Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 19

Ποιήματα για τσακισμένες καρδιές και σαλεμένα μυαλά - Ανάγνωση της Μαρίας Κατσοπούλου

Ποιήματα για τσακισμένες καρδιές και σαλεμένα μυαλά, Ποίηση, Μαρία Κατσοπούλου, Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2012


«Σ’ όσους είναι στα κελιά»


Διαβάζω την αφιέρωση στη δεύτερη ποιητική συλλογή της Μαρίας Κατσοπούλου. Διακρίνω ευθύς εξ αρχής την ανάγκη της να «μιλήσει» την εποχή στην οποία ζει. Υποκρινόμενη μιαν αποστασιοποίηση, σαν στάση ζωής αλλά όχι συνειδητής, επιβαλλόμενης έξωθεν από όσους, εν τέλει,  ζουν στα κελιά.

Εισάγοντας τον εαυτό της στην πενιχρή των πραγμάτων πραγματικότητα με το ποίημα «ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ» ομολογεί τη διαρκή μεταβολή της. Τον ζυμώνει με τους ανθρώπους που συναντά, με της φύσης τα στοιχεία και τα εφήμερα υλικά. Αγανακτεί, παραμιλά, φωνάζει «Πουλημένοι!» και καταληκτικά γυρίζει ξανά στον εαυτό της με μία ακόμα εξομολόγηση στο ποίημα «ΒΟΥΤΙΑ ΣΤΟ ΕΙΝΑΙ ΜΟΥ»

«Δεν ανήκω στα ανδροειδή/ Δεν είμαι φτιαγμένη από ξύλο/ Πιο πιθανόν να είμαι/ Από πλαστελίνη».

Από τη Μαρία Κατσοπούλου δε λείπει -δε φοβάται πιο σωστά, γιατί αυτό είναι το ρήμα που ταιριάζει στην ποίησή της- η αυτοαναφορικότητα και η ενδοσκόπηση. Μιλάει τις λέξεις της καθημερινότητας, φορές χρησιμοποιεί τραχύ λόγο, απερίφραστη βωμολοχία για να περιπαίξει, για να τραβήξει την προσοχή ίσως, πάντα όμως προσπαθώντας και εν τέλει, καταφέρνοντας να κάνει ποίηση το παρόν μιας γενιάς.

Της γενιάς που ξεθυμαίνει σε ποτήρια με αλκοόλ, με κάπνισμα, με  μηχανές εντούρο, με θα,  στο δρόμο, στην υποκρισία μιας σχέσης, σε αόρατους ανθρώπους, στη γενιά της λακκούβας όπως πολύ απλά και συνοπτικά διηγείται μέσα από τους τίτλους των ποιημάτων της.

Οι στίχοι της διακρίνονται από μια συντομία και πολύ σωστά, αφού η εποχή είναι σκληρή και δε σηκώνει φιοριτούρες, δίνοντας καίρια χτυπήματα στον καιρό που: «Μιλάς για την αγάπη/ Σαν να είναι κάτι σημαντικό».

Εύκολα, επίσης, διακρίνει κανείς τον λυρισμό της εγκατάλειψης. Την περιγραφή των περιθωρίων της πόλης, εκεί όπου συναντάμε το πλήθος των ανθρώπων που κρύβονται από τον εαυτό τους, που αναζητούν τη χαρά στο επίπλαστο, στο νόθο, στο προσωπείο των πεζοδρομίων, τους ανθρώπους που ζουν επ’ ενοικίω.

Οι ευθύβολες φράσεις της, μας κάνουν κοινωνούς της κάθε μέρας της όπου με απόλυτη ειλικρίνεια καταδεικνύει το κοινωνικό μοντέλο που αδρανοποιεί ψυχικά το νέο άνθρωπο και τον καθιστά υπόδουλο των ετεροβαρών αναγκών του.

«Τα προδομένα ιδανικά σου θα ξεράσεις/ στη βρώμικη λεκάνη ενός ξενοδοχείου/ Θα κοιτάξεις στον καθρέφτη και θα πεις/ «Ποιος είσαι;»

Στη Μαρία Κατσοπούλου ποίηση φτιάχνουν τα «προδομένα ιδανικά», για να χρησιμοποιήσω ένα στίχο της, ελεύθερα από φόρμες και μοντερνιστικά παιχνίδια, λιτά μα και μεστά, με μόνο τίμημα να νιώθεις όσα στην πραγματικότητα βιώνεις και δε δύνασαι να αλλάξεις.

Ή για να μιλήσουμε με τον δικό «της» Μπουκόβσκι «καλλιτέχνης είναι ο άνθρωπος που λέει ένα δύσκολο πράγμα με απλό τρόπο».

Μαρία Τσιράκου