Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 13

Ταινίες που θέλω να ξαναδώ : Η γυναίκα της διπλανής πόρτας

της Ανίσσας Χασίμ

Ο Φρανσουά Τρυφώ είναι ο περίεργος ξένος που μια αμερικάνικη νύχτα εισβάλει τρέχοντας στο τελευταίο μετρό, στέκεται δίπλα σου και  σιγοψιθυρίζει ένα ερωτικό τραγούδι για μια αγάπη που το έβαλε στα πόδια, λίγο πιο κάτω κατεβαίνει σ’ ένα μικρό συνοικιακό σινεμά που η μοναδική του αφίσα φωτίζεται από την μια και μοναδική λάμπα δρόμου. Κάτω από την λάμπα τον περιμένει μια ψιλόλιγνη φιγούρα με μακρύ παλτό, καστανόξανθα μαλλιά και παιδικό δέρμα. Μπαίνουν μαζί στο σινεμά, βλέπουν μια ιστορία αγάπης. Το φως της οθόνης που διαλύει το σκοτάδι της αίθουσας τους αποκαλύπτει - τους κάνει συνένοχους στο ίδιο μυστικό. Το επόμενο πρωί θα βγουν στους δρόμους και μαζί με χιλιάδες άλλους θα φωνάξουν το μυστικό που έμαθαν το προηγούμενο βράδυ.
Αντισυμβατικός, Ιδεολόγος, Επαναστάτης, ένας από τους πρώτους κινηματογραφιστές - σημαντικό μέλος του ιστορικού κινήματος την νουβέλ βανγκ - που εισήγαγε στην ορολογία του σινεμά την έννοια του Auteur, σπάζοντας με αυτό τον τρόπο τα δεσμά που υποβάθμιζαν τον σκηνοθέτη σε έναν απλό δημιουργό εικόνων προς θέαση και ψυχαγωγία. Εικόνων που ο βασικός τους στόχος, είναι να αποκοιμίσουν το κοινό αποτραβώντας την προσοχή από την δυσάρεστη πραγματικότητα.
Η θητεία του στο σινεμά ξεκίνησε στην ηλικία των δεκαπέντε χρόνων στο περιοδικό «Les Cahiers du Cinema», στο οποίο εργάστηκε για μεγάλο διάστημα καταθέτοντας μέσα από κείμενα - οδηγούς για τους μεταγενέστερους -  την προσωπική του άποψη για το πώς πρέπει να διαβάζεται ένα φιλμ, αλλά και για τον δρόμο που πρέπει να διανύσει προτού αποκτήσει την απαραίτητη δύναμη, που θα το προφυλάξει όταν τελικά εκτεθεί στα μάτια των θεατών. Αυτό δηλαδή που σήμερα λίγο απλουστευμένα ονομάζουμε κριτική.
Το 1956 δούλεψε για πρώτη φορά στο πλευρό του Ρομπέρτο Ροσελίνι σαν βοηθός σκηνοθέτη. Τρία χρόνια αργότερα χαρίζει στον κινηματογράφο το πρώτο από μια σειρά αριστουργημάτων. «Τα 400 χτυπήματα» δεν είναι μόνο η ιστορία του δωδεκάχρονου Αντουάν Ντανιέλ, αλλά και μεγάλο κομμάτι της παιδικής ηλικίας του ίδιου του Τρυφώ. Το ταξίδι στο παρελθόν σημαδεύεται από την αθωότητα του παιδιού που δεν πέθανε ποτέ, και μεγάλος πλέον αναγνωρίζει πως η πορεία προς την ενηλικίωση είναι μια μοναχική υπόθεση. Οι ταινίες που ακολούθησαν - «Ζιλ και Τζιμ», «Φαρενάϊτ  451», «Αμερικάνικη Νύχτα» και πολλές ακόμα – είχαν πάντα σαν κεντρικό σημείο αναφοράς το κομμάτι εκείνο της ανθρώπινης φύσης, το οποίο άλλοτε πιο έντονα και άλλοτε πιο παθητικά,   αναζητά μια διέξοδο από τα πάθη και τις καταστροφικές αδυναμίες του. Το «Η γυναίκα της διπλανής πόρτας» είναι η προτελευταία ταινία του Τρυφώ, το φιλμ γυρίστηκε τρία χρόνια πριν το θάνατο του σκηνοθέτη. Η ερωτική ιστορία του Μπερνάρ και της Ματίλντ σκιαγραφεί μια σχέση ζωής διαφορετική από αυτές που αποδέχονται οι κανόνες, οι θρησκείες και οι κοινωνικές συμβάσεις. Οι δύο κεντρικοί ήρωες μοιάζουν καταδικασμένοι σε ένα αέναο κυνηγητό με διώχτη μια μοίρα που παίζει τον ρόλο του τιμωρού, για ένα έγκλημα που δεν διαπράχθηκε ακόμα. Ο σκηνοθέτης υφαίνει έναν δεσμό που δυναμώνει στην σκιά και αδυνατεί να υπάρξει στο φως. Η ταινία που κινείται στις σκηνοθετικές γραμμές που έχει χαράξει ο αγαπημένος του Φρανσουά Τρυφώ, Άλφρεντ Χίτσκοκ, τοποθετεί στην θέση του ενόχου το ίδιο το πάθος που ξυπνά πλευρές της ανθρώπινης φύσης που πολλοί προτιμούν να αγνοούν. Το τέλος δεν αργεί να έρθει και η βαρύτητα που παρασύρει το ζευγάρι προς τα κάτω δεν μπορεί να φέρει τίποτα άλλο εκτός από την θανατηφόρα σύγκρουση.