Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 1

Παγκόσμια ιστορία της τρομοκρατίας Μέρος Α'

του Γιώργου Μπλάνα

1. Ο ΟΜΗΡΟΣ, Ο ΚΑΝΤ ΚΑΙ Ο ΜΕΓΑΣ ΜΠΑΧΑΜΟΥΤ

Ο Όμηρος ξεκινώντας την ένατη ραψωδία της Ιλιάδας, στην οποία περιγράφεται η πρώτη οργανωμένη προσπάθεια των ανθρώπων να πείσουν με λόγια αυτόν που δεν πείθεται με όπλα - τον Αχιλλέα φυσικά - πλάθει μια βαθύτατα ρεαλιστική εικόνα της τρομοκρατημένης ψυχής. «Όπως ορμάνε ξαφνικά εκείνοι οι δυο εμπόλεμοι άνεμοι από τη Θράκη, ο Ζέφυρος και ο Βοριάς, για να διχάσουν την ωκεάνια πατρίδα των ψαριών και σκοτεινό το κύμα εξωθεί τα φύκια στην εξορία των ακτών, έτσι παράδερναν κατάστηθά τους».

Παράδερναν κατάστηθά τους οι Αχαιοί, εσωτερικά διχασμένοι ανάμεσα στο ενδεχόμενο να σταθούν και να πολεμήσουν δίχως τη συνδρομή του Αχιλλέα ή να το βάλουν στα πόδια. Ο τρόμος προβάλλει σ` αυτούς τους στίχους σαν ένα δίλημμα. Οι Αχαιοί είχαν να διαλέξουν τον γκρεμό της ατιμωτικής υποχώρησης ή το ρέμα του θανάτου σε μιαν άνιση μάχη. Το απολύτως βέβαιο είναι πως ήθελαν να φύγουν -από εκεί και ο «φόβος», το «φευγιό»- να βρεθούν κάπου αλλού και όχι εκεί.

Μερικούς αιώνες αργότερα, ένας προσεκτικός στις κρίσεις του άνθρωπος - ίσως γιατί τα συναισθήματά του είχαν ατονήσει τόσο που διακινδύνευε πολύ λίγα πράγματα- ο Εμμανουήλ Καντ, υπαινίχθηκε, χρησιμοποιώντας τη συγκρατημένη γλώσσα της κυριολεξίας, αυτό που ο Όμηρος είχε εκσφενδονίσει σαν πέτρα καταπάνω στα κεφάλια των ανθρώπων χρησιμοποιώντας τη γλώσσα των μεταφορών: ο τρόμος δεν είναι παρά η απώλεια κάθε ελπίδας για την εξεύρεση μιας λύσης στο πρόβλημα της κοινωνικής συνύπαρξης των ανθρώπων, στο αφόρητο πρόβλημα του εδώ και μαζί. Έκτοτε θα γνωρίζαμε τον αναρχισμό, που φημολογείται πως αποθεώνει την τρομοκρατία, ενώ δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να διαβάζει σωστά τον Πλάτωνα, και τον κομμουνισμό, που φημολογείται πως είναι μια μορφή καταπίεσης των ανθρώπων, ενώ δεν είναι παρά μια μορφή διευθέτησης του κοινωνικού ζητήματος τόσο προβληματική όσο όλες. Ο κατάλογος των σοφών που αποδέχθηκαν ή και αποθέωσαν τη βία ως μέσο επίτευξης ανθρωπιστικών στόχων, δεν αρχίζει με τον Πλάτωνα ούτε τελειώνει με τους μαρξιστές και αναρχικούς θεωρητικούς. Ως εκ τούτου, θα μπορούσαμε -και μάλιστα χωρίς να κατηγορηθούμε για υπερβολική απαισιοδοξία- ν' αντιμετωπίσουμε την Ιστορία σαν ένα τεράστιο μυθιστόρημα με αλλεπάλληλα επεισόδια ανηλεούς κατατρομοκράτησης των ανθρώπων από τους ανθρώπους: ατέλειωτοι πόλεμοι, λυσσαλέες μάχες, αλύπητες συγκρούσεις, αποτρόπαιες γενοκτονίες, φρικτά πνευματικά και σωματικά βασανιστήρια, φυλακίσεις, δικτατορίες, κι ακόμα αιμοσταγείς δολοφονίες, εκβιασμοί, καθημερινοί ξυλοδαρμοί παιδιών, γυναικών, γερόντων, αθώων πολιτών, διαμαρτυρομένων εργατών. Θα ταραζόμαστε, ασφαλώς, παρόλο το αμείωτο ενδιαφέρον με το οποίο θα κατασπαράζαμε τις σελίδες. Θα κάναμε χίλιες δυο σκέψεις, ποτέ όμως τη χιλιοστή τρίτη, τη σκέψη πως ήδη πέσαμε στην παγίδα μιας τρομοκρατικής ενέργειας. Η μανία των ανθρώπων να τρέφονται με το πτώμα της γαλήνης των γύρω τους, θα μας τρομοκρατούσε τόσο πολύ, ώστε ν' απωθήσουμε, να ξεχάσουμε, να μην σκεφτούμε καν το γεγονός πως -είτε το θέλουμε είτε όχι- είμαστε θύτες, θύματα ή όργανα μιας ατελεύτητης σύγκρουσης με τους άλλους και με τον ίδιο μας τον εαυτό. Η πρώτη τρομοκρατική ενέργεια στη ζωή κάθε ανθρώπου είναι εκείνο το παρατεταμένο κλάμα, με το οποίο προσπαθεί να εξασφαλίσει την τροφή του. Υπονοεί πως, αν δεν τον ταΐσουν, θα προβεί στην καταστροφικότερη για τους γονείς ενέργεια: τον θάνατό του. Αλλά τα κοινωνικά κίνητρα είναι ακόμα πολύ μακριά από το βρεφικό λίκνο. Η κοινωνία είναι άλλου είδους γεγονός. Ωμό, βέβαια, όπως και η βίαιη ικανοποίηση των επιθυμιών του βρέφους, αλλά εξαιρετικά πιο πολύπλοκο. Ο Μαρξ απέδωσε αυτήν την πολύπλοκη ωμότητα στη διαρκή -κατά ομάδες- σύγκρουση των ανθρώπων με κατεξοχήν αντικείμενο το κέρδος και την εξουσία. Κάπως θα έπρεπε να εξηγήσει αυτήν την κόλαση, που δεν είχε καμιά σχέση με την ιδανική εικόνα του ανθρώπου, την οποία ετοίμασε ο χριστιανισμός για κατανάλωση από τις αμόρφωτες μάζες (οι Έλληνες άλλα πίστευαν, άλλα τους είχε διδάξει η οξύτατη όρασή τους). Ένα όποιο ένστικτο επιθετικότητας, καταστροφής ή και αυτοκαταστροφής -τόσο παραπλανητικά εμφανές στην περίπτωση του βρέφους- δεν μπορεί να εξηγήσει κυρίως το αντίθετο: την εκπληκτική διάθεση ορισμένων ανθρώπων να επιδίδονται σε έργα ειρήνης. Η τέχνη, η φιλοσοφία, η επιστήμη, μπορεί κάλλιστα να είναι προσπάθειες των ανθρώπων να εξωραΐσουν τα αιμοβόρα ένστικτά τους, όπως ισχυρίστηκε ο Φρόιντ, αλλά μια τέτοιου είδους άποψη δεν μπορεί να ερμηνεύσει επίσης και το γεγονός πως η τέχνη, η φιλοσοφία, η επιστήμη ρίχνονται συχνά με μανία στον αγώνα της εξόντωσης των ανθρώπων από τους ανθρώπους, αποτελούν στήριγμα λογής λογής εξουσιών. Θα πρέπει κάποια στιγμή να αποδεχθούμε την αλήθεια: οι άνθρωποι -εμείς και οι άλλοι- δεν είμαστε παρά προϊόντα των θεσμών μας: ανάποδα θηρία, δηλαδή άγγελοι σαρκοβόροι. Ο μοναδικός τρόπος να υπάρχουμε είναι οι θεσμοί. Δε γνωρίζουμε άλλον τρόπο να είμαστε άνθρωποι. Δεν είμαστε άνθρωποι έξω από τους θεσμούς, αλλά αφηρημένες έννοιες, ευχολόγια τρομαγμένων διανοουμένων. Παλεύουμε για να υπάρξουμε, για να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες μας, ανάγκες που δε γνωρίζουμε ποιες ακριβώς είναι, αν δε δοκιμάσουμε τα πάντα, αν δε δώσουμε στο τυχαίο, στο συμπτωματικό, την ευκαιρία να μας δείξει το μόνιμο, το σταθερό, αυτό που είμαστε προορισμένοι να είμαστε. Η αθωότητα του ανθρωπίνου όντος δεν έγκειται στις αρετές του: φανταστικές κατασκευές ανθρώπων που ποθούν να οδηγήσουν, να διορθώσουν, να εξουσιάσουν σε τελευταία ανάλυση τους ανθρώπους, αλλά στο πολύ απλό γεγονός πως δε θέλει να πεθάνει πριν της ώρας του μέσα στον πόνο και την αθλιότητα. Από αυτήν την άποψη, δεν υπάρχει τίποτα πιο ένοχο, πιο αποτρόπαιο από τις μεγάλες αρετές, τις μεγάλες αξίες των πολιτισμένων ανθρώπων. Τίποτα δεν τρομοκρατεί περισσότερο από τις διακηρύξεις για πάταξη του κακού. Κανένας δολοφόνος δεν ισχυρίστηκε ποτέ πως σκότωσε, επειδή είχε άδικο, επειδή συμπεριφέρθηκε σαν τέρας. Αντίθετα, όταν επιχειρήσει να πει κάτι τέτοιο, του αποδίδουμε το ευεργέτημα της τρέλας. Εκπληκτική λογική σύγχυση: αυτός που κομματιάζει τον άλλον, επειδή νομίζει πως αποδίδει δικαιοσύνη, είναι δολοφόνος. Αυτός που κομματιάζει τον άλλον, επειδή έτσι του αρέσει, είναι τρελός. Μα δεν διακρίνεται εδώ μια ύπουλη αποδοχή της δολοφονίας ως μεθόδου απόδοσης δικαιοσύνης; Ο δολοφόνος είναι δολοφόνος όχι γιατί σκότωσε, αλλά γιατί κακώς πιστεύει πως απέδωσε δικαιοσύνη. Ας λένε ό,τι θέλουν: δεν δικάζουμε την πράξη˙ την πρόθεση δικάζουμε. Τότε, λοιπόν, ίσως έτσι να εξηγείται το πάθος με το οποίο τα οργανωμένα κράτη διώκουν ό,τι αποκαλούν Τρομοκρατία. Πολύ λίγο τους ενδιαφέρουν οι δολοφονικές πράξεις των αποκαλουμένων Τρομοκρατών. Τρέμουν, όταν αναλογίζονται τις προθέσεις τους, γιατί γνωρίζουν πως οι Τρομοκράτες επιδιώκουν την ικανοποίηση των δικών τους αναγκών και γνωρίζουν καλά πως αυτές οι ανάγκες αντιστρατεύονται την ίδια την ύπαρξη των οργανωμένων κρατών ως είναι και βρίσκονται εκείνη την στιγμή. Ξέρουν ακόμα πως η τρομοκρατία δεν είναι μια ξεχωριστή δύναμη που δρα με δικούς της ξεχωριστούς στόχους, αλλά ένα συναίσθημα που χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος των κοινωνικών διαδικασιών. Δεν τους ενδιαφέρει ο τρόμος που νοιώθει ένας πολίτης, όταν βγαίνει στον δρόμο με το αυτοκίνητό του, αμφιβάλλοντας αν το αχαλίνωτο, ανεξέλεγκτο κυκλοφοριακό περιβάλλον θα του επιτρέψει να επιστρέψει στο σπίτι του. Δεν τους ενδιαφέρει ο τρόμος που νοιώθουν οι τηλεθεατές, όταν παρακολουθούν διαφημίσεις για τρόφιμα, στις οποίες οι ανταγωνιστικές εταιρίες προσπαθούν να διαβάλουν η μια τα προϊόντα της άλλης, καταφέρνοντας να διαβάλουν συνολικά τα προϊόντα, μεγάλες ποσότητες των οποίων έχουν ήδη καταναλωθεί από το αγοραστικό κοινό. Γνωρίζουν πως οι προθέσεις των παραπάνω τρομοκρατικών ενεργειών δεν αμφισβητούν, δεν αντιστρατεύονται την ακεραιότητα του οργανωμένου κράτους. Έτσι, όταν ακούμε τους πολιτικούς ηγέτες να μιλούν για τρομοκρατία, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας πως αναφέρονται σ` εκείνες τις πράξεις των οποίων οι προθέσεις θέτουν σε κίνδυνο την εξουσία τους. Αναφέρονται σ` έναν πόλεμο τον οποίον σχεδόν πάντα ανοίγουν οι ίδιοι, αλλά εκ του πονηρού δεν κηρύττουν. Όταν το πεδίο σύγκρουσης μεταφερθεί στους δημόσιους χώρους, όταν αρχίζουν τα θύματα μεταξύ των αμάχων, τότε κατακεραυνώνουν τους αντιπάλους τους, ξεχώνοντας από τ' αζήτητα όλες τις αξίες, τις αρετές του Ανθρώπου -οι οποίες στο μεταξύ κατεξευτελίζονταν καθημερινά από άλλου είδους τρομοκρατικές ενέργειες, πιο συμβατές με τη διατήρηση της εξουσίας- και επιχειρούν απλά έναν τακτικό ελιγμό: παίρνουν με το μέρος τους τον άμαχο πληθυσμό. Αλλά στη ζωή τα πράγματα δεν είναι ποτέ τόσο εύκολα όσο φανταζόμαστε. Αυτό που συνήθως ονομάζουμε τρομοκρατία -ο πολιτικός κλεφτοπόλεμος δηλαδή- είναι ένα παιχνίδι που δε γνωρίζει κανείς τους κανόνες του (πόσο μάλλον τον ορισμό του) πριν αποφασίσει να το παίξει. Αυτό δε σημαίνει πως δεν έχει παρελθόν και προϋποθέσεις. Ο τρόμος της ξαφνικής επίθεσης από κάποιον ή κάποιους στοιχειώνει κάθε εξουσία, γιατί κάθε εξουσία γνωρίζει πως το επίπεδο αντοχής των ανθρώπων στην αδικία, τη βία, τον εξευτελισμό, την ανέχεια είναι πολύ διαφορετικό. Ανά πάσα στιγμή ο οποιοσδήποτε μπορεί να μεταβληθεί σε τρομοκράτη, αδιάφορο αν σπάσει ένα αυτόματο μηχάνημα εισιτηρίων, ξυλοκοπήσει έναν φύλακα πάρκου, σπάσει το γραφείο ενός αξιωματικού της αστυνομίας -στο οποίο κρατείται- ή βάλει βόμβα σε δημόσιο χώρο. Σημασία έχει πως σε όλες τις περιπτώσεις η πρόθεση είναι ίδια: αντίσταση ή και εκδίκηση σε μια κατάσταση που είναι ή υποτίθεται πως είναι άδικη.

Η προϋπόθεση του παιχνιδιού της τρομοκρατίας είναι η αδικία, η αίσθηση της αδικίας και εν πολλοίς η κατάσταση της έννοιας του δικαίου. Για ποιον δουλεύει η κοινωνία; Ποιος είναι ο στόχος της; Τι κάνουν οι άνθρωποι εκεί όλοι μαζί; Τυραννούν ο ένας τον άλλον ή αλληλοβοηθούνται; Μοιράζονται την ίδια αθλιότητα ή την ίδια ευημερία; Πώς ν' αποφύγει κανείς τη βία, όταν γύρω του υπάρχουν άνθρωποι που ακόμα και με την πιο ελαστική κρίση δε θα ήταν δυνατόν να χαρακτηριστούν απαιτητικοί; Όταν η υπόστασή τους εκμηδενίζεται; Κάποιοι σκοτώνουν τους πιστωτές τους. Αλλά αυτό δε θέτει σε κίνδυνο το οργανωμένο κράτος κι έτσι χαρακτηρίζεται δολοφονία. Κάποιοι άλλοι σκοτώνουν τους αστυνομικούς που τους φρουρούν, αλλά αυτό θέτει σε πολύ μικρό κίνδυνο το οργανωμένο κράτος και χαρακτηρίζεται οργανωμένο έγκλημα. Αν ο νεκρός αστυνομικός είναι ξένος, ανήκει στον στρατό κατοχής της χώρας που τελείται το έγκλημα, τα συμφέροντα κάποιου οργανωμένου κράτους κινδυνεύουν και η δολοφονία χαρακτηρίζεται τρομοκρατική ενέργεια. Για τον νεκρό αστυνομικό όμως δεν είναι παρά θάνατος και μόνο θάνατος. Ωστόσο, πόσοι αστυνομικοί γνωρίζουν ότι οι εργοδότες τους σέβονται περισσότερο έναν τρομοκράτη (γιατί τον φοβούνται) από τους αστυνομικούς (τους οποίους θεωρούν δούλους τους;) Η αδικία, λοιπόν, ωθεί τους ανθρώπους στην πολιτική αντίσταση. Κάποτε αυτή η αντίσταση παίρνει μορφές πολύ βίαιες, ακραίες, μορφές που δεν υπολογίζουν τις συνέπειές τους για τη ζωή των άλλων ανθρώπων. Φυσικά! Αφού το ίδιο το οργανωμένο κράτος δεν υπολόγισε ποτέ τις ζωές των πολιτών του, πώς θα τις υπολογίσει ένας ωρυόμενος αδικημένος; Το απολύτως βέβαιο είναι πως κάθε τρομοκρατική ενέργεια έχει θύματα. Τα βλέπουμε πάντα. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία. Κάποιος αφαιρεί τη ζωή από κάποιον ή κάποιους άλλους. Κι όμως, τα θύματα αυτά που πληγώνουν τα μάτια μας δεν είναι παρά ένα μικρό μέρος των ζωών που αφαιρούνται. Νεκρός είναι ο νεκρός, νεκρός είναι κι αυτός που περιμένει να πεθάνει από στιγμή σε στιγμή. Ζει τη ζωή ενός νεκρού. Είναι ένα είδος βρικόλακα, που τρέφεται με τα ψυχικά αποθέματα των άλλων αδυνατώντας ν' αναπτύξει τη δική του αυτοφυή ζωτικότητα, να δημιουργήσει τον εαυτό του, να ζήσει τη ζωή του. Υπήρξαν -και υπάρχουν- ολόκληρες κοινωνίες βρικόλακες˙ στην Ανατολή, στη Δύση, στο Νέο Κόσμο. Καθηλώθηκαν στην ψύχωση του τρόμου, δεν παρήγαγαν παρά μόνο τρόμο ή τρομοκρατικές προσπάθειες για ν' απαλλαγούν από τον τρόμο. Αυτό που ονομάζουμε Περίοδος της Τρομοκρατίας στη Γαλλική επανάσταση δεν ήταν παρά μια βίαιη προσπάθεια απαλλαγής της γαλλικής κοινωνίας από τη φεουδαρχική τρομοκρατία, και ακολουθήθηκε από κατατρομοκράτηση των οπαδών της, με πρόσχημα την απαλλαγή της Δημοκρατίας από την τρομοκρατία, αλλά στην προκειμένη περίπτωση ο τρόμος δε σχετιζόταν με την προσπάθεια μιας κοινωνίας-βρικόλακα να συντηρήσει την παρασιτική αιωνιότητά της σχετιζόταν με την αγωνία των ανθρώπων να ξεφύγουν από το παρελθόν. Οι πραγματικά τρομοκρατημένοι δεν ήταν οι αριστοκράτες, αλλά οι καρμανιόλοι. Οι αριστοκράτες το πολύ να έχαναν το προνόμιο του αφέντη. Οι καρμανιόλοι διακινδύνευαν την ίδια την ελευθερία τους. Για τον αριστοκράτη, ακόμα και ο θάνατος θα μπορούσε να είναι μια δημόσια τελετή. Για τον καρμανιόλο θα ερχόταν σαν μια ακόμα αθλιότητα στην άθλια ζωή του. Αντίθετα, η Τουρκική Αυτοκρατορία έζησε τρομοκρατώντας τους υπηκόους της. Ο τρόμος που έσπειρε σχετιζόταν με την καταστροφή κάθε ίχνους ζωτικότητας στην επικράτειά της. Το ίδιο έκανε και η Αγγλία σε πολλά σημεία του πλανήτη. Ύστερα αποτέλειωσαν την καταστροφή, σε υποτιθέμενους αγώνες ενάντια στους τρομοκράτες που είχαν δημιουργήσει. Πρόκειται για Ρωμαϊκή τακτική. Ο μόνιμος τρόμος των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων ήταν οι Πραιτοριανοί, οι φονιάδες που τους προστάτευαν. Τόσο πολύπλοκο πράγμα είναι λοιπόν η Τρομοκρατία; Κατά κάποιον τρόπο, ναι. Ύστερα πάλι, όχι. Έχει κι αυτή τα σταθερά γνωρίσματά της, όσο κι αν ο ορισμός της μεγαλώνει και μικραίνει σαν λάστιχο κατά καιρούς. Όσο περισσότερο στενεύει, όσο περισσότερη σαφήνεια αποκτά, τόσο περισσότερα φαινόμενα τρομοκρατίας αφήνει απέξω, κινδυνεύοντας να καταστεί ηθικά διάτρητος. Όσο πιο ευρύς και ασαφής γίνεται, τόσο θολώνουν τα όρια ανάμεσα στην τρομοκρατία και οποιαδήποτε άλλη ενέργεια διαμαρτυρίας, με αποτέλεσμα να την πληρώνουν πάντα τα θύματα.

Όσο για τον ορισμό της τρομοκρατίας, να ένας που προέρχεται από την αμερικανική κυβέρνηση: «Προμελετημένη βία με πολιτικά κίνητρα που διαπράττεται εναντίον μη εμπόλεμων στόχων από μη επίσημους εθνικά ή κρυφούς παράγοντες, προκειμένου συνήθως να επηρεάσουν μια μερίδα πολιτών. Ένας πρώην αξιωματούχος της ΣΙΑ προτιμά να δώσει μόνο τα κύρια χαρακτηριστικά και όχι έναν ορισμό. «Η τρομοκρατία είναι προμελετημένη, σχεδιασμένη. Δεν είναι αποτέλεσμα οργισμένης αντίδρασης. Έχει χαρακτήρα πολιτικό και όχι εγκληματικό, όπως οι ομάδες της Μαφίας που θέλουν μόνο χρήμα. Η τρομοκρατία επιζητεί την πολιτική αλλαγή. Πραγματοποιείται από πολίτες και όχι από στρατιωτικούς, από ανεπίσημους παράγοντες και όχι από στρατούς. Το Λεξικό της Οξφόρδης προτιμά έναν πιο γενικό ορισμό: «Τρομοκρατία: πολιτική πρακτική που στοχεύει να σπείρει τον τρόμο στους αντιπάλους κάποιας πολιτικής άποψης χρησιμοποιώντας μεθόδους εκφοβισμού». Είναι φανερό πως ένας τεράστιος αριθμός ενεργειών που κατατρομοκράτησαν τις κοινωνίες δεν μπορεί να καλυφθεί από τους παραπάνω ορισμούς. Ο τρόμος του Τρίτου Ράιχ δεν ήταν τρομοκρατία από τη στιγμή που η Γερμανία ενεπλάκη σε πόλεμο με άλλες χώρες. Η δράση του επιλεγόμενου Τζακ Αντεροβγάλτη δεν ήταν τρομοκρατία, αφού δεν είχε πολιτικούς στόχους. Ποιος ρώτησε τις τρομοκρατημένες ψυχές; Να κι άλλος ένας ορισμός -εξωφρενικός αυτήν τη φορά- από το FBI: «Τρομοκρατία: Η παράνομη χρήση βίας για την καταστροφή της ζωής και της περιουσίας πολιτών, με πολιτικούς στόχους»! Προφανώς υπάρχει και νόμιμη χρήση βίας για την καταστροφή. Φυσικά και υπάρχει, αφού έτσι αποφάσισαν οι άνθρωποι. Κανείς δε θα μπορούσε να τους αρνηθεί το δικαίωμα να θεσπίζουν τις δικές τους αξίες. Το κακό βρίσκεται στην προσπάθειά τους να επιβάλουν σε όλους αυτές τις αξίες, στηρίζοντάς τις είτε σε υπερφυσικά επιχειρήματα (ένας παντοδύναμος θεός που θεμελιώνει την κλίμακα αξιών) είτε στα όπλα. Και στις δύο περιπτώσεις η υποκρισία συναγωνίζεται σε δύναμη τη θηριωδία. Μακριά από τους ορισμούς, λοιπόν. Οι ορισμοί αποτελούν ήδη μια τρομοκρατική ενέργεια: απαγάγουν την πραγματικότητα και ζητούν από τους ζωντανούς ανθρώπους να αποδώσουν στους απαγωγείς τη σκέψη τους. Αναγνώρισε την εξουσία μου, λέει ο σοφός απαγωγέας, αν θέλεις να ξαναπάρεις πίσω την πραγματικότητα. Απαγωγή και απάτη. Θα δώσεις τα πάντα αλλά θα πάρεις πίσω άλλο πράγμα. Η πραγματικότητα που σου στέρησαν είναι ήδη νεκρή. Το πραγματικό αντικείμενο του εκβιασμού είναι μια ενδεχόμενη απαγωγή εσού του ιδίου, των σκέψεων, των συναισθημάτων, των ιδεών σου. Πληρώνεις και κρατάς τη σκέψη σου, που όμως δεν ταιριάζει πια σε καμιά πραγματικότητα.

Οι άνθρωποι ζούσαν και ζουν μέσα στον τρόμο. Το ξεχνούν όμως, με τον ίδιο τρόπο που μια επουλωμένη πληγή στο γόνατο μπορεί να σημαίνει λήθη του χτυπήματος.

Τα ψυχολογικά δεδομένα του τρόμου είναι πολύ απλά -αν εμπιστευτούμε τον Όμηρο- αλλά η σκέψη μας δεν είναι πια καθόλου απλή. Αιώνες ανασκαφών στα βάθη της ψυχής, μας χάρισαν πολύτιμες γνώσεις, αλλά μας έδειξαν και τον τρόπο να τις αγνοούμε, όταν μας τρομάζουν. Στην πραγματικότητα είμαστε ακόμα (και για πάντα υποθέτω) δέσμιοι του γεγονότος πως τα παιδιά μας δε διαφέρουν σε τίποτα από τα παιδιά των προϊστορικών ανθρώπων. Στην ανατροφή τους επαφίεται η διαφορά ενός σύγχρονου ανθρώπου από έναν πρωτόγονο. Τι μπορεί να κάνει αυτή η ανατροφή είναι αμφίβολο. Μπορείς εύκολα να μάθεις σ` ένα νέο άνθρωπο πως η γη είναι στρογγυλή και το σύμπαν αποτελείται μόνο από ύλη, αλλά ίσως δεν ξεριζώσεις ποτέ από την ψυχή του την ενστικτώδη βεβαιότητα πως η νύχτα είναι γεμάτη τέρατα έτοιμα να τον κατασπαράξουν. Οι επιλεγόμενες ψυχολογικές αντιδράσεις των ανθρώπων διαθέτουν κάτι εντελώς ασύμβατο προς τη σκέψη του ψυχολόγου και σπάνια η ανάλυση μπορεί να προβλέψει οτιδήποτε άλλο από τις αντιδράσεις του αναλυμένου, τις οποίες ούτως ή άλλως κάποτε θα μαθαίναμε.

Οι περισσότεροι ψυχολόγοι πιστεύουν πως οι τρομοκράτες έχουν διαφορετικά κίνητρα και στοχεύουν σε διαφορετικά αποτελέσματα. Προσπαθώντας να υποτυπώσουν το ψυχολογικό προφίλ τους, έχουν μπερδευτεί κάπως, δεδομένου ότι έχουν να κάνουν με ανθρώπους που ενεργούν πολύ διαφορετικά. Η επιστημονική τους συνείδηση δεν τους αφήνει να δουν κατάματα την πραγματικότητα, την πραγματικότητα που επιβάλλει το ίδιο το γεγονός, πως ασχολούνται με πολύ διαφορετικούς ανθρώπους, που ενεργούν με πολύ διαφορετικούς τρόπους. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν ένα και μόνο κίνητρο: να επιβάλουν τη βούλησή τους στους άλλους. Και έχουν μόνον ένα στόχο: να καταστήσουν με τον τρόμο τους άλλους ανίκανους να ενεργήσουν. Η μοναδική «θεραπεία», αν υπάρχει, είναι η εξάλειψη του τρόμου από τους άλλους, η αδυναμία οποιουδήποτε να επιβάλει τη βούλησή του σε οποιονδήποτε. Πώς όμως; Αφού ο τρόμος είναι ένα από τα εργαλεία με τα οποία το κράτος επιτυγχάνει τη νομιμότητα; Ο τρομοκράτης γνωρίζει πως η ενέργειά του θα βρει τόπο να λειτουργήσει. Ο τόπος αυτός είναι μια κοινωνία ρυθμισμένη πάνω στην επιβολή της βούλησης του δυνατού στη βούληση του αδύναμου. Μακριά από ψυχολογίες λοιπόν. Μακριά από οτιδήποτε θα μπορούσε να επιτείνει τον τρόμο μας μπροστά στην τρομοκρατία. Υπήρξαν άνθρωποι που θεωρούσαν κάποτε καλύτερο να πεθάνει κανείς παρά να ζήσει μέσα στη σκλαβιά. Η τρομοκρατία είναι μια μορφή υποδούλωσης του άλλου. Είναι οπωσδήποτε έλλειψη απαραίτητης για την επιβίωσή μας γενναιότητας να υποδουλωνόμαστε για να μην πεθάνουμε. Είναι μάταιο ν' αφήνουμε να μας τρομοκρατούν τα μέτρα ενάντια στην τρομοκρατία, μόνο και μόνο για να μη ζούμε με τον τρόμο του θανάτου. Από την απρόκλητη βία δεν μπορεί να φυλαχτεί κανείς. Και είναι απρόκλητη η βία που ασκεί ο οποιοσδήποτε σε αδρανείς πολίτες, για να εκβιάσει το κράτος ή να «εγείρει» τη συνείδηση των πολιτών. Το ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα στο κράτος και σ' εκείνους που πιστεύουν πως μπορούν να εκβιάσουν την ιστορία, είναι μια υπόθεση που δεν αφορά κανέναν μας. Αν πιστεύουμε αντίθετα πως η βία είναι μέθοδος λύσης των κοινωνικών προβλημάτων, τότε θα πρέπει να πληρώσουμε το αντίτιμο. Ο τρόμος όμως τι θέση έχει εδώ; Η αλήθεια είναι πως αρκετές μορφές τρομοκρατικών ενεργειών επιβάλλονται στους τρομοκράτες με τη δύναμη της οργής. Σπάνιες είναι. Συνήθως περιορίζονται σε άτομα, τα οποία οι οργανωτές μιας τρομοκρατικής ενέργειας χρησιμοποιούν σαν εργαλεία. Οι περισσότεροι τρομοκράτες έχουν πεισθεί πως εκπροσωπούν το δίκαιο, έχουν κάνει σκέψεις -ορισμένες από τις οποίες δεν είναι χωρίς ερείσματα- έχουν καταλήξει, σχεδιάζουν και εκτελούν. Οι περισσότεροι από τους τρομοκράτες πιστεύουν πως οι άλλοι είναι ανίκανοι να πάρουν την ευθύνη της ζωής τους και αποφασίζουν να τους επιβάλουν την ευθύνη αυτή. Η ψυχολογική ρίζα της τρομοκρατίας είναι η ιδέα πως υπάρχει μια αλήθεια, ένα δίκαιο, ένας σωστός τρόπος να ζουν οι άνθρωποι. Μέσα σ` αυτήν την ιδέα καθένας αποθηκεύει τις επιθυμίες του και πράττει αναλόγως.

*

Τα ακόλουθα κείμενα δεν αποτελούν μιαν Ιστορία της Τρομοκρατίας με την κατεξοχήν έννοια. Διαβάζουν ορισμένα ιστορικά περιστατικά, όπως θα διάβαζαν τα επεισόδια ενός μυθιστορήματος. Ο συγγραφέας είναι τρομοκρατημένος, αλλά δεν πρόκειται να κάνει πίσω. Θα σκέπτεται με τον δικό του τρόπο σε κάθε περίπτωση. Γνωρίζει πως ο μοναδικός τρόπος για ν` αγαπά κάποιος τους ανθρώπους είναι να τους αντιμετωπίζει σαν μικρά παιδιά. Κραυγάζουν οι άνθρωποι τη μοναξιά, τη θνητότητα, την απελπισία, την πλάνη τους, εξορισμένοι στην άκρη ενός απόλυτα παράλογου σύμπαντος. Μια στρογγυλή πέτρα όλο κι όλο το βιος μας. Και οι σκέψεις, οι ελπίδες μας, επιθυμίες μας; Όσο γι` αυτές.... Υπάρχει στην ισλαμική μυθολογία ένα τρομερό σε μέγεθος τέρας που λέγεται Μπαχαμούτ. Πρόκειται για ένα γιγαντιαίο κήτος που πλέει στη θάλασσα της απεραντοσύνης. Πάνω του στέκεται ένα τεράστιο γελάδι. Πάνω στις πλάτες του γελαδιού ένα σμαραγδένιο βουνό και στην κορυφή του σμαραγδένιου βουνού ο αρχάγγελος Γκιμπρήλ (Γαβριήλ). Στο κεφάλι του Γκιμπρήλ στηρίζονται τα επτά επίπεδα της κόλασης, πάνω στην κόλαση η γη με τους ανθρώπους και, ακόμα πιο πάνω, οι επτά ουρανοί. Ακόμα κι αν οι άνθρωποι καταφέρουν να ξεφύγουν από τον τρόμο της απαισιοδοξίας, ακόμα κι αν ελπίσουν πως ακολουθώντας μιαν ενάρετη ζωή θ` ανέβουν σ` ένα από τα επίπεδα του ουρανού, πάλι η θέση τους μπροστά στο τρομερό σύστημα της δημιουργίας θα είναι μηδαμινή. Τι πιθανότητες έχουν, λοιπόν, οι σκέψεις μας, οι ελπίδες μας, οι επιθυμίες μας να αντιπροσωπεύσουν κάτι της προκοπής στη διάρκεια της ζωής μας, αφού ακόμα και μια θρησκεία τρομοκρατεί με τέτοιον τρόπο τους πιστούς της; Οι σκέψεις μας, οι ελπίδες μας, οι επιθυμίες μας είναι δική μας υπόθεση τελικά. Αν καταφέρουμε να μην τρομοκρατηθούμε, ίσως έχουμε κάποιες ελπίδες να ζήσουμε τη ζωή μας -όσο μας αφήσουν- σαν δική μας ζωή.