Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 4

Τα πάντα ρή-τος : Διαβάζοντας στο περιθώριο

του Τάσου Ρήτου

Bob Dylan / Ναύπακτος - Θεσσαλονίκη, Οκτώβριος 2008

 

On the road with Dylan

Σκιαγραφώ φανταστικοί
γεροδιάβολοι τα αποτυπώματα
μιας ανοιχτής παλάμης
μέσα σε μια χαράδρα του Μπράλου!
Αποτυπώματα πάνω
στα ασπρόμαυρα χνώτα
του ’55!

Αφοσιωμένοι σε αυτό που κάνουμε
με απώτερο σκοπό να
κάνουμε αυτό που αξίζει
περισσότερο, από αυτό που ζούμε. . .
Γερασμένοι μπιτνικς,
ξεπεσμένες πόρνες του ‘ 55
βιβλία ξεσκισμένα απ’ τις καταστροφές,
γρατζουνισμένα βινύλια
του Ντύλαν, του Μπρελ, τους Γουέιτς!
Φωτογραφίες μιας παλιάς αγαπημένης.
Αποτυπώματα μιας άλλης εποχής!

Ζούμε στην εποχή του πουθενά,
αλλά αυτό που μας κάνει χαρούμενους
είναι η ελπίδα των χαμένων ταξιδιών!

5/10/08
Ναύπακτος – Θεσσαλονίκη

*

Tάσος Πλαστήρας - Ονειροφαντασία

στη Σαλονίκη του φθινοπώρου

Μπαρ-βιβλιοπωλείο «Άλλος τρόπος». Δεν έχει άδειο σκαμπό στο μπαρ. Κάθομαι σε ένα τραπεζάκι. Απέναντι μου μια κοπελιά πίνει παθιασμένα το ποτό της. Το τζην μπουφάν της κρέμεται στην πλάτη του σκαμπό. Με κοιτάζει αδιάφορα. Αφοσιώνεται στον αναπτήρα της. Τον στριφογυρίζει με μανία ανάμεσα στα χέρια. Σταματάει για λίγο. Καθισμένη σταυροπόδι, κουνάει ασταμάτητα το πόδι που κρέμεται.
Σκέφτομαι πάλι, πως απόψε και κάθε απόψε από ‘δω και πέρα θα είσαι νεκρή.
Πώς να τυλίξω τη μνήμη σου σε σεντόνι λευκό και να την θάψω; Δεν το καταφέρνω ακόμα….
Η ψυχή μου δονείται, κι η υλική μου υπόσταση ‘’οστέα τεταπεινωμένα’’.
Ξεσκίζω το στήθος μου μ’ ένα ουρλιαχτό που δεν βγαίνει.
Το παιχνίδι του αναπτήρα συνεχίζεται. Τον ανάβει και φέρνει την άλλη παλάμη ανοιχτή πάνω απ’ την φλόγα. Κάηκε, κι αποτράβηξε το χέρι της. Άνοιξε πακέτο, και με κινήσεις τελετουργικές πήρε τσιγάρο. Το έβαλε νωχελικά στο στόμα και με αργό ρυθμό το άναψε. Μού ’ριξε μια ματιά και ξανάρχισε το παιχνίδι του αναπτήρα στο ένα χέρι τώρα.
Κατεβαίνει απ’ το σκαμπό και πηγαίνει προς το ράφι με τους δίσκους. Παίρνει ένα και βυθίζεται στη μελέτη των τίτλων.
- Θέλω να βάλω τη μούρη μου στο λακκάκι του λαιμού σου…
Και κούρνιασες, όπως κουρνιάζει το μωρό στης μάνας τον κόρφο. Δεν θυμάμαι πιο γλυκιά αίσθηση.
Αφήνει τον δίσκο και ξανά-κάθεται. Βυθίζεται το βλέμμα της στο ποτήρι. Ο Γιάννης πηγαίνει δίπλα της και προσπαθεί να την κάνει να γελάσει. Εκείνη χαμηλώνει το κεφάλι συλλογισμένα.
Η λύση της βαριάς ατμόσφαιρας μπαίνει απ’ την είσοδο. Ένα προκλητικό μίνι που κάνει όλα τα βλέμματα να στραφούν πάνω του. Ελαφρώνει το κλίμα κι οι κουβέντες γίνονται δυνατότερες. Όλος ο αντρικός πληθυσμός ζηλεύει το Μάκη, που δίπλα του θρονιάστηκε το μινι, Εκείνος γελάει ικανοποιημένος. Καθισμένος στη γωνία εγώ, και μέσα απ’ τους καπνούς του τσιγάρου, σ’ αναζητώ στη Σαλονίκη με το πρώτο ψιλοβρόχι του Σεπτέμβρη. Βγάζω φωτοτυπία το πρόσωπό σου από μια φωτογραφία και το κλείνω στο συρτάρι μου.
Περιβλήθηκα την οδύνη κι ελπίζω…..Σε τι;
Η Άννα πίσω στο μπαρ σερβίρει χαμογελαστή ποτά.
Ένας δικηγόρος, που μέχρι τώρα διάβαζε εφημερίδα, άνοιξε κουβέντα με τον διπλανό του περί μουσικών ρυθμών και τι σχέση μπορεί να έχουν με τη συχνότητα των σφυγμών. Μιλάει δυνατά, σε μια προσπάθεια να επιβάλει την γνώμη του και να εντυπωσιάσει.
Ο χώρος είναι μικρό, και οι θαμώνες γνωστοί μεταξύ τους οι περισσότεροι.
Σε βλέπω να οργίζεσαι, να κλαις μέσα σου, να κάθεσαι μαζεμένη σε μια γωνιά, να παλεύει η λογική με τον συναισθηματισμό σου, κι εγώ να προσποιούμαι τον ήρεμο, μην τυχόν και σε προσβάλω, που δεν μπορώ να κρύψω την αγάπη μου. Ένα ρίγος τύλιξε το κορμί μου, σαν με ρουφούσε μια υγρή δίνη.
Παραδόθηκα άνευ όρων…..
Ο κόσμος του μπαρ οχλαγωγεί. Ο δικηγόρος φωνάζει ακόμα. Ο Μάκης έπιασε κουβέντα με το μινι. Ο Γιάννης γυροφέρνει όλους τους θαμώνες και χαριεντίζεται μαζί τους. Είναι ο ιδιοκτήτης, και προσπαθεί να τους κάνει να αισθάνονται άνετα κι ευχάριστα. Ένα ζευγάρι στο μεσαίο τραπεζάκι κουβεντιάζει χαμηλόφωνα. Είναι οι μόνοι που δεν ακούγονται. Μια συντροφιά λογοτεχνών κάνει κριτική στην ποίηση ενός καινούργιου συγγραφέα.
Ένα δάκρυ ψεύτικο έγινε στίχος αληθινός.
Στο κασετόφωνο παίζει το « Δημοσθένους Λέξις» του Σαββόπουλου.
Εσύ με ξεπούλησες για μια κασέτα ροκ σε στίχους δικούς μου. Ειρωνεία…..
Ήταν ταλαντούχος ο νέος συνθέτης…..
Η Νότα με δυο φίλες της καθισμένες στην άλλη γωνία του μπαρ κουβεντιάζουν για αριθμολογία και αστρολογία.
Η μοναχική κοπέλα σταμάτησε να παίζει με τον αναπτήρα, ενώ το βλέμμα της παρέμεινε βυθισμένο στο ποτήρι. Ποιος ξέρει τι προσπαθεί  να πνίξει…..
Ήπιε και την τελευταία γουλιά, έσβησε το τσιγάρο της με κινήσεις αργές, πήρε το τζην μπουφάν απ’ την πλάτη του σκαμπό και το ‘ριξε στην πλάτη της. Ύστερα πέρασε την τσάντα στον ώμο, πλήρωσε, και με βήμα αργό βγήκε από το μπαρ-βιβλιοπωλείο ‘’ Άλλος τρόπος’’, πετώντας μια καληνύχτα στον αέρα.
Μεθάω κάθε βράδυ με την ανάμνησή της μυρωδιάς σου.
Ένα ταξίμι ήμουν στη ζωή σου σκέφτομαι, αυτοσχεδιασμός σύντομος.
Τώρα μια έρημος απλώθηκε μέσα μου, κι ελπίζω σε αντικατοπτρισμό, μια ψευδαίσθηση……

Ο Τάσος Πλαστήρας γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου ζει και εργάζεται ως οδοντίατρος. Από τα νεανικά του χρόνια ασχολήθηκε με την ποίηση και τη ζωγραφική. Ποιήματά του δημοσιεύθηκαν σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά. Το 1986 παίρνει το 1ο βραβείο στον Πανελλήνιο διαγωνισμό της Εταιρείας Γιατρών Λογοτεχνών. Το 1987 παίρνει έπαινο από την Φιλολογική Επιθεώρηση. Το 1994 εκδίδει την ποιητική Συλλογή «επί πτερύγων ανέμων».

*

Θόδωρος Ζαμπογιάννης

 Επικηρυγμένοι Ιχνηλάτες

Θα μπορούσες να είσαι το άρωμα του νυχτολούλουδου,
τα φτερά του κυκλάμινου,
το αμυγδαλιάτικο αεράκι
ή, το πιο λίγο, ένα ματσάκι γιασεμιά.
Αν δεν ήσουν το πλαστικό λουλούδι
στο ακατέργαστο βάζο της καθημερινής αυταπάτης. . .
το τέλειο ον με τα μυαλά στο κεφάλι.
Αν τουλάχιστον μια στιγμούλα, μπορούσες
να δεις το ήλιο κατάματα χωρίς να καείς.
Αν είχες τη δύναμη να καταστρέψεις λίγο
την ακριβοϋπολογισμένη αυτοκαταστροφή σου,
βγάζοντας κομμάτι προς τα έξω
κι αυτό που λένε ζώο.

Εσύ, όμως, δεν είσαι ζώο.
Είσαι το κάτι άλλο το ΥΠΕΡΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΑ.
Το αλλοτριωμένο λουλούδι,
χωρίς διαστάσεις, χωρίς αρώματα,
με τα φτηνά αρώματα της κοινωνικής παραγωγής.

Με άλλα λόγια.
Δούλεψε και εσύ για να φτιάξεις
αυτό που έφτιαξε ο παππούς σου,
ο πρόγονος σου και ο απόγονός σου
ΜΙΑ ΚΑΘΩΣΠΡΕΠΕΙ ΚΗΔΕΙΑ.

*

Εδουάρδο Καράνθα - Κολομβία, 1913 – 1985

ΓΑΛΑΝΟΣ ΑΠΟ ΣΕΝΑ (Ένα από τα εκατό ωραιότερα ερωτικά ποιήματα της Ισπανικής γλώσσας)

Να σε συλλογιστώ είναι γαλάζιο, σα να περπατάω
σ’ ένα δάσος χρυσό το μεσημέρι:
στην ομιλία μου γεννιούνται κήποι
και με τα σύννεφα μου στα όνειρά σου πάω.

Μας ενώνει και μας χωρίζει ένα απαλό αγέρι,
μια απόσταση μελαγχολίας’ τα δυο χέρια
της ποίησης μου υψώνω από σε, ελπίζοντας, με πόνο.

Να σε συλλογιστώ είναι σαν ένας
ορίζοντας βιολιών, ή μια οδύνη γιασεμιών
υπόθερμη, σε γαλανό ταμπεραμέντο.

Ο κόσμος γίνεται για μένα κρυσταλλένιος
και σε κοιτάζω, μέσα από εκλάμψεις τρίλιας
γαλάζια Κυριακή των λογισμών μου.