Top menu

Νεντίμ Γκιουρσέλ: Παράξενες συγγένειες ενός καλοκαιριού

photo © eddy mottaz

Γράφει ο Απόστολος Θηβαίος

Η ιστορία της ανατολικής Μεσογείου παρουσιάζει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Περισσότερο απ’ όλα, την έννοια μιας συλλογικότητας στην ποιότητα, την ένταση και το είδος γεγονότων οροσήμων μες στις σελίδες της ιστορίας. Αίγυπτος, Τουρκία, Ελλάδα, Ιταλία, Κύπρος. Σε όλες τις προηγούμενες χώρες ο εικοστός αιώνας επιφύλασσε μια παρόμοια, ιστορική πορεία. Τα καθιερωμένα σύμβολα, παραδομένα στην ποικιλομορφία την οποία συνεπάγονται στοιχεία θρησκευτικής και πολιστισμικής φύσεως αποτύπωσαν δίχως αμφιβολία την έννοια μιας κοινής ιδέας. Ζητήματα όπως ο ανθρωπισμός, η πολιτική σταθερότητα, η άσκηση της κρατικής εξουσίας μέσα από πρακτικές βίας συνιστούν κοινό τόπο για τους λαούς που βρέχονται απ΄τη Μεσόγειο. Καμιά φορά συλλογίζεται κανείς πως η ίδια η μνήμη φέρνει πια στο προσκήνιο μια θάλασσα δίχως νερό για κανένα από τα έθνη που τοποθετούνται γεωφυσικά σ΄αυτούς τους παραλλήλους. Ο Βαγγέλης Γερμανός γι’ άλλους λόγους βεβαίως, εικονογράφησε με μια εξαίρετη μεταφορά την κατάσταση σ΄αυτή τη μεγάλη και αρχαία θάλασσα, θεάτρο ανόδων και ηχηρών πτώσεων εθνών που κάποτε υπήρξαν για να περάσουν σήμερα στα κατάστιχα της ιστορίας.

Η Ελλάς των πολιτικών στρεβλώσεων, των αυταρχισμών και των πολυετών φανατισμών δεν αποτελεί εξαίρεση σ' αυτή την κοινότατη, μεσογειακή ιστορία. Πολιτικές αναταράξεις, κοινωνικά περιθώρια, γενιές ολόκληρες αποκλεισμένες απ΄τις θεμελιώδεις πρακτικές της ζωής, την ελευθερία και την αυτοδιάθεση, στοιχεία ενός μοντέρνου, δυτικού αποικισμού με πρόσχημα τις ατομικές ελευθερίες και το δικαίωμα στις νεοφιλελεύθερες φιέστες των ημερών. Μια ιστορία παράλληλη με αυτήν της γειτονικής χώρας η οποία κινούμενη στα ίδια σκληρά πρότυπα της εξέλιξης μπορεί σήμερα να επικαλεστεί τη μνήμη πολιτικών αυταρχισμών και παλλινωδιών, οι οποίες έπληξαν σοβαρά, μ΄επίκαιρες συνέπειες το φάσμα της προόδου. Λιγότερο η ζωγραφική και οι πλαστικές τέχνες και περισσότερο η φιλολογία τίμησαν αυτήν την ιδιότυπη ομοιότητα. Άνθρωποι του πνεύματος, φιλόδοξα μέλη της ευρωπαϊκής, ακαδημαϊκής ζωής εξάσκησαν μια δίκαιη κριτική απέναντι στα ιστορικά τεκταινόμενα. Λειτουργώντας μέσα σ΄ένα περιβάλλον πνευματικής ελευθερίας, όπως αυτό που παρέχει απρόσκοπτα η σύγχρονη, ευρωπαϊκή ολοκλήρωση επισήμαναν τις μνήμες και τα κακώς κείμενα. Τους όρους δηλαδή κάτω από τους οποίους ασκήθηκε η πολιτική του περασμένου αιώνα, προσηλωμένη στην εθνολογική καθαρότητα, τους εκτοπισμούς, τις διεθνείς συμφωνίες. Στοιχεία τα οποία αλλοίωσαν τη σύσταση ενός πολύ ευρύτερου χώρου, καθιστώντας τις εθνικιστικές εξάρσεις πιο σημαίνουσες από ποτέ, προκειμένου να καθιερωθεί μια άλλη, ευτυχέστερη ισορροπία δυνάμεων στην πολύπαθη, αυτή περιοχή. Το αγκάθι της κυπριακής διχοτόμησης, το ζήτημα των ναυτικών μιλίων, προσφάτως οι αξιώσεις για την εκμετάλλευση υποθαλάσσιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου δείχνουν να δοκιμάζουν την εύθραυστη ισορροπία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Το άμεσο μέλλον θα αποσαφηνίσει την ποιότητα των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες μ’ ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα για έναν περιορισμένης έκτασης ψυχρό πόλεμο με απρόβλεπτες συνέπειες για την περιοχή της Μεσογείου. Εντούτοις η δημιουργική απασχόληση των ανθρώπων του πνεύματος με τη συνειδητή ή όχι εξιστόρηση της κοινής ιστορίας είναι ίσως δυνατό να αντιστρέψει τη γενική αυτή τάση. Η μετάφραση έργων της σύγχρονης, τουρκικής λογοτεχνίας από εκδοτικούς οίκους της χώρας μας, η διεθνοποίηση της γραφής των πιο εμβληματικών Τούρκων συγγραφέων, η ατμόσφαιρα του κεμαλισμού από τη μια πλευρά και της μεγάλης ιδέας απ΄την άλλη με τις τόσες αντιστοιχίες σηματοδοτούν μια τάση και μια συγγένεια. Η έντασή της και η ισχυροποίησή της, μέσα σε χρόνια ύφεσης και κοινωνικού προβληματισμού είναι δυνατόν να μετριάσει τις επιπτώσεις της επίκαιρης αντιπαλότητας.

Όμως αρκετά με τούτα τα θεωρήματα στην ψύχα του ανέμου, για να θυμηθούμε τον Έκτορα Κακναβάτο. Οι πολιτικές επιστήμες κατέχουν τα μέσα να ερμηνεύσουν μ' επάρκεια τους χρησμούς του μέλλοντος, αποκωδικοποιώντας το αλφάβητο των καιρών μας. Τα σύμβολα ενδέχεται ν΄αποκρυσταλλώσουν την ιδέα μες σε ένα βάθος χρόνου που δεν περιλαμβάνει τις κοντινές σε μας γενιές. Η ιστορική συνέχεια, μόνο απρόσκοπτη δεν πρόκειται να είναι, αν συλλογιστεί κανείς την εξαίσια κριτική του Ροντώ στην Αλεξάνδρειά του για μια εποχή που αναβλύζει πάντα μέσα απ΄την ασιατική σκόνη και όλες εκείνες τις αφορμές που τη διαμόρφωσαν. Η ρήξη συνιστά φυσική συνέπεια γι΄αυτόν τον κόσμο και επέρχεται μ' ακρίβεια μαθηματική όταν αποκαθίσταται η σχέση του ατόμου με το παρελθόν και το ιδεολογικό του βάρος. Η μνήμη άλλωστε δεν είναι άλλο απ’ τα’ όχημα τούτης της ζωής, σ΄ατομικό και σε συλλογικότερο, ακόμη επίπεδο.

Μ' αυτήν καταπιάνεται ο Νεντίμ Γκιουρσέλ και το Μακρύ καλοκαίρι του στην Ιστανμπούλ αφήνοντας την ίδια στιγμή την αίσθηση ενός κοινού βάθους, μιας έντασης συλλογικής, διακριτής για όσους αναγνώστες ζούμε την ελληνική πραγματικότητα και διδασκόματε την κοινή μας ιστορία. Ο Νεντίμ Γκιουρσέλ τραγουδά για περιοχές πνιγμένες σε ποταμούς και λυρισμούς παράλογους. Παθιασμένοι λαοί στα όρια της τραγωδίας, διανύοντας με δυσχέρειες και απώλειες τις δεκαετίες ενός τελειωμένου, κιόλας αιώνα. Χώροι κλειστοί, ιστορίες πηγαδιών, ίδιες πόλεις και ίδια βράδια, ίδια χρόνια σκληρά στην πάλαι ποτέ κοιτίδα του σημερινού, δυτικού πολιτισμού. Αβρότητες και ονειροπολήσεις ενηλίκων μ΄ανάπηρα χρόνια και μια ολόκληρη νεότητα παραδομένη στο μίσος και τους αποκλεισμούς. Βιώματα, σαν λείψανα άλλων εποχών, τώρα που όπως επισημαίνει η Κρίστα Βόλφε η ιστορία μας διανύει ώρες παγκόσμιας, κοινής ησυχίας.

Ο Νεντίμ Γκιουρσέλ γράφει το πρωτό του μυθιστόρημα τη δεκαετία του 1970. Μερικά χρόνια αργότερα ο συγγραφέας τιμάται κατοχυρώνοντας τη μελλοντική τότε και επιβεβαιωμένη, σήμερα, λογοτεχνική του αξία. Η αίσθηση και η εντύπωση μιας ολόκληρης εποχής αποκαλύπτεται στο έργο του Τούρκου συγγραφέα που επικεντρώνεται σε μια ποιητική αναπαράσταση του ψυχισμού που ρεαλιστικοποιεί δίχως άλλο την ατμόσφαιρα της κοσμικής, τουρκικής πραγματικότητας, δεκαετίες μετά την πτώση και την αποδόμηση της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο Γκιουρσέλ κατορθώνει να μεταθέσει το ενδιαφέρον στην ανθρώπινη διάσταση μιας ιστορίας κοινωνικής, διαμορφωμένης μέσα απ΄τους ατομικούς βίους σιωπηλών ηρώων. Παιδιών που τράφηκαν με μίσος και ηλεκτρικό ρεύμα σε μια αποφορά του τουρκικού απολυταρχισμού. Ο νεκρός που ποτέ δεν κρυώνει μέσα μας συνιστά την ιστορία των ανθρώπων, την ιστορία μιας ζωής που καθίσταται γνώση επιστημονική, αλλά πρωτίστως σφυγμός ενός ολόκληρου έθνους.

Τ’ όνειρο που ανάγεται σε σύμβολο, η αναβίωση του παλμού που έχει βιωθεί ως τ' άκρα του, η παραλογή μιας συντριμένης εποχής αποτελεί το τέχνασμα που σηματοδοτεί την ουσία του έργου του Νεντίμ Γκιουρσέλ. Αίμα, χνάρι ανθρώπινο του πολιτισμού και της ιστορίας που προχωρεί αδιάκοπα και συμβολοποιείται για ν΄αποτελέσει τη σήμανση της τουρκικής πραγματικότητας του περασμένου αιώνα. Ανακυκλούμενες εικόνες, μετάθεση στο παρόν και καταβυθίσεις στο παρελθόν, έτσι που να εμπλέκεται ολόκληρο το εύρος της ιστορίας με αυτήν τη στέρεη συνείδηση του θανάτου και τ' απομεινάρια της κατακερματισμένης νεότητας. Η κοινή μας μοίρα, τα πρόσωπα του δράματος που εναλάσσονται στη μνήμη και το έργο του Γκιουρσέλ, το φως του μαύρου ήλιου που δοκιμάζει ετούτη τη γειτονιά του κόσμου και συνιστά τη βαθιά και ανομολόγητη φιλοδοξία του συγγραφέα καθορίζουν τους άξονες του έργου. Ήδη ο τίτλος, το μεσημβρινό εκείνο μυστήριο της Μεσογείου που ασκείται μ' έναν κάθετο και απόλυτο τρόπο αποκαλύπτουν το συναισθηματικό φορτίο του Τούρκου λογοτέχνη. Ολόκληρο το έργο κινείται κάτω από γέφυρες, μες στο ημίφως των ιδρυμάτων και τα δωμάτια των φτηνών ξενοδοχείων. Πίσω απ΄τις χοντρές κουρτίνες, στο βάθος των παρακμιακών, συνοικιακών καφενείων, -αντιπροσωπευτική τοπογραφία της αστικής Ελλάδας-, η μνήμη επανέρχεται μ' όλη την τραχύτητα και τη λύπη που αναλογεί σε γενιές σπαραγμένες. Άλλωστε ο Νεντίμ Γκιουρσέλ επισημαίνει πως το έργο της ιστορίας δεν μπορεί παρά να εκτυλίσσεται μες στην ησυχία και τη λήθη του χαμού. Μ΄αυτήν την αίσθηση πάντα παρρούσα, τη δίχως μνήμη, η ιστορία καθίσταται διαρκώς επίκαιρη μες στο έργο του ανατολίτη συγγραφέα.

Η ποίηση μας βοηθά να πεθάνουμε, γράφει ο δικός μας, ο Έλλην Μπολιβάρ Νίκος Εγγονόπουλος για να επαληθευτεί στο Μακρύ Καλοκαίρι του Γκιουρσέλ και τις διαλυμένες ψυχές που το συνθέτουν και το υπομνηματίζουν. Εκείνων που πεθαίνουν και όλο σώζονται στις ιστορικές σελίδες και τα αιμοσταγή πρωτοσέλιδα καταδικασμένοι στο φορτίο των επανάστασεων που απέτυχαν, της ζωής που αποδίδει δικαίως το χαρακτηρισμό γενιά της ήττας. Έτσι που να συμπληρώνεται ο μυστικός εκείνος δεσμός ανάμεσα στην Ελλάδα του 20ου αιώνα και την κεμαλική Τουρκία που τόσο ηχηρά προφέρει σήμερα τα αίτια της αποτυχίας της. Μια γυναίκα, η Αίσέ, σκιαγραφεί τη διαψευσμένη ελπίδα. Οι κατεστραμμένες της ωοθήκες σημαίνουν τ΄όραμα που παρέμεινε ιδέα και τίποτε. Αυτή την Τουρκία δεν τη διαγράφει ο Γκιουρσέλ, δεν τη συμψηφίζει. Παραμένει μια αφορμή πάλης, πόνου και αντίστασης. Μια διαρκής υπενθύμιση της τραχύτητας με την οποία προχωρά εως ότου ολοκληρωθεί ο ακατόρθωτος πάντα, κύκλος της εμπειρίας. Υπό αυτήν την έννοια το Μακρύ Καλοκαίρι του Νεντίμ Γκιουρσέλ συνιστά κάτι περισσότερο από μια εθνική ιστορία. Πρόκειται για μια αναπαράσταση της οικουμενικής, ανθρώπινης τραγωδίας που καταστρέφει ζωές και φαντασίες. Στην Κωνσταντινούπολη του συγγραφέα, την Αθήνα, τη Χιλή, την Αργεντινή, την Τσεχία, την Κύπρο, το Κάϊρο και όλες αυτές τις υπομνήσεις σε χάρτες και ζωές. Σ΄ένα καλοκαίρι χωρά μια ολόκληρη ιστορία, ένα καλοκαίρι αρκεί για να σχετιστούν ζωές και πράγματα, να κερδιθεί η αντοχή και η συνέχεια που είναι συνέπεια της ανθρώπινης επίδρασης στην ιστορία και η πιο αποφασιστική συμβολή στη διαμόρφωσή της. Πρόθεσή του δεν είναι η ρήξη με την εθνική συνείδηση και την εθνική ιστορία, το καταγεγραμμένο μ΄άλλα λόγια παρελθόν, αλλά η αποκάλυψη ολόκληρου εκείνου του πόνου που καθιστά την ιστορία, στοιχείο οδυνηρό μιας συλλογικότερης ταυτότητας.

Οι μνήμες ως όνειρα περιπλέκονται διαρκώς, αναβιώνουν μ΄απλές μορφές, εγκιβωτίζονται συνθέτοντας μια ολόκληρη ζωή. Είναι στ΄αλήθεια σπουδαία η παραδοχή του Νεντίμ Γκιουρσέλ πως οι νεκροί και οι ζωντανοί επεκτείνουν και διασώζουν την ιστορία. Αυτά τα πρόσωπα διαγράφουν τη φλέβα του αγώνα, τη βασική στόχευση του συγγραφέα. Πρόκειται για μορφές ποιητικές, αποκυήματα μιας άλλης φαντασίας, σκληρής, που δεν υπήρξαν ποτέ στη ζωή μα κύλησαν σ΄αυτήν κουβαλώντας ένα άδικο και ιδιότυπο φορτίο.

Ολόκληρη η μοναξιά εκείνης της εποχής αποκαλύπτεται στον επίλογο του έργου. Πρόκειται για ένα όριο της ποίησης, της προσωπικής μνήμης, της έντασης και της ανάγκης να κερδιθεί αυτός ο άνισος αγώνας. Ένας αγώνας ζωής κόντρα στα προσωπικά αναχώματα, σ' ότι εμποδίζει τ' όνειρο. Η καταλυτική φωτιά στο παρελθόν δεν ισοδυναμεί με τη διαγραφή του, αλλά με τη μόνη λύση που απομένει στους κατατρεγμένους προκειμένου να ζήσουν ότι τους αναλογεί. Ο Νεντίμ Γκιουρσέλ δεν θάβει κάτω απ΄τον ασβέστη ήλιος και οράματα. Τα καταγράφει, διαχέοντας τον παλμό της ζωής του στο έπος της λαϊκής, τουρκικής ιστορίας. Παραμένει ερωτικός, αισθησιακός, το φύλλο και ο έρωτας του ήταν πάντα μυστικά. Αυτή η παλιά χώρα που τον ανέθρεψε σημείωσε επαναστάσεις τόσο ξένες για τη δική μας δύση που αυθαίρετα τις καθιστά μόδες και τις ευτελίζει. Μ' επιστολές, διαρκείς περιηγήσεις στη μνήμη, οδυνηρές παλινωδίες πάνω στ' άσχημο κέντημα της ιστορίας που υφαίνει αδιάκοπα τις ζωές των ανθρώπων. Ο χρόνος που περιπλέκεται, οι μορφές, τα γεγονότα, ο σφυγμός προσωποποιούν ακριβώς αυτή την άσβεστη ένταση. Ελιές, καράβια, μαχαίρια, σημαίες των παραδόσεων. Όλα είναι παρόντα στο έργο του Νεντίμ Γκιουρσέλ, ώσπου έρχεται τ' όνειρο για να εξαγνίσει τούτη τη ζωή. Κάτι λείψανα, κάτι κορίτσια μαγαρισμένα απ΄τα βασανιστήρια που όλο και πιο λίγο θυμούνται, κάτι ποιητές σαν τους δικούς μας που με τόση αδιακρισία εντάξαμε στη γενιά, λέει της ήττας, στρίβοντας το μαχαίρι μες στην πληγή τους. Κάθε γενιά και μια χαμένη άνοιξη. Η δική μας Κατερίνα, που τόσα χρόνια καταλαμβάνει χώρους έξω από ακαδημίες και ανθολογίες, είπε αυτό το ταξίδι ήταν αταξίδευτο σπάζοντας όλα τα φράγματα στη σειρά, έτσι που να μάθουμε να αντέχουμε ποτέ την άγρια συνείδηση, την άγρια γλώσσα, την αδάμαστη καρδιά. Με τέτοιους ποιητές συγγενεύει ο Γκιουρσέλ και ας μοιάζει μελαγχολικός. Στο τέλος όλα καίγονται στην πιο θαρραλέα στιγμή μιας μικρής και αδιάφορης κατά τ΄άλλα ιστορίας, όπως συμβαίνει με όλες τις ανθρώπινες εξιστορήσεις.

Σ' εκείνη τη φωτογραφία με τους όρθιους άντρες των φυλακών ζουν οι στάχτες και όσα δικά μας περάσαν. Μ' αυτήν την τόσο προσωπική έννοια, το μυθιστόρημα του Νεντίμ Γκιουρσέλ μας αφορά για τη σημασία του και την αστείρευτη ποίηση που τόσο ανάγκη την έχει η ιστορία και η ζωή μας η ίδια, προκειμένου να είναι ανεκτή.

**

Ο Νεντίμ Γκιουρσέλ γεννήθηκε το 1951 στην Τουρκία. Τα πρώτα διηγήματά του άρχισαν να δημοσιεύονται σε τουρκικά λογοτεχνικά περιοδικά ήδη από το 1969. Το πρώτο του μυθιστόρημα, Μακρύ καλοκαίρι στην Ισταμπούλ (1974), κέρδισε το 1976 τη μεγαλύτερη λογοτεχνική διάκριση στην πατρίδα του. Εκτός από μυθιστορήματα και διηγήματα, έχει δημοσιεύσει, επίσης, κριτικά δοκίμια - συνολικά είκοσι έξι βιβλία. Ζει μόνιμα στο Παρίσι, όπου πήγε το 1971 για να συνεχίσει τις σπουδές του. Διδάσκει τουρκική λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και εργάζεται ως ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (C.N.R.S.) της Γαλλίας. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε δέκα ξένες γλώσσες. Έχει τιμηθεί με το Βραβείο Ειρήνης Αμπντί Ιπεκτσί (1986), καθώς και με το Βραβείο Ελευθερίας του Γαλλικού Pen Club (1987). To 1990 του απονεμήθηκε, από το Radio France Internationale, το Διεθνές Βραβείο Καλύτερου Διηγήματος. Έξι βιβλία του κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Εξάντας, Καστανιώτης και Ελληνικά Γράμματα.