τους γέλια αντηχούσαν σε όλο το σπίτι. Σε λίγο ήρθε και η γυναίκα.
Κάθισαν να φάνε στην τραπεζαρία. Για κάποιο «ιδιαίτερο λόγο» το τραπέζι ήταν επίσημα στρωμένο. Τα πιάτα ήταν πορσελάνινα, τα ποτήρια γυάλιζαν, το τραπεζομάντηλο λευκό, κεντημένο στο χέρι και το κρέας μοσχομύριζε δάφνη και κανέλλα.
Όταν τελείωσαν το δείπνο, ο άντρας πήρε στην μεγάλη αγκαλιά του τα δυο παιδιά, ξανθά και όμορφα. Τα φίλησε πολλές φορές. Μετά αγκάλιασε την γυναίκα του.
Βγήκε στο κτήμα, πήγε στο μικρό στάβλο, σέλωσε ένα πανέμορφο κατάλευκο άλογο, του χάιδεψε για λίγο την χαίτη και άρχισε να καλπάζει ώσπου χάθηκε στον μακρινό ορίζοντα».

Ξύπνησε από τον μικρό αυτό λήθαργο. Τα μάτια του ήταν υγρά. Ήταν όνειρο ή παραίσθηση άραγε;
Το κρύο ολοένα και δυνάμωνε και ο πόνος στο στομάχι δεν έλεγε να σταματήσει.
Πρέπει να πλησίαζε το ξημέρωμα. Ακούστηκαν τα βαριά βήματα του δεσμοφύλακα και τα κλειδιά που άνοιγαν την πόρτα.
Κοίταξε από τα κάγκελα του κελιού το λυκόφως της χαραυγής, αυτό που θα έβλεπε για τελευταία φορά.

**

O Kώστας Γραμματικόπουλος ζει στη Νίκαια του Πειραιά. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή Νεκρό φιλί (εκδόσεις Vakxikon.gr 2015).