Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 30

Μπλεζ Σαντράρ, Ο ποιητής ολόκληρου του κόσμου

5dimoulimet30.jpg
Γράφει η Αγγελική ΔημουλήΟ Blaise Cendrars (Μπλεζ Σαντράρ) γεννήθηκε στα 24 του, στις 6 Απριλίου του 1912, στη Νέα Υόρκη. Απ’ εκείνη τη μέρα, ο ελβετικής καταγωγής Frédéric-Louis Sauser, εγκαταλείπει το παρελθόν του και ακολουθεί την κλίση του, να γράφει• να γράφει για να ζει. Πεζά και ποιήματα. Γράφει το «Les Pâques à New-York» (Πάσχα στη Νέα Υόρκη), το πρώτο του μεγάλο ποίημα και ένα χρόνο αργότερα εκδίδει σε συνεργασία με τη φίλη του ζωγράφο Sonia Delaunay, το πρώτο ταυτόχρονο βιβλίο: την «Πρόζα του Υπερσιβηρικού και της μικρής Ιωάννας της Γαλλίας», σε κείμενο του ίδιου και σε ζωγραφική της Σόνιας.

«Πες μου Μπλεζ, είμαστε πολύ μακριά απ’ τη Μονμάρτρη;»
Ναι, είμαστε, είμαστε μακριά
Όλοι οι αποδιοπομπαίοι τράγοι σ’ αυτήν την έρημο ψόφησαν

Τα παραπάνω ποιήματα και το «Le Panama ou Les aventures de mes sept oncles», το 1918 (Παναμάς ή οι Περιπέτειες των Επτά Θείων μου) αποτελούν τα τρία εκτενή ποήματα του Σαντράρ και σ ’εκείνα οφείλεται ο χαρακτηρισμός που του απέδωσαν μεταγενέστερα στα γαλλικά γράμματα ως θεμελιωτή του γαλλικού μοντερνισμού ή του τελευταίου των Συμβολιστών.
Εκτός από ποιητής ο Σαντράρ ασχολείται επίσης με την κριτική της  τέχνης• διατελεί δημοσιογράφος και συνδέεται με προσωπικότητες όπως ο Σαγκάλ, ο Μπρακ, ο Μοντιλιάνι και ο Απολινναίρ (με τον οποίο ήρθε σε οριστική ρήξη όταν ο Απολινέρ σχεδόν «αντέγραψε» το Πάσχα στη Νέα Υόρκη με τίτλο «Η Ζώνη»). Στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο πολεμώντας στη Λεγεώνα των Ξένων, χάνει το δεξί του χέρι• το χέρι που έγραφε. Ξεκινώντας τώρα πια με το αριστερό μόνο χέρι και το δεξί μέρος του εγκεφάλου, γράφει η κόρη του Μύριαμ, ταξιδεύει όλο τον κόσμο, απασχολείται σαν κινηματογραφιστής, θερμαστής, ζογκλέρ και έμπορος πολύτιμων λίθων.
Για την παρούσα μεταφραστική προσπάθεια χρησιμοποιήθηκε ο συγκεντρωτικός τόμος των ποιημάτων του «Du monde entier au cœur du monde» (Απ’ όλον τον κόσμο στην καρδιά του κόσμου). Ο Σαντράρ δεν είναι αυτό που θα λέγαμε «πολυμεταφρασμένος» ποιητής στην Ελλάδα. Έχουν γίνει κατά καιρούς κάποιες μεταφραστικές απόπειρες ωστόσο ο κύριος όγκος των ποιημάτων του (πέραν των τριών εκτενών) και των πεζών του (« L’homme foudroyé/Ο κεραυνοβολημένος άνθρωπος», για παράδειγμα) παραμένουν αμετάφραστα.
Ο Σαντράρ είναι ο ποιητής που τα ’χει πει όλα, τα ’χει δει όλα, αναφέρει ο Paul Morand (Πωλ Μοράν). Η ποίησή του κουβαλάει την ηχώ της ποίησης του Ουίτμαν• η δράση της κάθε χάρης, έτσι όπως προβάλλεται στα «Φύλλα Χλόης», αντηχά και στην ποίηση του Σαντράρ. «Ο Μεγάλος Δρόμος» που ξεκινά απ’ τον Ουίτμαν, συνεχίζεται και διαβαίνεται στο ποιητικό τοπίο του Σαντράρ: ο ποιητής (ξανα)γίνεται προφήτης, φιλόσοφος, αλήτης-διανοητής και ταξιδιώτης. Τα ποιήματα του Σεντράρ κινούνται σ’ έναν μυστηριώδη παγκόσμιο δρόμο με ιλιγγιώδη ταχύτητα• περνούν από δοκιμασίες και βαίνουν από τα μέσα προς τα έξω, από την καρδιά στου ποιητή στον κόσμο ολόκληρο:

Είναι η πρώτη μου κατοικία
Ολοστρόγγυλη
Συχνά φαντάζομαι τι θα μπορούσα να γίνω...
Αυτός ο τεράστιος μυς της μήτρας σου

Ο Σεντράρ με υλικά του την περιπλάνηση, λέξεις της τηλεόρασης και του κινηματογράφου, λέξεις της μάρκας, της βιομηχανοποίησης και λέξεις  σχεδόν μυστικιστικές, παρουσιάζει ένα συνονθύλευμα εικόνων, μια αντανάκλαση της δικής του διακαούς κίνησης και μας μεταφέρει σε μια περιθωριακά κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα που σε συνδυασμό με την παριζιάνικη «χύτρα» των αρχών του 20ου αιώνα, υφαίνει την ιδιαιτερότητα της ποίησής του• μιας ποίησης του παρόντος και του ταξιδιού• μιας δυνητικής ποίησης.

Ημερολόγιο   

Χριστέ
Να λοιπόν που πέρασε χρόνος ολόκληρος χωρίς να Σε σκεφτώ
Από τότε που έγραψα το Πάσχα, το προτελευταίο μου ποιήμα
Η ζωή μου έχει αλλάξει
Αλλά εγώ μένω πάντα ο ίδιος
Μέχρι και ζωγράφος θέλησα να γίνω
Ορίστε, οι πίνακες που έκανα, είναι αυτοί που σήμερα το βράδυ κρέμονται στους
τοίχους
Μου δείχνουν περίεργες εικόνες στα μέσα μου που με κάνουνε
Να Σε σκεφτώ.

Χριστέ
Η ζωή
Είναι το μόνο που ’χω ψάξει να καταλάβω σε βάθος

Μου κάνουν κακό οι πίνακές μου
Είμαι πολύ παθιασμένος
Όλα είναι πορτοκαλιά.

Πέρασα μια θλιβερή μέρα να σκέφτομαι τους φίλους μου
Και να διαβάζω εφημερίδα
Χριστέ
Εσταυρωμένη η ζωή στη μεγάλη ανοιχτή εφημερίδα που κρατάω με χέρια απλωμένα
Κι ανοιχτά
Σε έκταση
Φωτοβολίδες
Αναβρασμός
Κραυγές.
Θα ’λεγε κανείς σαν αεροπλάνο που πέφτει.
Είμαι εγώ.

Πάθος
Φωτιά
Μυθιστόρημα σε συνέχειες
Εφημερίδα
Όσο κι αν δε θες να μιλάς για τον εαυτό σου
Πρέπει μερικές φορές να ουρλιάζεις

Είμαι ο άλλος
Πολύ ευαίσθητος.

Βομβάη Εξπρές

Η ζωή που έκανα
Μ’ εμποδίζει ν’ αυτοκτονήσω
Όλα τρέχουν
Οι γυναίκες με τσιρίγματα κυλάνε
Στις ρόδες
Σαν βεντάλια οι τραμπάλες βρίσκονται στην πόρτα των σταθμών.
Κάτω απ’τα νύχια έχω μουσική

Ποτέ δε μου άρεσε ο Μασκάνι
Μήτε η τέχνη και οι Καλλιτέχνες
Ούτε τα διαχωριστικά ούτε οι γέφυρες
Μήτε τα τρομπόνια και οι τρομπέτες
Δεν ξέρω τίποτα πια
Δεν καταλαβαίνω...
Το χάδι αυτό που κάνει τον χάρτη
Να ριγά

Φέτος ή του χρόνου
Η κριτική της τέχνης είναι εξίσου ανόητη με την εσπεράντο
Μπρίντιζι
Αντίο και αντίο

Εδώ γεννήθηκα
Το ίδιο κι ο γιος μου
Που ’χει το μέτωπο σαν τη μήτρα της μητρός του
Υπάρχουν σκέψεις που κάνουν τα λεωφορεία να αναπηδούν
Δε διαβάζω πια βιβλία που βρίσκονται μόνο στις
Βιβλιοθήκες
Όμορφο Α Β Γ του κόσμου

Καλό ταξίδι!

Σε κουβαλάω
Εσένα που γελάς την κιννάβαρι.


Στις 5 γωνιές  

Τόλμα να κάνεις θόρυβο
Όλα είναι χρώμα κίνηση έκρηξη φως
Η ζωή που λιώνει μες στο στόμα μου
ανθίζει στα παράθυρα του ήλιου
Είμαι λιώμα
Και πέφτω διάφανος στο δρόμο

Μιλάς, παλιόφιλε

Δεν ξέρω, ν’ ανοίξω τα μάτια;
Χρυσαφένιο στόμα
Η ποίηση υπό αμφισβήτηση

Νεκρές φύσεις

Πράσινο
Ο βαρύς βηματισμός των πυροβολητών περνά μέσα απ’τη γεωμετρία
Αφήνομαι
Σύντομα δε θα’μαι παρά χάλυβας
Χωρίς τον γνώμονα απ’το φως
Κίτρινο
Σάλπιγγα της νεωτερικότητας
Το αμερικάνικο ντοσιέ
Ξερό και
Φρέσκο
Όσο οι πρώτες εξοχές
Νορμανδία
Το τραπέζι του αρχιτέκτονα
Λιτά όμορφο
Μαύρο
Μ’ ένα μπουκάλι σινική μελάνη
Και μπλε πουκάμισα
Μπλε
Κόκκινο
Κι έπειτα ένα λίτρο, ένα λίτρο αισθησιασμού
Κι αυτή η υψηλή καινοτομία
Άσπρο
Φύλλα λευκού χαρτιού