Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 34

"Ο ξένος" του Ζακ Φεραντέζ

φερναντέζ34

Γράφει η Θέδα Καϊδόγλου

Ο ξένος, κόμικ, Ζακ Φεραντέζ, μετάφραση: Νίκη Καρακίτσου - Ντουζέ, Μαρία Κασαμπάλογου - Roblin, εκδόσεις Πατάκη 2016

Λοιπόν, λοιπόν, λοιπόν! Ανασκουμπώνομαι γιατί ξέρω πως μόνο με το άκουσμα της φράσης graphic novels θα ανάψουνε τα αίματα. Πριν χρόνια ξέσπασε σάλος σε μια λέσχη ανάγνωσης, όταν πρότεινα να διαβάσουμε και να συζητήσουμε ένα σχετικό  βιβλίο. Έσπευσαν να ξεκαθαρίσουν τη θέση τους κάποιοι και δεν ήταν λίγοι πως τούτο το φρούτο ουδεμία σχέση έχει με την καθαρόαιμη λογοτεχνία, πρόκειται για μόρφωμα, αρνήθηκαν να του δώσουν βήμα, τουτέστιν η πρότασή μου πήγε άπατη και στιγματίστηκα από πάνω ως αιρετική, θύμα μάρκετινγκ και κορτάκιας με την παραλογοτεχνία. Ο καιρός όμως περνάει και να που μεγάλα λογοτεχνικά έργα, παγκόσμια αριστουργήματα, εμβληματικά μυθιστορήματα πέφτουν στα χέρια των σκιτσογράφων και γίνονται ξανά βιβλία. Έτσι και με τον «ξένο» του Καμύ. Μια καλαίσθητη έκδοση που διακοσμεί περίφημα το τραπεζάκι μέσης, δίνει μια άλλη ερμηνεία περί των βαρετών ταμπού στην τέχνη «μην πειράζετε τα πρωτότυπα, τους αλλάζετε τα φώτα» και φυσικά δε φιλοδοξεί, θα ήταν αφελές εξάλλου, να παραγκωνίσει ή να υποκαταστήσει το ομότιτλο βιβλίο. Αν έχεις κάνει την ασυγχώρητη παράλειψη να μην έχεις διαβάσει ακόμη τον «ξένο», θα σου πω κατηγορηματικά να μην προτιμήσεις πρώτα την έκδοση του Φεραντέζ. Είναι κάτι που έπεται. Γιατί είναι μεν βασισμένο στον «ξένο» του Καμύ δεν είναι όμως «ο ξένος» του Καμύ. Είναι μια τολμηρή απόπειρα μεταφοράς. Και παρότι ως τέτοια το αντιμετωπίζω, δεν μπορώ να αποφύγω τη σύγκριση ανάμεσα στην απόπειρα και στο αντικείμενο της έμπνευσής της, αν και δεν το θέλω. Τα περισσότερα graphic novels που έχω διαβάσει είναι βιβλία προορισμένα γι’ αυτήν την κατηγορία και η αλήθεια είναι πως τώρα πρώτη φορά ήρθα αντιμέτωπη μ’ ένα εγχείρημα μεταλλαγής. Είναι πράγμα δύσκολο οφείλω να το πω. Τα σκίτσα είναι σαφώς πετυχημένα, όμως ο λόγος εκ των πραγμάτων αδικείται. Ασυνέχειες κι απότομες μεταβάσεις. Ενίοτε προκύπτουν νοητικά χάσματα. Ίσως ευθύνεται η μετάφραση, δεν ξέρω. Ίσως πάλι αυτό είναι κάτι αναπόφευκτο όταν η λέξη γίνεται εικόνα. Μετά, πράγμα επίσης αναπόφευκτο στην περίπτωση της εικονογράφησης, σαν κάποιος να σου υπαγορεύει τη φαντασία. Όταν διαβάζεις μια ιστορία, ζωγραφίζεις τις δικές σου εικόνες. Γίνεσαι εσύ ο κομίστας της υπόθεσης. Εδώ όλα γίνονται πιο συγκεκριμένα και κατευθυνόμενα. Ο Μερσώ είναι πολύ ξανθός, η Μαρί έχει διαφορετικό χτένισμα απ’ αυτό που νόμιζες και η ταβέρνα του Σελέστ δε βγάζει τραπεζάκια έξω. Από την άλλη, απλώνεται στα μάτια σου ετοιμοπαράδοτος ολόκληρος ο κόσμος του βιβλίου δίχως εσύ να κουνήσεις δαχτυλάκι. Σε γενικές γραμμές, πρόκειται για μια έκδοση αξιόλογη. Το κέντρο βάρος του θέματος δε χάνεται, ο σκελετός είναι γερός και σίγουρος και διατηρείται ως το τέλος η ευαίσθητη ισορροπία. Ο αναγνώστης εγκλιματίζεται αβίαστα. Τα χρώματα στο πρώτο μέρος σε μεταφέρουν στο ηλιόλουστο Αλγέρι, γήινες αποχρώσεις τερακότας, ωχρή γη, γκριζοπράσινοι λόφοι και γαλάζια νερά. Στο δεύτερο μέρος, το σκοτάδι των κελιών της φυλακής και το σκληρό καφέ ξύλο στην επένδυση του δικαστηρίου, η νύχτα έρχεται να διαδεχτεί τον εκτυφλωτικό ήλιο και το ανελέητο φως του μεσημεριού, η εσωστρέφεια και ο εσωτερικός διάλογος, οι ανήλιαγες σκέψεις προϋπαντούν το θάνατο, αλλάζουν εντελώς το ψυχολογικό κλίμα. Θα το χάριζα ευχαρίστως σ’ ένα φίλο, βρίσκω μάλιστα πως είναι εξαιρετική ιδέα για δώρο. Επιπλέον, είναι μια άλλη οπτική. Κάποιος διάβασε κάτι και γέννησε απ’ αυτό ένα άλλο κάτι. Μια εξέλιξη. Μια ερμηνεία. Έτσι οφείλω να το δω, γιατί διαφορετικά θα το αδικήσω. Έχει ενδιαφέρον η επιλογή των λέξεων, των στιγμιότυπων, ο τρόπος που ράβει κι ενώνει ο δημιουργός τις επιλογές του. Για παράδειγμα, πράγματα που στο μυθιστόρημα μου πέρασαν ξώφαλτσα, εδώ τα παρατήρησα γιατί εκείνος μου τα ‘δειξε με το πινέλο του κι μ’ έκανε να τα προσέξω. Κι άλλα, που τα θυμάμαι ακόμα χαρακτηριστικά, παρότι έχει περάσει τόσος καιρός από τότε που το διάβασα, είδα πως τα αποσιώπησε, γιατί αναγκάστηκε λόγω της περιορισμένης έκτασης και του αιτήματος οικονομίας και πυκνότητας να τα αφήσει πίσω. Η ιδιοσυγκρασία του «ξένου» του Φεραντέζ είναι ίδια μ’ εκείνη του «ξένου» του Καμύ. Ναι. Φρονώ όμως πως ο Καμύ έπλασε τον ήρωα του ακόμη πιο ξένο. Αυτά. Πάω να στήσω το βιβλίο κάπου περίοπτα, γιατί, αν μη τι άλλο, σπάει μούτρα το εξώφυλλο!