Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 35

Ο δοκιμιογράφος

Démosthène Agrafiotis, Crise, Επιτέλεση στο Ανώτατο Ινστιτούτο Καλών Τεχνών της Μπεζανσόν, (ISBA), Μάιος 2015.

Démosthène Agrafiotis, Crise, Επιτέλεση στο Ανώτατο Ινστιτούτο Καλών Τεχνών της Μπεζανσόν, (ISBA), Μάιος 2015.

"Η  κρίση στη δοκιμασία της  επιτέλεσης"

(το κείμενο πρωτο-δημοσιεύτηκε στα γαλλικά, εδώ δίνεται η μετάφραση του από τον Δρ Χαράλαμπο Μαγουλά. Οι 7 έγχρωμες φωτογραφίες αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του δοκιμίου)

1. Διάνοιξη

Το διώνυμο (κρίση-επιτέλεση) οδηγεί πολύ εύκολα στη διατύπωση ερωτημάτων όπως τα ακόλουθα: είναι η επιτέλεση ικανή να συλλάβει την κρίση με ιδιαίτερο τρόπο; Κατέχουμε κάποια ορθή θεωρία προσέγγισης ταυτοχρόνως της κρίσης και της επιτέλεσης; Μήπως είναι ήδη η επιτέλεση ένα σύμπτωμα της κρίσης; Διατρέχει η επιτέλεση μία φάση της κρίσης; Θα μπορούσε η επιτέλεση να ισχυριστεί ότι συνεισφέρει στο ξεπέρασμα της κρίσης; Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε να θέτουμε ερωτήσεις των οποίων οι απαντήσεις δεν είναι εκ των προτέρων εξασφαλισμένες. Παρ’ όλα αυτά, θα προσπαθήσω εδώ να καταθέσω κάποιες απαντήσεις ως σημείο εκκίνησης των δικών μου πρακτικών επιτέλεσης, καθώς κι ένα δοκίμιο εμπνευσμένο από την Παλαιά Διαθήκη.

2. Απάντηση

Για ευνόητους λόγους και σε συγκεκριμένες συνθήκες της κοινωνικο-πολιτιστικής και πολιτικής κατάστασης στην Ελλάδα μετά το 2010, ξεκίνησα να πραγματοποιώ μία σειρά επιτελέσεων γύρω από, σε σχέση με και με αφετηρία φαινόμενα που οφείλονται στην κρίση, όπως για παράδειγμα τις αυτοκτονίες, τη μετανάστευση των νέων, τα ψυχικά προβλήματα. Δημιούργησα επίσης μία ιστοσελίδα1 με σκοπό να ερευνήσω μαζί με άλλους καλλιτέχνες (μέσω «επί τόπου» ή «διαδικτυακών» έργων) τις διαστάσεις της κρίσης. Παράλληλα, ανάπτυξα έναν στοχασμό πάνω στην «κρίση» λαμβάνοντας υπόψη προσεγγίσεις επιστημονικού χαρακτήρα, οι οποίες όμως θα μπορούσαν εξίσου καλά να βασίζονται ή να είναι αντικείμενο έμπνευσης από την τέχνη και την ποίηση2.

Ο Εζεκίας καταστρέφει το γλυπτό του «μπρούτζινου φιδιού» του Μωυσή, Εκκλησία της Λινάρες, Νούεβο Λεόν, Μεξικό. Φωτογραφία: Δημοσθένης Αγραφιώτης, Νοέμβριος 2014.

Ο Εζεκίας καταστρέφει το γλυπτό του «μπρούτζινου φιδιού» του Μωυσή, Εκκλησία της Λινάρες, Νούεβο Λεόν, Μεξικό. Φωτογραφία: Δημοσθένης Αγραφιώτης, Νοέμβριος 2014.

3. Επισήμανση

Η λέξη «κρίση» έχει γίνει σχεδόν τόσο δημοφιλής όσο και η λέξη «φύλο». Ειδικοί, επιστήμονες, φιλόσοφοι και άλλοι μονομάχοι της γνώσης πασχίζουν να προτείνουν μία ατελείωτη σειρά αναλύσεων, μελετών και ερευνών. Πώς μπορούμε να πλοηγηθούμε σ’ αυτό το αρχιπέλαγος γνώσεων, ιδεολογιών και ρητορικών σχημάτων; Είναι δυνατή μία επιτελεστική στρατηγική; Προτείνω εδώ μία προσέγγιση δύο σταδίων: το πρώτο μάλλον πληροφοριακό, το δεύτερο μάλλον επιτελεστικό.

4. Επιτελεστική προσέγγιση

Όπως είχα γράψει στο κείμενο «Ελληνικά πάθη σε παρέκκλιση»:

«Η λέξη “κρίση” ως τέτοια είναι η απόδειξη μίας πολιτιστικής ειρωνείας: είναι η ελληνική γλώσσα αυτή η οποία προσφέρει αυτή τη λέξη κλειδί για να περιγράψει την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, της Ευρώπης και όλου του κόσμου. Η ελληνική γλώσσα συνεχίζει να παράσχει τα εργαλεία για την προσέγγιση της πραγματικότητας, αλλά, στην πράξη, η λέξη κρίση –κρίσις στα αρχαία ελληνικά– ενέχει δύο σημασίες. Η πρώτη συνδέεται με το γεγονός ότι μία κανονική, φυσιολογική κατάσταση έχει διαταραχθεί και κατά συνέπεια έχει εγκατασταθεί μία δυσλειτουργία. Η μεταφορά της αρρώστιας και του σώματος που υποφέρει ανακαλείται εδώ παραδειγματικά εκ παραλλήλου. Παρ’ όλα αυτά, μία δεύτερη σημασία συνοδεύει την πρώτη: η λέξη κρίσις σημαίνει επίσης και το απαραίτητο στάδιο για την ορθή επίτευξη μίας πράξης (πράξις). Διότι κάθε φορά, πριν τη δράση, πρέπει να διαγιγνώσκουμε, να αξιολογούμε τις λύσεις και τις εναλλακτικές, να επιλέγουμε τους στόχους λαμβάνοντας υπόψη τις πιθανές συνέπειες των πράξεών μας και, τελικά, να λάβουμε τις αποφάσεις που επιτρέπουν την επίτευξη του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος. Αυτό το σύνολο διαδικασιών αποτελεί ουσιαστικά τη δεύτερη σημασία της λέξης κρίσις (κρίση), δηλαδή απόφανση. Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι οι δύο έννοιες της λέξης κρίση συνυπάρχουν σε μία κατάσταση, δίνοντας στην “κρίση-διατάραξη” (πρώτη σημασία) τη δυνατότητα να ξεπεραστεί από μία “κρίση-απόφανση” (δεύτερη σημασία). Παρ’ όλα αυτά, στο σημερινό κόσμο, η πρώτη σημασία της λέξης υφίσταται χωρίς τη δεύτερη, επειδή κατά τη μεταφορά των ελληνικών λέξεων και τον μετασχηματισμό τους σε επιστημονικούς ή τεχνικούς όρους, η δεύτερη σημασία πρακτικά λησμονήθηκε, γεγονός από το οποίο παράγεται το αρνητικό και δυναστευτικό φορτίο του όρου «κρίση», εν τη απουσία της σωτήριας πλευράς του ίδιου όρου. Θα μπορούσαμε να αξιώσουμε την επανεισαγωγή της δεύτερης έννοιας κατά τη χρήση του όρου «κρίση» και να του επαναποδώσουμε την ταυτότητά του ως λέξης πολύσημης και διφορούμενης. Δηλαδή, κάθε φορά που χρησιμοποιείται η λέξη “κρίση”, θα έπρεπε να μπορούμε να απαιτήσουμε να είναι σαφής η αντίστοιχη “απόφανση”.»3

Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση η κρίσις, ταυτόχρονα και «κρίση» και «απόφανση», θα μπορούσαμε να παίξουμε με μία υπόθεση ιστορικο-πολιτιστικού τύπου. Κατά το χριστιανικό δόγμα, την Ημέρα της Τελικής Κρίσης η δικαιοσύνη θα απονεμηθεί στην ανθρωπότητα· θα ήταν λοιπόν η τωρινή κρίση ένα πρελούδιο ή μία άσκηση της διαδικασίας που θα έρθει κατά την παρουσία του Χριστού; Με άλλα λόγια, θα ζήσουν πράγματι οι κοινωνίες την κρίση στο όνομα της «δυσλειτουργίας» απωθώντας την ιδέα της «(Τελικής) Κρίσης» που τις παραμονεύει;
    Είναι προφανές ότι αυτή η «ανάλυση» προϋποθέτει ήδη ένα πολιτιστικό περιβάλλον. Επί παραδείγματι, για τους Αρχαίους Έλληνες, η «κρίση» με την έννοια της δυσλειτουργίας δεν βγάζει πολύ νόημα, δεδομένου του ότι, για την ελληνική κοσμογονία, ο κόσμος είναι ένα θέατρο μάχης, ισχυρών και πρωταρχικών δυνάμεων, που βρίσκουν την ισορροπία τους μόνο παροδικά. Αυτό το διαρκές και χωρίς τέλος γίγνεσθαι εμποδίζει τον στοχασμό πάνω στην κρίση. Εξίσου, για την ινδική θεολογία-μυθολογία, ο κόσμος γίνεται, ξαναγίνεται, εμφανίζεται και χάνεται πολλές φορές· με βάση αυτή την κυκλική αντίληψη του χρόνου, η «κρίση» δεν είναι μία θεμελιώδης διάσταση. Στο άλλο άκρο, στο εντελώς διαφορετικό περιβάλλον της βικτωριανής Αγγλίας, η «κρίση» είναι ένας ευφημισμός του γυναικείου οργασμού, που δεν μπόρεσε να βρει επιβεβαιωμένη κοινωνικο-πολιτιστική νομιμότητα παρά μόνο από τις αρχές του 19ου αιώνα.
    Διαπιστώνουμε πολύ εύκολα ότι η βεντάλια των «κρίσεων» είναι πολύ ευρεία, όπως άλλωστε επίσης και αυτή των περιβαλλόντων. Γι’ αυτόν τον λόγο, η λέξη «κρισιολογία» (κρισολογία) φαίνεται πολύ χρήσιμη, διότι μας υποχρεώνει να διασαφηνίσουμε υπό ποια προοπτική καταλήγουμε τη δική μας κατανόηση της κρίσης.

Μιχαήλ Άγγελος –Καπέλα Σιξτίνα, Ρώμη

Μιχαήλ Άγγελος –Καπέλα Σιξτίνα, Ρώμη

5. Επιτελεστική προσέγγιση

Το να καταφάσκουμε την ύπαρξη ενός πολιτιστικού ντετερμινισμού στη διερώτησή μας για την «κρίση» δεν είναι αρκετό, στον βαθμό που το πολιτιστικό διαμορφώνεται και αποτελείται από τη γνώση και κυρίως την επιθυμία. Έτσι, η επιτελεστική οπτική καθίσταται αναγκαία ώστε να συλλάβουμε καλύτερα πώς τα άτομα και οι κοινότητες οδηγούνται ή ακόμα και αναγκάζονται να διακρίνουν και να ονοματίσουν καταστάσεις, πράξεις, λόγους και αφηγήματα χρησιμοποιώντας τη λέξη «κρίση».
    Θα ήταν εξάλλου σχεδόν αναπόφευκτο το να προσθέσουμε όλες τις συζητήσεις σχετικά με την «κρίση» του δυτικού πολιτισμού, την «παρακμή» του ευρωπαϊκού πολιτισμού, την «κρίση» ταυτότητας του λευκού ανθρώπου, την «κρίση» που σχετίζεται με την απώλεια της πίστης στην έννοια της προόδου.
    Για να καταδείξουμε την «επιτελεστική» πτυχή4 της κρίσης, επικαλούμαι δύο πεδία έμπνευσης. Ο πρώτος αφορά στη μορφή του «μπρούτζινου φιδιού», όπως το ζωγράφισε ο Τιέπολο στην Γκαλερί της Ακαδημίας της Βενετίας και ο Μιχαήλ Άγγελος στην Καπέλα Σιξτίνα της Ρώμης, καθώς και στις φωτογραφίες του Καθεδρικού της πόλης Λινάρες, στο βόρειο Μεξικό, που τράβηξα. Το δεύτερο πεδίο αφορά στην προσωπική μου παραγωγή επιτελέσεων που αναφέρονται ρητά στην «κρίση».
    Για το πρώτο πεδίο έμπνευσης, το κείμενο του Ρομπέρτο Γκαλάσο, απόσπασμα από το βιβλίο του Le rose Tiepolo, αποτελεί μία πολύτιμη πηγή. Έτσι, διαβάζουμε:

«Ο Μωυσής ήταν ογδόντα ετών και ο Ααρών ογδόντα τριών, όταν παρουσιάστηκαν μπροστά στον Φαραώ: “Μωυσής και ο Ααρών ήρθαν λοιπόν στο παλάτι του Φαραώ, και έπραξαν όπως τους είχε διατάξει ο Ιαχβέ: ο Ααρών πέταξε το ραβδί του μπροστά στον Φαραώ και στους υπηρέτες του και το ραβδί έγινε φίδι. Ο Φαραώ κάλεσε κατόπιν τους σοφούς και τους μάγους. Τότε, και αυτοί, οι μάγοι της Αιγύπτου, έπραξαν σύμφωνα με τις μυστικές τους γνώσεις. Πέταξαν ο καθένας το ραβδί του και τα ραβδιά έγιναν φίδια, όμως το ραβδί του Ααρών καταβρόχθισε τα ραβδιά των μάγων.” Για πρώτη φορά, η εβραϊκή μαγεία ξεπερνούσε την αιγυπτιακή μαγεία από την οποία είχε γεννηθεί. Θεουργική θεοδικία, σύγκρουση ανάμεσα σε ομοιώματα και εμβλήματα. Ένα πρότυπο για όλες τις ομοιότητες των Ανατολιτών του Τιέπολο. Πέρασαν αρκετές μέρες. Η Μύριαμ, η αδερφή του Μωυσή πέθανε. Οι Εβραίοι διέσχισαν την έρημο και διαμαρτύρονταν ολοένα και περισσότερο στον Μωυσή: “Για ποιον λόγο μας αναγκάσατε να φύγουμε από την Αίγυπτο και μας οδηγήσατε σ’ αυτόν τον φριχτό τόπο”. Ο Ααρών πέθανε. Υπήρξαν και άλλες συγκρούσεις, με τους Χαναναίους. Οι Εβραίοι συνέχισαν να διαμαρτύρονται, “ενάντια στον Ελοχίμ, ενάντια στον Μωυσή”. Επέμεναν με ισχυρογνωμοσύνη να ρωτούν για ποιον λόγο έπρεπε να εγκαταλείψουν την Αίγυπτο γι’ αυτή τη ζωή γεμάτη στερήσεις.
        Σ’ εκείνο το σημείο τα φίδια ξαναεμφανίστηκαν: “Τότε ο Ιαχβέ έστειλε ενάντια στον λαό φίδια που έβγαζαν φλόγες και δάγκωναν τους ανθρώπους: ο λαός του Ισραήλ πέθαινε μαζικά. Ο λαός πήγε να συναντήσει τον Μωυσή και του είπε: ‘Αμαρτήσαμε, διότι είπαμε πράγματα ενάντια στον Ιαχβέ και σε εσένα. Μεσολάβησε στον Ιαχβέ να απομακρύνει από εμάς τα φίδια.’ Ο Μυωσής μεσολάβησε για τον λαό και ο Ιαχβέ είπε στον Μωυσή: ‘Ετοίμασε για σένα ένα φίδι που βγάζει φλόγες και τοποθέτησέ το πάνω σ’ έναν ιστό: όποιος καθώς θα δαγκώνεται το βλέπει, θα ζει!’ Ο Μωυσής έφτιαξε λοιπόν ένα μπρούτζινο φίδι και το τοποθέτησε πάνω στον ιστό. Έτσι, εάν κάποιος δαγκωνόταν από φίδι και κοιτούσε προς το μπρούτζινο φίδι, ζούσε!”.
        Να τι διηγείται η Παλαιά Διαθήκη πάνω σε αυτό το επεισόδιο, τόσο μυστηριώδες, άλλωστε, όσο και λακωνικό, καθώς το γνωρίζουμε μέσα από την ιστορία του Δέντρου της Ζωής και του Δέντρου της Γνώσης του Καλού και του Κακού.»5

Τιέπολο, Ακαδημία, Βενετία

Τιέπολο, Ακαδημία, Βενετία

6. Είδωλο

Πέρα από την ερώτηση για την ιστορική αλήθεια ή μη της Εξόδου, και πέρα από την εξήγηση της αφήγησης με θεολογικούς ή ανθρωπολογικούς όρους, θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε κάποια θεμελιώδη σημεία:
•    Ο λαός τιμωρήθηκε, αλλά τα άτομα ως άτομα μπόρεσαν να σωθούν. Αρκεί να κοιτάξουν το είδωλο του φιδιού: ο Θεός τιμωρεί και σώζει, αλλά οι αντιλήψεις περί σωτηρίας και τιμωρίας είναι διαφορετικές.
•    Η θέαση του ομοιώματος του φιδιού αρκεί για τη σωτηρία: καμία αφηρημένη έννοια, καμία πολύπλοκη πράξη, καμία τυφλή πίστη.
•    Εάν δούμε τις αναπαραστάσεις των ζωγράφων, το μπρούτζινο φίδι παρουσιάζεται συχνά με τρόπο ώστε να προφητεύει τη σταύρωση του Ιησού. Ταυτόχρονα, το φίδι αναπαρίσταται σχεδόν σαν ζωντανό και έτσι δημιουργείται μία ασάφεια ανάμεσα στο ζώο και τη σωτήρια αναπαράστασή του.
•    Είναι προφανές ότι οι Εβραίοι που δαγκώνονταν από το φίδι είναι αυτοί που θα σωθούν κοιτάζοντας το είδωλο του φιδιού: το ουσιώδες περιορίζεται εδώ στο γεγονός ότι οι άνθρωποι που δαγκώθηκαν αναγνωρίζουν το είδωλο ως αναπαράσταση, ως μία αναπαράσταση ικανή να παραγάγει ένα θαύμα.
•    Η εικόνα, το είδωλο, είναι στενά συνδεδεμένη με μεταφυσικό τρόπο με το δηλητήριο και την καταστροφική βιοχημική του δύναμη.
•    Η τακτική του Μωυσή στηρίζεται στο αξίωμα ότι το ομοίωμα είναι ικανό να κάνει θαύμα και ότι «το κακό μπορεί να γιατρευτεί από την εικόνα του».6
•    Σε μία εικόνα στην Εκκλησία στη Λινάρες, βλέπουμε πώς ο Εζεκίας, βασιλιάς της Ιουδαίας κατέστρεψε το γλυπτό του φιδιού, επειδή το μπρούτζινο φίδι που κράδαινε ο Μωυσής μέσα στην Αίγυπτο είχε φυλαχθεί στον ναό και λατρευόταν από τους απογόνους των Εβραίων που είχαν διασχίσει την έρημο. Διακρίνουμε τη δύναμη και την οργή με την οποία ο Εζεκίας καταστρέφει την ειδωλολατρική εικόνα. Το αντικείμενο που έσωσε τους Εβραίους κατά την περιπλάνησή τους προς τη γη της επαγγελίας επανέρχεται τώρα στην υλικότητά του και χάνει όλη τη σωτήρια δύναμή του για να γίνει ένα εμπόδιο, ίσως και σχεδόν απειλή για τους πιστούς.

Η αφήγηση της Παλαιάς Διαθήκης και οι προηγούμενες επισημάνσεις θα μπορούσαν να αφήσουν να υποτεθεί ότι η πράξη του Μωυσή έχει έναν επιτελεστικό χαρακτήρα, στον βαθμό που ο λαός του και αυτός βρίσκονται ενώπιον μία σύνθετης και αντιφατικής κατάστασης: ανάμεσα, από τη μία πλευρά, στην πίστη στον Θεό και στην ισχύ της συμφωνίας ανάμεσα σε Αυτόν και τον «εκλεκτό» λαό Του, και, από την άλλη πλευρά, το επείγον της επιβίωσης. Ο Μωυσής δεν βρίσκει μία «τεχνική» λύση, αλλά, μέσω της κατασκευής της εικόνας, το είδωλο σώζει ένα μέρος των Εβραίων (αυτούς ανάμεσα τους οι οποίοι είναι ικανοί να αναγνωρίσουν την εικόνα ως θαυματουργή.
Υπό την ίδια προοπτική, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι το φίδι και το δηλητήριό του είναι, ως ομοίωμα, μία ισχυρή μεταφορά της κρίσης. Το «δηλητήριο» είναι αντίστοιχο του οικονομικο-χρηματιστικού «ιού» που «δαγκώνει» τους πολίτες των σύγχρονων κοινωνιών. Εάν το κακό θεραπεύεται από το κακό, επείγει να εφεύρουμε εικόνες, ομοιώματα και αναπαραστάσεις που θα μπορούσαν να σώσουν αυτούς που δαγκώθηκαν από τον οικονομικό ιό. Αυτό θα καταδείκνυε πως η λύση δεν θα ερχόταν πιθανόν από τις τεχνικές αναλύσεις και έρευνες αλλά από την εξαιρετική δύναμη του ομοιώματος.
Με άλλα λόγια, εάν η ερμηνεία της διάσχισης της ερήμου έχει μία δύναμη να εμπνεύσει καλλιτεχνικά, οι καλλιτέχνες, οι επιτελεστές καλούνται να προτείνουν, να συνθέσουν πράξεις, εικόνες, καθώς μπορούμε να φανταστούμε ότι μία από αυτές θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα «θαύμα», μία αναπαράσταση της «κρίσης», η οποία με τη σειρά της λειτουργεί χειραφετητικά από την ίδια την κρίση.

7. Διερώτηση

Είναι καιρός να εγκαταλείψουμε το πεδίο της αφήγησης και του ομοιώματος, το οποίο είναι μεν αναγκαίο αλλά ανεπαρκές, και να γειωθούμε στη «δαγκωμένη» από την κρίση πραγματικότητα, δηλαδή στις κοινωνικές καταστάσεις πικρίας και παραλυσίας. Είναι δυνατόν να επινοήσουμε επιτελέσεις που φιλοδοξούν να αντιμετωπίσουν τέτοιες καταστάσεις; Μήπως είναι μία εξαιρετική ευκαιρία για την επιτέλεση να απαντήσει στην πρόκληση της ανθρώπινης κατάστασης σε κρίση; Η ερώτηση κλειδί εδώ συνδέεται με τη φύση της «κρίσης». Ποια κρίση; Αλλιώς ειπωμένο, εάν οι επιτελεστές ξεκινήσουν να εργαστούν με τους ορισμούς των επιστημόνων, των τεχνικών, των οικονομολόγων, των χρηματιστών, θα πέσουν στην παγίδα των αναπαραστάσεων – των ειδώλων των άλλων. Κι όμως, εάν η επιτέλεση πρέπει να προσεγγίσει το ερώτημα της «κρίσης», πρέπει να το κάνει με τα δικά της εργαλεία και πρακτικές ώστε να αποκομίσει τη δική της εκδοχή της «κρίσης».

Ανώνυμος.

Ανώνυμος.

8. Οριοθέτηση

«Υπό αυτή την οπτική, και λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνο την «κρίση» στην Ελλάδα, αλλά κάνοντας την υπόθεση ότι η «κρίση» είναι παγκόσμια, προσπάθησα να επινοήσω και πραγματοποιήσω μία σειρά από επιτελέσεις. […] Η αφετηρία μου είναι η εξής (αρχική) υπόθεση: εάν υπάρχει μία κρίση, θα μπορούσε να ονομαστεί πολιτιστική αποψίλωση, όπως για παράδειγμα, η αυτοκτονία των λαών του Αμαζονίου ή η μετανάστευση λαών χωρίς γραφή στην περιφέρεια των μεγάλων πόλεων, όπως επίσης η εξαφάνιση των χορών και των εορτών που συνδέονται με την ιερή πορνεία στην Ινδία, η ανεξέλεγκτη σχέση με τη φύση ως τόπου δυνάμεων και υλικών προς εκμετάλλευση στο όνομα της προόδου. Αυτή η αποψίλωση είναι στην πραγματικότητα μία απώλεια πηγών, διότι στο μέλλον, εάν οι συνθήκες στον πλανήτη μας αλλάξουν με ριζικό και δραματικό τρόπο (λ.χ. για γεωλογικούς λόγους), δεν θα είναι πλέον βέβαιο ότι ο λεγόμενος δυτικός πολιτισμός θα αρθεί στο ύψος των δυσκολιών και των προκλήσεων που έρχονται. Είναι αναγκαίο και επείγον να αναστοχαστούμε και να επανεξετάσουμε τους δεσμούς ανάμεσα στα ανθρώπινα όντα. Γι’ αυτόν τον λόγο στις επιτελέσεις μου χρησιμοποιώ αντικείμενα (επί παραδείγματι καθρέφτες) για να δείξω ότι η κρίση είναι πολυδιάστατη (υπαρξιακή, οικονομική, πολιτιστική), παίζω με τη λέξη «κρίση» σε πολλές γλώσσες για να δείξω ότι η κρίση είναι «καθολική» και πρέπει να εξεταστεί βάσει των αλληλεπιδράσεων μεταξύ αυτών που «δαγκώθηκαν» από αυτή. Ταυτόχρονα, ισχυρίζομαι ότι οι αλληλεπιδράσεις δημιουργούν τη γενική μήτρα, βάσει της οποίας θα μπορούσε να αναδυθεί μία άλλη μορφή δεσμών. Η φύση αυτής της μορφής είναι το μεγάλο αίνιγμα και η πρόκληση. Η προσέγγισή μου είναι ίσως πολύ απλή και σε παντελή αντίθεση με την πολυπλοκότητα της κρίσης, όπως αυτή έχει αναπαρασταθεί-αναλυθεί από τις κυρίαρχες εικόνες και λόγους. Το μόνο ξεκάθαρο σημείο είναι η αναγκαιότητα και η ενδεχομενικότητα άλλων μορφών συλλογικής συνύπαρξης των ανθρώπινων όντων· η γνώση διαφορετικού πιθανού. Ταπεινή φιλοδοξία μπροστά στο μέγεθος του ερωτήματος.»7

9. Διολίσθηση

Η δική μου προσέγγιση του διώνυμου (κρίση-επιτέλεση) στο κείμενο αυτό διατείνεται ότι είναι προ πάντων επιτελεστική. Κι όμως πρόκειται για μία υβριδική προσέγγιση στον βαθμό που η γνώση και η επιθυμία αρθρώνονται χωρίς συγκεκριμένη μέθοδο. Το αυθαίρετο είναι αξιοσημείωτο όταν, επί παραδείγματι, επιλέγω την εβραϊκή μυθολογία του φιδιού, ενώ υπάρχει μία σημαντική ποικιλία αφηγήσεων πάνω στα φίδια σε όλες τις μυθολογίες (λ.χ. την ελληνική, την ινδική, την ιαπωνική, την αφρικάνικη). Λόγω του γεγονότος ότι η «κρίση» έγινε αντικείμενο ειδίκευσης, θα ήταν παράδοξο να μιλήσω για την κρίση ως «ειδικός», άλλωστε όμως «ειδικός» τίνος πράγματος; Ποιου πεδίου; Αυτή η ασάφεια επιβάλλει και δικαιολογεί στο τέλος την επιτελεστική πορεία.8

Ανώνυμη λαϊκή εικονογράφηση

Ανώνυμη λαϊκή εικονογράφηση

10. Διάνοιξη, δεύτερη

Μήπως αυτή η άσκηση επί τη ευκαιρία και γύρω από την «κρίση» και στο όνομα της επιτέλεσης οδηγεί τελικά σε μία άλλη αντίληψη της επιτέλεσης; Ιδίως, αν λάβουμε υπόψη τον ακόλουθο ορισμό μου:

«[…] [Η] επιτέλεση ερευνά τις ζώνες-σύνορα των καλλιτεχνικών εκφράσεων και τα δοκιμάζει. […] [Α]ποτελεί μία προνομιακή στιγμή. Και αυτό διότι παρουσιάζεται σαν ευκαιρία στενής συνδιαλλαγής ανάμεσα στον καλλιτέχνη ή τους καλλιτέχνες και το κοινό, σε ειδικές συνθήκες χρόνου και χώρου, αλλά πάντα με την πρωτοβουλία και εν παρουσία του επιτελεστή. Σ’ αυτό το πνεύμα, η επιτέλεση εμφανίζεται ως ένα πεδίο προσπάθειας επικοινωνίας, αλληλόδρασης και, στο τέλος τέλος της ίδιας της τέχνης. […] Οι στρατηγικές των επιτελεστών είναι εύκαμπτες και συνεχώς επανεφευρισκόμενες. Έτσι, η επιτέλεση κατέχει το προνόμιο της «μυητικής» διαδικασίας (για τους συμμετέχοντες), σε σχέση με την ουσία των πραγμάτων και την αναπόφευκτη έλλειψη βεβαιότητας πάνω στους τρόπους προσέγγισης.»9
    
    Θα τολμούσα να προσθέσω ένα πρόσθετο στοιχείο στον παραπάνω ορισμό, καλώντας τους πρακτικούς και θεωρητικούς της επιτέλεσης να ενδιαφερθούν να εξετάσουν σε ποιον βαθμό η επιτέλεση θα μπορούσε να (ξανα)γίνει ένας πολιτιστικός καταλύτης. Πρόκειται λοιπόν για (επαν)επικέντρωση πάνω στα θεμελιώδη ερωτήματα της ανθρώπινης περιπέτειας: η επινόηση και κατασκευή πολιτιστικών σχημάτων ικανών να πραγματευτούν τις βαθιές αγωνίες των ανθρώπινων όντων στο όνομα της αχαλίνωτης φαντασίας. Είναι αυτό παρωχημένο; Διδακτικό; Αφηρημένο; «Ντεμοντέ»; Η απάντηση βρίσκεται στην επιτέλεση, καθώς ανοίγει ένα καινούργιο πεδίο κριτικών και κρισιολογικών ερωτήσεων, δημιουργώντας έτσι ένα άλλο πεδίο έρευνας πέρα από τη μεταφυσική του σώματος και την αναλυτική της κοινοτοπίας.

Vincentino, εκκλησία της Βενετίας,  Maria dei Frari.

Vincentino, εκκλησία της Βενετίας, Maria dei Frari.

Σημειώσεις
1.Βλ. τις ιστοσελίδες www.crisiology.org και www.dagrafiotis.com, χρόνος επίσκεψης 20 Μαΐου 2015.
2.Démosthène Agrafiotis, «Passions grecques en dérive» in Revue Doc(k)s 2013-2014 Spécial Black Market International, N° 21, 22, 23, 24, 2013-2014, σσ. 368-375.
3.Démosthène Agrafiotis, ο.π.
4.Βλ. Medhi Brit & Sandrine Meats, Interviewer la Performance, Manuella Éditions, 2014.
5.Roberto Galasso, Le rose Tiepolo, Trad. Jean-Paul Manganaro, Paris, Gallimard, 2009, σσ. 187-188.
6.Roberto Galasso, ο.π. σ. 205.
7.Démosthène Agrafiotis, ο.π.
8.Βλ. Démosthène  Agrafiotis, « Performance poétique » in Kostas Nassikas, Emmanuelle Prak-Derrington et Caroline Rossi (dir.), Fabriques de la langue, Paris, PUF, Coll. Le fil rouge, 2012, σσ. 366-376.
9.Démosthène Agrafiotis, « Performance poétique », in Kostas Nassikas, Emmanuelle Prak-Derrington & Caroline Rossi (dir.), Fabriques de la langue, ο.π., σσ. 366-367, παραπομπή από το Medhi Bret & Sandrine Meats, Interviewer la performance, ο.π., σ. 13.